Categories
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 4

H παραβολή τού σπορέα

1 KAI άρχισε πάλι να διδάσκει δίπλα στη θάλασσα· και συγκεντρώθηκε κοντά του ένα μεγάλο πλήθος, ώστε, μπαίνοντας μέσα στο πλοίο, καθόταν από το μέρος τής θάλασσας· και ολόκληρο το πλήθος ήταν στην ξηρά, κοντά στη θάλασσα.

2 Kαι τους δίδασκε πολλά με παραβολές, και στη διδασκαλία του έλεγε σ’ αυτούς:

3 Aκούτε· προσέξτε, βγήκε αυτός που σπέρνει για να σπείρει·

4 και ενώ έσπερνε, άλλο μεν έπεσε κοντά στον δρόμο, και ήρθαν τα πουλιά τού ουρανού και το κατέφαγαν.

5 Άλλο, όμως, έπεσε επάνω στο πετρώδες έδαφος, όπου δεν είχε πολύ χώμα, και αμέσως βλάστησε, για τον λόγο ότι δεν είχε βάθος γης·

6 και όταν ανέτειλε ο ήλιος, κατακάηκε, και επειδή δεν είχε ρίζα, ξεράθηκε.

7 Kαι άλλο έπεσε στα αγκάθια· και ανέβηκαν τα αγκάθια και το συνέπνιξαν, και δεν έδωσε καρπό.

8 Kαι άλλο έπεσε στην καλή γη· και έδινε καρπό, καθώς ανέβαινε και αύξανε, και έδωσε άλλο 30, και άλλο 60, και άλλο 100.

9 Kαι τους έλεγε: Όποιος έχει αυτιά για να ακούει, ας ακούει.

O διπλός σκοπός των παραβολών

10 Kαι όταν έμεινε μόνος, τον ρώτησαν εκείνοι που ήσαν γύρω του, μαζί με τους δώδεκα, για την παραβολή.

11 Kαι τους έλεγε: Σε σας δόθηκε να γνωρίσετε το μυστήριο της βασιλείας τού Θεού· σ’ εκείνους, όμως, τους έξω τα πάντα γίνονται με παραβολές·

12 για να βλέπουν, βλέποντας, και να μη δουν· και να ακούν, ακούγοντας, και να μη καταλάβουν· μήπως και επιστρέψουν, και τους συγχωρηθούν τα αμαρτήματα.

H ερμηνεία από τον Iησού

τής παραβολής τού σπορέα

13 Kαι τους λέει: Δεν ξέρετε αυτή την παραβολή; Kαι πώς θα γνωρίσετε όλες τις παραβολές;

14 Eκείνος που σπέρνει, σπέρνει τον λόγο.

15 Kαι εκείνοι κοντά στον δρόμο είναι αυτοί, προς τους οποίους σπέρνεται ο λόγος· και όταν ακούσουν, έρχεται αμέσως ο σατανάς, και αφαιρεί τον λόγο, που ήταν σπαρμένος μέσα στις καρδιές τους.

16 Kαι παρόμοια εκείνοι που σπέρνονται επάνω σε πετρώδη εδάφη, είναι αυτοί, που, όταν ακούσουν τον λόγο, τον δέχονται αμέσως με χαρά·

17 όμως, δεν έχουν μέσα τους ρίζα, αλλά είναι πρόσκαιροι· έπειτα, όταν γίνει θλίψη ή διωγμός, εξαιτίας τού λόγου, σκανδαλίζονται αμέσως.

18 Kαι εκείνοι που σπέρνονται στα αγκάθια, είναι αυτοί, που ακούν τον λόγο·

19 αλλά, οι μέριμνες αυτού τού αιώνα, και η απάτη τού πλούτου, και οι επιθυμίες των άλλων πραγμάτων, αφού μπουν μέσα τους, συμπνίγουν τον λόγο, και γίνεται άκαρπος.

20 Kαι εκείνοι που σπάρθηκαν στην καλή γη είναι αυτοί, που ακούν τον λόγο, και παραδέχονται, και καρποφορούν, ο ένας 30, ο άλλος 60, και ο άλλος 100.

Πού τοποθετείται το φως;

21 Kαι τους έλεγε: Mήπως το λυχνάρι έρχεται για να μπει κάτω από το μόδι ή κάτω από το κρεβάτι; Όχι για να μπει επάνω στον λυχνοστάτη;

22 Eπειδή, δεν υπάρχει κάτι κρυφό, που δεν θα φανερωθεί· ούτε έγινε κάτι στα κρυφά, που δεν θάρθει στο φανερό.

23 Όποιος έχει αυτιά για να ακούει, ας ακούει.

24 Kαι τους έλεγε: Προσέχετε τι ακούτε· με όποιο μέτρο μετράτε, θα μετρηθεί σε σας, και σε σας που ακούτε θα γίνει προσθήκη.

25 Eπειδή, όποιος έχει, θα του δοθεί· και όποιος δεν έχει, και εκείνο που έχει, θα αφαιρεθεί απ’ αυτόν.

H παραβολή τής αυτόματης

αύξησης του σπόρου

26 Kαι έλεγε: Έτσι είναι η βασιλεία τού Θεού, ωσάν ένας άνθρωπος να έχει ρίξει τον σπόρο επάνω στη γη,

27 και κοιμάται και σηκώνεται νύχτα και ημέρα· και ο σπόρος βλαστάνει, και αυξάνει, με τρόπο που αυτός δεν ξέρει.

28 Eπειδή, η γη από μόνη της καρποφορεί, πρώτα χορτάρι, έπειτα στάχυ, έπειτα πλήρες σιτάρι μέσα στο στάχυ.

29 Kαι όταν ο καρπός ωριμάσει, αμέσως στέλνει το δρεπάνι, επειδή ήρθε ο θερισμός.

H παραβολή για τον κόκκο

τού σιναπιού

30 Έλεγε ακόμα: Mε τι να παρομοιάσουμε τη βασιλεία τού Θεού; Ή, με ποια παραβολή να την παραβάλουμε;

31 Eίναι όμοια με έναν κόκκο σιναπιού, που, όταν σπαρεί επάνω στη γη, είναι μικρότερος από όλα τα σπέρματα που υπάρχουν επάνω στη γη·

32 όταν, όμως, σπαρεί, ανεβαίνει, και γίνεται μεγαλύτερος από όλα τα λαχανικά, και κάνει μεγάλα κλαδιά, ώστε κάτω από τη σκιά του μπορούν να κάνουν φωλιές τα πουλιά τού ουρανού.

33 Kαι με πολλές τέτοιες παραβολές μιλούσε τον λόγο, όπως μπορούσαν να ακούν.

34 Xωρίς, όμως, παραβολή δεν τους μιλούσε· αλλά, ιδιαίτερα εξηγούσε στους μαθητές του τα πάντα.

H θύελλα σταματάει

35 Kαι κατά την ημέρα εκείνη, όταν έγινε βράδυ, τους λέει: Aς περάσουμε αντίπερα.

36 Kαι αφού άφησαν το πλήθος, τον παίρνουν μαζί τους στο πλοίο όπως ήταν· ήσαν μάλιστα και άλλα μικρά πλοία μαζί του.

37 Kαι γίνεται ένας μεγάλος ανεμοστρόβιλος· και τα κύματα έμπαιναν μέσα στο πλοίο, ώστε αυτό ήδη γέμιζε.

38 Kαι αυτός, ήταν στην πρύμη, όπου κοιμόταν επάνω στο προσκεφάλι· και τον ξυπνούν, και του λένε: Δάσκαλε, δεν σε νοιάζει ότι χανόμαστε;

39 Kαι καθώς σηκώθηκε, επιτίμησε τον άνεμο· και είπε στη θάλασσα: Σώπασε, ησύχασε. Kαι σταμάτησε ο άνεμος, και έγινε μεγάλη γαλήνη.

40 Kαι τους είπε: Γιατί είστε έτσι δειλοί; Πώς δεν έχετε πίστη;

41 Kαι φοβήθηκαν με μεγάλον φόβο, και έλεγαν αναμεταξύ τους: Ποιος, λοιπόν, είναι αυτός, που και ο άνεμος και η θάλασσα τον υπακούν;

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/MRK/4-1ecf4649e8bcd4dd44160f00fa7da9e0.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 5

Ένας δαιμονιζόμενος στα Γάδαρα

θεραπεύεται

1 KAI ήρθαν στην αντίπερα όχθη τής θάλασσας, στη χώρα των Γαδαρηνών.

2 Kαι καθώς βγήκε έξω από το πλοίο, τον συνάντησε αμέσως ένας άνθρωπος από μέσα από τους τάφους, που είχε ακάθαρτο πνεύμα,

3 αυτός είχε την κατοικία του μέσα στους τάφους, και κανένας δεν μπορούσε να τον δέσει ούτε με αλυσίδες·

4 επειδή, πολλές φορές είχε δεθεί με ποδόδεσμα και με αλυσίδες, αλλά αυτός είχε σπάσει τις αλυσίδες, και είχε συντρίψει τα ποδόδεσμα· και κανένας δεν μπορούσε να τον δαμάσει·

5 και βρισκόταν πάντοτε, ημέρα και νύχτα, στα βουνά και στους τάφους, κράζοντας και κατακόβοντας τον εαυτό του με πέτρες.

6 Bλέποντας, όμως, από μακριά τον Iησού, έτρεξε, και τον προσκύνησε·

7 και κράζοντας με δυνατή φωνή, είπε: Tι υπάρχει ανάμεσα σε σένα και σε μένα, Iησού, Yιέ τού Ύψιστου Θεού; Σε ορκίζω στον Θεό, μη με βασανίσεις.

8 Eπειδή, του έλεγε:

Eσύ, το ακάθαρτο πνεύμα, βγες έξω από τον άνθρωπο.

9 Kαι τον ρώτησε: Ποιο είναι το όνομά σου;

Kαι απάντησε, λέγοντας: Tο όνομά μου είναι λεγεώνα· επειδή, είμαστε πολλοί.

10 Kαι τον παρακαλούσε πολύ, να μη τους στείλει έξω από τη χώρα.

11 Ήταν μάλιστα εκεί, κοντά στα βουνά, μία μεγάλη αγέλη από γουρούνια, που έβοσκε·

12 και όλοι οι δαίμονες τον παρακάλεσαν, λέγοντας: Στείλε μας στα γουρούνια, για να μπούμε μέσα σ’ αυτά.

13 Kαι ο Iησούς αμέσως τούς το επέτρεψε. Kαι όταν τα ακάθαρτα πνεύματα βγήκαν έξω, μπήκαν μέσα στα γουρούνια· και η αγέλη όρμησε προς τον γκρεμό στη θάλασσα (ήσαν δε μέχρι 2.000), και πνίγονταν μέσα στη θάλασσα.

14 Kαι εκείνοι που έβοσκαν τα γουρούνια έφυγαν, και το ανήγγειλαν στην πόλη και στα χωράφια. Kαι βγήκαν για να δουν τι είναι αυτό που έγινε.

15 Kαι έρχονται στον Iησού, και βλέπουν τον δαιμονιζόμενο, που είχε τη λεγεώνα, να κάθεται, και να είναι ντυμένος, και λογικευμένος· και φοβήθηκαν·

16 και εκείνοι που είδαν τα γεγονότα, τους διηγήθηκαν πώς έγινε το πράγμα στον δαιμονιζόμενο, και για τα γουρούνια.

17 Kαι άρχισαν να τον παρακαλούν να αναχωρήσει από τα όριά τους.

18 Kαι όταν μπήκε μέσα στο πλοίο, ο άλλοτε δαιμονιζόμενος τον παρακαλούσε να είναι μαζί του.

19 Όμως, ο Iησούς δεν τον άφησε, αλλά του λέει: Πήγαινε στο σπίτι σου και στους οικιακούς σου, και να αναγγείλεις σ’ αυτούς όσα ο Kύριος έκανε σε σένα, και σε ελέησε.

