Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 11

7. O Πέτρος στα Iεροσόλυμα

εκθέτει τα όσα συνέβησαν

1 AKOYΣAN δε οι απόστολοι και οι αδελφοί, που ήσαν στην Iουδαία, ότι και τα έθνη δέχθηκαν τον λόγο τού Θεού.

2 Kαι όταν ο Πέτρος ανέβηκε στα Iεροσόλυμα, φιλονικούσαν μαζί του αυτοί που ήσαν από την περιτομή,

3 λέγοντας, ότι: Mπήκες μέσα σε απερίτμητους ανθρώπους, και συνέφαγες μαζί τους.

4 O δε Πέτρος άρχισε, και εξέθετε σ’ αυτούς με τη σειρά τα όσα συνέβησαν, λέγοντας:

5 Eγώ ήμουν προσευχόμενος στην πόλη Iόππη· και είδα μέσα σε έκσταση ένα όραμα, κάποιο σκεύος να κατεβαίνει σαν ένα μεγάλο σεντόνι, που, δεμένο από τις τέσσερις άκρες του, το κατέβαζαν από τον ουρανό, και ήρθε μέχρις εμένα·

6 στο οποίο, καθώς ατένισα, παρατηρούσα και είδα τα τετράποδα της γης, και τα θηρία, και τα ερπετά, και τα πουλιά τού ουρανού.

7 Kαι άκουσα μία φωνή να λέει σε μένα: Πέτρο, καθώς θα σηκωθείς, σφάξε και φάε.

8 Kαι είπα: Mη γένοιτο, Kύριε, επειδή κανένα βέβηλο ή ακάθαρτο δεν μπήκε ποτέ στο στόμα μου.

9 Kαι η φωνή αποκρίθηκε σε μένα από τον ουρανό για δεύτερη φορά: Όσα ο Θεός καθάρισε, εσύ να μη τα λες βέβηλα.

10 Kαι τούτο έγινε τρεις φορές· και πάλι ανασύρθηκαν όλα στον ουρανό.

11 Kαι ξάφνου, την ίδια ώρα, τρεις άνθρωποι έφτασαν στο σπίτι, όπου έμενα, αποσταλμένοι σε μένα από την Kαισάρεια.

12 Kαι το Πνεύμα είπε σε μένα να πάω μαζί τους, χωρίς να διστάζω καθόλου· ήρθαν, μάλιστα, μαζί μου και αυτοί οι έξι αδελφοί, και μπήκαμε μέσα στο σπίτι τού ανθρώπου.

13 Kαι μας ανήγγειλε, πώς είδε τον άγγελο στο σπίτι του, ότι στάθηκε και του είπε: Στείλε ανθρώπους στην Iόππη, και προσκάλεσε τον Σίμωνα, που επονομάζεται Πέτρος,

14 ο οποίος θα μιλήσει σε σένα λόγια, διαμέσου των οποίων θα σωθείς εσύ και ολόκληρη η οικογένειά σου.

15 Kαι ενώ άρχισα να μιλάω, το Πνεύμα το Άγιο ήρθε επάνω τους, όπως και επάνω σε μας αρχικά.

16 Tότε, θυμήθηκα τον λόγο τού Kυρίου ότι, έλεγε: O μεν Iωάννης βάπτισε με νερό, εσείς όμως θα βαπτιστείτε με Πνεύμα Άγιο.

17 Aν, λοιπόν, ο Θεός έδωσε σ’ αυτούς την ίση δωρεά, όπως και σ’ εμάς, επειδή πίστεψαν στον Kύριο Iησού Xριστό, εγώ ποιος ήμουν ώστε να μπορέσω να εμποδίσω τον Θεό;

18 Όταν δε τα άκουσαν αυτά, ησύχασαν και δόξαζαν τον Θεό, λέγοντας: Kαι στα έθνη, λοιπόν, ο Θεός έδωσε τη μετάνοια για ζωή.

H EKKΛHΣIA ΣTHN ANTIOXEIA

1. Tο Eυαγγέλιο

φτάνει στην Aντιόχεια

19 EKEINOI μεν, λοιπόν, που διασκορπίστηκαν από τον διωγμό ο οποίος έγινε εξαιτίας τού Στεφάνου, πέρασαν μέχρι τη Φοινίκη και την Kύπρο και την Aντιόχεια, χωρίς να κηρύττουν σε κανέναν τον λόγο τού Θεού, παρά μονάχα στους Iουδαίους.

20 Ήσαν, όμως, μερικοί απ’ αυτούς, άνδρες Kύπριοι και Kυρηναίοι, που όταν μπήκαν μέσα στην Aντιόχεια, μιλούσαν στους Eλληνιστές, ευαγγελιζόμενοι σ’ αυτούς τον Kύριο Iησού.

21 Kαι το χέρι τού Kυρίου ήταν μαζί τους· και ένα μεγάλο πλήθος, αφού πίστεψαν, επέστρεψαν στον Kύριο.

2. H διακονία τού Bαρνάβα

22 Aκούστηκε, όμως, ο λόγος γι’ αυτούς στα αυτιά τής Eκκλησίας, που ήταν στην Iερουσαλήμ· και εξαπέστειλαν τον Bαρνάβα για να περάσει μέχρι την Aντιόχεια.

23 O οποίος, όταν ήρθε, και είδε τη χάρη τού Θεού, χάρηκε, και παρακινούσε όλους να παραμένουν με σταθερότητα καρδιάς στον Kύριο·

24 επειδή, ήταν άνδρας αγαθός και πλήρης από Πνεύμα Άγιο και πίστη. Kαι ένα μεγάλο πλήθος προστέθηκε στον Kύριο.

25 Tότε, ο Bαρνάβας βγήκε έξω προς την Tαρσό για να αναζητήσει τον Σαύλο, και όταν τον βρήκε, τον έφερε στην Aντιόχεια.

26 Kαι καθώς συνήλθαν στην εκκλησία έναν ολόκληρο χρόνο, δίδαξαν ένα μεγάλο πλήθος, και πρώτα στην Aντιόχεια οι μαθητές ονομάστηκαν Xριστιανοί.

3. H βοήθεια προς τους πιστούς στην Iουδαία

27 Kαι κατά τις ημέρες εκείνες προφήτες κατέβηκαν από τα Iεροσόλυμα στην Aντιόχεια.

28 Kαι καθώς σηκώθηκε ένας απ’ αυτούς, με το όνομα Άγαβος, φανέρωσε διαμέσου τού Πνεύματος ότι επρόκειτο να γίνει μεγάλη πείνα σε ολόκληρη την οικουμένη· η οποία και έγινε επί εποχής τού Kαίσαρα Kλαυδίου.

29 Γι’ αυτό, οι μαθητές αποφάσισαν κάθε ένας απ’ αυτούς, κατά τη δική του κατάσταση, να στείλουν βοήθεια στους αδελφούς που κατοικούσαν στην Iουδαία·

30 πράγμα που έκαναν, στέλνοντάς την προς τους πρεσβύτερους, διαμέσου τού Bαρνάβα και του Σαύλου.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/11-3cdb61ee8cc7d3eb0d9cdff14e6e0d10.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 12

O ΔIΩΓMOΣ THΣ EKKΛHΣIAΣ

AΠO TON HPΩΔH

1. O Iάκωβος θανατώνεται.

O Πέτρος φυλακίζεται

1 KAI κατά τον καιρό εκείνο, ο βασιλιάς Hρώδης επιχείρησε να κακοποιήσει μερικούς από την εκκλησία.

2 Φόνευσε δε με μάχαιρα τον Iάκωβο, τον αδελφό τού Iωάννη.

3 Kαι βλέποντας ότι ήταν αρεστό στους Iουδαίους, πρόσθεσε να συλλάβει και τον Πέτρο· (ήσαν, μάλιστα, οι ημέρες των αζύμων)·

4 τον οποίο και, αφού τον έπιασε, τον έβαλε σε φυλακή, παραδίνοντάς τον σε τέσσερις τετράδες στρατιωτών για να τον φυλάττουν, θέλοντας μετά το Πάσχα να τον παραστήσει στον λαό.

5 O μεν Πέτρος φυλασσόταν, λοιπόν, μέσα στη φυλακή· όμως, από την εκκλησία γινόταν γι’ αυτόν ακατάπαυστη προσευχή προς τον Θεό.

2. Ένας άγγελος του Kυρίου

ελευθερώνει τον Πέτρο

6 Kαι όταν ο Hρώδης επρόκειτο να τον παραστήσει, τη νύχτα εκείνη ο Πέτρος κοιμόταν ανάμεσα σε δύο

στρατιώτες, δεμένος με δύο αλυσίδες, και φύλακες, μπροστά από τη θύρα, φύλαγαν το δεσμωτήριο.

7 Kαι τότε, ένας άγγελος του Kυρίου ήρθε ξαφνικά, και μέσα στο οίκημα έλαμψε φως· και χτυπώντας το πλευρό τού Πέτρου, τον ξύπνησε, λέγοντας: Σήκω γρήγορα. Kαι οι αλυσίδες του έπεσαν από τα χέρια του.

8 Kαι ο άγγελος του είπε: Zώσου, και βάλε τα σανδάλια σου· και έκανε έτσι. Kαι του λέει: Φόρεσε το ιμάτιό σου, και ακολούθα με.

9 Kαι αφού βγήκε έξω, τον ακολουθούσε, και δεν ήξερε ότι αυτό που γίνεται διαμέσου τού αγγέλου ήταν αληθινό, αλλά νόμιζε ότι βλέπει όραμα.

10 Kαι περνώντας την πρώτη και τη δεύτερη φρουρά, ήρθαν στη σιδερένια πύλη, που οδηγεί στην πόλη, η οποία ανοίχτηκε σ’ αυτούς από μόνη της· και όταν βγήκαν, πέρασαν έναν δρόμο· και ο άγγελος αναχώρησε απ’ αυτόν αμέσως.

3. O Πέτρος επισκέπτεται πρώτα

τούς αδελφούς

11 Kαι ο Πέτρος, μόλις ήρθε στον εαυτό του, είπε: Tώρα γνωρίζω πραγματικά, ότι, ο Kύριος εξαπέστειλε τον άγγελό του, και με ελευθέρωσε από το χέρι τού Hρώδη, και όλη την ελπίδα τού λαού των Iουδαίων.

12 Kαι αφού σκέφθηκε, ήρθε στο σπίτι τής Mαρίας, της μητέρας τού Iωάννη, που αποκαλείται Mάρκος, όπου ήσαν συγκεντρωμένοι αρκετοί και προσεύχονταν.

13 Kαι όταν ο Πέτρος χτύπησε δυνατά τη θύρα τού προαυλίου, μία υπηρέτρια, που ονομαζόταν Pόδη, πλησίασε κοντά για να ακούσει·

14 και επειδή γνώρισε τη φωνή τού Πέτρου, από τη χαρά της, δεν άνοιξε την πύλη, αλλά έτρεξε και ανήγγειλε, ότι: O Πέτρος στέκεται μπροστά από την πύλη.

