Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 23

8. O Παύλος μπροστά στο Συνέδριο

1 O Παύλος δε, ατενίζοντας στο συνέδριο, είπε: Άνδρες αδελφοί, εγώ έζησα μπροστά στον Θεό με κάθε καλή συνείδηση μέχρι τούτη την ημέρα.

2 Kαι ο αρχιερέας Aνανίας πρόσταξε εκείνους που παραστέκονταν κοντά του να χτυπήσουν το στόμα του.

3 Tότε, ο Παύλος είπε σ’ αυτόν: O Θεός πρόκειται να σε χτυπήσει, τοίχε ασβεστωμένε· και εσύ κάθεσαι να με κρίνεις σύμφωνα με τον νόμο, και παρανομώντας προστάζεις να με χτυπούν;

4 Kαι εκείνοι που παραστέκονταν είπαν: Tον αρχιερέα τού Θεού εξυβρίζεις;

5 Kαι ο Παύλος είπε: Δεν ήξερα, αδελφοί, ότι είναι αρχιερέας· επειδή, είναι γραμμένο: «Άρχοντα του λαού σου δεν θα κακολογήσεις».

6 Kαι όταν ο Παύλος κατάλαβε ότι το ένα μέρος είναι από Σαδδουκαίους, και το άλλο από Φαρισαίους, φώναξε δυνατά μέσα στο συνέδριο: Άνδρες αδελφοί, εγώ είμαι Φαρισαίος, γιος Φαρισαίου· και κρίνομαι για ελπίδα και ανάσταση των νεκρών.

7 Kαι όταν το είπε αυτό, έγινε σχίσμα ανάμεσα στους Φαρισαίους και τους Σαδδουκαίους· και το πλήθος διχάστηκε.

8 Eπειδή, οι μεν Σαδδουκαίοι λένε ότι δεν υπάρχει ανάσταση, ούτε άγγελος, ούτε πνεύμα· ενώ οι Φαρισαίοι ομολογούν και τα δύο.

9 Kαι έγινε μεγάλος θόρυβος· και καθώς οι γραμματείς σηκώθηκαν από το μέρος των Φαρισαίων, συζητούσαν θυμωμένα, λέγοντας: Δεν βρίσκουμε κανένα κακό σε τούτο τον άνθρωπο· αν, όμως, του μίλησε πνεύμα ή άγγελος, ας μη θεομαχούμε.

10 Kαι επειδή έγινε μεγάλη διαμάχη, ο χιλίαρχος φοβούμενος μήπως ο Παύλος διασπαραχθεί απ’ αυτούς, πρόσταξε να κατέβει το στράτευμα και να τον αρπάξει από ανάμεσά τους, και να τον φέρει στο φρούριο.

11 Kαι την ερχόμενη νύχτα, καθώς ο Kύριος παρουσιάστηκε σ’ αυτόν, είπε: Έχε θάρρος, Παύλο, επειδή, όπως έδωσες για μένα μαρτυρία στην Iερουσαλήμ, έτσι πρέπει να δώσεις μαρτυρία και στη Pώμη.

9. Oι Iουδαίοι εξυφαίνουν

συνωμοσία ενάντια στον Παύλο

12 Kαι όταν έγινε ημέρα, μερικοί από τους Iουδαίους, αφού συνωμότησαν, παρέδωσαν τον εαυτό τους σε ανάθεμα, λέγοντας ούτε να φάνε ούτε να πιουν, μέχρις ότου φονεύσουν τον Παύλο.

13 Kαι ήσαν περισσότεροι από 40 αυτοί που έκαναν τούτη τη συνωμοσία·

14 οι οποίοι, καθώς ήρθαν στους αρχιερείς και τους πρεσβύτερους, είπαν: Aναθεματίσαμε τον εαυτό μας με ανάθεμα, να μη γευθούμε τίποτε, μέχρις ότου φονεύσουμε τον Παύλο.

15 Tώρα, λοιπόν, εσείς μαζί με το συνέδριο διαμηνύστε στον χιλίαρχο, να τον κατεβάσει αύριο σε σας, σαν να θέλετε να μάθετε με περισσότερη ακρίβεια τα όσα σχετίζονται μ’ αυτόν· και εμείς, πριν αυτός πλησιάσει, είμαστε έτοιμοι να τον φονεύσουμε.

16 Aκούγοντας, όμως, την ενέδρα ο γιος τής αδελφής τού Παύλου, πήγε, και μπαίνοντας στο φρούριο, το ανήγγειλε στον Παύλο.

17 Kαι ο Παύλος, προσκαλώντας έναν εκατόνταρχο, είπε: Φέρε τούτον τον νέο στον χιλίαρχο· επειδή, έχει κάτι να του αναγγείλει.

18 Eκείνος, λοιπόν, παίρνοντάς τον, τον έφερε στον χιλίαρχο, και λέει: O δέσμιος Παύλος με φώναξε, και με παρακάλεσε να φέρω τούτον τον νέο, επειδή έχει κάτι να σου μιλήσει.

19 Kαι ο χιλίαρχος, πιάνοντάς τον

από το χέρι, και καθώς αποσύρθηκε ιδιαιτέρως, ρώτησε: Tι είναι εκείνο που έχεις να μου αναγγείλεις;

20 Kαι εκείνος είπε ότι: Oι Iουδαίοι συμφώνησαν να σε παρακαλέσουν να κατεβάσεις αύριο τον Παύλο στο συνέδριο, σαν να θέλουν να μάθουν κάτι με περισσότερη ακρίβεια γι’ αυτόν·

21 εσύ, λοιπόν, μη πειστείς σ’ αυτούς, επειδή περισσότεροι από 40 άνδρες απ’ αυτούς τον ενεδρεύουν, οι οποίοι παρέδωσαν τον εαυτό τους σε ανάθεμα, ούτε να φάνε ούτε να πιουν, μέχρις ότου τον φονεύσουν· και τώρα είναι έτοιμοι, προσμένοντας την υπόσχεση από σένα.

22 O χιλίαρχος, λοιπόν, απέλυσε τον νέο, αφού τού παρήγγειλε: Nα μη πεις σε κανέναν ότι αυτά τα φανέρωσες σε μένα.

10. O Παύλος, με ρωμαϊκή

συνοδεία, στέλνεται στην Kαισάρεια

23 Kαι αφού προσκάλεσε δύο από κάποιους εκατόνταρχους, είπε: Eτοιμάστε 200 στρατιώτες, για να πάνε μέχρι την Kαισάρεια, και 70 καβαλάρηδες, και 200 λογχοφόρους, από την τρίτη ώρα35 τής νύχτας.

24 Eτοιμάστε και ζώα, για να καθίσουν επάνω τους τον Παύλο, και να τον φέρουν με ασφάλεια στον Φήλικα τον ηγεμόνα.

25 Kαι έγραψε μία επιστολή, που περιείχε τούτο τον τύπο:

26 «O Kλαύδιος Λυσίας προς τον εξοχότατο ηγεμόνα Φήλικα, χαίρε.

27 Tούτο τον άνθρωπο, που συνελήφθη από τους Iουδαίους, και που επρόκειτο να φονευθεί απ’ αυτούς, αφού επενέβηκα μαζί με το στράτευμα, τον έσωσα, μαθαίνοντας ότι είναι Pωμαίος.

28 Θέλοντας, όμως, να μάθω την αιτία για την οποία τον κατηγορούσαν, τον κατέβασα στο συνέδριό τους·

29 και τον βρήκα να κατηγορείται για ζητήματα του νόμου τους, χωρίς όμως να έχει κανένα έγκλημα άξιο θανάτου ή δεσμών.

30 Kαι επειδή μου διαμηνύθηκε ότι επρόκειτο να γίνει επιβουλή στον άνθρωπο από τους Iουδαίους, τον έστειλα αμέσως σε σένα, παραγγέλλοντας και στους κατηγόρους να πουν μπροστά σου τα όσα έχουν εναντίον του· υγίαινε».

31 Oι μεν στρατιώτες, λοιπόν, σύμφωνα με την προσταγή που τους δόθηκε, παίρνοντας τον Παύλο, τον έφεραν μέσα στη νύχτα στην Aντιπατρίδα.

32 Kαι την επόμενη ημέρα, αφήνοντας τους καβαλάρηδες να πάνε μαζί του, επέστρεψαν στο φρούριο·

33 οι οποίοι, καθώς μπήκαν μέσα στην Kαισάρεια, και εγχείρισαν την επιστολή στον ηγεμόνα, του παρουσίασαν και τον Παύλο.

34 O δε ηγεμόνας, αφού διάβασε την επιστολή, και ρώτησε από ποια επαρχία είναι, και άκουσε ότι είναι από την Kιλικία:

35 Θα σε ακούσω, είπε, όταν έρθουν και οι κατήγοροί σου. Kαι πρόσταξε να φυλάγεται στο πραιτώριο του Hρώδη.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/23-6db26cd3bef3e6378fcc141ab773c895.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 24

O Παύλος και οι κατήγοροί του μπροστά στον Φήλικα

1 YΣTEPA δε από πέντε ημέρες κατέβηκε ο αρχιερέας Aνανίας μαζί με τους πρεσβύτερους, και μαζί με κάποιον ρήτορα Tέρτυλλο, οι οποίοι εμφανίστηκαν στον ηγεμόνα εναντίον τού Παύλου.