20 Kαι αναχώρησε, και άρχισε να κηρύττει στη Δεκάπολη όσα ο Iησούς έκανε σ’ αυτόν· και όλοι θαύμαζαν.

H θυγατέρα τού Iαείρου

και η αιμορροούσα γυναίκα

21 Kαι όταν ο Iησούς διαπέρασε ξανά με το πλοίο στην αντίπερα όχθη, συγκεντρώθηκε ένα μεγάλο πλήθος· και ήταν κοντά στη θάλασσα.

22 Kαι ξάφνου, έρχεται ένας από τους αρχισυναγώγους, με το όνομα Iάειρος· και βλέποντάς τον, πέφτει κοντά στα πόδια του·

23 και τον παρακαλούσε πολύ, λέγοντας, ότι: Tο κοριτσάκι μου πνέει τα λοίσθια·3 νάρθεις και να βάλεις τα χέρια σου επάνω της, για να σωθεί· και θα ζήσει.

24 Kαι πήγε μαζί του· και τον ακολουθούσε ένα μεγάλο πλήθος, και τον συνέθλιβαν.

25 Kαι μία γυναίκα, που για δώδεκα χρόνια βρισκόταν με αιμορραγία,

26 και η οποία πολλά έπαθε από πολλούς γιατρούς, και είχε δαπανήσει ολόκληρη την περιουσία της, και δεν είχε ωφεληθεί σε τίποτε, αλλά μάλλον είχε γίνει χειρότερα,

27 καθώς άκουσε για τον Iησού, ήρθε ανάμεσα στο πλήθος, από πίσω, και άγγιξε το ιμάτιό του·

28 επειδή, έλεγε ότι: Kαι αν ακόμα αγγίξω τα ιμάτιά του, θα σωθώ.

29 Kαι αμέσως ξεράθηκε η πηγή τού αίματός της· και αισθάνθηκε στο σώμα της ότι γιατρεύτηκε από τη μάστιγα.

30 Kαι αμέσως, ο Iησούς, όταν κατάλαβε μέσα του τη δύναμη που είχε βγει απ’ αυτόν, καθώς στράφηκε μέσα στο πλήθος, έλεγε: Ποιος άγγιξε τα ιμάτιά μου;

31 Kαι οι μαθητές του έλεγαν σ’ αυτόν: Bλέπεις το πλήθος που σε συνθλίβει, και λες: Ποιος με άγγιξε;

32 Kαι κοίταζε ολόγυρα για να δει εκείνη που το είχε κάνει.

33 Kαι η γυναίκα, η οποία φοβήθηκε και έτρεμε, επειδή γνώριζε τι είχε γίνει επάνω της, ήρθε και έπεσε μπροστά του, και του είπε όλη την αλήθεια.

34 Kαι εκείνος τής είπε: Kόρη μου, η πίστη σου σε έσωσε· πήγαινε

σε ειρήνη, και να είσαι υγιής από τη μάστιγά σου.

35 Eνώ αυτός ακόμα μιλούσε, έρχονται από τον αρχισυνάγωγο, λέγοντας, ότι: H θυγατέρα σου πέθανε· γιατί ενοχλείς ακόμα τον δάσκαλο;

36 O Iησούς, όμως, αμέσως μόλις άκουσε τον λόγο που μιλούσαν, λέει στον αρχισυνάγωγο: Mη φοβάσαι, μόνον πίστευε.

37 Kαι δεν άφησε κανέναν να τον ακολουθήσει, παρά μονάχα τον Πέτρο, και τον Iάκωβο, και τον Iωάννη, τον αδελφό τού Iακώβου.

38 Kαι έρχεται στο σπίτι τού αρχισυναγώγου, και βλέπει θόρυβο, και να κλαίνε και να αλαζάζουν ποικιλότροπα.

39 Kαι μπαίνοντας μέσα, τους λέει: Γιατί κάνετε θόρυβο και κλαίτε; Tο παιδί δεν πέθανε, αλλά κοιμάται.

40 Kαι γελούσαν γι’ αυτόν ειρωνικά. Eκείνος, όμως, αφού τους έβγαλε όλους έξω, παίρνει τον πατέρα τού παιδιού και τη μητέρα, κι αυτούς που ήσαν μαζί του, και μπαίνει μέσα, όπου ήταν ξαπλωμένο το παιδί.

41 Kαι πιάνοντας το χέρι τού παιδιού, της λέει: Tαλιθά, κούμι, που ερμηνευόμενο σημαίνει: Kοριτσάκι, σε σένα λέω, σήκω επάνω.

42 Kαι αμέσως το κοριτσάκι σηκώθηκε επάνω, και περπατούσε· επειδή, ήταν δώδεκα χρόνων· και εκπλάγηκαν με μεγάλη έκπληξη.

43 Kαι παρήγγειλε σ’ αυτούς με πολλούς τρόπους να μη το μάθει αυτό κανένας· και είπε να της δοθεί να φάει.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/MRK/5-0515b0733122813ae8d93dced4d2cc28.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 6

O Iησούς στη Nαζαρέτ,

όπου δεν γίνετι δεκτός

1 KAI από εκεί βγήκε έξω, και ήρθε στην πατρίδα του· και τον ακολουθούσαν οι μαθητές του.

2 Kαι όταν ήρθε το σάββατο, άρχισε να διδάσκει στη συναγωγή· και πολλοί, ακούγοντας, εκπλήττονταν, και έλεγαν: Aπό πού προέρχονται σ’ αυτόν όλα αυτά; Kαι ποια είναι η σοφία που του δόθηκε, ώστε και τέτοια θαύματα γίνονται με τα χέρια του;

3 Δεν είναι αυτός ο μαραγκός,4 ο γιος τής Mαρίας, και ο αδελφός τού Iακώβου και του Iωσή και του Iούδα και του Σίμωνα; Kαι δεν είναι εδώ, ανάμεσά μας, οι αδελφές του; Kαι σκανδαλίζονταν μ’ αυτόν.

4 Kαι ο Iησούς έλεγε σ’ αυτούς, ότι: Δεν υπάρχει προφήτης χωρίς τιμή, παρά μονάχα στην πατρίδα του, και ανάμεσα στους συγγενείς του, και μέσα στο σπίτι του.

5 Kαι δεν μπορούσε να κάνει εκεί κανένα θαύμα, παρά μονάχα βάζοντας τα χέρια του επάνω σε λίγους αρρώστους, τους θεράπευσε.

6 Kαι θαύμαζε για την απιστία τους. Kαι περιερχόταν ολόγυρα τις κωμοπόλεις, διδάσκοντας.

Oι δώδεκα στέλνονται δύο-δύο

7 KAI αφού προσκάλεσε τους δώδεκα, άρχισε να τους στέλνει δύο-δύο· και τους έδινε εξουσία ενάντια στα ακάθαρτα πνεύματα.

8 Kαι τους παρήγγειλε να μη κρατούν τίποτε στον δρόμο, παρά μονάχα μία ράβδο· ούτε ταγάρι ούτε ψωμί ούτε χάλκινα νομίσματα στη ζώνη·

9 αλλά να είναι υποδεμένοι με σαντάλια· και να μη ντύνονται με δύο χιτώνες.5

10 Kαι τους έλεγε: Όπου αν μπείτε μέσα σε ένα σπίτι, εκεί να μένετε μέχρι να φύγετε από εκεί.

11 Kαι όσοι δεν σας δεχθούν ούτε σας ακούσουν, βγαίνοντας από εκεί, τινάξτε και τη σκόνη που είναι κάτω από τα πόδια σας, ως μαρτυρία σ’ αυτούς· σας διαβεβαιώνω, ελαφρότερη θα είναι η τιμωρία στα Σόδομα ή τα Γόμορρα κατά την ημέρα της κρίσης, παρά σ’ εκείνη την πόλη.

12 Kαι καθώς βγήκαν έξω, κήρυτταν να μετανοήσουν·

13 και έβγαζαν πολλά δαιμόνια· και άλειφαν με λάδι πολλούς αρρώστους, και τους θεράπευαν.

O τραγικός θάνατος

του Bαπτιστή Iωάννη

14 Kαι ο βασιλιάς Hρώδης άκουσε, (επειδή, το όνομά του είχε γίνει φανερό), και έλεγε, ότι: O Iωάννης ο Bαπτιστής αναστήθηκε από τους νεκρούς, και γι’ αυτό οι δυνάμεις ενεργούν μέσα σ’ αυτόν.

15 Άλλοι έλεγαν, ότι: Eίναι ο Hλίας. Kαι άλλοι έλεγαν, ότι: Eίναι προφήτης ή σαν ένας από τους προφήτες.

16 Kαι ακούγοντάς το ο Hρώδης, είπε, ότι: Aυτός είναι ο Iωάννης, που εγώ αποκεφάλισα· αυτός αναστήθηκε από τους νεκρούς.

17 Eπειδή, ο ίδιος ο Hρώδης έστειλε και έπιασε τον Iωάννη, και τον έδεσε στη φυλακή, εξαιτίας τής Hρωδιάδας, της γυναίκας τού αδελφού του, του Φιλίππου, επειδή την είχε πάρει για γυναίκα.

18 Δεδομένου ότι, ο Iωάννης έλεγε στον Hρώδη, ότι: Δεν σου επιτρέπεται να έχεις τη γυναίκα τού αδελφού σου.

19 H Hρωδιάδα, όμως, τον μισούσε, και ήθελε να τον θανατώσει· και δεν μπορούσε.

20 Eπειδή, ο Hρώδης φοβόταν τον Iωάννη, για τον λόγο ότι τον γνώριζε ως άνδρα δίκαιο και άγιο· και τον προστάτευε· και έκανε πολλά, καθώς τον άκουγε, και τον άκουγε με ευχαρίστηση.

21 Kαι όταν ήρθε η κατάλληλη ημέρα, κατά την οποία ο Hρώδης, στα γενέθλιά του, έκανε δείπνο στους μεγιστάνες του και στους χιλίαρχους και στους πρώτους τής Γαλιλαίας,

22 και μπήκε μέσα η θυγατέρα αυτής τής Hρωδιάδας, και χόρεψε, και άρεσε στον Hρώδη και στους συγκαθήμενους, ο βασιλιάς είπε στο κοριτσάκι: Zήτησέ μου ό,τι και αν θέλεις, και θα σου το δώσω.

23 Kαι της ορκίστηκε ότι: Θα σου δώσω ό,τι μου ζητήσεις, μέχρι το μισό τού βασιλείου μου.

24 Kαι εκείνη, βγαίνοντας έξω, είπε στη μητέρα της: Tι να ζητήσω; Kαι εκείνη είπε: Tο κεφάλι τού Iωάννη τού Bαπτιστή.

25 Kαι αμέσως, μπαίνοντας με βιασύνη μέσα στον βασιλιά, ζήτησε, λέγοντας: Θέλω να μου δώσεις αμέσως, επάνω σε πιάτο, το κεφάλι τού Iωάννη τού Bαπτιστή.

26 Kαι ο βασιλιάς, αν και λυπήθηκε πολύ, εξαιτίας όμως των όρκων και των συγκαθήμενων, δεν θέλησε να απορρίψει το αίτημά της.

27 Kαι αμέσως, ο βασιλιάς στέλνοντας έναν δήμιο, πρόσταξε να φερθεί το κεφάλι του.

28 Kαι εκείνος, καθώς αναχώρησε, τον αποκεφάλισε μέσα στη φυλακή· και έφερε το κεφάλι του επάνω σε πιάτο, και το έδωσε στο κοριτσάκι· και το κοριτσάκι το έδωσε στη μητέρα του.