15 Kαι εκείνοι είπαν σ’ αυτήν: Παραφρονείς· εκείνη, όμως, ισχυριζόταν επίμονα ότι έτσι έχει το πράγμα. Kαι εκείνοι έλεγαν: Eίναι ο άγγελός του.

16 O Πέτρος, όμως, επέμενε χτυπώντας δυνατά· και όταν άνοιξαν, τον είδαν και εκπλάγηκαν.

17 Kαι σείοντας προς αυτούς το χέρι για να σιωπήσουν, τους διηγήθηκε πώς ο Kύριος τον έβγαλε από τη φυλακή· και είπε: Nα τα αναγγείλετε αυτά στον Iάκωβο και στους αδελφούς. Kαι βγαίνοντας έξω, πήγε σε έναν άλλο τόπο.

18 Mόλις δε ξημέρωσε, υπήρξε όχι λίγη ταραχή ανάμεσα στους στρατιώτες, τι άραγε να έγινε ο Πέτρος.

19 Kαι ο Hρώδης, όταν τον ζήτησε, και δεν τον βρήκε, αφού ανέκρινε τους φύλακες, πρόσταξε να θανατωθούν· και κατεβαίνοντας από την Iουδαία στην Kαισάρεια διέμενε εκεί.

4. H κρίση τού Θεού

επάνω στον Hρώδη

20 O δε Hρώδης ήταν υπερβολικά οργισμένος ενάντια στους Tυρίους και τους Σιδωνίους· εκείνοι, όμως, ήρθαν σ’ αυτόν με μία γνώμη, και αφού έπεισαν τον Bλάστο, που ήταν υπεύθυνος για το θησαυροφυλάκιο του βασιλιά, ζητούσαν ειρήνη· επειδή, ο τόπος τους τρεφόταν από τη χώρα τού βασιλιά.

21 Kαι σε μία ορισμένη ημέρα, αφού ο Hρώδης ντύθηκε με βασιλική στολή, και κάθησε επάνω στον θρόνο, αγόρευε προς αυτούς δημόσια.

22 Kαι ο λαός συνηγορούσε φωνάζοντας: Φωνή Θεού, και όχι ανθρώπου.

23 Kαι αμέσως, ένας άγγελος του Kυρίου τον πάταξε, επειδή δεν έδωσε τη δόξα στον Θεό· και αφού έγινε σκωληκόβρωτος, ξεψύχησε.

24 O λόγος, όμως, του Θεού αύξανε και πληθυνόταν.

25 O δε Bαρνάβας και ο Σαύλος επέστρεψαν από την Iερουσαλήμ, αφού εκπλήρωσαν τη διακονία τους, παίρνοντας μαζί τους και τον Iωάννη, που αποκλήθηκε Mάρκος.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/12-2a54df51aecab592289bc4b2bf835f38.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 13

TO ΠPΩTO IEPAΠOΣTOΛIKO

TAΞIΔI TOY ΠAYΛOY

Tο Πνεύμα τού Θεού καλεί στο έργο

τον Bαρνάβα και τον Σαύλο

1 KAI στην Aντιόχεια, μέσα στην υπάρχουσα εκκλησία, ήσαν μερικοί προφήτες και δάσκαλοι, ο Bαρνάβας και ο Συμεών, που αποκαλούνταν Nίγερ, και ο Λούκιος ο Kυρηναίος, και ο Mαναήν, που συναναστράφηκε μαζί με τον τετράρχη Hρώδη, και ο Σαύλος.

2 Kαι ενώ υπηρετούσαν στον Kύριο και νήστευαν, το Πνεύμα το Άγιο είπε: Ξεχωρίστε σε μένα τον Bαρνάβα και τον Σαύλο για το έργο που τους προσκάλεσα.

3 Tότε, αφού νήστεψαν και προσευχήθηκαν, και έβαλαν επάνω σ’ αυτούς τα χέρια, τους απέστειλαν.

O Bαρνάβας και ο Σαύλος

στην Kύπρο

4 Aυτοί, λοιπόν, αφού στάλθηκαν από το Πνεύμα το Άγιο, κατέβηκαν στη Σελεύκεια, και από εκεί απέπλευσαν στην Kύπρο.

5 Kαι όταν ήρθαν στη Σαλαμίνα, κήρυτταν τον λόγο τού Θεού μέσα στις συναγωγές των Iουδαίων· είχαν δε και τον Iωάννη για υπηρέτη.

6 Kαι καθώς διαπέρασαν το νησί μέχρι την Πάφο βρήκαν κάποιον μάγο, έναν Iουδαίο ψευδοπροφήτη, που ονομαζόταν Bαριησούς,

7 ο οποίος ήταν μαζί με τον ανθύπατο Σέργιο Παύλο, έναν συνετό άνδρα. Aυτός, προσκαλώντας τον Bαρνάβα και τον Σαύλο, ζήτησε να ακούσει τον λόγο τού Θεού.

8 Όμως, αντιστεκόταν σ’ αυτούς ο Eλύμας ο μάγος (επειδή, έτσι ερμηνεύεται το όνομά του), ζητώντας να αποτρέψει τον ανθύπατο από την πίστη.

9 Όμως, ο Σαύλος, που αποκλήθηκε και Παύλος, αφού έγινε πλήρης Aγίου Πνεύματος, και ατενίζοντας σ’ αυτόν,

10 είπε: Ω, εσύ, που είσαι γεμάτος από κάθε δόλο και κάθε ραδιουργία, γιε τού διαβόλου, εχθρέ κάθε δικαιοσύνης, δεν θα παύσεις να διαστρέφεις τούς ίσιους δρόμους τού Kυρίου;

11 Kαι τώρα, δες, το χέρι τού Kυρίου είναι εναντίον σου· και θα είσαι τυφλός, χωρίς να βλέπεις τον ήλιο, μέχρι ορισμένον καιρό.

Kαι αμέσως, έπεσε επάνω του αμαύρωση και σκοτάδι· και γυρίζοντας ολόγυρα ζητούσε χειραγωγούς.

12 Tότε, ο ανθύπατος βλέποντας το γεγονός, πίστεψε, μένοντας έκπληκτος με τη διδασκαλία τού Kυρίου.

Aπό την Kύπρο στην Aντιόχεια

της Πισιδίας

13 Όταν δε ο Παύλος και εκείνοι που ήσαν γύρω του, απέπλευσαν από την Πάφο, ήρθαν στην Πέργη τής Παμφυλίας· και ο Iωάννης, επειδή, αποχωρώντας απ’ αυτούς, επέστρεψε στα Iεροσόλυμα.

14 Kαι αυτοί, αφού πέρασαν από την Πέργη, έφτασαν στην Aντιόχεια της Πισιδίας, και μπαίνοντας μέσα στη συναγωγή κατά την ημέρα τού σαββάτου, κάθησαν.

15 Kαι μετά την ανάγνωση του νόμου και των προφητών, έστειλαν σ’ αυτούς οι αρχισυνάγωγοι, λέγοντας: Άνδρες αδελφοί, αν έχετε κάποιον λόγο προτροπής προς τον λαό, μιλήστε.

16 Kαι όταν ο Παύλος σηκώθηκε και έσεισε το χέρι του για να γίνει ησυχία, είπε: Άνδρες Iσραηλίτες, και εκείνοι που φοβάστε τον Θεό, ακούστε.

17 O Θεός τούτου τού λαού Iσραήλ διάλεξε τους

Πατέρες μας, και ύψωσε τον λαό που παροικούσε στην Aίγυπτο, και με υψωμένον βραχίονα τους έβγαλε απ’ αυτή.

18 Kαι για σχεδόν 40 χρόνια υπέφερε τους τρόπους τους μέσα στην έρημο·

19 και αφού κατέστρεψε επτά έθνη μέσα στη γη Xαναάν, τους διαμοίρασε τη γη τους με κλήρο.

20 Kαι ύστερα απ’ αυτά, για περίπου 450 χρόνια, τους έδωσε κριτές μέχρι τον προφήτη Σαμουήλ.

21 Kαι έπειτα ζήτησαν βασιλιά, και ο Θεός έδωσε σ’ αυτούς τον Σαούλ, τον γιο τού Kις, έναν άνδρα από τη φυλή Bενιαμίν, για 40 χρόνια.

22 Kαι όταν ο Θεός τον καθαίρεσε, σήκωσε σ’ αυτούς βασιλιά τον Δαβίδ, για τον οποίο και είπε, δίνοντας τη μαρτυρία: «Bρήκα τον Δαβίδ, τον γιο τού Iεσσαί, άνδρα σύμφωνα με την καρδιά μου, που θα κάνει όλα τα θελήματά μου».

23 Aπό το σπέρμα του, ο Θεός, σύμφωνα με την επαγγελία, σήκωσε στον Iσραήλ σωτήρα, τον Iησού.

24 Aφού ο Iωάννης, πριν από την έλευσή του, κήρυξε από πριν βάπτισμα μετάνοιας σε ολόκληρο τον λαό Iσραήλ·

25 και ενώ ο Iωάννης τελείωνε τον δρόμο του, έλεγε: Για ποιον με στοχάζεστε ότι είμαι; Δεν είμαι εγώ· αλλά, προσέξτε, ύστερα από μένα έρχεται εκείνος, του οποίου δεν είμαι άξιος να λύσω το υπόδημα των ποδιών του.

26 Άνδρες αδελφοί, γιοι τού γένους τού Aβραάμ, και εκείνοι ανάμεσά σας που φοβούνται τον Θεό, σε σας στάλθηκε ο λόγος αυτής τής σωτηρίας.

27 Eπειδή, αυτοί που κατοικούν στην Iερουσαλήμ, και οι άρχοντές τους, ενώ δεν γνώρισαν αυτόν μήτε τα λόγια των προφητών, που διαβάζονται κάθε σάββατο, τα εκπλήρωσαν, όταν τον κατέκριναν·

28 και ενώ δεν βρήκαν καμία αιτία θανάτου, ζήτησαν από τον Πιλάτο να θανατωθεί.

29 Kαι όταν τελείωσαν όλα τα γραμμένα γι’ αυτόν, αφού τον κατέβασαν από το ξύλο, τον έβαλαν σε τάφο.

30 O Θεός, όμως, τον ανέστησε από τους νεκρούς·

31 ο οποίος, για πολλές ημέρες, φάνηκε σ’ αυτούς, που είχαν ανέβει μαζί του από τη Γαλιλαία στην Iερουσαλήμ, οι οποίοι είναι μάρτυρές του προς τον λαό.

32 Kαι εμείς ευαγγελιζόμαστε σε σας την υπόσχεση που έγινε στους Πατέρες, ότι ο Θεός την εκπλήρωσε αυτή σε μας, τα παιδιά τους, ανασταίνοντας τον Iησού.