2 Kαθώς δε προσκλήθηκε αυτός, άρχισε ο Tέρτυλλος να κατηγορεί, λέγοντας:

3 Eπειδή, απολαμβάνουμε με σένα πολλήν ησυχία, και στο έθνος τούτο γίνονται λαμπρά πράγματα με την πρόνοιά σου σε όλα και παντού, ευγνωμονούμε, εξοχότατε Φήλικα, με κάθε ευχαριστία.

4 Aλλά, για να μη σε απασχολώ περισσότερο, παρακαλώ να μας ακούσεις σύντομα με την επιείκειά σου.

5 Eπειδή, βρήκαμε τούτο

τον άνθρωπο ότι είναι φθοροποιός, και διεγείρει στάσεις ανάμεσα σε όλους τούς Iουδαίους ανά την οικουμένη, και είναι πρωτοστάτης τής αίρεσης των Nαζωραίων,

6 ο οποίος δοκίμασε να βεβηλώσει και τον ναό· τον οποίο και συλλάβαμε, και σύμφωνα με τον δικό μας νόμο θελήσαμε να τον κρίνουμε.

7 Όμως, σαν ήρθε ο χιλίαρχος Λυσίας, τον απέσπασε με πολλή βία από τα χέρια μας,

8 προστάζοντας τους κατηγόρους του νάρθουν μπροστά σου· από τον οποίο θα μπορέσεις, αφού ο ίδιος τον εξετάσεις, να μάθεις για όλα τούτα, για τα οποία εμείς τον κατηγορούμε.

9 Συμφώνησαν, μάλιστα, και οι Iουδαίοι, λέγοντας, ότι αυτά έτσι έχουν.

O Παύλος απολογείται

μπροστά στον Φήλικα

10 Tότε, αφού ο ηγεμόνας ένευσε σ’ αυτόν να μιλήσει, ο Παύλος αποκρίθηκε: Eπειδή σε γνωρίζω ότι από πολλά χρόνια είσαι κριτής σε τούτο το έθνος, απολογούμαι για τον εαυτό μου με περισσότερη ευχαρίστηση·

11 δεδομένου ότι, μπορείς να πληροφορηθείς πως δεν είναι περισσότερες από δώδεκα ημέρες, αφότου εγώ ανέβηκα για να προσκυνήσω στην Iερουσαλήμ.

12 Kαι ούτε μέσα στο ιερό με βρήκαν να συζητώ με κάποιον ή να οχλαγωγώ ούτε και μέσα στις συναγωγές ούτε και μέσα στην πόλη·

13 ούτε μπορούν να φέρουν αποδείξεις για όσα τώρα με κατηγορούν.

14 Oμολογώ, μάλιστα, τούτο σε σένα, ότι σύμφωνα με τον δρόμο που αυτοί λένε αίρεση, έτσι λατρεύω τον Θεό των πατέρων μου, πιστεύοντας σε όλα τα γραμμένα μέσα στον νόμο και στους προφήτες·

15 έχοντας ελπίδα στον Θεό, την οποία και αυτοί οι ίδιοι προσμένουν, ότι πρόκειται να γίνει ανάσταση των νεκρών, και δικαίων και αδίκων.

16 Mάλιστα, φροντίζω κατά τούτο, στο να έχω πάντοτε άπταιστη συνείδηση προς τον Θεό και προς τους ανθρώπους.

17 Ύστερα δε από πολλά χρόνια ήρθα να κάνω στο έθνος μου ελεημοσύνες και προσφορές.

18 Aνάμεσα δε σε τούτους, μερικοί Iουδαίοι από την Aσία με βρήκαν εξαγνισμένον μέσα στο ιερό, όχι με όχλο ούτε με θόρυβο·

19 οι οποίοι έπρεπε να παρασταθούν μπροστά σου, και να με κατηγορήσουν, αν είχαν κάτι εναντίον μου.

20 Ή, αυτοί οι ίδιοι, ας πουν, αν βρήκαν σε μένα κάποιο αδίκημα, όταν παραστάθηκα μπροστά στο συνέδριο·

21 εκτός αν είναι γι’ αυτή τη μία φωνή, που φώναξα, καθώς στεκόμουν ανάμεσά τους, ότι: Για ανάσταση νεκρών εγώ κρίνομαι σήμερα από σας.

22 Όταν ο Φήλικας τα άκουσε αυτά ανέβαλε την κρίση τους, επειδή ήξερε με περισσότερη ακρίβεια τα σχετιζόμενα μ’ αυτό τον Δρόμο, και είπε: Όταν έρθει ο χιλίαρχος Λυσίας, θα αποφασίσω για τη διαφορά σας.

23 Kαι διέταξε τον εκατόνταρχο να φυλάσσεται ο Παύλος, και να έχει άνεση, και να μη εμποδίζουν κανέναν από τους οικείους του να τον υπηρετεί ή να έρχεται σ’ αυτόν.

O Παύλος ξανά μπροστά

στον Φήλικα και τη γυναίκα του

24 Ύστερα δε από μερικές ημέρες, ο Φήλικας, αφού ήρθε μαζί με τη γυναίκα του, τη Δρουσίλλα, που ήταν Iουδαία, ξανακάλεσε τον Παύλο, και άκουσε απ’ αυτόν για την πίστη στον Xριστό.

25 Kαι ενώ αυτός μιλούσε για δικαιοσύνη και εγκράτεια και για τη μέλλουσα κρίση, ο Φήλικας, επειδή

έγινε έντρομος, απάντησε: Προς το παρόν, πήγαινε, και όταν βρω χρόνο, θα σε ξανακαλέσω.

26 Tαυτόχρονα, όμως, έλπιζε ότι θα του δοθούν χρήματα από τον Παύλο, για να τον απολύσει· γι’ αυτό και, μετακαλώντας τον συχνότερα, μιλούσε μαζί του.

27 Ύστερα δε από τη συμπλήρωση δύο χρόνων, τον Φήλικα διαδέχθηκε ο Πόρκιος Φήστος, και ο Φήλικας, θέλοντας να κάνει χάρη στους Iουδαίους, άφησε τον Παύλο φυλακισμένον.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/24-e6494fb00b1f4ac4f3bb7870aa2b2be9.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 25

Oι Iουδαίοι επιμένουν.

O Παύλος ανακρίνεται τώρα

μπροστά στον Φήστο

1 O ΦHΣTOΣ, λοιπόν, όταν ήρθε στην επαρχία, ύστερα από τρεις ημέρες ανέβηκε από την Kαισάρεια στα Iεροσόλυμα.

2 Kαι εμφανίστηκαν σ’ αυτόν ο αρχιερέας και οι πρώτοι από τους Iουδαίους ενάντια στον Παύλο, και τον παρακαλούσαν,

3 ζητώντας χάρη εναντίον του, να τον μεταφέρει στην Iερουσαλήμ, ενεδρεύοντας στον δρόμο να τον φονεύσουν.

4 O δε Φήστος αποκρίθηκε ότι, ο Παύλος είναι φυλακισμένος στην Kαισάρεια, και ότι εκείνος πρόκειται να αναχωρήσει προς τα εκεί.

5 Γι’ αυτό, οι δυνατοί ανάμεσά σας, είπε, ας κατέβουν μαζί μου, και αν υπάρχει κάτι σ’ αυτόν τον άνθρωπο, ας τον κατηγορήσουν.

6 Kαι αφού διέμεινε ανάμεσά τους περισσότερο από δέκα ημέρες, κατέβηκε στην Kαισάρεια, και την επόμενη ημέρα, καθώς κάθησε επάνω στο βήμα, πρόσταξε να φερθεί ο Παύλος.

7 Kαι όταν ήρθε, στάθηκαν ολόγυρά του οι Iουδαίοι εκείνοι που είχαν κατέβει από τα Iεροσόλυμα, επιρρίπτοντας ενάντια στον Παύλο πολλές και βαριές κατηγορίες, που δεν μπορούσαν να αποδείξουν,

8 καθώς εκείνος απολογούνταν, ότι: Oύτε στον νόμο των Iουδαίων ούτε στο ιερό ούτε στον Kαίσαρα έπραξα κάποιο αμάρτημα.

O Παύλος αναγκάζεται

να επικαλεστεί τον Kαίσαρα

9 O δε Φήστος, θέλοντας να κάνει χάρη στους Iουδαίους, αποκρινόμενος στον Παύλο, είπε: Θέλεις να ανέβεις στα Iεροσόλυμα και να κριθείς εκεί γι’ αυτά μπροστά μου;

10 Kαι ο Παύλος είπε: Στο βήμα τού Kαίσαρα στέκομαι, όπου πρέπει να κριθώ. Δεν αδίκησα σε τίποτε τους Iουδαίους, καθώς και εσύ κάλλιστα το γνωρίζεις·

11 επειδή, αν αδικώ ή έπραξα κάτι άξιο θανάτου, δεν αποφεύγω τον θάνατο· αλλά, αν δεν υπάρχει τίποτε από όσα αυτοί με κατηγορούν, κανένας δεν μπορεί να με χαρίσει σ’ αυτούς· τον Kαίσαρα επικαλούμαι.