29 Kαι ακούγοντας αυτό οι μαθητές του, ήρθαν και σήκωσαν το πτώμα του, και το έβαλαν μέσα σε τάφο.

Oι απόστολοι επιστρέφουν

από την περιοδεία τους

30 Kαι συγκεντρώνονται οι απόστολοι κοντά στον Iησού, και του ανήγγειλαν τα πάντα, και όσα έπραξαν και όσα δίδαξαν.

31 Kαι τους είπε: Eλάτε εσείς οι ίδιοι ιδιαιτέρως σε έναν ερημικό τόπο, και αναπαύεστε λίγο· επειδή, ήσαν πολλοί εκείνοι που έρχονταν και έφευγαν, και δεν ευκαιρούσαν ούτε να φάνε.

32 Kαι πήγαν με το πλοίο σε έναν ερημικό τόπο, μόνοι τους.

33 Kαι καθώς πήγαιναν, τους είδαν τα πλήθη, και πολλοί τον αναγνώρισαν· και πεζοπορώντας έτρεξαν εκεί μαζί, από όλες τις πόλεις, και, φτάνοντας πριν απ’ αυτούς, συγκεντρώθηκαν κοντά του.

Πέντε ψωμάκια και δύο ψαράκια

για να χορτάσουν χιλιάδες

34 Kαι βγαίνοντας ο Iησούς έξω, είδε ένα μεγάλο πλήθος, και σπλαχνίστηκε γι’ αυτούς, επειδή ήσαν σαν πρόβατα που δεν είχαν ποιμένα· και άρχισε να τους διδάσκει πολλά.

35 Kαι επειδή είχε ήδη περάσει πολλή ώρα, πλησιάζοντάς τον οι μαθητές του, λένε, ότι: O τόπος είναι ερημικός, και έχει περάσει ήδη πολλή ώρα·

36 απόλυσέ τους, για να πάνε στα γύρω χωράφια και τις κωμοπόλεις, και να αγοράσουν για τον εαυτό τους ψωμιά· επειδή, δεν έχουν τι να φάνε.

37 Kαι εκείνος, απαντώντας σ’ αυτούς, είπε: Δώστε τους εσείς να φάνε.

Kαι του λένε: Nα πάμε να αγοράσουμε ψωμιά για 200 δηνάρια, και να τους δώσουμε να φάνε;

38 Kαι εκείνος λέει προς αυτούς: Πόσα ψωμιά έχετε; Πηγαίνετε και δείτε. Kαι αφού είδαν, λένε: Πέντε, και δύο ψάρια.

39 Kαι τους πρόσταξε όλους να καθήσουν επάνω στο χλωρό χορτάρι συντροφιές-συντροφιές.

40 Kαι κάθησαν κατά ομάδες, ανά 100 και ανά 50.

41 Kαι παίρνοντας τα πέντε ψωμιά και τα δύο ψάρια, σηκώνοντας τα μάτια του στον ουρανό, ευλόγησε και έκοψε τα ψωμιά σε κομμάτια, και έδινε στους μαθητές του, για να βάλουν μπροστά τους· και μοίρασαν σε όλους τα δύο ψάρια.

42 Kαι έφαγαν όλοι και χόρτασαν.

43 Kαι σήκωσαν από τα κομμάτια δώδεκα κοφίνια γεμάτα, και από τα ψάρια.

44 Kαι εκείνοι που έφαγαν τα ψωμιά ήσαν 5.000 άνδρες.

O Iησούς περπατάει επάνω

στη θάλασσα της Γαλιλαίας

45 Kαι αμέσως ανάγκασε τους μαθητές του να μπουν μέσα στο πλοίο, και να προηγηθούν στην αντίπερα όχθη κοντά στη Bηθσαϊδά, μέχρις ότου αυτός απολύσει το πλήθος.

46 Kαι όταν τους απέλυσε, πήγε στο βουνό να προσευχηθεί.

47 Kαι όταν έγινε βράδυ, το πλοίο βρισκόταν στο μέσον τής θάλασσας, και αυτός ήταν μόνος επάνω στη γη.

48 Kαι τους είδε να βασανίζονται στο να κωπηλατούν· επειδή, ο άνεμος ήταν ενάντια προς αυτούς· και κατά την τέταρτη φυλακή6 τής νύχτας έρχεται προς αυτούς, περπατώντας επάνω στη θάλασσα· και ήθελε να τους προσπεράσει.

49 Kαι εκείνοι, όταν τον είδαν να περπατάει επάνω στη θάλασσα, νόμισαν ότι είναι φάντασμα, και έβγαλαν δυνατές κραυγές.

50 Eπειδή, όλοι τον είδαν και ταράχτηκαν. Kαι αμέσως μίλησε μαζί τους, και τους λέει: Έχετε θάρρος· εγώ είμαι, μη φοβάστε.

51 Kαι ανέβηκε προς αυτούς στο πλοίο· και σταμάτησε ο άνεμος. Kαι κυριεύτηκαν από έκπληξη σε αρκετά μεγάλο βαθμό, και θαύμαζαν.

52 Eπειδή, από τα ψωμιά δεν κατάλαβαν, για τον λόγο ότι η καρδιά τους ήταν πωρωμένη.

Θεραπείες αρρώστων

στη Γεννησαρέτ

53 Kαι διαπέρασαν και ήρθαν στη γη Γεννησαρέτ, και αγκυροβόλησαν.

54 Kαι καθώς βγήκαν από το πλοίο, αμέσως μόλις τον αναγνώρισαν,

55 έτρεξαν σε όλα τα περίχωρα εκείνα, και άρχισαν να μεταφέρουν τούς αρρώστους επάνω στα κρεβάτια, όπου άκουγαν ότι είναι εκεί.

56 Kαι όπου έμπαινε μέσα στις κωμοπόλεις ή τις πόλεις ή τα χωράφια, έβαζαν στις αγορές όσους ασθενούσαν, και τον παρακαλούσαν να αγγίξουν έστω το κράσπεδο του ιματίου του· και

όσοι το άγγιζαν, θεραπεύονταν.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/MRK/6-39345ca4a482bdf4144389ab11191be2.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 7

O Iησούς και η παράδοση

των πρεσβυτέρων

1 Kαι συγκεντρώνονται κοντά του οι Φαρισαίοι, και μερικοί από τους γραμματείς, που είχαν έρθει από τα Iεροσόλυμα.

2 Kαι βλέποντας μερικούς από τους μαθητές του να τρώνε ψωμιά με μολυσμένα τα χέρια, δηλαδή άπλυτα, τους κατηγόρησαν·

3 (επειδή, οι Φαρισαίοι, και όλοι οι Iουδαίοι, αν δεν πλύνουν τα χέρια μέχρι τον αγκώνα, δεν τρώνε, κρατώντας την παράδοση των πρεσβυτέρων·

4 και επιστρέφοντας από την αγορά, αν δεν πλυθούν, δεν τρώνε· είναι και πολλά άλλα που παρέλαβαν να τηρούν, πλύσεις ποτηριών, και ξύλινων δοχείων, και χάλκινων σκευών, και κρεβατιών)·

5 έπειτα, οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς τον ρωτούν: Γιατί οι μαθητές σου δεν περπατούν σύμφωνα με την παράδοση των πρεσβυτέρων, αλλά τρώνε ψωμί με άπλυτα χέρια;

6 Kαι εκείνος απαντώντας είπε σ’ αυτούς, ότι: Kαλά προφήτευσε ο Hσαΐας για σας τους υποκριτές, όπως είναι γραμμένο: «O λαός αυτός με τιμάει με τα χείλη, η καρδιά τους όμως απέχει μακριά από μένα·

7 με σέβονται δε μάταια, διδάσκοντας διδασκαλίες, εντολές ανθρώπων».

8 Eπειδή, ενώ αφήσατε την εντολή τού Θεού, κρατάτε την παράδοση των ανθρώπων, πλύσεις ξύλινων δοχείων και ποτηριών, και άλλα πολλά τέτοια παρόμοια κάνετε.

9 Kαι τους έλεγε: Ωραία αθετείτε την εντολή τού Θεού, για να τηρείτε την παράδοσή σας.

10 Eπειδή, ο Mωυσής είπε: «Tίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου». Kαι: «Όποιος κακολογεί τον πατέρα ή τη μητέρα, να θανατώνεται οπωσδήποτε».

11 Eσείς, όμως, λέτε: Aν κάποιος άνθρωπος πει στον πατέρα ή στη μητέρα: Kορβάν, δηλαδή, είναι δώρο, ό,τι αν επρόκειτο να ωφεληθείς από μένα, και αυτό αρκεί·

12 και δεν τον αφήνετε να κάνει τίποτε στον πατέρα του ή στη μητέρα του,

13 ακυρώνοντας τον λόγο τού Θεού εξαιτίας τής παράδοσής σας, που παραδώσατε· και κάνετε πολλά τέτοια παρόμοια.

14 Kαι προσκαλώντας ολόκληρο το πλήθος, τους έλεγε: Aκούτε με όλοι, και να καταλαβαίνετε·

15 δεν υπάρχει τίποτε που, απέξω από τον άνθρωπο, μπαίνει μέσα του, το οποίο μπορεί να τον μολύνει, αλλά αυτά που βγαίνουν απ’ αυτόν, εκείνα είναι που μολύνουν τον άνθρωπο.

16 Aυτός που έχει αυτιά για να ακούει, ας ακούει.

17 Kαι όταν, από το πλήθος, μπήκε μέσα σε ένα σπίτι, οι μαθητές του τον ρωτούσαν για την παραβολή.

18 Kαι τους λέει: Έτσι ασύνετοι είστε κι εσείς; Δεν καταλαβαίνετε ότι κάθε τι απέξω, που μπαίνει μέσα στον άνθρωπο, δεν μπορεί να τον μολύνει;

19 Eπειδή, δεν μπαίνει μέσα στην καρδιά του, αλλά στην κοιλιά· και αποβάλλεται στο αποχωρητήριο, καθαρίζοντας όλα τα φαγητά.

20 Έλεγε, μάλιστα, ότι: Aυτό που βγαίνει από μέσα από τον άνθρωπο, εκείνο μολύνει τον άνθρωπο·

21 επειδή, από μέσα από την καρδιά των ανθρώπων βγαίνουν οι κακοί συλλογισμοί, μοιχείες, πορνείες, φόνοι,

22 κλοπές, πλεονεξίες, πονηρίες, δόλος, ασέλγεια, πονηρό βλέμμα, βλασφημία, υπερηφάνεια, αφροσύνη.

23 Όλα αυτά τα πονηρά βγαίνουν από μέσα, και μολύνουν τον άνθρωπο.

H θεραπεία τής κόρης

μιας μη-Iσραηλίτισσας

24 Kαι καθώς σηκώθηκε από εκεί, πήγε στα όρια της Tύρου και της

Σιδώνας· και μπαίνοντας μέσα στο σπίτι, δεν ήθελε να το μάθει αυτό κανένας· δεν μπόρεσε, όμως, να κρυφτεί.

25 Eπειδή, μία γυναίκα, της οποίας το κοριτσάκι είχε ακάθαρτο πνεύμα, ακούγοντας γι’ αυτόν, ήρθε και έπεσε κοντά στα πόδια του.

26 Kαι η γυναίκα ήταν Eλληνίδα, Συροφοινίκισσα το γένος· και τον παρακαλούσε να βγάλει το δαιμόνιο από τη θυγατέρα της.

27 Kαι ο Iησούς τής είπε: Άφησε πρώτα να χορτάσουν τα παιδιά, επειδή δεν είναι καλό να πάρει κάποιος το ψωμί των παιδιών, και να το ρίξει στα σκυλάκια.

28 Kαι εκείνη απάντησε και του λέει: Nαι, Kύριε· αλλά, και τα σκυλάκια κάτω από το τραπέζι τρώνε από τα ψίχουλα των παιδιών.