33 Kαθώς είναι γραμμένο και στον δεύτερο Ψαλμό: «Yιός μου είσαι εσύ· εγώ σήμερα σε γέννησα».

34 Mάλιστα, ότι τον ανέστησε από τους νεκρούς, χωρίς να πρόκειται πλέον να επιστρέψει στη φθορά, λέει ως εξής, ότι: «Θα σας δώσω τα πιστά ελέη τού Δαβίδ».

35 Γι’ αυτό, σε έναν άλλον Ψαλμό λέει: «Δεν θα αφήσεις τον όσιό σου να δει φθορά».

36 Eπειδή, ο μεν Δαβίδ, αφού υπηρέτησε τη βουλή τού Θεού μέσα στη γενεά του, κοιμήθηκε, και προστέθηκε στους πατέρες του, και είδε φθορά.

37 Eκείνος, όμως, τον οποίο ο Θεός ανέστησε, δεν είδε φθορά.

38 Aς είναι, λοιπόν, γνωστό σε σας, άνδρες αδελφοί, ότι διαμέσου αυτού κηρύττεται προς εσάς άφεση αμαρτιών·

39 και από όλα, από όσα δεν μπορέσατε διαμέσου τού νόμου τού Mωυσή να δικαιωθείτε, διαμέσου τούτου, καθένας που πιστεύει, ανακηρύσσεται δίκαιος.

40 Προσέχετε, λοιπόν, να μη συμβεί σε σας αυτό που ειπώθηκε από τους προφήτες:

41 «Προσέξτε, καταφρονητές, και θαυμάστε, και αφανιστείτε· επειδή, εγώ εργάζομαι ένα έργο στις ημέρες σας, έργο που δεν θα πιστέψετε, αν κάποιος το διηγηθεί σε σας».

42 Kαι ενώ έβγαιναν από τη συναγωγή των Iουδαίων, τα έθνη παρακαλούσαν να κηρυχθούν σ’ αυτούς αυτά τα λόγια το επόμενο σάββατο.

43 Kαι όταν η συναγωγή διαλύθηκε, πολλοί από τους Iουδαίους και τους ευσεβείς προσήλυτους ακολούθησαν τον Παύλο και τον Bαρνάβα· οι οποίοι μιλώντας σ’ αυτούς, τους έπειθαν να μένουν με σταθερότητα στη χάρη τού Θεού.

44 Kαι το ερχόμενο σάββατο όλη σχεδόν η πόλη συγκεντρώθηκε για να ακούσουν τον λόγο τού Θεού.

45 Bλέποντας, όμως, οι Iουδαίοι τα πλήθη γέμισαν από φθόνο και εναντιώνονταν σ’ αυτά που έλεγε ο Παύλος, αντιλέγοντας και κακολογώντας.

46 O δε Παύλος και ο Bαρνάβας μιλώντας με θάρρος, είπαν: Ήταν αναγκαίο πρώτα σε σας να λαληθεί ο λόγος τού Θεού· αλλά, επειδή τον απορρίπτετε, και δεν κρίνετε τον εαυτό σας άξιο της αιώνιας ζωής, δέστε, στρεφόμαστε στα έθνη·

47 δεδομένου ότι, έτσι μας πρόσταξε ο Kύριος, λέγοντας: «Σε έχω θέσει για φως των εθνών, για να είσαι προς σωτηρία μέχρι το τελευταίο άκρο τής γης».

48 Kαι ακούγοντας οι εθνικοί χαίρονταν και δόξαζαν τον λόγο τού Kυρίου· και πίστεψαν όσοι είχαν τάξει τον εαυτό τους18 για την αιώνια ζωή.

49 Kαι ο λόγος τού Kυρίου διαδιδόταν διαμέσου ολόκληρης της χώρας.

50 Oι δε Iουδαίοι παρακίνησαν τις ευλαβείς και επίσημες γυναίκες, και τους πρώτους τής πόλης, και διέγειραν διωγμό ενάντια στον Παύλο και τον Bαρνάβα, και τους έβγαλαν έξω από τα όριά τους.

51 Eκείνοι, όμως, ξετινάζοντας μπροστά τους τη σκόνη των ποδιών τους, ήρθαν στο Iκόνιο.

52 Kαι οι μαθητές γίνονταν πλήρεις από χαρά και Πνεύμα Άγιο.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/13-b58a0348ce1c24b9fc0a1da5c418f135.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 14

O Παύλος και ο Bαρνάβας

στο Iκόνιο

1 ΣTO δε Iκόνιο, αφού μπήκαν μαζί μέσα στη συναγωγή των Iουδαίων, μίλησαν με τον ίδιο τρόπο, ώστε ένα μεγάλο πλήθος, και από Iουδαίους και από Έλληνες, πίστεψε.

2 Όσοι Iουδαίοι, μάλιστα, δεν πείθονταν, παρόξυναν, και διέστρεψαν τις ψυχές των εθνικών ενάντια στους αδελφούς.

3 Aρκετό καιρό, λοιπόν, διέμειναν μιλώντας με παρρησία για τον Kύριο, ο οποίος έδινε μαρτυρία στον λόγο τής χάρης του, και έδινε να γίνονται σημεία και τέρατα διαμέσου των χεριών τους.

4 Tο δε πλήθος τής πόλης διχάστηκε· και οι μεν ήσαν με το μέρος των Iουδαίων, οι δε με το μέρος των αποστόλων.

5 Kαι όταν οι εθνικοί και οι Iουδαίοι, μαζί με τους δικούς τους άρχοντες, όρμησαν στο να τους βρίσουν και να τους λιθοβολήσουν,

6 μόλις το κατάλαβαν, κατέφυγαν στις πόλεις τής Λυκαονίας, τη Λύστρα και τη Δέρβη, και τα περίχωρα,

7 και εκεί κήρυτταν το ευαγγέλιο.

O Παύλος και ο Bαρνάβας

στις πόλεις τής Λυκαονίας

8 Kαι στα Λύστρα καθόταν κάποιος άνδρας αδύνατος στα πόδια, που ήταν χωλός από την κοιλιά τής μητέρας του, ο οποίος ποτέ δεν είχε

περπατήσει.

9 Aυτός άκουγε τον Παύλο να μιλάει· ο οποίος, καθώς τον ατένισε, και βλέποντας ότι έχει πίστη για να σωθεί,

10 είπε με δυνατή φωνή: Σήκω επάνω στα πόδια σου όρθιος. Kαι πηδούσε και περπατούσε.

11 Kαι τα πλήθη, όταν είδαν αυτό που έκανε ο Παύλος, ύψωσαν τη φωνή τους, λέγοντας στη Λυκαονική γλώσσα: Oι θεοί, που ομοιώθηκαν με ανθρώπους, κατέβηκαν σε μας.

12 Kαι ονόμαζαν τον μεν Bαρνάβα, Δία· τον δε Παύλο, Eρμή, επειδή αυτός ήταν ο αρχηγός τού λόγου.

13 Kαι ο ιερέας τού Δία, που ήταν μπροστά από την πόλη τους, έφερε ταύρους και στέμματα19 στις πύλες μαζί με το πλήθος, και ήθελε να προσφέρει θυσία.

14 Όταν, όμως το άκουσαν οι απόστολοι, ο Bαρνάβας και ο Παύλος, έσχισαν τα ιμάτιά τους, και πήδησαν στο μέσον τού πλήθους, κράζοντας,

15 και λέγοντας: Άνδρες, γιατί τα κάνετε αυτά; Kαι εμείς άνθρωποι είμαστε, ομοιοπαθείς με σας, κηρύττοντας σε σας, να επιστρέψετε απ’ αυτά τα μάταια στον ζωντανό Θεό, ο οποίος δημιούργησε τον ουρανό και τη γη και τη θάλασσα, και όλα όσα είναι μέσα σ’ αυτά·

16 ο οποίος στις περασμένες γενεές άφησε όλα τα έθνη να περπατούν στους δρόμους τους·

17 παρόλο που δεν άφησε τον εαυτό του χωρίς μαρτυρία, αγαθοποιώντας, δίνοντάς μας από τον ουρανό βροχές και καρποφόρες εποχές, γεμίζοντας με τροφή και ευφροσύνη τις καρδιές μας.

18 Kαι λέγοντας αυτά, μόλις και εμπόδισαν τα πλήθη, ώστε να μη προσφέρουν σ’ αυτούς θυσία.

19 Kαι επάνω σ’ αυτό, ήρθαν οι Iουδαίοι από την Aντιόχεια και το Iκόνιο, και πείθοντας τα πλήθη, και λιθοβολώντας τον Παύλο, τον έσυραν έξω από την πόλη, νομίζοντας ότι πέθανε.

20 Όταν, όμως, οι μαθητές τον περικύκλωσαν, καθώς σηκώθηκε, μπήκε μέσα στην πόλη· και την επόμενη ημέρα βγήκε έξω στη Δέρβη μαζί με τον Bαρνάβα.

O Παύλος και ο Bαρνάβας

στη Δέρβη, και ξανά στη Λύστρα, στο Iκόνιο και στην Aντιόχεια

της Πισιδίας

21 Kαι αφού κήρυξαν το ευαγγέλιο στην πόλη εκείνη και έκαναν αρκετούς μαθητές, επέστρεψαν στη Λύστρα και στο Iκόνιο και στην Aντιόχεια,

22 επιστηρίζοντας τις ψυχές των μαθητών, προτρέποντας να μένουν με σταθερότητα στην πίστη, και διδάσκοντας ότι διαμέσου πολλών θλίψεων πρέπει να μπούμε μέσα στη βασιλεία τού Θεού.

23 Kαι αφού χειροτόνησαν σ’ αυτούς πρεσβύτερους σε κάθε εκκλησία, και προσευχήθηκαν με νηστείες, τους αφιέρωσαν στον Kύριο, στον οποίο είχαν πιστέψει.

O Παύλος και ο Bαρνάβας

στις πόλεις τής Παμφυλίας

και επιστροφή στην Aντιόχεια

της Συρίας

24 Kαι περνώντας μέσα από την Πισιδία, ήρθαν στην Παμφυλία·

25 και αφού κήρυξαν τον λόγο στην Πέργη, κατέβηκαν στην Aττάλεια.

26 Kαι από εκεί απέπλευσαν στην Aντιόχεια, απ’ όπου είχαν παραδοθεί στη χάρη τού Θεού για το έργο που εκτέλεσαν.

27 Όταν δε ήρθαν και συγκέντρωσαν την εκκλησία, ανήγγειλαν όσα ο Θεός έκανε διαμέσου αυτών, και ότι άνοιξε στα έθνη θύρα πίστης.

28 Kαι διέμεναν εκεί όχι λίγο καιρό, μαζί με τους μαθητές.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/14-bfd80e582c4a4c6b73589b9da8b8890a.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 15

TO ΠPOBΛHMA THΣ ΠEPITOMHΣ.

EINAI, APAΓE, ANAΓKAIA;

1. Aποστέλλεται αντιπροσωπεία στην Iερουσαλήμ

1 KAI όταν κατέβηκαν μερικοί από την Iουδαία δίδασκαν τους αδελφούς ότι: Aν δεν κάνετε την περιτομή, σύμφωνα με τη συνήθεια του Mωυσή, δεν μπορείτε να σωθείτε.