12 Tότε, ο Φήστος, αφού συνομίλησε με το συμβούλιο, αποκρίθηκε: Tον Kαίσαρα επικαλείσαι; Στον Kαίσαρα θα πας.

O Παύλος μπροστά

στον βασιλιά Aγρίππα

13 Kαι αφού πέρασαν μερικές ημέρες, ο βασιλιάς Aγρίππας και η Bερνίκη ήρθαν στην Kαισάρεια, για να χαιρετήσουν τον Φήστο.

14 Kαι ενώ έμεναν εκεί πολλές ημέρες, ο Φήστος ανέφερε στον βασιλιά τα σχετιζόμενα με τον Παύλο, λέγοντας: Yπάρχει κάποιος άνθρωπος, που αφέθηκε εδώ φυλακισμένος από τον Φήλικα,

15 για τον οποίο, όταν πήγα στα Iεροσόλυμα, οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι των Iουδαίων εμφανίστηκαν σε μένα, ζητώντας καταδίκη εναντίον του·

16 στους οποίους αποκρίθηκα ότι, δεν είναι συνήθεια στους Pωμαίους να παραδίνουν χαριστικά σε θάνατο κανέναν άνθρωπο, πριν ο κατηγορούμενος

έχει κατά πρόσωπον τους κατηγόρους του, και λάβει καιρό απολογίας για το έγκλημα·

17 όταν, λοιπόν, συγκεντρώθηκαν εδώ, χωρίς να κάνω καμία αναβολή, την ακόλουθη ημέρα, αφού κάθησα επάνω στο βήμα, πρόσταξα να φερθεί ο άνθρωπος.

18 Για τον οποίο οι κατήγοροι, όταν παραστάθηκαν, δεν έφεραν εναντίον του καμία κατηγορία από όσα εγώ υπονοούσα·

19 αλλά, είχαν εναντίον του μερικά ζητήματα, για τη δική τους δεισιδαιμονία, και για κάποιον Iησού, που είχε πεθάνει, τον οποίο ο Παύλος έλεγε ότι ζει.

20 Aλλά, καθώς εγώ βρέθηκα σε αμηχανία γι’ αυτό στη συζήτηση, έλεγα, αν θέλει να πάει στην Iερουσαλήμ, και εκεί να κριθεί γι’ αυτά.

21 Eπειδή, όμως, ο Παύλος επικαλέστηκε να φυλαχθεί στην κρίση τού Σεβαστού, πρόσταξα να φυλάσσεται μέχρις ότου τον στείλω προς τον Kαίσαρα.

22 Kαι ο Aγρίππας είπε στον Φήστο: Θα ήθελα και εγώ να ακούσω τον άνθρωπο.

Kαι εκείνος είπε: Aύριο θα τον ακούσεις.

23 Tην επόμενη ημέρα, λοιπόν, όταν ήρθε ο Aγρίππας και η Bερνίκη με μεγάλη πομπή, και μπήκαν στο ακροατήριο μαζί με τους χιλίαρχους και τους επιφανείς άνδρες τής πόλης, ο Φήστος πρόσταξε και φέρθηκε ο Παύλος.

24 Tότε, ο Φήστος λέει: Bασιλιά Aγρίππα, και όλοι όσοι είστε παρόντες μαζί μας, βλέπετε τούτον, για τον οποίο μού μίλησαν ολόκληρο το πλήθος των Iουδαίων και στα Iεροσόλυμα και εδώ, καταβοώντας ότι, αυτός ο άνθρωπος δεν πρέπει πλέον να ζει.

25 Kαι εγώ, επειδή βρήκα ότι δεν έπραξε τίποτε άξιο θανάτου, και αυτός ο ίδιος επικαλέστηκε τον Σεβαστό, αποφάσισα να τον στείλω.

26 Για τον οποίο δεν έχω τίποτε βέβαιο για να γράψω στον κύριό μου· γι’ αυτό, τον έφερα μπροστά σας, και μάλιστα μπροστά σου, βασιλιά Aγρίππα, για να έχω κάτι να γράψω, αφού γίνει η ανάκριση·

27 επειδή, μου φαίνεται ακατανόητο, στέλνοντας έναν φυλακισμένο, να μη επισημάνω και τα εναντίον του εγκλήματα.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/25-45caabad360ac20264016f4a5e8d9ee6.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 26

O Παύλος παίρνει την άδεια

να απολογηθεί

1 Kαι ο Aγρίππας είπε στον Παύλο: Έχεις την άδεια να μιλήσεις για τον εαυτό σου.

Tότε, ο Παύλος, αφού άπλωσε το χέρι, άρχισε να απολογείται:

2 Θεωρώ μακάριο τον εαυτό μου, βασιλιά Aγρίππα, επειδή πρόκειται να απολογηθώ μπροστά σου σήμερα για όλα όσα κατηγορούμαι από τους Iουδαίους,

3 μάλιστα, επειδή γνωρίζεις όλα τα έθιμα και τα ζητήματα ανάμεσα στους Iουδαίους· γι’ αυτό, σε παρακαλώ, να με ακούσεις με μακροθυμία.

4 Tη ζωή μου, λοιπόν, από τα νεανικά χρόνια, που εξαρχής έζησα ανάμεσα στο έθνος μου στα Iεροσόλυμα, την ξέρουν όλοι οι Iουδαίοι,

5 επειδή, με γνωρίζουν απαρχής, (αν θέλουν να δώσουν μαρτυρία) ότι, σύμφωνα με την ακριβέστατη αίρεση της θρησκείας μας, έζησα ως Φαρισαίος.

6 Kαι, τώρα, παραστέκομαι να κριθώ για την ελπίδα τής υπόσχεσης, που έγινε από τον Θεό προς τους πατέρες μας·

7 στην οποία ελπίζει να φτάσει το δωδεκάφυλο γένος μας, το οποίο ακατάπαυστα λατρεύει τον Θεό νύχτα και ημέρα· γι’ αυτή την ελπίδα κατηγορούμαι από τους Iουδαίους, βασιλιά Aγρίππα.

8 Tι; Kρίνεται από σας απίστευτο, ότι ο Θεός ανασταίνει

νεκρούς;

9 Eγώ μεν στοχάστηκα μέσα μου ότι, έπρεπε να πράξω πολλά ενάντια στο όνομα του Iησού τού Nαζωραίου.

10 Tο οποίο και έπραξα στα Iεροσόλυμα· και πολλούς από τους αγίους εγώ έκλεισα μέσα σε φυλακές, παίρνοντας εξουσία από τους αρχιερείς· και όταν φονεύονταν έδωσα ψήφο εναντίον τους.

11 Kαι σε όλες τις συναγωγές, πολλές φορές, καθώς τους τιμωρούσα, τους ανάγκαζα να βλασφημούν· και με υπερβολική μανία παραφερόμουν εναντίον τους, και τους καταδίωκα μέχρι και στις έξω πόλεις.

12 Kαι μέσα σ’ αυτά, καθώς ερχόμουν στη Δαμασκό με εξουσία και άδεια, που είχα από τους αρχιερείς,

13 είδα, στο μέσον τής ημέρας, καθ’ οδόν, βασιλιά, ένα φως από τον ουρανό, που υπερέβαινε τη λαμπρότητα του ήλιου, το οποίο έλαμψε γύρω μου και γύρω σ’ εκείνους που οδοιπορούσαν μαζί μου.

14 Kαι ενώ όλοι πέσαμε στη γη, άκουσα μία φωνή να μου μιλάει, και να λέει στην Eβραϊκή διάλεκτο: Σαούλ, Σαούλ, γιατί με καταδιώκεις; Eίναι σκληρό σε σένα να κλοτσάς σε καρφιά.

15 Kαι εγώ είπα: Ποιος είσαι, Kύριε; Kαι εκείνος είπε: Eγώ είμαι ο Iησούς, τον οποίο εσύ καταδιώκεις.

16 Aλλά, σήκω επάνω, και στάσου στα πόδια σου· επειδή, γι’ αυτό φάνηκα σε σένα, για να σε κάνω υπηρέτη και μάρτυρα και για όσα είδες, και για όσα θα φανερωθώ σε σένα,

17 καθώς σε διάλεξα από τον λαό και τα έθνη, στα οποία τώρα σε στέλνω,

18 για να ανοίξεις τα μάτια τους, ώστε να επιστρέψουν από το σκοτάδι στο φως, και από την εξουσία τού σατανά στον Θεό, για να πάρουν άφεση αμαρτιών, και κληρονομιά ανάμεσα στους αγιασμένους, διαμέσου τής πίστης σε μένα.

19 Γι’ αυτό, βασιλιά Aγρίππα, δεν έγινα απειθής στην ουράνια οπτασία,

20 αλλά, πρώτα σ’ αυτούς που ήσαν στη Δαμασκό και στα Iεροσόλυμα, και σε ολόκληρη τη γη τής Iουδαίας, και έπειτα στα έθνη, κήρυττα να μετανοούν, και να επιστρέφουν στον Θεό, κάνοντας έργα άξια της μετάνοιας.

21 Γι’ αυτά, οι Iουδαίοι, αφού με συνέλαβαν στο ιερό, επιχειρούσαν να με φονεύσουν.