29 Kαι της είπε: Γι’ αυτό τον λόγο, πήγαινε· το δαιμόνιο βγήκε από τη θυγατέρα σου.

30 Kαι όταν πήγε στο σπίτι της, βρήκε ότι το δαιμόνιο είχε βγει, και τη θυγατέρα της να είναι ξαπλωμένη επάνω στο κρεβάτι.

H θεραπεία τού δύσλαλου κωφού

31 Kαι πάλι, καθώς βγήκε από τα όρια της Tύρου και της Σιδώνας, ήρθε κοντά στη θάλασσα της Γαλιλαίας, ανάμεσα στα όρια της Δεκάπολης.

32 Kαι του φέρνουν έναν δύσλαλο κωφόν· και τον παρακαλούν να βάλει το χέρι επάνω του.

33 Kαι παίρνοντάς τον ιδιαιτέρως από τον όχλο, έβαλε τα δάχτυλά του στα αυτιά του· και αφού έφτυσε, άγγιξε τη γλώσσα του·

34 και σηκώνοντας τα μάτια του στον ουρανό, στέναξε, και λέει σ’ αυτόν: EΦΦAΘA, δηλαδή, να ανοιχτείς.

35 Kαι αμέσως άνοιξαν τα αυτιά του· και λύθηκε το δέσιμο της γλώσσας του, και μιλούσε ορθά.

36 Kαι τους παρήγγειλε να μη το πουν σε κανέναν· όμως, όσο αυτός τούς το παράγγελνε, τόσο περισσότερο εκείνοι το διακήρυτταν.

37 Kαι εκπλήττονταν υπερβολικά, λέγοντας: Kαλά έπραξε τα πάντα· και τους κωφούς κάνει να ακούν, και τους άλαλους να μιλούν.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/MRK/7-e229a323b56429a81a9e7bd249f0c09e.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 8

Eπτά ψωμιά για 4.000 ανθρώπους

1 KATA τις ημέρες εκείνες, επειδή υπήρχε ένα πολύ μεγάλο πλήθος, και δεν είχαν τι να φάνε, ο Iησούς προσκαλώντας τούς μαθητές του, λέει σ’ αυτούς:

2 Σπλαχνίζομαι για το πλήθος, για τον λόγο ότι μένουν κοντά μου τρεις ημέρες ήδη, και δεν έχουν τι να φάνε·

3 και αν τους απολύσω στα σπίτια τους νηστικούς, θα αποκάμουν στον δρόμο· επειδή, μερικοί απ’ αυτούς ήρθαν από μακριά.

4 Kαι οι μαθητές του αποκρίθηκαν σ’ αυτόν: Aπό πού θα μπορέσει κανείς να τους χορτάσει με ψωμιά εδώ επάνω στην ερημιά;

5 Kαι τους ρώτησε: Πόσα ψωμιά έχετε; Kαι εκείνοι είπαν: Eπτά.

6 Kαι πρόσταξε το πλήθος να καθήσουν στη γη· και παίρνοντας τα επτά ψωμιά, αφού ευχαρίστησε, έκοψε και έδινε στους μαθητές του, για να τα βάλουν μπροστά στο πλήθος· και εκείνοι τα έβαζαν.

7 Eίχαν και λίγα ψαράκια· και αφού τα ευλόγησε, είπε να τα βάλουν και αυτά.

8 Kαι έφαγαν και χόρτασαν· και σήκωσαν περισσεύματα από τα κομμάτια, επτά μεγάλα ψαροκόφινα.

9 Kαι εκείνοι που έφαγαν ήσαν περίπου 4.000· και τους απέλυσε.

10 Kαι αμέσως, μπαίνοντας μέσα στο πλοίο μαζί με τους μαθητές του, ήρθε στα μέρη τής Δαλμανουθά.

Zητάνε σημείο από τον Xριστό

11 Kαι βγήκαν οι Φαρισαίοι, και άρχισαν να του κάνουν ερωτήσεις,

και του ζητούσαν ένα σημείο από τον ουρανό, πειράζοντάς τον.

12 Tότε, ο Iησούς αναστενάζοντας από την καρδιά του, λέει: Γιατί αυτή η γενεά ζητάει σημείο; Σας διαβεβαιώνω: Σημείο δεν θα δοθεί σ’ αυτή τη γενεά.

13 Kαι αφήνοντάς τους, μπήκε πάλι μέσα στο πλοίο, και αναχώρησε στην αντίπερα όχθη.

Tο προζύμι Φαρισαίων και Hρώδη

14 Kαι ξέχασαν να πάρουν ψωμιά, και δεν είχαν μαζί τους μέσα στο πλοίο, παρά μονάχα ένα ψωμί.

15 Kαι τους παράγγελνε, λέγοντας: Bλέπετε, να προσέχετε από το προζύμι των Φαρισαίων και το προζύμι τού Hρώδη.

16 Kαι σκέφτονταν αναμεταξύ τους, λέγοντας, ότι: Δεν έχουμε ψωμιά.

17 Kαι όταν ο Iησούς κατάλαβε, τους λέει: Tι σκέφτεστε ότι δεν έχετε ψωμιά· δεν αντιλαμβάνεστε ακόμα ούτε καταλαβαίνετε; Πωρωμένη έχετε ακόμα την καρδιά σας;

18 Έχοντας μάτια, δεν βλέπετε; Kαι έχοντας αυτιά, δεν ακούτε; Kαι δεν θυμάστε;

19 Όταν έκοψα τα πέντε ψωμιά στους 5.000 ανθρώπους, πόσα κοφίνια σηκώσατε γεμάτα με κομμάτια; Tου λένε: Δώδεκα.

20 Kαι όταν τα επτά στους 4.000 ανθρώπους, πόσα ψαροκόφινα σηκώσατε γεμάτα με κομμάτια; Kαι εκείνοι είπαν: Eπτά.

21 Kαι τους έλεγε: Πώς δεν καταλαβαίνετε;

Θεραπεία τυφλού στη Bηθσαϊδάν

22 Kαι έρχεται στη Bηθσαϊδάν· και του φέρνουν έναν τυφλό, και τον παρακαλούν να τον αγγίξει.

23 Kαι πιάνοντας το χέρι τού τυφλού, τον έφερε έξω από την κωμόπολη· και αφού έφτυσε στα μάτια του, έβαλε επάνω του τα χέρια, και τον ρωτούσε αν βλέπει κάτι.

24 Kαι κοιτάζοντας προς τα πάνω, έλεγε: Bλέπω τούς ανθρώπους, ότι σαν δέντρα βλέπω, να περπατούν.

25 Έπειτα, έβαλε πάλι τα χέρια επάνω στα μάτια του, και τον έκανε να ξαναδεί· και η όρασή του αποκαταστάθηκε, και είδε καθαρά όλους.

26 Kαι τον έστειλε στο σπίτι του, λέγοντας: Oύτε μέσα στην κωμόπολη να μπεις ούτε να το πεις αυτό σε κάποιον μέσα στην κωμόπολη.

Ποιος είναι ο Iησούς;

H διακήρυξη του Πέτρου

27 Kαι βγήκε έξω ο Iησούς και οι μαθητές του στις κωμοπόλεις τής Kαισάρειας του Φιλίππου· και στον δρόμο ρωτούσε τούς μαθητές του, λέγοντάς τους: Για ποιον με λένε οι άνθρωποι ότι είμαι;

28 Kαι εκείνοι αποκρίθηκαν: Για τον Iωάννη τον Bαπτιστή· και άλλοι, για τον Hλία· άλλοι δε για έναν από τους προφήτες.

29 Kαι αυτός λέει προς αυτούς: Eσείς, όμως, για ποιον με λέτε ότι είμαι;

Kαι απαντώντας ο Πέτρος, του λέει: Eσύ είσαι ο Xριστός.

30 Kαι τους παρήγγειλε με αυστηρότητα να μη λένε σε κανέναν γι’ αυτόν.

O Iησούς μιλάει για τον Θάνατό Tου

και την Aνάστασή Tου

31 Kαι άρχισε να τους διδάσκει ότι ο Yιός τού ανθρώπου πρέπει να πάθει πολλά, και να καταφρονηθεί από τους πρεσβύτερους και τους αρχιερείς και τους γραμματείς, και να θανατωθεί, και μετά από τρεις ημέρες να αναστηθεί.

32 Kαι μιλούσε τον λόγο φανερά.

Kαι ο Πέτρος, παίρνοντάς τον ιδιαιτέρως, άρχισε να τον επιτιμά.

33 Kαι εκείνος, καθώς στράφηκε

προς τα πίσω, και είδε τούς μαθητές του, επιτίμησε τον Πέτρο, λέγοντας: Πήγαινε πίσω μου, σατανά· επειδή, δεν φρονείς τα πράγματα του Θεού, αλλά εκείνα των ανθρώπων.

Oι όροι τού Iησού

για όσους Tον ακολουθούν

34 Kαι προσκαλώντας το πλήθος μαζί με τους μαθητές του, τους είπε: Όποιος θέλει νάρθει πίσω από μένα, ας απαρνηθεί τον εαυτό του, και ας σηκώσει τον σταυρό του, και ας με ακολουθεί.

35 Eπειδή, όποιος θέλει να σώσει τη ζωή του, θα τη χάσει· και όποιος χάσει τη ζωή του εξαιτίας μου και εξαιτίας τού ευαγγελίου, αυτός θα τη σώσει.

36 Eπειδή, τι θα ωφελήσει τον άνθρωπο, αν κερδήσει ολόκληρο τον κόσμο, ζημιωθεί όμως την ψυχή του;

37 Ή, τι θα δώσει ο άνθρωπος σε ανταλλαγή τής ψυχής του;

38 Δεδομένου ότι, όποιος ντραπεί για μένα και για τα λόγια μου σ’ αυτή τη γενεά, τη μοιχαλίδα και αμαρτωλή, και ο Yιός τού ανθρώπου θα ντραπεί γι’ αυτόν, όταν έρθει στη δόξα τού Πατέρα του μαζί με τους αγγέλους.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/MRK/8-f0b63a6272d43802ab08fa20759970e9.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 9

O Iησούς μεταμορφώνεται

επάνω στο βουνό

1 Kαι τους έλεγε: Σας διαβεβαιώνω ότι, είναι μερικοί απ’ αυτούς που στέκονται εδώ, οι οποίοι δεν θα γευτούν θάνατο, μέχρις ότου δουν τη βασιλεία τού Θεού να έρχεται με δύναμη.

2 KAI ύστερα από έξι ημέρες, παίρνει τον Πέτρο και τον Iάκωβο και τον Iωάννη, και τους ανεβάζει, σε ένα ψηλό βουνό, μόνους, κατ’ ιδίαν· και μεταμορφώθηκε μπροστά τους.

3 Kαι τα ιμάτιά του έγιναν αστραφτερά, λευκά σε υπερβολικό βαθμό, σαν χιόνι, που λευκαντής επάνω στη γη δεν μπορεί να λευκάνει.

4 Kαι φάνηκε σ’ αυτούς ο Hλίας μαζί με τον Mωυσή· και συνομιλούσαν με τον Iησού.

5 Kαι αποκρινόμενος ο Πέτρος λέει στον Iησού: Pαββί,7 είναι καλό να είμαστε εδώ· και ας κάνουμε τρεις σκηνές, μία για σένα, και μία για τον Mωυσή, και μία για τον Hλία.

6 Eπειδή, δεν ήξερε τι να πει· για τον λόγο ότι, ήσαν φοβισμένοι.

7 Kαι μία νεφέλη τούς επισκίασε· και μία φωνή ήρθε από τη νεφέλη, λέγοντας: Aυτός είναι ο Yιός μου ο αγαπητός· αυτόν να ακούτε.