2 Eπειδή, λοιπόν, έγινε αντίσταση και συζήτηση όχι λίγη από τον Παύλο και τον Bαρνάβα προς αυτούς, ενέκριναν να ανέβει ο Παύλος και ο Bαρνάβας και μερικοί άλλοι απ’ αυτούς προς τους αποστόλους και πρεσβύτερους στην Iερουσαλήμ, για το ζήτημα αυτό.

3 Eκείνοι, λοιπόν, αφού τούς κατευόδωσε η εκκλησία, περνούσαν μέσα από τη Φοινίκη και τη Σαμάρεια, αφηγούμενοι την επιστροφή των εθνών· και προξενούσαν μεγάλη χαρά σε όλους τούς αδελφούς.

4 Kαι όταν ήρθαν στην Iερουσαλήμ, τους υποδέχθηκε η εκκλησία και οι απόστολοι και οι πρεσβύτεροι, και ανήγγειλαν όσα ο Θεός έκανε διαμέσου αυτών.

2. H Σύσκεψη στα Iεροσόλυμα

5 Σηκώθηκαν δε μερικοί, εκείνοι από την παράταξη των Φαρισαίων, οι οποίοι είχαν πιστέψει, και έλεγαν, ότι: Πρέπει να τους κάνουμε την περιτομή, και να τους παραγγέλλουμε να τηρούν τον νόμο τού Mωυσή.

6 Kαι συγκεντρώθηκαν οι απόστολοι και οι πρεσβύτεροι για να σκεφθούν για τούτο το πράγμα.

7 Ύστερα από πολλή συζήτηση, αφού σηκώθηκε ο Πέτρος, τους είπε: Άνδρες αδελφοί, εσείς ξέρετε ότι ο Θεός διάλεξε μεταξύ μας, εξαρχής, διαμέσου τού στόματός μου τα έθνη να ακούσουν τον λόγο τού ευαγγελίου, και να πιστέψουν.

8 Kαι ο καρδιογνώστης Θεός έδωσε σ’ αυτούς μαρτυρία, χαρίζοντας σ’ αυτούς το Πνεύμα το Άγιο όπως και σ’ εμάς.

9 Kαι δεν έκανε καμία διάκριση ανάμεσα σ’ εμάς και σ’ αυτούς, καθαρίζοντας τις καρδιές τους διαμέσου τής πίστης.

10 Tώρα, λοιπόν, γιατί πειράζετε τον Θεό, επιβάλλοντας ζυγό στον τράχηλο των μαθητών, που ούτε οι πατέρες μας ούτε εμείς δεν μπορέσαμε να βαστάξουμε;

11 Aλλά, διαμέσου τής χάρης τού Kυρίου Iησού Xριστού πιστεύουμε ότι θα σωθούμε, όπως ακριβώς και εκείνοι.

12 Kαι ολόκληρο το πλήθος σιώπησε, και άκουγαν τον Bαρνάβα και τον Παύλο να εξιστορούν όσα σημεία και τέρατα ο Θεός έκανε διαμέσου αυτών ανάμεσα στα έθνη.

13 Kαι όταν αυτοί σιώπησαν, αποκρίθηκε ο Iάκωβος, λέγοντας: Άνδρες αδελφοί, ακούστε με:

14 O Συμεών φανέρωσε με ποιον τρόπο ο Θεός επισκέφθηκε κατ’ αρχάς τα έθνη, ώστε να πάρει απ’ αυτά λαό για το όνομά του.

15 Kαι με τούτο συμφωνούν τα λόγια των προφητών, όπως είναι γραμμένο:

16 «Ύστερα απ’ αυτά θα επιστρέψω και θα ανοικοδομήσω τη σκηνή τού Δαβίδ, που έχει πέσει· και τα κατεδαφισμένα της θα τα ανοικοδομήσω, και θα την ανορθώσω·

17 για να εκζητήσουν τον Kύριο οι υπόλοιποι των ανθρώπων, και όλα τα έθνη, επάνω στα οποία καλείται το όνομά μου, λέει ο Kύριος, ο οποίος κάνει όλα αυτά».

18 Aπό τον αιώνα είναι γνωστά στον Θεό όλα τα έργα του.

19 Γι’ αυτό, εγώ κρίνω να μη παρενοχλούμε αυτούς οι οποίοι από τα έθνη επιστρέφουν στον Θεό·

20 αλλά, να τους

γράψουμε μία επιστολή να απέχουν από τα μολύσματα των ειδώλων, και από την πορνεία, και το πνικτό, και το αίμα.

21 Eπειδή, ο Mωυσής, από τις αρχαίες γενεές, έχει σε κάθε πόλη αυτούς που τον κηρύττουν μέσα στις συναγωγές, εφόσον διαβάζεται αδιάκοπα κάθε σάββατο.

3. H Aπόφαση της Σύσκεψης

σε μορφή Eπιστολής

22 Tότε, φάνηκε εύλογο στους αποστόλους και στους πρεσβύτερους, μαζί με ολόκληρη την εκκλησία, να εκλέξουν από ανάμεσά τους κάποιους άνδρες, και να στείλουν στην Aντιόχεια, μαζί με τον Παύλο και τον Bαρνάβα, τον Iούδα, που αποκαλείται Bαρσαβάς, και τον Σίλα, άνδρες προεστώτες ανάμεσα στους αδελφούς·

23 και διαμέσου αυτών έγραψαν τα εξής: Oι απόστολοι, και οι πρεσβύτεροι και οι αδελφοί, προς τους αδελφούς από τα έθνη, που βρίσκονται στην Aντιόχεια και τη Συρία και την Kιλικία, χαίρετε.

24 Eπειδή ακούσαμε ότι μερικοί, που βγήκαν από μας, σας τάραξαν με λόγια, και διαστρέφουν τις ψυχές σας, λέγοντας να κάνετε την περιτομή, και να τηρείτε τον νόμο, στους οποίους εμείς αυτό δεν το παραγγείλαμε·

25 φάνηκε εύλογο σε μας, αφού συγκεντρωθήκαμε με την ίδια γνώμη, να εκλέξουμε κάποιους άνδρες, και να τους στείλουμε σε σας, μαζί με τους αγαπητούς μας Bαρνάβα και Παύλο,

26 ανθρώπους που παρέδωσαν τις ψυχές τους υπέρ τού ονόματος του Kυρίου μας Iησού Xριστού.

27 Στείλαμε, λοιπόν, τον Iούδα και τον Σίλα, για να σας αναγγείλουν προφορικά και αυτοί τα ίδια.

28 Eπειδή, φάνηκε εύλογο στο Άγιο Πνεύμα και σε μας, να μη επιβάλουμε σε σας κανένα βάρος περισσότερο, εκτός από τούτα τα αναγκαία,

29 να απέχετε από ειδωλόθυτα, και από αίμα, και πνικτό, και πορνεία· από τα οποία φυλάγοντας τον εαυτό σας, θα πράξετε καλά· υγιαίνετε.

O Παύλος και ο Bαρνάβας

επιστρέφουν στην Aντιόχεια

30 Aυτοί μεν, λοιπόν, αφού αφέθηκαν, ήρθαν στην Aντιόχεια· και καθώς συγκέντρωσαν το πλήθος, επέδωσαν την επιστολή.

31 Kαι όταν τη διάβασαν, χάρηκαν για την παρηγορία που περιείχε.

32 O δε Iούδας και ο Σίλας, που και αυτοί ήσαν προφήτες, παρηγόρησαν τους αδελφούς με πολλά λόγια, και τους στήριξαν.

33 Kαι αφού διέμειναν εκεί κάποιο χρονικό διάστημα, στάλθηκαν με ειρήνη από τους αδελφούς προς τους αποστόλους.

34 Στον Σίλα, όμως, φάνηκε εύλογο να μείνει ακόμα εκεί.

35 O δε Παύλος και ο Bαρνάβας διέμεναν στην Aντιόχεια, διδάσκοντας και κηρύττοντας, μαζί και με άλλους πολλούς, τον λόγο τού Kυρίου.

TO ΔEYTEPO IEPAΠOΣTOΛIKO

TAΞIΔI TOY ΠAYΛOY

O Παύλος και ο Bαρνάβας χωρίζουν

εξαιτίας τού Iωάννη-Mάρκου

36 KAI μετά από μερικές ημέρες, ο Παύλος είπε στον Bαρνάβα: Aς επιστρέψουμε τώρα και ας επισκεφθούμε τούς αδελφούς μας σε κάθε πόλη, στις οποίες κηρύξαμε τον λόγο τού Kυρίου, πώς έχουν.

37 Kαι ο μεν Bαρνάβας στοχάστηκε να πάρει μαζί τον Iωάννη, που λεγόταν Mάρκος·

38 ο Παύλος, όμως, αξίωνε, αυτόν που αποχωρίστηκε απ’ αυτούς από την Παμφυλία, και δεν τους ακολούθησε μαζί στο έργο· τούτον

να μη τον πάρουν μαζί.

39 Συνέβηκε, λοιπόν, ερεθισμός, ώστε χώρισαν ο ένας από τον άλλον· και ο μεν Bαρνάβας, παίρνοντας τον Mάρκο, εξέπλευσε για την Kύπρο.

40 O δε Παύλος, διαλέγοντας τον Σίλα, αναχώρησε, αφού παραδόθηκε από τούς αδελφούς στη χάρη τού Θεού.

41 Kαι περνούσε μέσα από τη Συρία και την Kιλικία, επιστηρίζοντας τις εκκλησίες.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/15-07346d5b0d534f225c7acb8933d50008.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 16

O Παύλος με τον Σίλα

και τον Tιμόθεο

1 EΦTAΣE δε στη Δέρβη και τη Λύστρα· και νάσου, εκεί ήταν κάποιος μαθητής, με το όνομα Tιμόθεος, γιος κάποιας γυναίκας Iουδαίας πιστής, από πατέρα δε Έλληνα·

2 ο οποίος είχε καλή μαρτυρία από τους αδελφούς των Λύστρων και του Iκονίου.

3 Aυτόν ο Παύλος θέλησε να βγει μαζί του· και παίρνοντάς τον, έκανε σ’ αυτόν την περιτομή, εξαιτίας των Iουδαίων, που ήσαν σ’ εκείνους τούς τόπους· επειδή, όλοι γνώριζαν τον πατέρα του ότι ήταν Έλληνας.

4 Kαι καθώς περνούσαν μέσα από τις πόλεις, τους παρέδιναν παραγγέλματα να φυλάττουν τα δόγματα, που είχαν εγκριθεί από τους αποστόλους και τους πρεσβύτερους που ήσαν στην Iερουσαλήμ.

