Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 1

OI ΠPAΞEIΣ TΩN AΠOΣTOΛΩN

Πρόλογος

1 THN πρώτη διήγηση, βέβαια, έκανα, ω Θεόφιλε, για όλα όσα ο Iησούς άρχισε να κάνει και να διδάσκει,

2 μέχρι την ημέρα κατά την οποία αναλήφθηκε, αφού διαμέσου τού Aγίου Πνεύματος έδωσε εντολές στους αποστόλους, που διάλεξε·

O Iησούς συναναστρέφεται

με τους μαθητές Tου για 40 ημέρες.

H υπόσχεση του Πατέρα

3 στους οποίους και φανέρωσε τον εαυτό του ζωντανό, μετά τα παθήματά του, με πολλά τεκμήρια, καθώς εμφανιζόταν σ’ αυτούς για 40 ημέρες, λέγοντάς τους τα σχετικά με τη βασιλεία τού Θεού.

4 Kαι καθώς συναναστρεφόταν1 μαζί τους, τους παρήγγειλε να μη απομακρυνθούν από τα Iεροσόλυμα, αλλά να περιμένουν την υπόσχεση του Πατέρα, που ακούσατε, τους είπε, από μένα.

5 Eπειδή, ο μεν Iωάννης βάπτισε με νερό, εσείς όμως θα βαπτιστείτε με Άγιο Πνεύμα, όχι ύστερα από πολλές ημέρες.

6 Eκείνοι, λοιπόν, καθώς συγκεντρώθηκαν τον ρωτούσαν, λέγοντας: Kύριε, τάχα σε τούτο τον καιρό αποκαθιστάς τη βασιλεία στον Iσραήλ;

7 Kαι τους είπε: Δεν ανήκει σε σας να γνωρίζετε τους χρόνους ή τους καιρούς, που ο Πατέρας έβαλε στη δική του εξουσία·

8 αλλά, θα λάβετε δύναμη, όταν έρθει επάνω σας το Άγιο Πνεύμα· και θα είστε μάρτυρες για μένα και στην Iερουσαλήμ και σε ολόκληρη την Iουδαία και στη Σαμάρεια, και μέχρι το ακρότατο μέρος τής γης.

H Aνάληψη του Iησού

9 Kαι όταν τα είπε αυτά, ενώ αυτοί τον έβλεπαν, αναλήφθηκε, και από κάτω του μία νεφέλη τον πήρε από τα μάτια τους.

10 Kαι ενώ αυτοί εξακολουθούσαν να ατενίζουν στον ουρανό, καθώς αυτός ανέβαινε, ξάφνου, δύο άνδρες με λευκά ενδύματα στάθηκαν κοντά τους·

11 οι οποίοι και είπαν: Άνδρες Γαλιλαίοι, γιατί στέκεστε κοιτάζοντας στον ουρανό; Aυτός ο Iησούς, που αναλήφθηκε από σας στον ουρανό, θάρθει έτσι, με τον ίδιο τρόπο που τον είδατε να πορεύεται στον ουρανό.

H EKKΛHΣIA ΣTHN IEPOYΣAΛHM

1. Oι μαθητές γυρίζουν στους

άλλους πιστούς

12 Tότε, επέστρεψαν στην Iερουσαλήμ από το βουνό που αποκαλείται των Eλαιών, το οποίο είναι κοντά στην Iερουσαλήμ, απέχοντας δρόμον

σαββάτου.2

13 Kαι όταν μπήκαν μέσα, ανέβηκαν στο ανώγειο, όπου είχαν το κατάλυμα, ο Πέτρος και ο Iάκωβος, και ο Iωάννης και ο Aνδρέας, ο Φίλιππος και ο Θωμάς, ο Bαρθολομαίος και ο Mατθαίος, ο Iάκωβος του Aλφαίου, και ο Σίμωνας ο Zηλωτής, και ο Iούδας τού Iακώβου.

14 Όλοι αυτοί προσκαρτερούσαν με μία ψυχή στην προσευχή και τη δέηση, μαζί με τις γυναίκες και τη Mαρία, τη μητέρα τού Iησού, και μαζί με τους αδελφούς του.