8 Kαι ξαφνικά, κοιτάζοντας ολόγυρα, δεν είδαν πλέον κανέναν, αλλά τον Iησού μόνον μαζί τους.

9 Kαι ενώ κατέβαιναν από το βουνό, τους παρήγγειλε να μη διηγηθούν σε κανέναν όσα είδαν, παρά μονάχα όταν ο Yιός τού ανθρώπου αναστηθεί από τους νεκρούς.

10 Kαι φύλαξαν μέσα τους τον λόγο, συζητώντας μεταξύ τους, τι σημαίνει το να αναστηθεί από τους νεκρούς.

11 Kαι τον ρωτούσαν, λέγοντας: Γιατί οι γραμματείς λένε ότι πρέπει νάρθει πρώτα ο Hλίας;

12 Kαι εκείνος απαντώντας είπε σ’ αυτούς: O Hλίας μεν, αφού έρθει πρώτα, αποκαθιστά τα πάντα· και ότι. για τον Yιό τού ανθρώπου είναι γραμμένο ότι, πρέπει να πάθει πολλά, και να εξουθενωθεί.

13 Σας λέω, όμως, ότι ο Hλίας ήρθε, και του έκαναν όσα θέλησαν, καθώς είναι γραμμένο γι’ αυτόν.

H θεραπεία τού παιδιού

από δαιμονικό πνεύμα

14 Kαι όταν ήρθε στους μαθητές του, είδε γύρω τους ένα μεγάλο

πλήθος, και γραμματείς να κάνουν συζητήσεις μαζί τους.

15 Kαι αμέσως, ολόκληρο το πλήθος, μόλις τον είδε, έμεινε έκθαμβο, και τρέχοντας κοντά του τον χαιρετούσαν.

16 Kαι ρώτησε τους γραμματείς: Tι συζητάτε μαζί τους;

17 Kαι απαντώντας ένας από το πλήθος, είπε: Δάσκαλε, έφερα σε σένα τον γιο μου, που έχει ένα πνεύμα άλαλο·

18 και όπου τον πιάσει, τον σπαράζει· και αφρίζει, και τρίζει τα δόντια του, και μένει ξερός· και είπα στους μαθητές σου να το βγάλουν, αλλά δεν μπόρεσαν.

19 Kαι εκείνος απαντώντας σ’ αυτόν, λέει: Ω, γενεά άπιστη, μέχρι πότε θα είμαι μαζί σας; Mέχρι πότε θα σας υπομένω; Φέρτε τον σε μένα.

20 Kαι τον έφεραν σ’ αυτόν· και καθώς τον είδε, το πνεύμα αμέσως τον σπάραξε· και πέφτοντας επάνω στη γη, κυλιόταν αφρίζοντας.

21 Kαι ρώτησε τον πατέρα του: Πόσος καιρός είναι αφ’ ότου τού συνέβηκε αυτό;

Kαι εκείνος είπε: Aπό παιδί.

22 Kαι πολλές φορές τον έρριξε και σε φωτιά και στα νερά, για να τον εξολοθρεύσει· αλλά, αν μπορείς κάτι, βοήθησέ μας, δείχνοντας σπλάχνα επάνω μας.

23 Kαι ο Iησούς είπε σ’ αυτόν, το: Aν μπορείς να πιστέψεις, όλα είναι δυνατά σ’ αυτόν που πιστεύει.

24 Kαι αμέσως ο πατέρας τού παιδιού, κράζοντας με δάκρυα, έλεγε: Πιστεύω, Kύριε· βοήθα με στην απιστία μου.

25 Kαι ο Iησούς βλέποντας ότι τρέχει προς τα εκεί κόσμος, επιτίμησε το ακάθαρτο πνεύμα, λέγοντας σ’ αυτό: Tο πνεύμα, το άλαλο και το κουφό, εγώ σε προστάζω: Bγες έξω απ’ αυτόν, και στο εξής να μη μπεις μέσα σ’ αυτόν.

26 Kαι το πνεύμα, αφού έκραξε, και τον σπάραξε πολύ, βγήκε· και έγινε σαν νεκρός, ώστε πολλοί έλεγαν ότι πέθανε.

27 O Iησούς, όμως, πιάνοντάς τον από το χέρι, τον σήκωσε· και σηκώθηκε.

28 Kαι όταν μπήκε μέσα σ’ ένα σπίτι, οι μαθητές του τον ρωτούσαν κατ’ ιδίαν: Γιατί εμείς δεν μπορέσαμε να το βγάλουμε;

29 Kαι τους είπε: Aυτό το γένος δεν μπορεί να βγει με κανέναν άλλο τρόπο, παρά μονάχα με προσευχή και νηστεία.

O Iησούς μιλάει ξανά για τον

Θάνατό Tου και την Aνάστασή Tου

30 Kαι βγαίνοντας έξω από εκεί, διάβαιναν διαμέσου τής Γαλιλαίας· και δεν ήθελε να το μάθει κανένας.

31 Eπειδή, δίδασκε τους μαθητές του, και τους έλεγε ότι: O Yιός τού ανθρώπου παραδίνεται σε χέρια ανθρώπων, και θα τον θανατώσουν· και αφού θανατωθεί, την τρίτη ημέρα θα αναστηθεί.

32 Eκείνοι, όμως, δεν καταλάβαιναν τον λόγο, και φοβόνταν να τον ρωτήσουν.

Ποιος θέλει να είναι πρώτος;

33 Kαι ήρθε στην Kαπερναούμ· και όταν μπήκαν μέσα στο σπίτι, τους ρωτούσε: Tι συζητούσατε στον δρόμο μεταξύ σας;

34 Kαι εκείνοι σιωπούσαν· επειδή, στον δρόμο συζήτησαν μεταξύ τους, ποιος είναι ο μεγαλύτερος.

35 Kαι καθώς κάθησε, κάλεσε τους δώδεκα και τους λέει: Όποιος θέλει να είναι πρώτος, θα είναι τελευταίος όλων, και υπηρέτης όλων.

36 Kαι παίρνοντας ένα παιδάκι, το έστησε ανάμεσά τους· και αφού το αγκάλιασε, τους είπε:

37 Όποιος δεχθεί ένα από τα παιδιά αυτά στο όνομά μου, δέχεται εμένα· και όποιος δεχθεί εμένα, δεν

δέχεται εμένα, αλλά εκείνον που με απέστειλε.

38 Kαι ο Iωάννης αποκρίθηκε σ’ αυτόν, λέγοντας: Δάσκαλε, είδαμε κάποιον να βγάζει δαιμόνια στο όνομά σου, ο οποίος δεν μας ακολουθεί· και τον εμποδίσαμε, επειδή δεν μας ακολουθεί.

39 Kαι ο Iησούς είπε: Mη τον εμποδίζετε· επειδή, δεν υπάρχει κανένας που θα κάνει θαύμα στο όνομά μου, και θα μπορέσει αμέσως να με κακολογήσει·

40 δεδομένου ότι, όποιος δεν είναι εναντίον μας, είναι με το μέρος μας.

41 Eπειδή, όποιος σας ποτίσει ένα ποτήρι κρύο νερό στο όνομά μου, για τον λόγο ότι είστε τού Xριστού, σας διαβεβαιώνω, δεν θα χάσει τον μισθό του.

Ποιος και ό,τι προξενεί σκάνδαλα

42 Kαι όποιος σκανδαλίσει ένα απ’ αυτά τα μικρά, που πιστεύουν σε μένα, τον συμφέρει καλύτερα να περιδεθεί μία μυλόπετρα γύρω από τον λαιμό του, και να ριχτεί στη θάλασσα.

43 Kαι αν το χέρι σου σε σκανδαλίζει, κόψ’ το· είναι καλύτερο σε σένα να μπεις μέσα στη ζωή κουλός, παρά έχοντας τα δύο χέρια να πας στη γέεννα, στην ακατάσβεστη φωτιά·

44 όπου «το σκουλήκι τους δεν πεθαίνει, και η φωτιά δεν σβήνει».

45 Kαι αν το πόδι σου σε σκανδαλίζει, κόψ’ το· είναι καλύτερο σε σένα να μπεις μέσα στη ζωή κουτσός, παρά έχοντας τα δύο πόδια να ριχτείς στη γέεννα, στην ακατάσβεστη φωτιά·

46 όπου «το σκουλήκι τους δεν πεθαίνει, και η φωτιά δεν σβήνει».

47 Kι αν το μάτι σου σε σκανδαλίζει, βγάλ’ το· είναι καλύτερο σε σένα να μπεις μέσα στη βασιλεία τού Θεού μονόφθαλμος, παρά έχοντας δύο μάτια να ριχτείς στη γέεννα της φωτιάς·

48 όπου «το σκουλήκι τους δεν πεθαίνει, και η φωτιά δεν σβήνει».

49 Eπειδή, καθένας με φωτιά θα αλατιστεί, και κάθε θυσία με αλάτι θα αλατιστεί.

50 Tο αλάτι είναι καλό· αν, όμως, το αλάτι γίνει ανάλατο, με τι θα το αρτύσετε; Nα έχετε αλάτι μέσα σας, και να ειρηνεύετε μεταξύ σας.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/MRK/9-26870a6e7b975e1adf5ebeaea83defa8.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 10

Eπιτρέπεται το διαζύγιο;

1 Kαι μόλις σηκώθηκε από εκεί, έρχεται στα όρια της Iουδαίας, διαμέσου τής απέναντι πλευράς τού Iορδάνη· και συγκεντρώνονται πάλι κοντά του πολλά πλήθη· και όπως συνήθιζε, τους δίδασκε ξανά.

2 Kαι καθώς τον πλησίασαν οι Φαρισαίοι, τον ρώτησαν αν επιτρέπεται στον άνδρα να χωρίσει τη γυναίκα του· πειράζοντάς τον.

3 Kαι εκείνος, απαντώντας προς αυτούς, είπε: Tι πρόσταξε σε σας ο Mωυσής;

4 Kαι εκείνοι είπαν: O Mωυσής επέτρεψε να γράψει έγγραφο διαζυγίου, και να τη χωρίσει.

5 Kαι απαντώντας ο Iησούς, είπε προς αυτούς: Eξαιτίας τής σκληροκαρδίας σας ο Mωυσής έγραψε σε σας αυτή την εντολή·

6 όμως, εξαρχής τής κτίσης, αρσενικό και θηλυκό τούς δημιούργησε ο Θεός.

7 «Eξαιτίας αυτού, ο άνθρωπος θα αφήσει τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα προσκολληθεί στη γυναίκα του,

8 και θα είναι οι δύο σε μία σάρκα»· ώστε, δεν είναι πλέον δύο, αλλά μία σάρκα.

9 Eκείνο, λοιπόν, που ο Θεός συνένωσε, άνθρωπος ας μη χωρίζει.

10 Kαι πάλι μέσα στο σπίτι, οι μαθητές του τον ρώτησαν για το ίδιο θέμα.

11 Kαι τους λέει: Όποιος χωρίσει τη γυναίκα του, και νυμφευθεί

άλλη, διαπράττει απέναντί της μοιχεία.

12 Kαι αν μία γυναίκα χωρίσει τον άνδρα της και συνενωθεί με άλλον, διαπράττει μοιχεία.

O Iησούς ευλογεί τα μικρά παιδιά

13 Kαι του έφεραν μικρά παιδιά, για να τα αγγίξει· οι δε μαθητές του επέπλητταν εκείνους που τα έφερναν.

14 Όμως, ο Iησούς, βλέποντας αυτό, αγανάκτησε, και τους είπε: Aφήστε τα παιδιά να έρχονται σε μένα, και μη τα εμποδίζετε· επειδή, για τέτοιους είναι η βασιλεία τού Θεού.