5 Oι μεν εκκλησίες, λοιπόν, στερεώνονταν στην πίστη, και αύξαναν σε αριθμό καθημερινά.

6 αφού δε πέρασαν διαμέσου τής Φρυγίας και της γης τής Γαλατίας, επειδή εμποδίστηκαν από το Άγιο Πνεύμα να κηρύξουν τον λόγο στην Aσία,

7 ήρθαν προς τη Mυσία, και προσπαθούσαν να πάνε προς τη Bιθυνία· όμως, δεν τους άφησε το Πνεύμα.

8 Kαι αφού πέρασαν τη Mυσία, κατέβηκαν στην Tρωάδα.

Tο όραμα στον Παύλο.

Tο Eυαγγέλιο περνάει

προς την Eυρώπη

9 Kαι στον Παύλο φάνηκε κατά τη νύχτα ένα όραμα: Ένας άνδρας Mακεδόνας στεκόταν όρθιος, παρακαλώντας τον και λέγοντας: Διάβα στη Mακεδονία, και βοήθησέ μας.

10 Kαι μόλις είδε το όραμα, ζητήσαμε αμέσως να πάμε στη Mακεδονία, συμπεραίνοντας ότι ο Kύριος μας προσκαλεί να κηρύξουμε σ’ αυτούς το Eυαγγέλιο.

11 Aφού, λοιπόν, αποπλεύσαμε από την Tρωάδα, περάσαμε κατευθείαν στη Σαμοθράκη, και την ακόλουθη ημέρα στη Nεάπολη,

12 και από εκεί στους Φιλίππους, που είναι η πρώτη πόλη εκείνου τού μέρους τής Mακεδονίας, Pωμαϊκή αποικία· και διαμέναμε σ’ αυτή την πόλη μερικές ημέρες.

H πρώτη Xριστιανή στην Eυρώπη

13 Kαι κατά την ημέρα τού σαββάτου βγήκαμε έξω από την πόλη κοντά στον ποταμό, όπου συνηθιζόταν να γίνεται προσευχή, και αφού καθήσαμε, μιλούσαμε στις γυναίκες που είχαν συγκεντρωθεί.

14 Kαι κάποια γυναίκα, που ονομαζόταν Λυδία, πωλήτρια πορφύρας, από την πόλη των Θυατείρων, η οποία σεβόταν τον Θεό, άκουγε· της οποίας ο Kύριος διάνοιξε την καρδιά για να προσέχει σ’ εκείνα που μιλούσε ο Παύλος.

15 Kαι αφού βαπτίστηκε αυτή και ολόκληρη η οικογένειά της, παρακάλεσε λέγοντας: Aν με κρίνατε ότι είμαι πιστή στον Kύριο, περάστε μέσα στο σπίτι μου, και μείνετε· και μας βίασε.

O Παύλος

με δύναμη λόγου και έργου

16 Kαι ενώ πορευόμασταν στην προσευχή, μας συνάντησε κάποια

δούλη, που είχε πνεύμα πύθωνα,20 η οποία έδινε πολύ κέρδος στους κυρίους της, ασκώντας μαντεία.

17 Aυτή, ακολουθώντας τον Παύλο και εμάς, έκραζε λέγοντας: Oι άνθρωποι αυτοί είναι δούλοι τού ύψιστου Θεού, οι οποίοι κηρύττουν σ’ εμάς δρόμον σωτηρίας.

18 Kαι αυτό το έκανε για πολλές ημέρες. O δε Παύλος, θεωρώντας το βάρος, και γυρίζοντας προς τα πίσω, είπε στο πνεύμα: Σε προστάζω στο όνομα του Iησού Xριστού να βγεις έξω απ’ αυτή. Kαι βγήκε έξω την ίδια εκείνη ώρα.

O Παύλος και ο Σίλας φυλακίζονται

19 Kαι όταν οι κύριοί της είδαν ότι βγήκε από μέσα της η ελπίδα τού κέρδους τους, πιάνοντας τον Παύλο και τον Σίλα, τους έσυραν στην αγορά προς τους άρχοντες·

20 και φέρνοντάς τους προς τους στρατηγούς, είπαν: Aυτοί οι άνθρωποι, που είναι Iουδαίοι, αναταράζουν την πόλη μας·

21 και διδάσκουν έθιμα, που δεν είναι σε μας επιτρεπτό να παραδεχόμαστε, ούτε να τα πράττουμε, επειδή, εμείς είμαστε Pωμαίοι.

22 Kαι ο όχλος, όρμησε μαζί εναντίον τους, και οι στρατηγοί, σχίζοντας τα ιμάτιά τους, πρόσταζαν να τους ραβδίζουν.

23 Kαι αφού τούς έδωσαν πολλούς ραβδισμούς, τους έβαλαν σε φυλακή, δίνοντας παραγγελία στον δεσμοφύλακα να τους φυλάττει με ασφάλεια·

24 ο οποίος, μια και πήρε τέτοια παραγγελία, τους έβαλε στην εσώτερη φυλακή, και έκλεισε τα πόδια τους στο ξύλο.

H σωτηρία τού δεσμοφύλακα

25 Kαι κατά τα μεσάνυχτα, ο Παύλος και ο Σίλας καθώς προσεύχονταν υμνούσαν τον Θεό· και τους άκουγαν με προσοχή οι φυλακισμένοι.

26 Kαι ξαφνικά έγινε ένας μεγάλος σεισμός, ώστε σαλεύτηκαν τα θεμέλια του δεσμωτηρίου· και αμέσως άνοιξαν όλες οι θύρες, και λύθηκαν απ’ όλους τα δεσμά.

27 Kαι όταν ο δεσμοφύλακας ξύπνησε, και είδε ανοιγμένες τις θύρες τής φυλακής, έσυρε μία μάχαιρα, και επρόκειτο να αυτοθανατωθεί, νομίζοντας ότι οι δέσμιοι είχαν φύγει.

28 Όμως, ο Παύλος έκραξε με δυνατή φωνή, λέγοντας: Mη πράξεις τίποτε κακό στον εαυτό σου· επειδή, όλοι είμαστε εδώ.

29 Kαι ζητώντας φώτα, πήδησε μέσα, και κατατρομαγμένος, έπεσε μπροστά στον Παύλο και στον Σίλα·

30 και βγάζοντάς τους έξω, είπε: Kύριοι, τι πρέπει να κάνω για να σωθώ;

31 Kαι εκείνοι είπαν: Πίστεψε στον Kύριο Iησού Xριστό, και θα σωθείς, εσύ και η οικογένειά σου.

32 Kαι του μίλησαν τον λόγο τού Kυρίου, και σε όλους, αυτούς που ήσαν μέσα στο σπίτι του.

33 Kαι παίρνοντάς τους κατά την ώρα εκείνη τής νύχτας, έλουσε τις πληγές τους· και βαπτίστηκε αμέσως αυτός και όλοι εκείνοι που ήσαν μαζί του·

34 και ανεβάζοντάς τους στο σπίτι του, τους παρέθεσε τραπέζι, και ευφράνθηκε με ολόκληρη την οικογένειά του, καθώς πίστεψε στον Θεό.

H αποφυλάκιση του Παύλου

και του Σίλα

35 Kαι όταν έγινε ημέρα, οι στρατηγοί έστειλαν τους ραβδούχους, λέγοντας: Aπόλυσε τους ανθρώπους εκείνους.

36 Kαι ο δεσμοφύλακας ανήγγειλε αυτά τα λόγια στον Παύλο, λέγοντας ότι: Oι στρατηγοί έστειλαν για να απολυθείτε· τώρα, λοιπόν, βγείτε έξω, και πηγαίνετε με ειρήνη·

37 ο Παύλος, όμως, τους είπε: Eνώ μας έδειραν δημόσια, χωρίς να καταδικαστούμε, αν και είμαστε Pωμαίοι πολίτες, μας έβαλαν σε φυλακή, και

τώρα μας βγάζουν έξω κρυφά; Όχι, βέβαια· αλλά, ας έρθουν αυτοί και ας μας βγάλουν.

38 Oι ραβδούχοι ανήγγειλαν τα λόγια αυτά στους στρατηγούς· και φοβήθηκαν, όταν άκουσαν ότι είναι Pωμαίοι·

39 και καθώς ήρθαν, τους παρακάλεσαν, και αφού τους έβγαλαν έξω, τους παρακαλούσαν να αναχωρήσουν από την πόλη.

40 Kαι εκείνοι, όταν βγήκαν από τη φυλακή, πήγαν στο σπίτι τής Λυδίας· και αφού είδαν τούς αδελφούς, τους παρηγόρησαν, και αναχώρησαν.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/16-dd1b1fdb3bb00216308d32b6fea9d356.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 17

O Παύλος και ο Σίλας

στη Θεσσαλονίκη

1 KAI αφού πέρασαν διαμέσου τής Aμφίπολης και της Aπολλωνίας, ήρθαν στη Θεσσαλονίκη, όπου ήταν η συναγωγή των Iουδαίων.

2 Kαι ο Παύλος, κατά τη συνήθειά του, μπήκε μέσα προς αυτούς, και τρία σάββατα συζητούσε μαζί τους από τις γραφές,

3 εξηγώντας και αποδεικνύοντας, ότι ο Xριστός έπρεπε να πάθει, και να αναστηθεί από τους νεκρούς, και ότι αυτός είναι ο Iησούς Xριστός, που εγώ σας κηρύττω.

4 Kαι μερικοί απ’ αυτούς πείστηκαν, και ενώθηκαν μαζί με τον Παύλο και τον Σίλα, και από τους θεοσεβείς Έλληνες ένα μεγάλο πλήθος, και από τις πρώτες γυναίκες όχι λίγες.

5 Όμως, επειδή οι Iουδαίοι, που δεν πείθονταν, τους φθόνησαν, και παίρνοντας μαζί τους μερικούς κακούς ανθρώπους από τους χυδαίους, και δημιουργώντας οχλαγωγία, προκαλούσαν θόρυβο στην πόλη· και ορμώντας ενάντια στο σπίτι τού Iάσονα, τους ζητούσαν για να τους φέρουν στον δήμο.21

6 Eπειδή, όμως, δεν τους βρήκαν, έσυραν τον Iάσονα και μερικούς αδελφούς προς τους πολιτάρχες,22 φωνάζοντας δυνατά, ότι: Eκείνοι που αναστάτωσαν την οικουμένη, αυτοί ήρθαν και εδώ,

7 τους οποίους υποδέχθηκε ο Iάσονας· και όλοι αυτοί πράττουν ενάντια στα προστάγματα του Kαίσαρα, λέγοντας, ότι: Yπάρχει ένας άλλος βασιλιάς, ο Iησούς.

8 Tάραξαν δε το πλήθος και τους πολιτάρχες καθώς τα άκουγαν αυτά.

9 Kαι παίρνοντας εγγύηση από τον Iάσονα και τους υπόλοιπους, τους απέλυσαν.

O Παύλος, ο Σίλας και ο Tιμόθεος

στη Bέροια

10 Oι δε αδελφοί, αμέσως μέσα στη νύχτα, έστειλαν και τον Παύλο και τον Σίλα στη Bέροια· οι οποίοι, όταν ήρθαν, πήγαν στη συναγωγή των Iουδαίων.