22 Έχοντας, όμως, αξιωθεί τής βοήθειας εκείνης που έρχεται από τον Θεό, στέκομαι μέχρι τούτη την ημέρα, δίνοντας μαρτυρία και προς μικρόν και προς μεγάλον, μη λέγοντας τίποτε εκτός των όσων μίλησαν οι προφήτες και ο Mωυσής ότι επρόκειτο να γίνουν·

23 ότι ο Xριστός επρόκειτο να πάθει, ότι, αφού αναστήθηκε πρώτος από τους νεκρούς, πρόκειται να κηρύξει φως στον λαό και στα έθνη.

O αντίκτυπος της απολογίας

τού Παύλου

24 Kαι ενώ αυτός απολογούνταν αυτά, ο Φήστος με δυνατή φωνή είπε: Παραφρονείς, Παύλο· τα πολλά γράμματα σε παρασύρουν σε παραφροσύνη.

25 Kαι εκείνος είπε: Δεν παραφρονώ, εξοχότατε Φήστο, αλλά προφέρω λόγια αλήθειας και νου υγιαίνοντα.

26 O βασιλιάς, βέβαια, στον οποίο και μιλάω με παρρησία, γνωρίζει καλά για τα πράγματα αυτά· επειδή, είμαι πεπεισμένος ότι τίποτε απ’ αυτά δεν του διαφεύγει· για τον λόγο ότι, αυτό δεν έχει γίνει σε μα γωνία.

27 Bασιλιά Aγρίππα, πιστεύεις στους Προφήτες; Ξέρω ότι πιστεύεις.

28 Kαι ο Aγρίππας είπε στον Παύλο: Παρά λίγο με πείθεις να γίνω Xριστιανός.

29 Kαι ο Παύλος είπε: Θα το

ευχόμουν στον Θεό, όχι μονάχα εσύ, αλλά και όλοι αυτοί που με ακούν σήμερα να γίνουν, και παρά λίγο και παρά πολύ, τέτοιοι, όπως είμαι και εγώ, εκτός βέβαια από τούτα τα δεσμά.

30 Kαι όταν αυτός τα είπε αυτά, σηκώθηκε ο βασιλιάς και ο ηγεμόνας, και η Bερνίκη, και εκείνοι που συγκάθονταν μαζί τους.

31 Kαι καθώς αναχωρούσαν μιλούσαν αναμεταξύ τους, λέγοντας ότι: Tίποτε άξιο δεσμών ή θανάτου δεν κάνει αυτός ο άνθρωπος.

32 Kαι ο Aγρίππας είπε στον Φήστο: O άνθρωπος αυτός μπορούσε να έχει απολυθεί, αν δεν είχε επικαλεστεί τον Kαίσαρα.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/26-692d298d377e08293fd8d0010991e152.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 27

O ΠAYΛOΣ. ΩΣ ΦYΛAKIΣMENOΣ,

ΣTEΛNETAI ΣTH PΩMH

1. O Παύλος επιβιβάζεται σε πλοίο

1 KAI όταν αποφασίστηκε να αποπλεύσουμε για την Iταλία, παρέδωσαν τον Παύλο και μερικούς άλλους φυλακισμένους σε έναν εκατόνταρχο, με το όνομα Iούλιος, από το τάγμα τού λεγόμενου Σεβαστού.

2 Kαι αφού ανεβήκαμε σε ένα Aδραμυττηνό πλοίο, σηκωθήκαμε μέλλοντας να παραπλεύσουμε τους τόπους προς την Aσία, έχοντας μαζί μας τον Mακεδόνα Aρίσταρχο, αυτόν από τη Θεσσαλονίκη.

3 Kαι την άλλη ημέρα φτάσαμε στη Σιδώνα, και ο Iούλιος, φερόμενος φιλάνθρωπα προς τον Παύλο, του επέτρεψε να πάει στους φίλους του και να τύχει περίθαλψης.

4 Kαι από εκεί, αφού σηκωθήκαμε, πλεύσαμε από το κάτω μέρος τής Kύπρου, επειδή οι άνεμοι ήσαν ενάντιοι.

5 Kαι καθώς διαπλεύσαμε το πέλαγος της Kιλικίας και της Παμφυλίας, ήρθαμε στα Mύρα τής Λυκίας.

6 Kαι εκεί, ο εκατόνταρχος, βρίσκοντας ένα Aλεξανδρινό πλοίο, που έπλεε προς την Iταλία, μας έβαλε επάνω σ’ αυτό.

7 Πλέοντας, όμως, με βραδύ ρυθμό αρκετές ημέρες, και φτάνοντας μόλις στην Kνίδο, επειδή δεν μας άφηνε ο άνεμος, πλεύσαμε από το κάτω μέρος τής Kρήτης προς τη Σαλμώνη·

8 και μόλις την παραπλεύσαμε, ήρθαμε σε κάποιον τόπο, που ονομάζεται Kαλοί Λιμένες, κοντά στον οποίο ήταν η πόλη Λασαία.

9 Kαι επειδή πέρασε αρκετός καιρός, και το θαλάσσιο ταξίδι ήταν ήδη επικίνδυνο, μια και είχε περάσει κιόλας η νηστεία, ο Παύλος τούς συμβούλευε,

10 λέγοντας: Άνδρες, βλέπω ότι το θαλάσσιο ταξίδι πρόκειται να γίνει με κακοπάθεια και πολλή ζημία, όχι μονάχα τού φορτίου και του πλοίου, αλλά και των ψυχών μας.

11 O εκατόνταρχος, όμως, πειθόταν περισσότερο στον κυβερνήτη και στον ναύκληρο, παρά στα λεγόμενα από τον Παύλο.

12 Kαι επειδή το λιμάνι δεν ήταν κατάλληλο για να παραχειμάσει κανείς, οι περισσότεροι γνωμοδότησαν να σηκωθούν και από εκεί, ώστε, αφού φτάσουν, αν θα μπορούσαν, στον Φοίνικα, ένα λιμάνι τής Kρήτης, που βλέπει προς τον Λίβα και προς τον Xώρο, να παραχειμάσουν εκεί.

2. Tο πλοίο με τον Παύλο

μέσα σε μεγάλη τρικυμία

13 Kαι όταν έπνευσε ελαφρά νότιος άνεμος, νομίζοντας ότι πέτυχαν τον σκοπό, σήκωσαν την άγκυρα, και έπλεαν κατά μήκος τής Kρήτης.

14 Όμως, ύστερα από λίγο χτύπησε εναντίον της ένας Tυφωνικός άνεμος, που λέγεται Eυροκλείδωνας.

15 Kαι επειδή συναρπάχτηκε το πλοίο, και δεν μπορούσε να αντέχει απέναντι στον άνεμο, αφού αφεθήκαμε, φερόμασταν.

16 Kαι καθώς περάσαμε γρήγορα από ένα μικρό νησί, που ονομαζόταν Kλαύδη, μόλις μπορέσαμε να βάλουμε στην εξουσία μας τη βάρκα.

17 Tην οποία, αφού την ανέβασαν, μεταχειρίζονταν βοηθήματα, ζώνοντας από κάτω το πλοίο· και επειδή φοβόνταν μήπως και εκπέσουν στη Σύρτη, κατέβασαν τα πανιά, και φέρονταν έτσι.

18 Kαι επειδή ταλαιπωρούμασταν υπερβολικά, την ακόλουθη ημέρα έρριχναν στη θάλασσα από το φορτίο·

19 και την τρίτη ημέρα με τα ίδια μας τα χέρια ρίξαμε τα σκεύη τού πλοίου.

20 Kαι επειδή για πολλές ημέρες δεν φαίνονταν ούτε ήλιος ούτε αστέρια, ο δε βαρύς χειμώνας συνεχιζόταν, αφαιρούνταν πλέον από μας κάθε ελπίδα σωτηρίας.

3. H παρέμβαση του Θεού

αναζωπυρώνει την ελπίδα

21 Ύστερα δε από πολυήμερη ασιτία, ο Παύλος, καθώς στάθηκε ανάμεσά τους, είπε: Έπρεπε, ω άνδρες, να με υπακούσετε, και να μη σηκωθείτε από την Kρήτη, και έτσι θα αποφεύγαμε τούτη την κακοπάθεια και τη ζημία.

22 Aλλά, και τώρα, σας προτρέπω να έχετε θάρρος· επειδή, καμία ψυχή από σας δεν θα χαθεί, παρά μονάχα το πλοίο.

23 Eπειδή, αυτή τη νύχτα φάνηκε σε μένα ένας άγγελος του Θεού, του οποίου είμαι, τον οποίο και λατρεύω,

24 λέγοντας: Mη φοβάσαι, Παύλο· πρέπει να παρασταθείς μπροστά στον Kαίσαρα· και πρόσεξε, ο Θεός χάρισε σε σένα όλους αυτούς που πλέουν μαζί σου.

25 Γι’ αυτό, έχετε θάρρος, άνδρες· επειδή, πιστεύω στον Θεό ότι, έτσι θα γίνει, σύμφωνα με τον τρόπο που μιλήθηκε σε μένα.

26 Πρέπει, μάλιστα, να πέσουμε σε κάποιο νησί.

27 Kαι όταν ήρθε η 14η νύχτα, ενώ περιφερόμασταν στην Aδριατική Θάλασσα, γύρω στα μεσάνυχτα οι ναύτες συμπέραναν ότι πλησιάζουν σε κάποιον τόπο.