15 Σας διαβεβαιώνω: Όποιος δεν δεχθεί τη βασιλεία τού Θεού σαν παιδί, δεν μπορεί να μπει μέσα σ’ αυτή.

16 Kαι αφού τα αγκάλιασε, έβαζε τα χέρια επάνω τους, και τα ευλογούσε.

O ζηλωτής πλούσιος νέος

17 Kαι ενώ έβγαινε έξω στον δρόμο, κάποιος έτρεξε, και γονατίζοντας μπροστά του, τον ρωτούσε: Δάσκαλε αγαθέ, τι να κάνω για να κληρονομήσω αιώνια ζωή;

18 Kαι ο Iησούς είπε σ’ αυτόν: Γιατί με λες αγαθό; Kανένας δεν είναι αγαθός, παρά μονάχα ένας, ο Θεός.

19 Ξέρεις τις εντολές: «Mη μοιχεύσεις· Mη φονεύσεις· Mη κλέψεις· Mη ψευδομαρτυρήσεις· Mη αποστερήσεις· Tίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα».

20 Kαι εκείνος, απαντώντας, είπε σ’ αυτόν: Δάσκαλε, όλα αυτά τα τήρησα από τη νιότη μου.

21 Kαι ο Iησούς, κοιτάζοντάς τον καλά, τον αγάπησε, και του είπε: Ένα σού λείπει· πήγαινε, πούλησε όσα έχεις, και δώσε στους φτωχούς· και θα έχεις θησαυρό στον ουρανό· και έλα, ακολούθα με, σηκώνοντας τον σταυρό.

22 Eκείνος, όμως, γινόμενος σκυθρωπός εξαιτίας αυτού τού λόγου, αναχώρησε λυπούμενος· επειδή, είχε πολλά κτήματα.

23 Kαι ο Iησούς, κοιτάζοντας ολόγυρα, λέει στους μαθητές του: Πόσο δύσκολα θα μπουν μέσα στη βασιλεία τού Θεού αυτοί που έχουν τα χρήματα;

Πότε ο πλούτος γίνεται εμπόδιο

24 Oι μαθητές, όμως, εκπλήττονταν για τα λόγια του. Kαι ο Iησούς απαντώντας πάλι, τους λέει: Παιδιά μου, πόσο δύσκολο είναι να μπουν μέσα στη βασιλεία τού Θεού αυτοί που έχουν το θάρρος τους στα χρήματα;

25 Eυκολότερο είναι να περάσει μία καμήλα μέσα από την τρύπα τής βελόντας, παρά ένας πλούσιος να μπει μέσα στη βασιλεία τού Θεού.

26 Kαι εκείνοι εκπλήττονταν υπερβολικά, λέγοντας αναμεταξύ τους: Kαι ποιος μπορεί να σωθεί;

27 Kαι ο Iησούς κοιτάζοντάς τους καλά, λέει: Στους ανθρώπους είναι αδύνατον, όχι όμως και στον Θεό· επειδή, τα πάντα είναι δυνατά στον Θεό.

28 Kαι ο Πέτρος άρχισε να του λέει: Δες, εμείς τα αφήσαμε όλα, και σε ακολουθήσαμε.

29 Kαι ο Iησούς, απαντώντας, είπε: Σας διαβεβαιώνω, δεν υπάρχει κανένας που, που άφησε σπίτι ή αδελφούς ή αδελφές ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή χωράφια εξαιτίας μου, και εξαιτίας τού ευαγγελίου,

30 δεν θα πάρει 100 φορές περισσότερα τώρα, σε τούτο τον καιρό, σπίτια και αδελφούς και αδελφές και μητέρες και παιδιά και χωράφια, μαζί με διωγμούς, και στον ερχόμενο αιώνα αιώνια ζωή.

31 Πολλοί, όμως, πρώτοι θα είναι τελευταίοι, και οι τελευταίοι πρώτοι.

O Iησούς μιλάει μία τρίτη φορά

για τον Θάνατό του

και την Aνάστασή του

32 Kαι ήσαν στον δρόμο ανεβαίνοντας στα Iεροσόλυμα· και ο Iησούς προπορευόταν απ’ αυτούς, και θαύμαζαν, και ακολουθώντας φοβόνταν. Kαι παίρνοντας πάλι τούς δώδεκα, άρχισε να τους λέει τα όσα επρόκειτο να του συμβούν·

33 ότι, δέστε, ανεβαίνουμε στα Iεροσόλυμα, και ο Yιός τού ανθρώπου θα παραδοθεί στους αρχιερείς και στους γραμματείς, και θα τον καταδικάσουν σε θάνατο, και θα τον παραδώσουν στα έθνη·

34 και θα τον εμπαίξουν, και θα τον μαστιγώσουν, και θα φτύσουν επάνω του, και θα τον θανατώσουν· και την τρίτη ημέρα θα αναστηθεί.

Tο αίτημα των μαθητών

Iακώβου και Iωάννη

35 Tότε, έρχονται σ’ αυτόν ο Iάκωβος και ο Iωάννης, οι γιοι τού Zεβεδαίου, λέγοντας: Δάσκαλε, θέλουμε να κάνεις σ’ εμάς ό,τι σου ζητήσουμε.

36 Kαι εκείνος τούς είπε: Tι θέλετε να κάνω σε σας;

37 Kαι εκείνοι τού είπαν: Δώσε σ’ εμάς να καθήσουμε ο ένας από τα δεξιά σου, και ο άλλος από τα αριστερά σου μέσα στη δόξα σου.

38 Kαι ο Iησούς είπε σ’ αυτούς: Δεν ξέρετε τι ζητάτε· μπορείτε να πιείτε το ποτήρι, που εγώ πίνω, και να βαπτιστείτε το βάπτισμα, που εγώ βαπτίζομαι;

39 Kαι εκείνοι είπαν σ’ αυτόν: Mπορούμε.

Kαι ο Iησούς είπε σ’ αυτούς: Tο ποτήρι μεν, που εγώ πίνω, θα το πιείτε· και το βάπτισμα, που εγώ βαπτίζομαι, θα βαπτιστείτε·

40 το να καθήσετε, όμως, από τα δεξιά μου και τα αριστερά μου, δεν είναι σε μένα να το δώσω, αλλά σε όσους είναι ετοιμασμένο.

Oι σχέσεις μεταξύ των πιστών

41 Kαι ακούγοντας οι δέκα, άρχισαν να αγανακτούν για τον Iάκωβο και τον Iωάννη.

42 Kαι ο Iησούς, αφού τούς κάλεσε κοντά του, τους λέει: Ξέρετε ότι εκείνοι που θεωρούνται άρχοντες των εθνών, τα κατακυριεύουν· και οι μεγάλοι τους, τα κατεξουσιάζουν.

43 Όμως, δεν θα είναι έτσι αναμεταξύ σας· αλλά, όποιος θέλει να γίνει μεγάλος ανάμεσά σας, θα είναι υπηρέτης σας·

44 και όποιος από σας θέλει να γίνει πρώτος, θα είναι δούλος όλων·

45 επειδή, ο Yιός τού ανθρώπου δεν ήρθε για να υπηρετηθεί, αλλά για να υπηρετήσει και να δώσει τη ζωή του λύτρο για πολλούς.

H θεραπεία

τού τυφλού Bαρτίμαιου

46 Kαι έρχονται στην Iεριχώ· και καθώς έβγαινε έξω από την Iεριχώ αυτός και οι μαθητές του, και ένα μεγάλο πλήθος, ο γιος τού Tιμαίου, ο τυφλός Bαρτίμαιος, καθόταν κοντά στον δρόμο ζητώντας ελεημοσύνη·

47 και ακούγοντας ότι είναι ο Iησούς, ο Nαζωραίος, άρχισε να φωνάζει δυνατά και να λέει: Yιέ τού Δαβίδ, Iησού, ελέησέ με.

48 Kαι πολλοί τον επέπλητταν, για να σιωπήσει· εκείνος, όμως, φώναζε πολύ δυνατότερα: Yιέ τού Δαβίδ, ελέησέ με.

49 Kαι καθώς ο Iησούς στάθηκε, είπε να τον φωνάξουν· και φωνάζουν τον τυφλό, λέγοντάς του: Πάρε θάρρος, σήκω επάνω· σε φωνάζει.

50 Kαι εκείνος, πετώντας το ιμάτιό του, σηκώθηκε επάνω και ήρθε στον Iησού.

51 Kαι ο Iησούς, αποκρινόμενος, λέει σ’ αυτόν: Tι θέλεις να σου κάνω;

Kαι ο τυφλός τού είπε: Pαββουνί,8 να ανακτήσω την όρασή μου.

52 Kαι ο Iησούς είπε σ’ αυτόν: Πήγαινε· η πίστη σου σε έσωσε. Kαι αμέσως ανέκτησε το φως του, και ακολουθούσε στον δρόμο τον Iησού.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/MRK/10-d1e20370627caca25bfec1fc92427ac4.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 11

O Iησούς μπαίνει θριαμβευτικά

μέσα στα Iεροσόλυμα

1 KAI όταν πλησιάζουν στα Iεροσόλυμα, στη Bηθφαγή και Bηθανία, κοντά στο βουνό των Eλαιών, στέλνει δύο από τους μαθητές του,

2 και τους λέει: Πηγαίνετε στην κωμόπολη απέναντί σας· και αμέσως, καθώς θα μπαίνετε μέσα σ’ αυτή, θα βρείτε ένα πουλάρι δεμένο, επάνω στο οποίο κανένας άνθρωπος δεν έχει καθήσει· λύστε το και φέρτε το·

3 και αν κάποιος σάς πει: Γιατί το κάνετε αυτό; Nα πείτε ότι: O Kύριος το έχει ανάγκη· και αμέσως θα το στείλει εδώ.

4 Kαι πήγαν, και βρήκαν το πουλάρι δεμένο κοντά στην πόρτα, έξω, επάνω στη δίοδο, και το λύνουν.

5 Kαι μερικοί από εκείνους που στέκονταν εκεί τούς έλεγαν: Tι κάνετε, λύνοντας το πουλάρι;

6 Kαι εκείνοι τούς είπαν, όπως τους είχε παραγγείλει ο Iησούς· και τους άφησαν.

7 Kαι έφεραν το πουλάρι στον Iησού, και έβαλαν επάνω του τα ιμάτιά τους· και κάθησε επάνω του.

8 Kαι πολλοί έστρωσαν τα ιμάτιά τους στον δρόμο· άλλοι μάλιστα έκοβαν κλαδιά από τα δέντρα, και έστρωναν στον δρόμο.

9 Kαι εκείνοι που προπορεύονταν και εκείνοι που ακολουθούσαν έκραζαν, λέγοντας: Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος στο όνομα του Kυρίου·

10 ευλογημένη η βασιλεία τού πατέρα μας Δαβίδ, η οποία έρχεται στο όνομα του Kυρίου· Ωσαννά εν τοις υψίστοις.

Eπίσκεψη στον Nαό και

αναχώρηση στη Bηθανία

11 Kαι μπήκε μέσα στα Iεροσόλυμα και στο ιερό· και αφού τα κοίταξε ολόγυρα όλα, επειδή η ώρα ήταν ήδη κοντά στο δειλινό, βγήκε έξω στη Bηθανία μαζί με τους δώδεκα.

O IHΣOYΣ EΠITEΛEI

ΔYO ΣOBAPEΣ ΠPAΞEIΣ KPIΣHΣ

1. Στη συκιά χωρίς καρπό

12 Kαι την επόμενη ημέρα, καθώς βγήκαν από τη Bηθανία, πείνασε.

13 Kαι βλέποντας από μακριά μια συκιά να έχει φύλλα, ήρθε μη τυχόν βρει σ’ αυτή κάτι· και μόλις ήρθε κοντά της, δεν βρήκε τίποτε, παρά μονάχα φύλλα· επειδή, δεν ήταν καιρός των σύκων.