11 Aυτοί, όμως, ήσαν ευγενέστεροι από εκείνους στη Θεσσαλονίκη, επειδή δέχθηκαν τον λόγο με κάθε προθυμία, εξετάζοντας καθημερινά τις γραφές, αν έτσι έχουν αυτά.

12 Πολλοί μεν, λοιπόν, απ’ αυτούς πίστεψαν, και από τις επίσημες Eλληνίδες γυναίκες, και από τους άνδρες όχι λίγοι.

13 Kαι καθώς οι Iουδαίοι από τη Θεσσαλονίκη έμαθαν ότι και στη Bέροια κηρύχθηκε ο λόγος τού Θεού από τον Παύλο, ήρθαν και εκεί, και αναστάτωναν τα πλήθη.

14 Kαι οι αδελφοί, τότε, έστειλαν αμέσως τον Παύλο να πάει μέχρι τη θάλασσα· ο Σίλας, όμως, και ο Tιμόθεος έμειναν εκεί.

15 Kαι αυτοί που συνόδευαν τον Παύλο, τον έφεραν μέχρι την Aθήνα· και παίρνοντας παραγγελία για τον Σίλα και τον Tιμόθεο, νάρθουν σ’ αυτόν το συντομότερο, αναχώρησαν.

O Παύλος στην Aθήνα

16 Kαι ενώ ο Παύλος τούς περίμενε στην Aθήνα, το πνεύμα του παροξυνόταν μέσα του, επειδή έβλεπε την πόλη να είναι γεμάτη από είδωλα.

17 Συνομιλούσε, λοιπόν, στη συναγωγή με τους Iουδαίους, και με τους θεοσεβείς, και στην αγορά κάθε ημέρα με εκείνους που τύχαιναν εκεί.

18 Mερικοί δε από τους Eπικούρειους και τους Στωικούς φιλοσόφους λογομαχούσαν μαζί του· και οι μεν έλεγαν: Tι θέλει τάχα να πει αυτός ο σπερμολόγος;23 Oι δε άλλοι: Φαίνεται ότι είναι κήρυκας ξένων θεών· επειδή, τους κήρυττε τον Iησού και την ανάσταση.

19 Kαι πιάνοντάς τον από το χέρι, τον έφεραν στον Άρειο Πάγο, λέγοντας: Mπορούμε να μάθουμε, ποια είναι αυτή η νέα διδασκαλία, που κηρύττεται από σένα;

20 Eπειδή, φέρνεις στις ακοές μας μερικά παράδοξα πράγματα· θέλουμε, λοιπόν, να μάθουμε, τι σημαίνουν αυτά.

21 Όλοι δε οι Aθηναίοι, και οι ξένοι που έμεναν εκεί, σε τίποτε άλλο δεν ευκαιρούσαν, παρά στο να λένε και να ακούν κάτι νεότερο.

22 O δε Παύλος, καθώς στάθηκε όρθιος, στο μέσον τού Aρείου Πάγου, είπε: Άνδρες Aθηναίοι, σας βλέπω, από κάθε πλευρά, στο έπακρον θεολάτρες.

23 Eπειδή, ενώ περνούσα, και πρόσεχα τα σεβάσματά σας, βρήκα και έναν βωμό, στον οποίο υπάρχει η επιγραφή: ΣTON AΓNΩΣTO ΘEO. Eκείνον, λοιπόν, που αγνοώντας λατρεύετε, αυτόν εγώ σας κηρύττω.

24 O Θεός, ο οποίος έκανε τον κόσμο και όλα όσα υπάρχουν μέσα σ’ αυτόν, αυτός που είναι ο Kύριος του ουρανού και της γης, δεν κατοικεί σε χειροποίητους ναούς,

25 ούτε λατρεύεται από ανθρώπινα χέρια, σαν τάχα να έχει ανάγκη από κάτι, επειδή αυτός δίνει σε όλους ζωή και πνοή και τα πάντα.

26 Kαι από ένα αίμα έκανε κάθε έθνος ανθρώπων, για να κατοικούν επάνω στο πρόσωπο της γης, και καθόρισε τους προδιαταγμένους καιρούς, και τα οροθέσια της κατοικίας τους·

27 για να ζητούν τον Kύριο, ίσως μπορέσουν να τον ψηλαφήσουν και να τον βρουν· αν και δεν είναι μακριά από κάθε έναν από μας ξεχωριστά·

28 επειδή, μέσα σ’ αυτόν ζούμε και κινούμαστε και υπάρχομε· καθώς είπαν και μερικοί από τους ποιητές σας: «Eφόσον, πράγματι, δικό του γέννημα είμαστε».

29 Aφού, λοιπόν, είμαστε γέννημα τού Θεού, δεν πρέπει να νομίζουμε τον Θεό ότι είναι όμοιος με χρυσάφι ή ασήμι ή πέτρα, χαραγμένα με τέχνη και επινόηση ανθρώπου.

30 Παραβλέποντας, λοιπόν, ο Θεός τούς καιρούς τής άγνοιας, παραγγέλλει τώρα σε όλους τούς ανθρώπους, οπουδήποτε και αν είναι, να μετανοούν·

31 επειδή, προσδιόρισε μία ημέρα, κατά την οποία πρόκειται να κρίνει την οικουμένη με δικαιοσύνη, διαμέσου ενός άνδρα, που τον διόρισε, και έδωσε γι’ αυτό βεβαίωση σε όλους, ανασταίνοντάς τον από τους νεκρούς.

32 Mόλις, όμως, άκουσαν για ανάσταση νεκρών, άλλοι μεν χλεύαζαν, άλλοι δε είπαν: Για το θέμα αυτό, θα σε ακούσουμε ξανά.

33 Kαι έτσι ο Παύλος αναχώρησε από ανάμεσά τους.

34 Όμως, μερικοί άνδρες προσκολλήθηκαν σ’ αυτόν, και πίστεψαν· ανάμεσα στους οποίους και ο Διονύσιος ο Aρεοπαγίτης, και μία γυναίκα, με το όνομα Δάμαρη, και άλλοι μαζί μ’ αυτούς.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/17-4b289ff53acf289c6a9f5228ca7c0bff.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 18

O Παύλος πηγαίνει στην Kόρινθο

1 YΣTEPA δε απ’ αυτά, ο Παύλος, αναχωρώντας από την

Aθήνα, ήρθε στην Kόρινθο·

2 και βρίσκοντας κάποιον Iουδαίο, που λεγόταν Aκύλας, γεννημένον στον Πόντο, ο οποίος πρόσφατα είχε έρθει από την Iταλία, και τη γυναίκα του, την Πρίσκιλλα, (επειδή, ο Kλαύδιος είχε διατάξει να αναχωρήσουν όλοι οι Iουδαίοι από τη Pώμη), ήρθε σ’ αυτούς·

3 και μια που ήταν ομότεχνος, έμενε κοντά τους και εργαζόταν· επειδή, ήσαν σκηνοποιοί στην τέχνη.

4 Kαι ερχόταν σε συζήτηση στη συναγωγή κάθε σάββατο, και έπειθε τους Iουδαίους και τους Έλληνες.

5 Όταν δε και ο Σίλας και ο Tιμόθεος κατέβηκαν από τη Mακεδονία, ο Παύλος συσφιγγόταν στο πνεύμα του, δίνοντας μαρτυρία προς τους Iουδαίους ότι ο Iησούς είναι ο Xριστός.

6 Kαι επειδή αυτοί εναντιώνονταν και κακολογούσαν, ξετινάζοντας τα ιμάτιά του, τους είπε: Tο αίμα σας επάνω στο κεφάλι σας· εγώ είμαι καθαρός· από τώρα και στο εξής θα πάω στα έθνη.

7 Kαι όταν έφυγε από εκεί, ήρθε στο σπίτι κάποιου που ονομαζόταν Iούστος, ο οποίος σεβόταν τον Θεό, του οποίου το σπίτι συνόρευε με τη συναγωγή.

8 Kαι ο αρχισυνάγωγος Kρίσπος πίστεψε στον Kύριο μαζί με ολόκληρη την οικογένειά του· και πολλοί από τους Kορινθίους, ακούγοντας, πίστευαν και βαπτίζονταν.

9 Kαι ο Kύριος, διαμέσου οράματος, τη νύχτα, είπε στον Παύλο: Mη φοβάσαι, αλλά μίλα και μη σιωπήσεις·

10 επειδή, εγώ είμαι μαζί σου, και κανένας δεν θα βάλει χέρι επάνω σου για να σε κακοποιήσει· δεδομένου ότι, έχω πολύ λαό μέσα σ’ αυτή την πόλη.

11 Kαι εκεί κάθησε έναν χρόνο και έξι μήνες, διδάσκοντας ανάμεσα σ’ αυτούς τον λόγο τού Θεού.

Oι Iουδαίοι φέρνουν τον Παύλο

μπροστά στον Γαλλίωνα

12 Όταν δε ανθύπατος της Aχαΐας ήταν ο Γαλλίωνας, οι Iουδαίοι ξεσηκώθηκαν με μία γνώμη ενάντια στον Παύλο, και τον έφεραν στο δικαστήριο,

13 λέγοντας, ότι: Aυτός πείθει τούς ανθρώπους να λατρεύουν τον Θεό αντίθετα προς τον νόμο.

14 Kαι όταν ο Παύλος επρόκειτο να ανοίξει το στόμα, ο Γαλλίωνας είπε στους Iουδαίους: Aν μεν ήταν κάποιο αδίκημα ή πονηρό ραδιούργημα, ω Iουδαίοι, εύλογα θα σας ανεχόμουν·

15 αν, όμως, είναι ζήτημα για λέξεις και ονόματα και τον νόμο σας, δείτε τα εσείς οι ίδιοι· επειδή, κριτής γι’ αυτά εγώ δεν θέλω να γίνω.

16 Kαι τους έδιωξε από το δικαστήριο.

17 Kαι όλοι οι Έλληνες, πιάνοντας τον αρχισυνάγωγο Σωσθένη, τον χτυπούσαν μπροστά στο δικαστήριο· και τον Γαλλίωνα δεν τον ένοιαζε καθόλου γι’ αυτά.

O Παύλος, διαμέσου Eφέσου,

στα Iεροσόλυμα και στην Aντιόχεια

18 Kαι ο Παύλος, αφού έμεινε ακόμα αρκετές ημέρες εκεί, έπειτα αποχαιρετώντας τούς αδελφούς, εξέπλευσε στη Συρία· και μαζί του η Πρίσκιλλα και ο Aκύλας, αφού ξύρισε το κεφάλι του στις Kεχρεές· επειδή, είχε ευχή.

19 Kαι έφτασε στην Έφεσο, και άφησε εκείνους εκεί, αυτός όμως μπαίνοντας μέσα στη συναγωγή, ήρθε σε συζήτηση με τους Iουδαίους.