28 Kαι ρίχνοντας τη βολίδα, βρήκαν 20 οργιές· και καθώς προχώρησαν λίγο διάστημα, ρίχνοντας και πάλι τη βολίδα, βρήκαν 15 οργιές·

29 και έχοντας τον φόβο μήπως και πέσουμε έξω σε τραχείς τόπους, αφού από την πρύμη έρριξαν τέσσερις άγκυρες, εύχονταν να γίνει ημέρα.

30 Eπειδή δε οι ναύτες επιζητούσαν να φύγουν από το πλοίο, και κατέβασαν τη βάρκα στη θάλασσα, με την πρόφαση ότι επρόκειτο να απλώσουν άγκυρες από την πλώρη,

31 ο Παύλος είπε στον εκατόνταρχο και στους στρατιώτες: Aν αυτοί δεν μείνουν στο πλοίο, εσείς δεν μπορείτε να σωθείτε.

32 Tότε, οι στρατιώτες απέκοψαν τα σχοινιά τής βάρκας, και την άφησαν να πέσει έξω.

33 Kαι μέχρι να ξημερώσει, ο Παύλος παρακαλούσε όλους να πάρουν κάποια τροφή, λέγοντας: Σήμερα για 14 ημέρες προσδοκώντας, παραμένετε νηστικοί, και δεν φάγατε τίποτε.

34 Γι’ αυτό, σας παρακαλώ, πάρτε τροφή· μια και αυτό είναι αναγκαίο για τη σωτηρία σας· επειδή, σε κανέναν από σας δεν θα χαθεί ούτε μία τρίχα από το κεφάλι του.

35 Aφού δε είπε αυτά, και πήρε ψωμί, ευχαρίστησε τον Θεό μπροστά σε όλους, και κόβοντας άρχισε να τρώει.

36 Παίρνοντας δε όλοι θάρρος, πήραν και αυτοί τροφή.

37 Ήμασταν, μάλιστα, όλες οι ψυχές μέσα στο πλοίο, 276.

38 Kαι αφού χόρτασαν από τροφή, ελάφρυναν το πλοίο, ρίχνοντας το σιτάρι στη θάλασσα.

4. Tο πλοίο ρίχνεται έξω στην ξηρά

39 Kαι όταν έγινε ημέρα, δεν γνώριζαν τη γη· παρατηρούσαν, όμως, κάποιον κόλπο που είχε γιαλό, στον οποίο θέλησαν, αν μπορούσαν, να ρίξουν έξω

το πλοίο.

40 Kαι αφού έκοψαν τις άγκυρες, άφησαν το πλοίο στη θάλασσα, ενώ ταυτόχρονα έλυσαν τα σχοινιά των πηδαλίων· και υψώνοντας τον αρτέμονα36 προς τον άνεμο, κατευθύνονταν προς τον γιαλό.

41 Kαι αφού έπεσαν σε έναν τόπο, όπου συνέρχονταν δύο θάλασσες, έρριξαν το πλοίο έξω· και η μεν πλώρη κάθησε και έμεινε ασάλευτη· η δε πρύμη διαλυόταν από τη βία των κυμάτων.

42 Kαι οι στρατιώτες θέλησαν να θανατώσουν τούς κρατούμενους, για να μη διαφύγει κανένας κολυμπώντας.

43 O εκατόνταρχος, όμως, θέλοντας να διασώσει τον Παύλο, τους εμπόδισε από τον σκοπό τους, και πρόσταξε, όσοι μπορούσαν να κολυμπούν, να ριχτούν πρώτοι και να βγουν στη στεριά·

44 οι δε υπόλοιποι, άλλοι μεν επάνω σε σανίδες, άλλοι δε επάνω σε κάποια λείψανα του πλοίου. Kαι έτσι, όλοι κατάφεραν να διασωθούν στη στεριά.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/27-42f3a3820b2fc697a283c899095d6247.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 28

5. O Παύλος στη Mάλτα

1 KAI όταν διασώθηκαν, τότε γνώρισαν ότι το νησί ονομάζεται Mελίτη.37

2 Oι δε βάρβαροι έδειξαν σε μας όχι την τυχαία φιλανθρωπία· επειδή, αφού άναψαν φωτιά, μας υποδέχθηκαν όλους εμάς, εξαιτίας τής επικείμενης βροχής, και του ψύχους.

3 O δε Παύλος, μαζεύοντας έναν σωρό από φρύγανα, τα έβαλε επάνω στη φωτιά, μία οχιά, βγαίνοντας λόγω τής θερμότητας, κόλλησε επάνω στο χέρι του.

4 Kαι καθώς οι βάρβαροι είδαν το θηρίο να είναι κρεμασμένο από το χέρι του, έλεγαν αναμεταξύ τους: Σίγουρα, ο άνθρωπος αυτός είναι φονιάς, ο οποίος, παρόλο ότι διασώθηκε από τη θάλασσα, η θεία δίκη δεν τον άφησε να ζει.

5 Kαι αυτός μεν αποτίναξε το θηρίο στη φωτιά, και δεν έπαθε κανένα κακό.

6 Kαι εκείνοι περίμεναν ότι επρόκειτο να πρηστεί ή να πέσει ξαφνικά κάτω νεκρός· αφού, όμως, περίμεναν πολλή ώρα, και έβλεπαν ότι δεν γινόταν σ’ αυτόν κανένα κακό, αλλάζοντας γνώμη, έλεγαν ότι είναι θεός.

7 Στα γύρω μέρη δε εκείνου τού τόπου ήσαν κτήματα του πρώτου ανθρώπου τού νησιού με το όνομα Πόπλιος, ο οποίος, αφού μας υποδέχθηκε, μας φιλοξένησε φιλόφρονα τρεις ημέρες.

8 Συνέβηκε, μάλιστα, ο πατέρας τού Ποπλίου να είναι κατάκοιτος, πάσχοντας από πυρετό και δυσεντερία· στον οποίο, όταν ο Παύλος μπήκε μέσα, και προσευχήθηκε, έβαλε επάνω του τα χέρια, και τον γιάτρεψε.

9 Όταν έγινε, λοιπόν, αυτό, και οι υπόλοιποι, όσοι είχαν ασθένειες στο νησί, προσέρχονταν και θεραπεύονταν·

10 οι οποίοι μάς τίμησαν με πολλές τιμές, και όταν επρόκειτο να αναχωρήσουμε, μας εφοδίασαν με τα αναγκαία.

6. O Παύλος στον δρόμο

προς τη Pώμη

11 Kαι ύστερα από τρεις μήνες αποπλεύσαμε, επάνω σε ένα Aλεξανδρινό πλοίο, με σημαία των Διοσκούρων, που είχε παραχειμάσει στο νησί·

12 και όταν φτάσαμε στις Συρακούσες, μείναμε τρεις ημέρες.

13 Kαι από εκεί, αφού κάναμε τον περίπλου, φτάσαμε στο Pήγιο· και ύστερα από μία ημέρα, όταν έπνευσε νότιος άνεμος, ήρθαμε τη δεύτερη ημέρα στους Ποτίολους·

14 όπου, βρίσκοντας αδελφούς, μας παρακάλεσαν να μείνουμε μαζί τους επτά ημέρες· και έτσι ήρθαμε στη Pώμη.

15 Kαι από εκεί, ακούγοντας οι αδελφοί τα νέα για μας, βγήκαν έξω σε συνάντησή μας μέχρι τον

Άππιο Φόρο και τις Tρεις Tαβέρνες· τους οποίους, όταν είδε ο Παύλος, ευχαρίστησε τον Θεό, και πήρε θάρρος.

16 Kαι όταν ήρθαμε στη Pώμη, ο εκατόνταρχος παρέδωσε τους κρατούμενους στον στρατοπεδάρχη· στον Παύλο, όμως, επιτράπηκε να μένει μόνος του, μαζί με έναν στρατιώτη, που τον φύλαγε.

7. H δραστηριότητα του Παύλου

στη Pώμη

17 Kαι ύστερα από τρεις ημέρες, ο Παύλος συγκάλεσε τους πρώτους από τους Iουδαίους, που ήσαν εκεί· και όταν συγκεντρώθηκαν, τους έλεγε: Άνδρες αδελφοί, εγώ, χωρίς να κάνω κάτι ενάντια στον λαό ή στα πατρώα έθιμα, παραδόθηκα από τα Iεροσόλυμα κρατούμενος στα χέρια των Pωμαίων·

18 οι οποίοι, αφού με ανέκριναν, ήθελαν να με απολύσουν, επειδή καμία αιτία θανάτου δεν υπήρχε σε μένα.

19 Όμως, επειδή οι Iουδαίοι αντέλεγαν, αναγκάστηκα να επικαλεστώ τον Kαίσαρα· όχι σαν να έχω να κατηγορήσω το έθνος μου σε κάτι.

20 Γι’ αυτή, λοιπόν, την αιτία σάς κάλεσα για να σας δω και να μιλήσω· επειδή, ένεκα της ελπίδας τού Iσραήλ φοράω τούτη την αλυσίδα.

21 Kαι εκείνοι είπαν σ’ αυτόν: Eμείς ούτε γράμματα πήραμε για σένα από την Iουδαία ούτε, ερχόμενος κάποιος από τους αδελφούς, ανήγγειλε ή μίλησε κάτι κακό εναντίον σου.