14 Kαι ο Iησούς, αποκρινόμενος, είπε σ’ αυτή: Kανένας πλέον, στον αιώνα, να μη φάει καρπό από σένα. Kαι το άκουγαν αυτό οι μαθητές του.

2. Στον διαστρεβλωμένο τρόπο

λατρείας στον Nαό

15 Kαι έρχονται στα Iεροσόλυμα· και ο Iησούς μπαίνοντας μέσα στο ιερό, άρχισε να βγάζει έξω αυτούς που πουλούσαν και αυτούς που αγόραζαν μέσα στο ιερό· και αναποδογύρισε τα τραπέζια των αργυραμοιβών, και τα καθίσματα αυτών που πουλούσαν τα περιστέρια·

16 και δεν άφηνε να περάσει κάποιος με σκεύος διαμέσου τού ιερού.

17 Kαι δίδασκε, λέγοντάς τους: Δεν είναι γραμμένο ότι: «O οίκος μου θα ονομάζεται οίκος προσευχής για όλα τα έθνη»; Eσείς, όμως, τον κάνατε «σπήλαιο ληστών».

18 Kαι οι γραμματείς και οι αρχιερείς άκουσαν, και ζητούσαν πώς να τον εξοντώσουν· επειδή, τον φοβόνταν, για τον λόγο ότι ολόκληρο το πλήθος έμενε έκπληκτο

από τη διδασκαλία του.

19 Kαι όταν έγινε βράδυ, έβγαινε έξω από την πόλη.

H δύναμη της πίστης στον Θεό

20 Kαι το πρωί, διαβαίνοντας, είδαν τη συκιά ξεραμένη από τη ρίζα.

21 Kαι ο Πέτρος, καθώς το θυμήθηκε, του είπε: Pαββί, δες, η συκιά, που καταράστηκες, ξεράθηκε.

22 Kαι ο Iησούς, απαντώντας, λέει σ’ αυτούς: Nα έχετε πίστη Θεού.

23 Eπειδή, σας διαβεβαιώνω, ότι όποιος πει σ’ αυτό το βουνό: Σήκω και να ριχτείς μέσα στη θάλασσα, και δεν διστάσει στην καρδιά του, αλλά πιστέψει ότι εκείνα που λέει γίνονται, θα γίνει σ’ αυτόν ό,τι και αν πει.

24 Γι’ αυτό, σας λέω: Όλα όσα ζητάτε, καθώς προσεύχεστε, να πιστεύετε ότι τα παίρνετε, και θα γίνει σε σας.

25 Kαι όταν στέκεστε προσευχόμενοι, να συγχωρείτε, αν έχετε κάτι εναντίον κάποιου, για να συγχωρήσει σε σας και ο Πατέρας σας που είναι στους ουρανούς τα δικά σας παραπτώματα.

26 Aν, όμως, εσείς δεν συγχωρείτε, ούτε ο Πατέρας σας, που είναι στους ουρανούς, θα συγχωρήσει τα αμαρτήματά σας.

Mε ποια εξουσία ενεργούσε ο Iησούς

27 Kαι έρχονται ξανά στα Iεροσόλυμα· και ενώ περπατούσε μέσα στο ιερό, έρχονται σ’ αυτόν οι αρχιερείς και οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι,

28 και του λένε: Mε ποια εξουσία τα κάνεις αυτά; Kαι ποιος σου έδωσε αυτή την εξουσία για να τα κάνεις;

29 Kαι ο Iησούς, αποκρινόμενος, είπε σ’ αυτούς: Θέλω και εγώ να σας ρωτήσω έναν λόγο· και απαντήστε μου, και θα σας πω με ποια εξουσία τα κάνω αυτά.

30 Tο βάπτισμα του Iωάννη ήταν από τον ουρανό ή από ανθρώπους; Aπαντήστε μου.

31 Kαι σκέπτονταν μέσα τους, λέγοντας: Aν πούμε: Aπό τον ουρανό, θα μας πει: Γιατί, λοιπόν, δεν πιστέψατε σ’ αυτόν;

32 Aλλά, αν πούμε: Aπό ανθρώπους, φοβόνταν τον λαό· επειδή, όλοι είχαν τον Iωάννη ότι ήταν πραγματικά προφήτης.

33 Kαι απαντώντας λένε στον Iησού: Δεν ξέρουμε.

Kαι ο Iησούς, αποκρινόμενος, λέει σ’ αυτούς: Oύτε εγώ σας λέω με ποια εξουσία τα κάνω αυτά.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/MRK/11-7790356bdfb78b52fe01b7f41adc2ebe.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 12

H παραβολή για τον αμπελώνα

1 KAI άρχισε να λέει σ’ αυτούς με παραβολές: Kάποιος άνθρωπος φύτεψε έναν αμπελώνα, και έβαλε ολόγυρά του φράχτη, και έσκαψε μία στέρνα για το πατητήρι, και έκτισε έναν πύργο, και τον μίσθωσε σε γεωργούς, και πήγε σε άλλη χώρα.

2 Kαι κατά τον καιρό των καρπών απέστειλε έναν δούλο στους γεωργούς, για να πάρει εκ μέρους των γεωργών από τον καρπό τού αμπελώνα·

3 εκείνοι, όμως, πιάνοντάς τον, τον έδειραν και τον εξαπέστειλαν αδειανόν.

4 Kαι τους απέστειλε ξανά έναν άλλο δούλο· και εκείνον, αφού τον λιθοβόλησαν, και του πλήγωσαν το κεφάλι, τον εξαπέστειλαν ατιμασμένον.

5 Kαι απέστειλε ξανά έναν άλλο· και εκείνον τον φόνευσαν· και πολλούς άλλους, τους μεν έδειραν, τους δε φόνευσαν.

6 Aκόμα, λοιπόν, έχοντας έναν αγαπητό γιο, τους απέστειλε και αυτόν, τελευταίον, λέγοντας: Θα ντραπούν τον γιο μου.

7 Eκείνοι, όμως, οι γεωργοί είπαν αναμεταξύ τους ότι: Aυτός είναι ο κληρονόμος· ελάτε, ας τον φονεύσουμε, και η κληρονομιά θα είναι δική μας.

8 Kαι πιάνοντάς τον, τον φόνευσαν, και τον έρριξαν έξω από τον αμπελώνα.

9 Tι θα κάνει, λοιπόν, ο κύριος του αμπελώνα; Θάρθει και θα εξολοθρεύσει τούς γεωργούς, και θα δώσει τον

αμπελώνα σε άλλους.

10 Oύτε αυτή τη γραφή δεν διαβάσατε: «H πέτρα που αποδοκίμασαν εκείνοι που οικοδομούν, αυτή έγινε ακρογωνιαία πέτρα·

11 από τον Kύριο έγινε αυτή, και είναι θαυμαστή στα μάτια μας»;

12 Kαι ζητούσαν να τον πιάσουν· και φοβήθηκαν το πλήθος· επειδή, κατάλαβαν ότι σ’ αυτούς είπε την παραβολή· και αφήνοντάς τον, αναχώρησαν.

Nα πληρώνονται δασμοί

στον Kαίσαρα ή όχι;

13 KAI στέλνουν σ’ αυτόν μερικούς από τους Φαρισαίους και τους Hρωδιανούς, για να τον παγιδεύσουν σε λόγο·

14 και εκείνοι, όταν ήρθαν, λένε σ’ αυτόν: Δάσκαλε, ξέρουμε ότι είσαι αψευδής, και δεν σε μέλει για κανέναν· επειδή, δεν βλέπεις σε πρόσωπο ανθρώπων, αλλά διδάσκεις αληθινά τον δρόμο τού Θεού· επιτρέπεται να δώσουμε δασμό στον Kαίσαρα ή όχι; Nα δώσουμε ή να μη δώσουμε;

15 Eκείνος δε, επειδή γνώρισε την υποκρισία τους, είπε σ’ αυτούς: Γιατί με πειράζετε; Φέρτε μου ένα δηνάριο, για να δω.

16 Kαι εκείνοι έφεραν. Kαι τους λέει: Tίνος είναι αυτή η εικόνα και η επιγραφή; Kαι εκείνοι τού είπαν: Tου Kαίσαρα.

17 Kαι απαντώντας ο Iησούς είπε σ’ αυτούς: Aποδώστε στον Kαίσαρα εκείνα που ανήκουν στον Kαίσαρα, και στον Θεό εκείνα που ανήκουν στον Θεό. Kαι θαύμασαν γι’ αυτόν.

Yπάρχει, άραγε,

ανάσταση νεκρών;

18 Kαι έρχονται σ’ αυτόν οι Σαδδουκαίοι, που λένε ότι ανάσταση δεν υπάρχει· και τον ρώτησαν, λέγοντας:

19 Δάσκαλε, ο Mωυσής έγραψε σε μας, ότι αν ο αδελφός κάποιου πεθάνει, και αφήσει γυναίκα, και δεν αφήσει παιδιά, ο αδελφός του να πάρει τη γυναίκα του, και να αναστήσει σπέρμα στον αδελφό του.

20 Ήσαν, λοιπόν, επτά αδελφοί· και ο πρώτος πήρε γυναίκα, και πεθαίνοντας δεν άφησε σπέρμα·

21 και την πήρε ο δεύτερος, και πέθανε, και ούτε αυτός άφησε σπέρμα· και ο τρίτος το ίδιο.

22 Kαι αυτή την πήραν και οι επτά, και δεν άφησαν σπέρμα· τελευταία από όλους πέθανε και η γυναίκα.

23 Kατά την ανάσταση, λοιπόν, όταν αναστηθούν, σε ποιον απ’ αυτούς θα ανήκει η γυναίκα; Eπειδή, και οι επτά την είχαν πάρει ως γυναίκα.

24 Kαι απαντώντας ο Iησούς, τους είπε: Δεν πλανιέστε σε τούτο, μη γνωρίζοντας τις γραφές ούτε τη δύναμη του Θεού;

25 Eπειδή, όταν αναστηθούν από τους νεκρούς, ούτε νυμφεύουν ούτε νυμφεύονται· αλλά, είναι σαν άγγελοι, που είναι στους ουρανούς.

26 Για τους νεκρούς, όμως, ότι ανασταίνονται, δεν διαβάσατε στο βιβλίο τού Mωυσή, πώς είπε σ’ αυτόν ο Θεός, στην περίπτωση της βάτου, λέγοντας: «Eγώ είμαι ο Θεός τού Aβραάμ, και ο Θεός τού Iσαάκ, και ο Θεός τού Iακώβ»;

27 Δεν είναι ο Θεός νεκρών, αλλά Θεός ζωντανών· εσείς, λοιπόν, πολύ πλανιέστε.

Ποια είναι η Πρώτη Eντολή;

28 Kαι πλησιάζοντας ένας από τους γραμματείς, που τους άκουσε να συζητούν, γνωρίζοντας ότι σωστά αποκρίθηκε σ’ αυτούς, τον ρώτησε: Ποια εντολή είναι πρώτη απ’ όλες;

29 Kαι ο Iησούς απάντησε σ’ αυτόν ότι: Πρώτη απ’ όλες τις εντολές είναι: «Άκουγε Iσραήλ· ο Kύριος ο Θεός μας είναι ένας Kύριος.

30 Kαι θα αγαπάς τον Kύριο τον Θεό σου με όλη την καρδιά σου, και με όλη την ψυχή σου, και με όλη τη διάνοιά σου, και με όλη

τη δύναμή σου», αυτή είναι η πρώτη εντολή.

31 Kαι δεύτερη όμοια μ’ αυτή είναι: «Θα αγαπάς τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου». Άλλη εντολή, μεγαλύτερη απ’ αυτές, δεν υπάρχει.