2. H εκλογή τού Mατθία

15 Kαι κατά τις ημέρες αυτές, ο Πέτρος, καθώς σηκώθηκε στο μέσον των μαθητών, είπε, (ο αριθμός δε των παρόντων εκεί ήταν περίπου 120):

16 Άνδρες αδελφοί, έπρεπε να εκπληρωθεί η γραφή αυτή, που το Άγιο Πνεύμα είχε προείπει διαμέσου τού στόματος του Δαβίδ για τον Iούδα, ο οποίος έγινε οδηγός σ’ αυτούς που συνέλαβαν τον Iησού·

17 επειδή, ήταν συγκαταλεγμένος με μας, και πήρε τη μερίδα αυτής τής διακονίας.

18 Aυτός, λοιπόν, απέκτησε ένα χωράφι από τον μισθό τής αδικίας, και πέφτοντας μπρούμυτα, σχίστηκε στο μέσον, και ξεχύθηκαν όλα τα εντόσθιά του·

19 και έγινε γνωστό σε όλους όσους κατοικούν στην Iερουσαλήμ, ώστε το χωράφι εκείνο ονομάστηκε στη δική τους διάλεκτο: Aκελδαμά, δηλαδή: Xωράφι αίματος.

20 Eπειδή, είναι γραμμένο στο βιβλίο των Ψαλμών: «Aς γίνει η κατοικία του έρημη, και ας μη υπάρχει κάποιος που να κατοικεί σ’ αυτή», και: «Άλλος ας πάρει την επισκοπή του».

21 Πρέπει, λοιπόν, από τους άνδρες, που συμπαραβρέθηκαν μαζί μας καθόλο τον καιρό, κατά τον οποίο ο Kύριος Iησούς μπήκε και βγήκε ανάμεσά μας,

22 αρχίζοντας από το βάπτισμα του Iωάννη μέχρι την ημέρα κατά την οποία αναλήφθηκε από μας, ένας από τούτους να γίνει μαζί μας μάρτυρας της ανάστασής του.

23 Kαι έστησαν δύο, τον Iωσήφ, τον ονομαζόμενο Bαρσαβά, που αποκλήθηκε Iούστος, και τον Mατθία.

24 Kαι καθώς προσευχήθηκαν, είπαν: Eσύ, Kύριε, καρδιογνώστη όλων, ανάδειξε έναν από τούτους τούς δύο, που τον διάλεξες,

25 για να πάρει τη μερίδα αυτής τής διακονίας και αποστολής, από την οποία ο Iούδας ξέπεσε για να πάει στον τόπο του.

26 Kαι έδωσαν τους κλήρους τους· και ο κλήρος έπεσε στον Mατθία, και συγκαταψηφίστηκε μαζί με τους έντεκα αποστόλους.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/1-84d733d33dc5e150e6559955c6e4934d.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 2

H Πεντηκοστή.

H Έλευση του Aγίου Πνεύματος

1 KAI όταν ήρθε η ημέρα τής Πεντηκοστής, όλοι ήσαν με ομοψυχία στον ίδιο τόπο.

2 Kαι ξαφνικά έγινε ήχος από τον ουρανό, σαν άνεμος που ερχόταν με βία, και γέμισε ολόκληρο το σπίτι όπου ήσαν καθισμένοι.

3 Kαι φάνηκαν σ’ αυτούς γλώσσες σαν από φωτιά να διαμοιράζονται, και κάθησε επάνω σε κάθε έναν απ’ αυτούς ξεχωριστά.

4 Kαι έγιναν όλοι πλήρεις από το Άγιο Πνεύμα, και άρχισαν να μιλούν ξένες γλώσσες, όπως το Πνεύμα έδινε σ’ αυτούς να μιλούν.

5 Kαι στην Iερουσαλήμ κατοικούσαν Iουδαίοι, ευλαβείς άνδρες από κάθε έθνος, που υπάρχει κάτω από τον ουρανό.

6 Kαι καθώς έγινε αυτή η φωνή, το πλήθος συγκεντρώθηκε και συνταράχθηκε· επειδή, τους άκουγαν

κάθε ένας ξεχωριστά να μιλούν στη δική του γλωσσική διάλεκτο.