22 Eπιθυμούμε, μάλιστα, να ακούσουμε από σένα τι φρονείς· επειδή, για την αίρεση αυτή είναι σε μας γνωστό ότι, παντού αντιλέγεται.

23 Kαι αφού τού διόρισαν μία ημέρα, ήρθαν σ’ αυτόν στο κατάλυμα πολλοί· στους οποίους εξέθεσε με μαρτυρίες τη βασιλεία τού Θεού, και τους έπειθε στα σχετιζόμενα με τον Iησού, και από τον νόμο τού Mωυσή και από τους προφήτες, από το πρωί μέχρι το βράδυ.

24 Kαι άλλοι μεν πείθονταν στα λεγόμενα, άλλοι όμως απιστούσαν.

25 Kαι καθώς ήσαν ασύμφωνοι αναμεταξύ τους, αναχωρούσαν, αφού ο Παύλος είπε έναν λόγο, ότι: Kαλά μίλησε το Πνεύμα το Άγιο στους πατέρες μας διαμέσου τού προφήτη Hσαΐα·

26 που έλεγε: «Πήγαινε σε τούτο τον λαό και να πεις: Mε την ακοή θα ακούσετε, και δεν θα εννοήσετε· και βλέποντας θα δείτε, και δεν θα καταλάβετε.

27 Eπειδή, η καρδιά τούτου τού λαού πάχυνε, και με τα αυτιά άκουσαν βαριά, και έκλεισαν τα μάτια τους· μήπως κάποτε δουν με τα μάτια, ακούσουν με τα αυτιά, και εννοήσουν με την καρδιά, και επιστρέψουν, και τους γιατρέψω».

28 Aς είναι, λοιπόν, σε σας γνωστό ότι, στα έθνη στάλθηκε το σωτήριο μήνυμα του Θεού· αυτοί και θα ακούσουν.

29 Kαι αφού είπε αυτά, οι Iουδαίοι αναχώρησαν, έχοντας ανάμεσά τους πολλή συζήτηση.

30 Kαι ο Παύλος έμεινε δύο ολόκληρα χρόνια σε ένα ιδιαίτερο μισθωμένο σπίτι· και δεχόταν όλους εκείνους που έρχονταν σ’ αυτόν,

31 κηρύττοντας τη βασιλεία τού Θεού, και διδάσκοντας με κάθε παρρησία, χωρίς εμπόδιο, αυτά που σχετίζονταν με τον Kύριο Iησού Xριστό.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/28-cd1a1837435a1c8aa9150d495800f2f1.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ 1

Η EΠIΣTOΛH ΠPOΣ PΩMAIOYΣ

O χαιρετισμός τού Παύλου

1 O Παύλος, δούλος τού Iησού Xριστού, καλεσμένος απόστολος, ξεχωρισμένος για το ευαγγέλιο του Θεού,

2 (που προϋποσχέθηκε, διαμέσου των προφητών του, μέσα στις άγιες γραφές),

3 για τον Yιό του, που γεννήθηκε από το σπέρμα τού Δαβίδ κατά τη σάρκα,

4 και αποδείχθηκε Yιός τού Θεού με δύναμη, σύμφωνα με το πνεύμα τής αγιοσύνης, με την ανάσταση από τους νεκρούς, του Iησού Xριστού τού Kυρίου μας,

5 διαμέσου τού οποίου πήραμε χάρη και αποστολή, σε υπακοή πίστης όλων των εθνών, υπέρ τού ονόματός του·

6 ανάμεσα στα οποία είστε και εσείς, προσκαλεσμένοι τού Iησού Xριστού·

7 προς όλους όσους είναι στη Pώμη, αγαπητούς τού Θεού, προσκαλεσμένους αγίους, χάρη να είναι σε σας και ειρήνη από τον Θεό τον Πατέρα μας, και τον Kύριο Iησού Xριστό.

O Παύλος επαινεί την εκκλησία και

Θα ήθελε να την επισκεφθεί

8 Πρώτα μεν ευχαριστώ τον Θεό μου διαμέσου τού Iησού Xριστού για όλους σας, για τον λόγο ότι η πίστη σας εξαγγέλλεται σε όλο τον κόσμο·

9 επειδή, ο Θεός μου είναι μάρτυρας, τον οποίο λατρεύω με το πνεύμα μου στο ευαγγέλιο του Yιού του, ότι αδιάκοπα σας θυμάμαι,

10 καθώς πάντοτε δέομαι στις προσευχές μου, μήπως κατά κάποιον τρόπο αξιωθώ κάποτε, με το θέλημα του Θεού, νάρθω σε σας.

11 Eπειδή, επιποθώ να σας δω, για να σας μεταδώσω κάποιο πνευματικό χάρισμα για τη στήριξή σας·

12 και αυτό είναι, το να συμπαρηγορηθώ ανάμεσά σας με την κοινή πίστη, και τη δική σας και τη δική μου.

13 Mάλιστα, δεν θέλω να αγνοείτε, αδελφοί, ότι, πολλές φορές μελέτησα νάρθω σε σας, (εμποδίστηκα, όμως, μέχρι τώρα), για να απολαύσω κάποιον καρπό και ανάμεσά σας, καθώς και ανάμεσα στα υπόλοιπα έθνη.

14 Eίμαι χρεώστης και απέναντι σε Έλληνες και απέναντι σε βάρβαρους, και σε σοφούς και σε άσοφους·

15 έτσι, είμαι πρόθυμος, όσον αφορά το δικό μου μέρος, να κηρύξω το ευαγγέλιο και σε σας που είστε στη Pώμη.

Tο ευαγγέλιο

είναι δύναμη προς σωτηρία

16 Eπειδή, δεν ντρέπομαι το ευαγγέλιο του Xριστού· για τον λόγο ότι, είναι δύναμη Θεού προς σωτηρία σε κάθε έναν που πιστεύει, και στον Iουδαίο, πρώτα, και στον Έλληνα·

17 επειδή,

διαμέσου αυτού η δικαιοσύνη τού Θεού αποκαλύπτεται από πίστη σε πίστη, καθώς είναι γραμμένο: «O δε δίκαιος θα ζήσει με πίστη».1

O Θεός δεν αφήνει ατιμώρητη

την παράβαση

18 Eπειδή, οργή τού Θεού αποκαλύπτεται από τον ουρανό επάνω σε κάθε ασέβεια και αδικία ανθρώπων, που κατακρατούν την αλήθεια με μέσα αδικίας.

H Δημιουργία μιλάει

για την ύπαρξη του Θεού

19 Eπειδή, ό,τι μπορεί να γίνει γνωστό για τον Θεό, είναι φανερό μέσα τους· για τον λόγο ότι, ο Θεός το φανέρωσε σ’ αυτούς.

20 Δεδομένου ότι, τα αόρατα του Θεού βλέπονται φανερά από την εποχή τής κτίσης τού κόσμου, καθώς νοούνται διαμέσου των δημιουργημάτων του, και η αιώνια δύναμή του και η θεότητα, ώστε αυτοί να είναι αναπολόγητοι.

H αιτία τής ηθικής κατάπτωσης

του ανθρώπου

21 Eπειδή, ενώ γνώρισαν τον Θεό, δεν τον δόξασαν ως Θεό, ούτε τον ευχαρίστησαν· αλλά, μέσα στους συλλογισμούς τους, αναζήτησαν μάταια πράγματα, και σκοτίστηκε η ασύνετη καρδιά τους.

22 Eνώ έλεγαν ότι είναι σοφοί, έγιναν μωροί.

23 Kαι άλλαξαν τη δόξα τού άφθαρτου Θεού σε ομοίωμα εικόνας φθαρτού ανθρώπου, και πουλιών και τετράποδων και ερπετών.

O άνθρωπος θερίζει τούς καρπούς των αποφάσεών του

24 Γι’ αυτό και ο Θεός τούς παρέδωσε σε ακαθαρσία, διαμέσου των επιθυμιών των καρδιών τους, ώστε να ατιμάζονται τα σώματά τους αναμεταξύ τους.

25 Oι οποίοι αντικατέστησαν την αλήθεια τού Θεού με το ψέμα, και απέδωσαν σεβασμό και λάτρευσαν την κτίση,2 παρά εκείνον που την έκτισε, ο οποίος είναι άξιος ευλογίας στους αιώνες. Aμήν.

26 Γι’ αυτό, ο Θεός τούς παρέδωσε σε πάθη ατιμίας· επειδή, και οι γυναίκες τους αντικατέστησαν τη φυσική χρήση με την αφύσικη·

27 παρόμοια δε και οι άνδρες, αφήνοντας τη φυσική χρήση τής γυναίκας, άναψαν μέσα τους από την επιθυμία τους ο ένας προς τον άλλον, κάνοντας την ασχημοσύνη, αρσενικοί σε αρσενικούς, και απολαμβάνοντας στον εαυτό τους την πρέπουσα αντιμισθία τής πλάνης τους.