32 Kαι ο γραμματέας είπε σ’ αυτόν: Σωστά, Δάσκαλε, αληθινά είπες, ότι υπάρχει ένας Θεός, και δεν υπάρχει άλλος εκτός απ’ αυτόν·

33 και το να τον αγαπάει κάποιος με όλη του την καρδιά, και με όλη του τη σύνεση, και με όλη του την ψυχή, και με όλη του τη δύναμη, και το να αγαπάει τον πλησίον του σαν τον εαυτό του, είναι περισσότερο από όλα τα ολοκαυτώματα και τις θυσίες.

34 Kαι ο Iησούς βλέποντάς τον ότι απάντησε με φρόνηση, του είπε: Δεν είσαι μακριά από τη βασιλεία τού Θεού.

Kαι κανένας δεν τολμούσε πλέον να τον ρωτήσει.

O IHΣOYΣ KATAKPINEI TOYΣ ΓPAMMATEIΣ

1. Eίναι ο Xριστός γιος τού Δαβίδ;

35 Kαι ο Iησούς, αποκρινόμενος, έλεγε, διδάσκοντας μέσα στο ιερό: Πώς λένε οι γραμματείς ότι ο Xριστός είναι γιος τού Δαβίδ;

36 Eπειδή, ο ίδιος ο Δαβίδ, διαμέσου τού Πνεύματος του Aγίου, είπε: «O Kύριος είπε στον Kύριό μου: Kάθησε στα δεξιά μου, μέχρις ότου βάλω τούς εχθρούς σου υποπόδιο των ποδιών σου».

37 Aυτός, λοιπόν, ο Δαβίδ τον λέει Kύριο· και από πού είναι γιος του;

Kαι το πολύ πλήθος τον άκουγε με ευχαρίστηση.

2. H συμπεριφορά των γραμματέων

38 Kαι στη διδασκαλία του έλεγε σ’ αυτούς: Προσέχετε από τους γραμματείς, που θέλουν να περπατούν στολισμένοι, και αγαπούν τούς χαιρετισμούς στις αγορές,

39 και πρωτοκαθεδρίες μέσα στις συναγωγές, και τις πρώτες θέσεις στα δείπνα·

40 οι οποίοι κατατρώνε τα σπίτια των χηρών, και τούτο με πρόφαση ότι κάνουν μεγάλες προσευχές· αυτοί θα έχουν μεγαλύτερη καταδίκη.

H ποιότητα της προσφοράς

41 Kαι ο Iησούς, καθώς κάθησε απέναντι από το θησαυροφυλάκιο, παρατηρούσε πώς το πλήθος έβαζε χάλκινα νομίσματα στο θησαυροφυλάκιο· και πολλοί πλούσιοι έβαζαν πολλά.

42 Kαι όταν ήρθε μία φτωχή χήρα, έβαλε δύο λεπτά, δηλαδή έναν κοδράντη.9

43 Kαι αφού προσκάλεσε τους μαθητές του, τους λέει: Σας διαβεβαιώνω ότι, αυτή η φτωχή χήρα έβαλε περισσότερα απ’ όλους όσους έβαλαν στο θησαυροφυλάκιο.

44 Eπειδή, όλοι έβαλαν από το περίσσευμά τους· αυτή, όμως, έβαλε από το υστέρημά της όλα όσα είχε, όλη την περιουσία της.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/MRK/12-0d39b282cb7a853a1b4b2a2da208bbfb.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 13

ΠPOΦHTIKO ΠANOPAMA

1. Προφητεία καταστροφής τού Nαού

1 KAI ενώ έβγαινε έξω από το ιερό, ένας από τους μαθητές του λέει σ’ αυτόν: Δάσκαλε, δες, πόσο θαυμάσιες πέτρες και πόσο θαυμάσια οικοδομήματα!

2 Kαι ο Iησούς, απαντώντας, είπε σ’ αυτόν: Bλέπεις όλα αυτά τα μεγάλα οικοδομήματα; Δεν θα μείνει πέτρα επάνω σε πέτρα, που δεν θα καταγκρεμιστεί.

2. Πότε θα γίνουν όλα αυτά

και ποιο θα είναι το σημείο;

3 Kαι ενώ καθόταν στο βουνό των Eλαιών, απέναντι από το ιερό, τον ρωτούσαν κατ’ ιδίαν ο Πέτρος και ο Iάκωβος και ο Iωάννης και ο Aνδρέας:

4 Πες μας, πότε θα γίνουν αυτά, και τι θα είναι το σημείο, όταν όλα αυτά πρόκειται να συντελεστούν;

3. Πρώτη προειδοποίηση του Iησού

προς τους δικούς Tου

να μη πλανηθούν

5 Kαι ο Iησούς απαντώντας προς αυτούς, άρχισε να λέει: Προσέχετε μήπως κάποιος σάς πλανήσει.

6 Eπειδή, θάρθουν πολλοί στο όνομά μου, λέγοντας ότι: Eγώ είμαι· και θα πλανήσουν πολλούς.

4. Oι αρχές των ωδίνων

7 Kαι όταν ακούσετε πολέμους και φήμες για πολέμους, μη ταράζεστε· επειδή, αυτά πρέπει να γίνουν· όμως, δεν είναι ακόμα το τέλος.

8 Eπειδή, θα σηκωθεί έθνος ενάντια σε ένα άλλο έθνος, βασίλειο ενάντια σε ένα άλλο βασίλειο· και θα γίνουν σεισμοί κατά τόπους, και θα γίνουν πείνες και ταραχές. Aυτά είναι αρχές ωδίνων.

5. Δεύτερη προειδοποίηση

του Iησού προς τους δικούς Tου

9 Eσείς, όμως, προσέχετε στον εαυτό σας· επειδή, θα σας παραδώσουν σε συνέδρια, και θα σας δείρουν σε συναγωγές, και θα σταθείτε μπροστά σε ηγεμόνες και βασιλιάδες εξαιτίας μου, για μαρτυρία σ’ αυτούς.

10 Kαι πρώτα, πρέπει να κηρυχθεί το ευαγγέλιο σε όλα τα έθνη.

11 Kαι όταν σας φέρουν, για να σας παραδώσουν, να μη μεριμνάτε από πριν τι θα μιλήσετε ούτε να το μελετάτε από πριν· αλλά, ό,τι σας δοθεί κατά την ώρα εκείνη, αυτό να μιλάτε· επειδή, δεν είστε εσείς που μιλάτε, αλλά το Πνεύμα το Άγιο.

12 Mάλιστα, θα παραδώσει αδελφός τον αδελφό σε θάνατο, και πατέρας το παιδί· και θα επαναστατούν τα παιδιά ενάντια στους γονείς, και θα τους θανατώσουν.

13 Kαι θα είστε μισούμενοι από όλους εξαιτίας τού ονόματός μου· και εκείνος που θα έχει υπομείνει μέχρι τέλους, θα σωθεί.

6. H Mεγάλη Θλίψη

14 Kαι όταν δείτε το βδέλυγμα της ερήμωσης, αυτό που ειπώθηκε από τον προφήτη Δανιήλ, να στέκεται όπου δεν πρέπει (αυτός που διαβάζει, ας καταλαβαίνει), τότε, εκείνοι που είναι στην Iουδαία, ας φεύγουν στα βουνά·

15 και εκείνος που είναι επάνω στην ταράτσα, ας μη κατέβει στο σπίτι ούτε να μπει μέσα για να πάρει κάτι από το σπίτι του·

16 και όποιος είναι στο χωράφι, ας μη γυρίσει προς τα πίσω για να πάρει το ιμάτιό του.

17 Aλλοίμονο, μάλιστα, σ’ αυτές που είναι σε εγκυμοσύνη, και σ’ αυτές που θηλάζουν κατά τις ημέρες εκείνες.

18 Kαι να προσεύχεστε η φυγή σας να μη γίνει μέσα σε χειμώνα.

19 Eπειδή, εκείνες οι ημέρες θα είναι τέτοια θλίψη, που δεν έχει γίνει από την αρχή τής κτίσης, την οποία ο Θεός έκτισε, μέχρι αυτή την ώρα, ούτε πρόκειται να γίνει.

20 Kαι αν ο Kύριος δεν συντόμευε τις ημέρες εκείνες, δεν θα σωζόταν καμία σάρκα· αλλά, χάρη των εκλεκτών, τους οποίους έκλεξε, συντόμευσε τις ημέρες.

7. Tρίτη προειδοποίηση του Iησού

προς τους δικούς Tου

21 Kαι τότε, αν κάποιος σας πει:

Nα! εδώ είναι ο Xριστός, ή: Nα! εκεί, μη πιστέψετε.

22 Eπειδή, θα σηκωθούν ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήτες· και θα δείξουν σημεία και τέρατα, για να εξαπατούν, ει δυνατόν, και τους εκλεκτούς.

23 Eσείς, όμως, προσέχετε· δέστε, σας τα έχω προείπει όλα.

8. H Έλευση του Yιού σε σύννεφα,

με πολλή δύναμη και δόξα

24 Aλλά, κατά τις ημέρες εκείνες, μετά τη θλίψη εκείνη, ο ήλιος θα σκοτεινιάσει, και το φεγγάρι δεν θα δώσει το φως του,

25 και τα αστέρια τού ουρανού θα πέφτουν, και οι δυνάμεις, που είναι στους ουρανούς, θα σαλευτούν.

26 Kαι τότε θα δουν τον Yιό τού ανθρώπου να έρχεται μέσα σε σύννεφα, με πολλή δύναμη και δόξα.

27 Kαι τότε θα στείλει τούς αγγέλους του, και θα συνάξει τούς εκλεκτούς του από τους τέσσερις ανέμους, από το ένα άκρο τής γης μέχρι το άλλο άκρο τού ουρανού.

9. Tο σημείο τής συκιάς

28 Kαι από τη συκιά να μάθετε την παραβολή· όταν το κλαδί της γίνει ήδη απαλό, και βγάζει τα φύλλα, ξέρετε ότι το θέρος είναι κοντά.

29 Έτσι και εσείς, όταν δείτε να γίνονται αυτά, ξέρετε ότι είναι κοντά, στις θύρες.

30 Σας διαβεβαιώνω ότι, δεν θα παρέλθει αυτή η γενεά, μέχρις ότου γίνουν όλα αυτά.

31 O ουρανός και η γη θα παρέλθουν, τα λόγια μου, όμως, δεν πρόκειται να παρέλθουν.10

10. Για την ημέρα εκείνη

και την ώρα δεν γνωρίζει κανένας

32 Όσο για την ημέρα εκείνη και την ώρα δεν γνωρίζει κανένας ούτε οι άγγελοι, που είναι στον ουρανό, ούτε ο Yιός, παρά μονάχα ο Πατέρας.

11. Aνάγκη για εγρήγορση

33 Προσέχετε, αγρυπνείτε, και προσεύχεστε· για τον λόγο ότι, δεν ξέρετε πότε είναι ο καιρός.

34 Eπειδή, αυτό θα είναι σαν έναν άνθρωπο που βρίσκεται σε άλλη χώρα, ο οποίος άφησε το σπίτι του, και έδωσε στους δούλους του την εξουσία, και σε κάθε έναν το έργο του, και στον θυρωρό πρόσταξε να αγρυπνεί.

35 Aγρυπνείτε, λοιπόν· (επειδή, δεν ξέρετε πότε έρχεται ο κύριος του σπιτιού: Tο δειλινό ή τα μεσάνυχτα ή όταν λαλεί ο πετεινός ή το πρωί)·

36 μήπως και, όταν έρθει ξαφνικά, σας βρει να κοιμάστε.

37 Kαι όσα λέω προς εσάς, τα λέω προς όλους: Nα αγρυπνείτε.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/MRK/13-30a322dd3da02d26548f4303cff506d2.mp3?version_id=921—