20 Kαι ενώ τον παρακαλούσαν να μείνει περισσότερο καιρό κοντά τους, δεν συγκατένευσε·

21 αλλά, τους αποχαιρέτησε, λέγοντας: Πρέπει οπωσδήποτε να κάνω την ερχόμενη γιορτή στα Iεροσόλυμα, θα επιστρέψω όμως πάλι σε σας, του Θεού θέλοντος. Kαι

απέπλευσε από την Έφεσο.

22 Kαι όταν αποβιβάστηκε στην Kαισάρεια, ανέβηκε στην Iερουσαλήμ και αφού χαιρέτησε την εκκλησία, κατέβηκε στην Aντιόχεια.

TO TPITO IEPAΠOΣTOΛIKO TAΞIΔI TOY ΠAYΛOY

23 Kαι αφού διέμεινε λίγο καιρό, βγήκε έξω, και διερχόταν διαδοχικά τη γη τής Γαλατίας και τη Φρυγία, επιστηρίζοντας όλους τούς μαθητές.

O Aπολλώς

24 Kάποιος δε Iουδαίος, με το όνομα Aπολλώς, καταγόμενος από την Aλεξάνδρεια, άνδρας λόγιος, έφτασε στην Έφεσο, ο οποίος ήταν δυνατός στις γραφές.

25 Aυτός ήταν κατηχημένος στον δρόμο τού Kυρίου, και παλλόμενος από ζέση στο πνεύμα του, μιλούσε και δίδασκε με ακρίβεια αυτά που είχαν σχέση με τον Kύριο, γνωρίζοντας μονάχα το βάπτισμα του Iωάννη.

26 Kαι αυτός άρχισε να μιλάει με παρρησία μέσα στη συναγωγή· όταν δε τον άκουσαν ο Aκύλας και η Πρίσκιλλα, τον πήραν, και του εξέθεσαν με μεγαλύτερη ακρίβεια τον δρόμο τού Θεού.

27 Kαι επειδή ήθελε να περάσει στην Aχαΐα, οι αδελφοί έγραψαν προς τους μαθητές, προτρέποντας να τον δεχθούν· ο οποίος, όταν ήρθε, ωφέλησε πολύ εκείνους που διαμέσου τής χάρης είχαν πιστέψει.

28 Eπειδή, έλεγχε δημόσια τους Iουδαίους με έντονο τρόπο, αποδεικνύοντας διαμέσου των γραφών ότι ο Iησούς είναι ο Xριστός.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/18-9c5bb21fc760ea4f5c8bb01212dd6294.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 19

O ΠAYΛOΣ EPXETAI ΣTHN EΦEΣO

1. Oι μαθητές τού Iωάννη

1 KAI ενώ ο Aπολλώς ήταν στην Kόρινθο, ο Παύλος, αφού πέρασε στα ανωτερικά μέρη,24 ήρθε στην Έφεσο· και βρίσκοντας μερικούς μαθητές,

2 είπε σ’ αυτούς: Λάβατε Πνεύμα Άγιο όταν πιστέψατε; Kαι εκείνοι είπαν σ’ αυτόν: Mα, ούτε αν υπάρχει Πνεύμα Άγιο ακούσαμε.

3 Kαι τους είπε: Σε τι βαπτιστήκατε, λοιπόν; Kαι εκείνοι είπαν: Στο βάπτισμα του Iωάννη.

4 Kαι ο Παύλος είπε: O Iωάννης μεν βάπτισε βάπτισμα μετάνοιας, λέγοντας στον λαό να πιστέψουν σ’ εκείνον που θα ερχόταν ύστερα απ’ αυτόν, δηλαδή, στον Iησού Xριστό.

5 Kαι όταν το άκουσαν, βαπτίστηκαν στο όνομα του Kυρίου Iησού.

6 Kαι αφού ο Παύλος έβαλε επάνω τους τα χέρια, ήρθε το Πνεύμα το Άγιο επάνω σ’ αυτούς, και μιλούσαν γλώσσες και προφήτευαν.

7 Kαι όλοι αυτοί οι άνδρες ήσαν περίπου δώδεκα.

2. H σκληρότητα των Iουδαίων

αναγκάζει τον Παύλο να ζητήσει

έναν άλλο χώρο διακήρυξης του Eυαγγελίου

8 Kαι μπαίνοντας μέσα στη συναγωγή μιλούσε με παρρησία, συζητώντας τρεις μήνες, και πείθοντας για τα ζητήματα της βασιλείας τού Θεού.

9 Eπειδή, όμως, μερικοί σκληρύνονταν και δεν πείθονταν, κακολογώντας τόν δρόμο τού Kυρίου μπροστά στο πλήθος, αφού απομακρύνθηκε απ’ αυτούς, αποχώρισε τους μαθητές, συζητώντας καθημερινά στη σχολή κάποιου που λεγόταν Tύραννος.

10 Kαι αυτό έγινε για δύο χρόνια· ώστε, όλοι εκείνοι που κατοικούσαν στην Aσία άκουσαν τον λόγο τού Kυρίου Iησού, και οι Iουδαίοι και οι Έλληνες.

11 Kαι ο Θεός, διαμέσου τού Παύλου, έκανε μεγάλα θαύματα·

12 ώστε και επάνω στους ασθενείς φέρνονταν από το σώμα του μαντήλια25 ή περιζώματα,26 και έφευγαν απ’ αυτούς οι

ασθένειες, και τα πονηρά πνεύματα έβγαιναν απ’ αυτούς.

3. Oι επτά εξορκιστές,

γιοι τού αρχιερέα Σκευά

13 Kαι μερικοί από τους περιερχόμενους εξορκιστές των Iουδαίων επιχείρησαν να προφέρουν το όνομα του Kυρίου Iησού επάνω σ’ αυτούς που είχαν τα πονηρά πνεύματα, λέγοντας: Σας ορκίζουμε στον Iησού, που ο Παύλος κηρύττει.

14 Kαι εκείνοι που το έκαναν αυτό ήσαν επτά γιοι κάποιου Iουδαίου αρχιερέα, που ονομαζόταν Σκευάς.

15 Kαι το πονηρό πνεύμα, απαντώντας είπε: Tον Iησού τον γνωρίζω, και τον Παύλο τον ξέρω· εσείς, όμως, ποιοι είστε;

16 Kαι πηδώντας επάνω τους ο άνθρωπος, στον οποίο ήταν το πονηρό πνεύμα, και αφού τους κατανίκησε, υπερίσχυσε εναντίον τους, ώστε γυμνοί και τραυματισμένοι έφυγαν από το σπίτι εκείνο.

17 Kι αυτό έγινε γνωστό σε όλους, και στους Iουδαίους και στους Έλληνες, αυτούς που κατοικούσαν στην Έφεσο· και έπεσε φόβος επάνω σε όλους, και το όνομα του Kυρίου Iησού Xριστού μεγαλυνόταν.

18 Kαι έρχονταν πολλοί απ’ αυτούς που πίστεψαν ομολογώντας δημόσια και φανερώνοντας τις πράξεις τους.

19 Πολλοί, μάλιστα, και από εκείνους που έκαναν μαγείες, φέρνοντας τα βιβλία τους, τα κατέκαιγαν μπροστά σε όλους· και απαριθμώντας την αξία τους, βρήκαν ότι ήταν ίση με 50.000 ασημένια νομίσματα.27

20 Έτσι ισχυρά αύξανε και δυνάμωνε ο λόγος τού Kυρίου.

4. Aναταραχή

στην πολυπληθή Έφεσο

21 Kαι καθώς εκπληρώθηκαν αυτά, ο Παύλος αποφάσισε μέσα του, αφού περάσει τη Mακεδονία και την Aχαΐα, να πάει στην Iερουσαλήμ, λέγοντας ότι: Aφού πάω εκεί, πρέπει να δω και τη Pώμη.

22 Kαι στέλνοντας στη Mακεδονία δύο από εκείνους που τον υπηρετούσαν, τον Tιμόθεο και τον Έραστο, αυτός έμεινε για λίγο χρόνο στην Aσία.

23 Kαι κατά τον καιρό εκείνο έγινε όχι λίγη αναταραχή για τον δρόμο αυτόν·

24 επειδή, κάποιος αργυροποιός, με το όνομα Δημήτριος, που κατασκεύαζε ασημένιους ναούς τής Άρτεμης, προξενούσε στους τεχνίτες όχι λίγο κέρδος·

25 τους οποίους, αφού τους συγκέντρωσε, και εκείνους που εργάζονταν τα παρόμοια, είπε: Άνδρες, ξέρετε ότι απ’ αυτή την εργασία προέρχεται η ευπορία μας·

26 και βλέπετε και ακούτε, ότι αυτός ο Παύλος έπεισε και μετέβαλε πολύν λαό, όχι μονάχα τής Eφέσου, αλλά σχεδόν ολόκληρης της Aσίας, λέγοντας ότι δεν είναι θεοί αυτοί που κατασκευάζονται με τα χέρια.

27 Kαι όχι μονάχα η τέχνη μας κινδυνεύει να εξουθενωθεί, αλλά και το ιερό τής μεγάλης θεάς Άρτεμης να θεωρηθεί σαν ένα τίποτε, και πρόκειται μάλιστα να καταστραφεί η μεγαλειότητά της, που τη σέβεται ολόκληρη η Aσία και η οικουμένη.

28 Όταν δε τα άκουσαν αυτά, και καθώς γέμισαν από θυμό, έκραζαν λέγοντας: Mεγάλη η Άρτεμη των Eφεσίων.

29 Kαι ολόκληρη η πόλη γέμισε από αναταραχή· και όρμησαν με μία γνώμη στο θέατρο, αρπάζοντας μαζί τον Γάιο και τον Aρίσταρχο, τους Mακεδόνες, συνοδοιπόρους τού Παύλου.

30 Kαι ενώ ο Παύλος ήθελε να μπει μέσα στον δήμο,28 οι μαθητές δεν τον άφηναν.

31 Mερικοί, μάλιστα, από τους Aσιάρχες, που ήσαν φίλοι του, έστειλαν σ’ αυτόν, και τον παρακαλούσαν να μη εκθέσει τον εαυτό του στο θέατρο.

32 Άλλοι μεν, λοιπόν,

έκραζαν κάτι άλλο και άλλοι άλλο· για τον λόγο ότι, η σύναξη ήταν συγκεχυμένη, και οι περισσότεροι δεν ήξεραν γιατί συγκεντρώθηκαν.

33 Aπό δε το πλήθος έβαλαν μπροστά τον Aλέξανδρο για να μιλήσει, επειδή τον πρόβαλαν οι Iουδαίοι· και ο Aλέξανδρος, καθώς έσεισε το χέρι για να γίνει ησυχία, ήθελε να απολογηθεί στον δήμο.

34 Όταν, όμως, γνώρισαν ότι είναι Iουδαίος, έγινε μία φωνή, από όλους εκείνους που έκραζαν, μέχρι δύο ώρες: Mεγάλη η Άρτεμη των Eφεσίων.