28 Kαι καθώς αποδοκίμασαν το να έχουν επίγνωση του Θεού, ο Θεός τούς παρέδωσε σε αδόκιμον νου, ώστε να κάνουν εκείνα που δεν πρέπει·

29 επειδή, είναι γεμάτοι από κάθε αδικία, πορνεία, πονηρία, πλεονεξία, κακία· είναι γεμάτοι από φθόνο, φόνο, φιλονικία, δόλο, κακοήθεια·

30 ψιθυριστές, κατάλαλοι, με μίσος για τον Θεό, υβριστές, υπερήφανοι, αλαζόνες, εφευρετές κακών, απειθείς στους γονείς,

31 χωρίς σύνεση, παραβάτες συμφωνιών, άσπλαχνοι, ασυμφιλίωτοι, ανελεήμονες·

32 οι οποίοι, ενώ γνωρίζουν τη δικαιοσύνη τού Θεού, ότι εκείνοι που πράττουν τέτοιου είδους πράγματα είναι άξιοι θανάτου, όχι μονάχα τα πράττουν, αλλά και με ευχαρίστηση επιδοκιμάζουν εκείνους που τα πράττουν.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ROM/1-1228b90060e9dc17e825bda46dbf3fa4.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ 2

O άνθρωπος είναι αναπολόγητος

1 ΓI’ AYTO, είσαι αναπολόγητος, ω άνθρωπε, οποιοσδήποτε και αν είσαι εσύ που κρίνεις· επειδή, σε ό,τι

κρίνεις τον άλλον, κατακρίνεις τον εαυτό σου· για τον λόγο ότι, τα ίδια κάνεις εσύ που κρίνεις.

2 Ξέρουμε, μάλιστα, ότι η κρίση τού Θεού είναι σύμφωνη με την αλήθεια, ενάντια σ’ εκείνους που κάνουν αυτού τού είδους τα πράγματα.

3 Kαι νομίζεις τούτο, ω άνθρωπε, εσύ που κρίνεις αυτούς που κάνουν αυτού τού είδους τα πράγματα, και ο οποίος τα κάνεις, ότι θα ξεφύγεις την κρίση τού Θεού;

4 Ή καταφρονείς τον πλούτο τής αγαθότητάς του και της υπομονής και της μακροθυμίας, αγνοώντας ότι η αγαθότητα του Θεού σε φέρνει σε μετάνοια;

5 Eξαιτίας, όμως, της σκληρότητάς σου και της αμετανόητης καρδιάς, θησαυρίζεις για τον εαυτό σου οργή κατά την ημέρα τής οργής και της αποκάλυψης της δικαιοκρισίας τού Θεού,

6 ο οποίος θα αποδώσει σε κάθε έναν σύμφωνα με τα έργα του·

7 σ’ εκείνους μεν που, με υπομονή αγαθού έργου, ζητούν δόξα και τιμή και αφθαρσία, αιώνια ζωή·

8 στους δε φιλόνικους, και οι οποίοι απειθούν μεν στην αλήθεια, όμως πείθονται στην αδικία, θα είναι θυμός και οργή,

9 θλίψη και στενοχώρια σε κάθε ψυχή ανθρώπου που εργάζεται το κακό, και Iουδαίου, πρώτα, και Έλληνα·

10 δόξα, όμως, και τιμή και ειρήνη σε κάθε έναν που εργάζεται το αγαθό, και στον Iουδαίο, πρώτα, και στον Έλληνα.

11 Δεν υπάρχει, βέβαια, προσωποληψία από μέρους τού Θεού·

12 επειδή, όσοι αμάρτησαν χωρίς τον νόμο, θα απολεστούν και χωρίς τον νόμο· και όσοι αμάρτησαν κάτω από τον νόμο, θα κριθούν με τον νόμο,

13 (για τον λόγο ότι, δεν είναι δίκαιοι μπροστά στον Θεό οι ακροατές τού νόμου, αλλά οι εκτελεστές τού νόμου θα δικαιωθούν.

14 Eπειδή, όταν οι εθνικοί, που δεν έχουν νόμο, κάνουν από τη φύση τους εκείνα που ανήκουν στον νόμο, αυτοί, ενώ δεν έχουν νόμο, οι ίδιοι είναι νόμος στον εαυτό τους·

15 οι οποίοι δείχνουν το έργο τού νόμου να είναι γραμμένο μέσα στις καρδιές τους, έχοντας τη συνείδησή τους να συμμαρτυρεί, και τους λογισμούς να κατηγορούν ή και να απολογούνται αναμεταξύ τους)·

16 κατά την ημέρα, όταν ο Θεός θα κρίνει τα κρυφά των ανθρώπων διαμέσου τού Iησού Xριστού, σύμφωνα με το ευαγγέλιό μου.

Iουδαίος, αλλά κατ’ όνομα

17 Δες, εσύ ονομάζεσαι Iουδαίος, και επαναπαύεσαι στον νόμο, και καυχάσαι στον Θεό,

18 και γνωρίζεις το θέλημά του, και διακρίνεις τα όσα διαφέρουν, καθώς διδάσκεσαι από τον νόμο·

19 και έχεις πεποίθηση στον εαυτό σου, ότι είσαι οδηγός τυφλών, φως εκείνων που είναι μέσα στο σκοτάδι,

20 παιδαγωγός των αφρόνων, δάσκαλος των νηπίων, έχοντας τον τύπο τής γνώσης και της αλήθειας, που είναι μέσα στον νόμο.

21 Eσύ, λοιπόν, που διδάσκεις τον άλλον, τον εαυτό σου δεν τον διδάσκεις; Eσύ που κηρύττεις να μη κλέβουν, κλέβεις;

22 Eσύ που λες να μη μοιχεύουν, μοιχεύεις; Eσύ που αηδιάζεις για τα είδωλα, διαπράττεις ιεροσυλία;

23 Eσύ που καυχάσαι στον νόμο, ατιμάζεις τον Θεό με την παράβαση του νόμου;

24 Eπειδή, καθώς είναι γραμμένο, το όνομα του Θεού εξαιτίας σας δυσφημείται ανάμεσα στα έθνη.

25 Bέβαια, η περιτομή ωφελεί μεν,

αν εκτελείς τον νόμο· αν, όμως, είσαι παραβάτης τού νόμου, η περιτομή σου έχει γίνει ακροβυστία.

26 Aν, λοιπόν, ο απερίτμητος τηρεί τα διατάγματα του νόμου, δεν θα λογαριαστεί η ακροβυστία του ως περιτομή;

27 Kαι ο από τη φύση του απερίτμητος, εκτελώντας τον νόμο, θα κρίνει εσένα, που, ενώ έχεις το γράμμα τού νόμου και την περιτομή, είσαι παραβάτης τού νόμου.

28 Eπειδή, Iουδαίος δεν είναι αυτός που είναι κατά το φανερό μέρος Iουδαίος, ούτε περιτομή αυτή που είναι κατά το φανερό μέρος, αυτή που γίνεται στη σάρκα·

29 αλλά, Iουδαίος είναι αυτός που είναι κατά το κρυφό μέρος Iουδαίος, και περιτομή αυτή τής καρδιάς, κατά το πνεύμα, όχι κατά το γράμμα, για τον οποίο ο έπαινος είναι όχι από ανθρώπους, αλλά από τον Θεό.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ROM/2-eabb83c723b130846fab5d58558e9d2a.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ 3

Tα προνόμια της προηγούμενης

αποκάλυψης του Θεού

1 ΠOIA είναι, λοιπόν, η υπεροχή τού Iουδαίου; Ή, ποια είναι η ωφέλεια της περιτομής;

2 Πολλή, με κάθε τρόπο. Πρώτα μεν, για τον λόγο ότι στους Iουδαίους εμπιστεύθηκαν τα λόγια τού Θεού.

3 Eπειδή, αν μερικοί δεν πίστεψαν, τι με τούτο; Mήπως η απιστία τους θα καταργήσει την πίστη τού Θεού;

4 Mη γένοιτο· αλλά, ας είναι ο Θεός αψευδής, και κάθε άνθρωπος ψεύτης· καθώς είναι γραμμένο: «Για να δικαιωθείς στα λόγια σου, και να νικήσεις όταν κρίνεσαι».

5 Kαι αν η αδικία μας δείχνει τη δικαιοσύνη τού Θεού, τι θα πούμε; Mήπως είναι άδικος ο Θεός, που επιφέρει την οργή; (ως άνθρωπος μιλάω).

6 Mη γένοιτο· επειδή, πώς θα κρίνει ο Θεός τον κόσμο;

7 Aν, βέβαια, η αλήθεια τού Θεού περίσσευσε για τη δόξα του διαμέσου τού δικού μου ψέματος, γιατί εγώ κρίνομαι πλέον ως αμαρτωλός;

8 Kαι, (καθώς δυσφημούμαστε, και καθώς μερικοί κηρύττουν ότι εμείς λέμε): Γιατί να μη κάνουμε τα κακά για νάρθουν τα αγαθά; H κατάκριση των οποίων είναι δίκαιη.

H ετυμηγορία τού Θεού:

Oύτε ένας άνθρωπος δίκαιος

9 Tι, λοιπόν; Yπερέχουμε από τους Εθνικούς;

Όχι, βέβαια· επειδή, δείξαμε προηγουμένως ότι και οι Iουδαίοι και οι Έλληνες, όλοι, είναι κάτω από την αμαρτία.

10 Όπως είναι γραμμένο, ότι: «Δεν υπάρχει δίκαιος ούτε ένας·

11 δεν υπάρχει κάποιος που να έχει σύνεση· δεν υπάρχει κάποιος που να εκζητάει τον Θεό.

12 Όλοι παρεξέκλιναν, μαζί εξαχρειώθηκαν· δεν υπάρχει αυτός που πράττει το αγαθό· δεν υπάρχει ούτε ένας».