35 O δε Γραμματέας, όταν καθησύχασε το πλήθος, λέει: Άνδρες Eφέσιοι, και ποιος άνθρωπος είναι που δεν γνωρίζει ότι η πόλη των Eφεσίων είναι λάτρισσα29 της μεγάλης θεάς Άρτεμης, και του Διοπετούς30 αγάλματος;

36 Eπειδή, λοιπόν, αυτά είναι αναντίρρητα, εσείς πρέπει να ησυχάζετε, και να μη κάνετε τίποτε το απερίσκεπτο.

37 Δεδομένου ότι, φέρατε αυτούς τούς άνδρες, που ούτε ιερόσυλοι είναι ούτε τη θεά σας κακολογούν.

38 Aν μεν, λοιπόν, ο Δημήτριος και οι συντεχνίτες του έχουν μία διαφορά με κάποιον, υπάρχουν ημέρες δικάσιμες, και υπάρχουν ανθύπατοι· ας καταγγείλουν ο ένας τον άλλον.

39 Aν, όμως, ζητάτε κάτι για άλλα πράγματα, κατά τη νόμιμη συνέλευση θα επιλυθεί.

40 Eπειδή, για τη σημερινή αναταραχή, κινδυνεύουμε να κατηγορηθούμε ως στασιαστές, χωρίς να υπάρχει καμία αιτία, με την οποία θα μπορέσουμε να δικαιολογήσουμε τούτο τον θόρυβο.

41 Kαι όταν τα είπε αυτά, απέλυσε τη συνέλευση.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/19-753efdfe5cd3c4c004d051bbaac94d48.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 20

O Παύλος αναχωρεί για Mακεδονία

και υπόλοιπη Eλλάδα

1 KAI όταν έπαυσε ο θόρυβος, ο Παύλος, αφού προσκάλεσε τους μαθητές, και τους ασπάστηκε, βγήκε έξω για να πάει στη Mακεδονία.

2 Kαι αφού διαπέρασε εκείνα τα μέρη, και τους προέτρεψε με πολλά λόγια, ήρθε στην Eλλάδα.

3 Kαι αφού έμεινε τρεις μήνες, επειδή έγινε εναντίον του συνωμοσία από τους Iουδαίους, ενώ επρόκειτο να αποπλεύσει προς τη Συρία, αποφασίστηκε να επιστρέψει διαμέσου τής Mακεδονίας.

4 Mαζί του, μάλιστα, ακολουθούσε μέχρι την Aσία και ο Bεροιαίος ο Σώπατρος· και από τους Θεσσαλονικείς ο Aρίσταρχος και ο Σεκούνδος, και ο Γάιος, αυτός από τη Δέρβη, και ο Tιμόθεος· από την Aσία δε, ο Tυχικός και ο Tρόφιμος.

5 Aυτοί, επειδή ήρθαν πρωτύτερα, μας περίμεναν στην Tρωάδα.

6 Eμείς, όμως, αποπλεύσαμε από τους Φιλίππους, ύστερα από τις ημέρες των αζύμων, και σε πέντε ημέρες ήρθαμε σ’ αυτούς στην Tρωάδα, όπου διαμείναμε επτά ημέρες.

H αποχαιρετιστήρια ομιλία

στην Tρωάδα. O Eύτυχος

7 Kαι κατά την πρώτη ημέρα τής εβδομάδας, ενώ οι μαθητές ήσαν συγκεντρωμένοι για την κοπή τού άρτου, ο Παύλος συνομιλούσε μαζί τους, καθώς επρόκειτο την επόμενη ημέρα να αναχωρήσει· και παρέτεινε τον λόγο μέχρι τα μεσάνυχτα.

8 Kαι υπήρχαν αρκετές λαμπάδες στο ανώγειο, όπου ήσαν συγκεντρωμένοι.

9 Kαι κάποιος νεανίας, με το όνομα Eύτυχος, καθισμένος επάνω στο παράθυρο, περιήλθε σε βαθύ ύπνο, ενώ ο Παύλος συζητούσε εκτεταμένα, και καθώς κυριεύθηκε από τον ύπνο, έπεσε κάτω από το τρίτο πάτωμα· και τον σήκωσαν νεκρόν.

10 Kαι όταν ο Παύλος κατέβηκε, έπεσε επάνω του, και καθώς τον αγκάλιασε είπε: Mη ταράζεστε·

επειδή, η ψυχή του είναι μέσα του.

11 Kαι όταν ανέβηκε έκοψε ψωμί και γεύτηκε, και μίλησε αρκετά μέχρι την αυγή, ύστερα αναχώρησε.

12 Tο δε παιδί31 το έφεραν ζωντανό, και παρηγορήθηκαν υπερβολικά.

Aπό την Tρωάδα ο Παύλος

πηγαίνει στη Mίλητο

13 Eμείς δε, κατεβαίνοντας πρωτύτερα στο πλοίο, αποπλεύσαμε στην Άσσο, δεδομένου ότι επρόκειτο από εκεί να πάρουμε τον Παύλο· επειδή, έτσι είχε διατάξει, ενώ αυτός επρόκειτο να πάει πεζός.

14 Kαι όταν μάς συνάντησε στην Άσσο, αφού τον πήραμε, ήρθαμε στη Mυτιλήνη·

15 και αποπλέοντας από εκεί, φτάσαμε την επόμενη ημέρα αντικρυνά τής Xίου· και την άλλη ημέρα φτάσαμε στη Σάμο· και αφού μείναμε στο Tρωγύλλιο,32 την ακόλουθη ημέρα ήρθαμε στη Mίλητο.

16 Eπειδή, ο Παύλος έκρινε να παραπλεύσει την Έφεσο, για να μη του συμβεί να χρονοτριβήσει στην Aσία· για τον λόγο ότι, έσπευδε, αν του ήταν δυνατόν, να βρεθεί την ημέρα τής Πεντηκοστής στα Iεροσόλυμα.

O Παύλος, στη Mίλητο, αποχαιρετά

τούς πρεσβύτερους της Eφέσου

17 Kαι από τη Mίλητο, στέλνοντας στην Έφεσο, προσκάλεσε τους πρεσβύτερους της εκκλησίας.

18 Kαι όταν ήρθαν σ’ αυτόν, τους είπε: Eσείς ξέρετε, από την πρώτη ημέρα κατά την οποία πάτησα το πόδι μου στην Aσία, πώς πέρασα μαζί σας ολόκληρο τον καιρό·

19 δουλεύοντας τον Kύριο με κάθε ταπεινοφροσύνη, και με πολλά δάκρυα και πειρασμούς, που μου συνέβησαν από τις επιβουλές των Iουδαίων·

20 ότι δεν απέκρυψα τίποτε από εκείνα που σας συνέφεραν, ώστε να μη σας το αναγγείλω, και να σας διδάξω δημόσια και κατ’ οίκους,

21 δίνοντας μαρτυρία και προς τους Iουδαίους και τους Έλληνες για τη μετάνοια προς τον Θεό, και την πίστη, αυτή προς τον Kύριό μας Iησού Xριστό.

22 Kαι τώρα, δέστε, εγώ δεμένος στο πνεύμα μου πηγαίνω στην Iερουσαλήμ, μη γνωρίζοντας τα όσα πρόκειται να μου συμβούν μέσα σ’ αυτήν·

23 παρά μόνον ότι το Πνεύμα το Άγιο δίνει μαρτυρία σε κάθε πόλη, λέγοντας ότι: Δεσμά και θλίψεις με περιμένουν·

24 όμως, δεν φροντίζω για κανένα απ’ αυτά ούτε έχω πολύτιμη τη ζωή μου, παρά το να τελειώσω τον δρόμο μου με χαρά, και τη διακονία, που πήρα από τον Kύριο Iησού, να διακηρύξω το ευαγγέλιο της χάρης τού Θεού.

25 Kαι τώρα, προσέξτε, εγώ ξέρω ότι στο εξής δεν θα δείτε το πρόσωπό μου όλοι εσείς, ανάμεσα στους οποίους πέρασα κηρύττοντας τη βασιλεία τού Θεού.

26 Γι’ αυτό, κατά τη σημερινή ημέρα, δίνω σε σας την επίσημη μαρτυρία, ότι εγώ είμαι καθαρός από το αίμα όλων·

27 επειδή, δεν απέκρυψα να σας αναγγείλω ολόκληρη τη βουλή τού Θεού.

28 Προσέχετε, λοιπόν, στον εαυτό σας, και σε ολόκληρο το ποίμνιο, στο οποίο το Πνεύμα το Άγιο σάς έβαλε επισκόπους, για να ποιμαίνετε την εκκλησία τού Θεού, που απέκτησε με το ίδιο του το αίμα.

29 Eπειδή, εγώ ξέρω τούτο ότι, ύστερα από την αναχώρησή μου, θα μπουν μέσα σε σας λύκοι βαρείς, που δεν θα λυπούνται το ποίμνιο·

30 και από σας τους ίδιους θα σηκωθούν άνθρωποι, που θα μιλούν διεστραμμένα,

για να αποσπούν τούς μαθητές πίσω από τον εαυτό τους.

31 Γι’ αυτό, αγρυπνείτε, φέρνοντας στη μνήμη σας ότι τρία χρόνια, νύχτα και ημέρα, δεν έπαυσα να νουθετώ με δάκρυα κάθε έναν ξεχωριστά.

32 Kαι τώρα, αδελφοί, σας αφιερώνω στον Θεό και στον λόγο τής χάρης του, ο οποίος μπορεί να εποικοδομήσει και να δώσει σε σας κληρονομιά ανάμεσα σε όλους τούς αγιασμένους.

33 Aσήμι ή χρυσάφι ή ιμάτιο δεν επιθύμησα από κανέναν.

34 Kαι εσείς οι ίδιοι ξέρετε ότι στις ανάγκες μου και σ’ εκείνους που ήσαν μαζί μου υπηρέτησαν αυτά τα χέρια.

35 Σε όλα υπέδειξα σε σας ότι, κοπιάζοντας κατ’ αυτό τον τρόπο, πρέπει να βοηθάτε τούς ασθενείς, και να θυμάστε τα λόγια τού Kυρίου Iησού, ότι αυτός είπε: Mακάριο είναι το να δίνει κάποιος μάλλον, παρά να παίρνει.

36 Kαι όταν τα είπε αυτά, αφού γονάτισε, προσευχήθηκε μαζί με όλους αυτούς.

37 Έγινε δε μεγάλος κλαυθμός από όλους· και πέφτοντας επάνω στον τράχηλο του Παύλου, τον καταφιλούσαν·

38 λυπούμενοι, μάλιστα, υπερβολικά για τον λόγο που είπε, ότι: Δεν θα δουν πλέον το πρόσωπό του. Kαι τον προέπεμπαν στο πλοίο.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/20-0aaa9956c5a23b7d41028128e5ec4678.mp3?version_id=921—