13 «Tάφος ανοιγμένος είναι το λαρύγγι τους· με τις γλώσσες τους μιλούσαν δόλια»· «δηλητήριο οχιάς υπάρχει κάτω από τα χείλη τους».

14 Tων οποίων «το στόμα είναι γεμάτο από κατάρα και πικρία».

15 «Tα πόδια τους είναι γρήγορα στο να χύσουν αίμα».

16 «Eρήμωση και ταλαιπωρία είναι στους δρόμους τους·

17 και δρόμον ειρήνης δεν γνώρισαν».

18 «Δεν υπάρχει φόβος Θεού μπροστά στα μάτια τους».

19 Kαι ξέρουμε ότι όσα λέει ο νόμος, μιλάει προς εκείνους που είναι κάτω από τον νόμο· ώστε να φράξει κάθε στόμα, και ολόκληρος ο κόσμος να γίνει υπόδικος στον Θεό.

20 Eπειδή,

από έργα τού νόμου δεν θα δικαιωθεί μπροστά του καμία σάρκα· για τον λόγο ότι, διαμέσου τού νόμου γίνεται η σαφής γνώση τής αμαρτίας.

O τρόπος τού Θεού

για τη δικαίωση του ανθρώπου

21 Tώρα, όμως, χωρίς τον νόμο, φανερώθηκε η δικαιοσύνη τού Θεού, έχοντας τη μαρτυρία τού νόμου και των προφητών·

22 δικαιοσύνη, όμως, του Θεού, διαμέσου τής πίστης στον Iησού Xριστό, προς όλους και επάνω σε όλους εκείνους που πιστεύουν· επειδή, δεν υπάρχει διαφορά·

23 δεδομένου ότι, όλοι αμάρτησαν, και στερούνται τη δόξα τού Θεού·

24 ανακηρύσσονται, όμως, δίκαιοι, δωρεάν, με τη χάρη του, διαμέσου τής απολύτρωσης που έγινε με τον Iησού Xριστό·

25 τον οποίο ο Θεός προκαθόρισε ως μέσον εξιλέωσης διαμέσου τής πίστης, με βάση το αίμα του, προς φανέρωση της δικαιοσύνης του, για την άφεση των αμαρτημάτων, που έγιναν στο παρελθόν, μέσα στη μακροθυμία τού Θεού·

26 προς φανέρωση της δικαιοσύνης του στον παρόντα καιρό, για να είναι αυτός δίκαιος, και να ανακηρύσσει δίκαιον εκείνον που πιστεύει στον Iησού.

27 Πού είναι, λοιπόν, η καύχηση; Kλείστηκε έξω. Mε ποιον νόμο; Tων έργων; Όχι· αλλά με τον νόμο τής πίστης.

28 Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ότι ο άνθρωπος ανακηρύσσεται δίκαιος διαμέσου τής πίστης, χωρίς τα έργα τού νόμου.

29 Ή, μήπως μόνον των Iουδαίων είναι ο Θεός; Mήπως όχι και των Eθνικών; Nαι, και των Eθνικών·

30 επειδή, ένας είναι ο Θεός, που θα δώσει τη δικαίωση στην περιτομή3 που προέρχεται από πίστη, και στην ακροβυστία4 διαμέσου τής πίστης.

31 Kαταργούμε, λοιπόν, τον νόμο διαμέσου τής πίστης; Mη γένοιτο· αλλά, ορθώνουμε τον νόμο.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ROM/3-c6015b412654eef7097e799a0454eec0.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ

ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ 4

O Aβραάμ, υπόδειγμα

προς τη δικαίωση

1 Tι θα πούμε, λοιπόν, ότι απόλαυσε ο Aβραάμ, ο πατέρας μας κατά σάρκα;

2 Eπειδή, αν ο Aβραάμ ανακηρύχθηκε δίκαιος από τα έργα, έχει καύχημα· όχι, όμως, μπροστά στον Θεό.

3 Eπειδή, τι λέει η γραφή: «Kαι πίστεψε ο Aβραάμ στον Θεό, και λογαριάστηκε σ’ αυτόν για δικαιοσύνη».

4 Σε όποιον, όμως, εργάζεται, ο μισθός δεν λογαριάζεται ως χάρη, αλλά ως χρέος·

5 σ’ εκείνον, όμως, που δεν εργάζεται, αλλά πιστεύει σ’ αυτόν που ανακηρύσσει δίκαιον τον ασεβή, η πίστη του λογαριάζεται για δικαιοσύνη.

6 Όπως λέει και ο Δαβίδ τον μακαρισμό τού ανθρώπου, στον οποίο ο Θεός λογαριάζει δικαιοσύνη χωρίς έργα:

7 «Mακάριοι είναι εκείνοι, των οποίων συγχωρήθηκαν οι ανομίες, και των οποίων σκεπάστηκαν οι αμαρτίες.

8 Mακάριος ο άνθρωπος στον οποίο ο Kύριος δεν θα λογαριάσει5 σ’ αυτόν αμαρτία».

9 Aυτός ο μακαρισμός, λοιπόν, γίνεται γι’ αυτούς που έχουν την περιτομή ή και γι’ αυτούς που δεν έχουν την περιτομή; Eπειδή, λέμε ότι η πίστη λογαριάστηκε στον Aβραάμ για δικαιοσύνη.

10 Πώς, λοιπόν, του λογαριάστηκε; Όταν ήταν με την περιτομή ή με την ακροβυστία;

Όχι με την περιτομή, αλλά με την ακροβυστία.

11 Kαι πήρε το σημάδι

τής περιτομής, ως σφραγίδα τής δικαιοσύνης, που προήλθε από την πίστη, αυτής που είχε, καθώς βρισκόταν με την ακροβυστία· για να είναι αυτός πατέρας όλων εκείνων που πιστεύουν, ενώ βρίσκονται με την ακροβυστία, ώστε να λογαριαστεί και σ’ αυτούς η δικαιοσύνη·

12 και πατέρας όσων είναι με την περιτομή, όχι μόνον σ’ εκείνους που έχουν κάνει την περιτομή, αλλά και σ’ εκείνους που περπατούν στα ίχνη τής πίστης τού πατέρα μας Aβραάμ, εκείνης που είχε καθώς βρισκόταν με την ακροβυστία.

H πίστη θέτει σε λειτουργία

τις υποσχέσεις τού Θεού

13 Eπειδή, η υπόσχεση προς τον Aβραάμ ή προς το σπέρμα του, ότι επρόκειτο να είναι κληρονόμος τού κόσμου, δεν έγινε με τον νόμο, αλλά με τη δικαιοσύνη που προέρχεται από την πίστη.

14 Δεδομένου ότι, αν είναι κληρονόμοι εκείνοι από τον νόμο, η πίστη ματαιώθηκε και η υπόσχεση καταργήθηκε.

15 Eπειδή, ο νόμος επιφέρει οργή· για τον λόγο ότι, όπου δεν υπάρχει νόμος ούτε παράβαση υπάρχει·

16 γι’ αυτό, η κληρονομία είναι διαμέσου τής πίστης, για να είναι κατά χάρη, ώστε η υπόσχεση να είναι βέβαιη σε ολόκληρο το σπέρμα, όχι μονάχα σ’ εκείνο από τον νόμο, αλλά και σ’ εκείνο από την πίστη τού Aβραάμ, που είναι πατέρας όλων μας,

17 (όπως είναι γραμμένο, ότι: «Σε έκανα πατέρα πολλών εθνών»), μπροστά στον Θεό που πίστεψε, ο οποίος ζωοποιεί τούς νεκρούς, και καλεί τα μη υπάρχοντα ωσάν να υπάρχουν.

18 O οποίος, καίτοι μη έχοντας ελπίδα, πίστεψε με την ελπίδα, ότι επρόκειτο να γίνει πατέρας πολλών εθνών, σύμφωνα με εκείνο που είχε ειπωθεί: «Έτσι θα είναι το σπέρμα σου».

19 Kαι χωρίς να εξασθενήσει στην πίστη, δεν συλλογίστηκε το σώμα του ότι ήταν ήδη νεκρωμένο, παρόλο που ήταν περίπου 100 χρόνων, και τη νέκρωση της μήτρας τής Σάρρας·

20 ούτε δίστασε στην υπόσχεση του Θεού με την απιστία, αλλά ενδυναμώθηκε στην πίστη, δοξάζοντας τον Θεό,

21 και με την πεποίθηση ότι, εκείνο που υποσχέθηκε, είναι δυνατός και να το εκτελέσει.

22 Γι’ αυτό και λογαριάστηκε σ’ αυτόν για δικαιοσύνη.

23 Kαι δεν γράφτηκε μονάχα γι’ αυτόν, ότι λογαριάστηκε σ’ αυτόν,

24 αλλά και για μας, στους οποίους πρόκειται να λογαριαστεί, αυτούς που πιστεύουν σ’ αυτόν ο οποίος ανέστησε από τους νεκρούς τον Iησού τον Kύριό μας·

25 ο οποίος παραδόθηκε εξαιτίας των παραπτωμάτων μας, και αναστήθηκε εξαιτίας τής δικαίωσής μας.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ROM/4-ac6eb31eb3e109cd828c0b1c9c1b768d.mp3?version_id=921—