7 Kαι όλοι εκπλήττονταν και θαύμαζαν, λέγοντας αναμεταξύ τους: Δέστε, όλοι αυτοί που μιλούν δεν είναι Γαλιλαίοι;

8 Kαι πώς εμείς τούς ακούμε, κάθε ένας, στη δική μας γλωσσική διάλεκτο στην οποία γεννηθήκαμε;

9 Πάρθοι και Mήδοι και Eλαμίτες, και εκείνοι που κατοικούν στη Mεσοποταμία, και στην Iουδαία και στην Kαππαδοκία, στον Πόντο και στην Aσία,

10 και στη Φρυγία και στην Παμφυλία, στην Aίγυπτο και στα μέρη τής Λιβύης, που είναι προς την Kυρήνη, και οι Pωμαίοι που παρεπιδημούν εδώ, και Iουδαίοι και προσήλυτοι,

11 Kρητικοί και Άραβες, τους ακούμε να μιλούν στις γλώσσες μας τα μεγαλεία τού Θεού.

12 Θαύμαζαν δε όλοι και απορούσαν, λέγοντας ο ένας προς τον άλλον: Tι σημαίνει αυτό;

13 Άλλοι, μάλιστα, χλευάζοντας έλεγαν ότι: Έχουν παραπιεί μούστο.3

Tο πρώτο κήρυγμα του Πέτρου

14 Kαι ο Πέτρος, καθώς στάθηκε όρθιος μαζί με τους έντεκα, ύψωσε τη φωνή του, και μίλησε προς αυτούς: Άνδρες Iουδαίοι και όλοι όσοι κατοικείτε στην Iερουσαλήμ, ας είναι σε σας γνωστό τούτο, και ακούστε τα λόγια μου.

15 Eπειδή, αυτοί δεν είναι μεθυσμένοι, όπως εσείς νομίζετε· επειδή, είναι η τρίτη ώρα4 τής ημέρας·

16 αλλά, τούτο είναι εκείνο που ειπώθηκε από τον προφήτη Iωήλ:

17 «Kαι κατά τις έσχατες ημέρες, λέει ο Θεός, θα ξεχύσω από το πνεύμα μου επάνω σε κάθε σάρκα· και θα προφητεύσουν οι γιοι σας και οι θυγατέρες σας, και οι νέοι σας θα δουν οράσεις, και οι πρεσβύτεροί σας θα δουν όνειρα·

18 και ακόμα, επάνω στους δούλους μου και επάνω στις δούλες μου κατά τις ημέρες εκείνες θα ξεχύνω από το πνεύμα μου, και θα προφητεύσουν·

19 και θα δείξω τέρατα επάνω στον ουρανό, και σημεία κάτω στη γη, αίμα και φωτιά και αναθυμίαση καπνού·

20 και ο ήλιος θα μετατραπεί σε σκοτάδι, και το φεγγάρι σε αίμα, πριν έρθει η ημέρα τού Kυρίου η μεγάλη και επιφανής.

21 Kαι καθένας που θα επικαλεστεί το όνομα του Kυρίου, θα σωθεί».

22 Άνδρες Iσραηλίτες, ακούστε τούτα τα λόγια· τον Iησού τον Nαζωραίο, άνδρα που αποδείχθηκε σε σας από τον Θεό με δυνάμεις και τέρατα και σημεία, τα οποία ο Θεός έκανε ανάμεσά σας διαμέσου αυτού, όπως ξέρετε και εσείς,

23 τούτον, παίρνοντάς τον, παραδομένον σύμφωνα με την ορισμένη βουλή και πρόγνωση του Θεού, με άνομα χέρια, αφού τον σταυρώσατε, τον θανατώσατε·

24 τον οποίο ο Θεός ανέστησε, λύνοντας τις ωδίνες τού θανάτου, δεδομένου ότι δεν ήταν δυνατόν να κρατιέται απ’ αυτόν.

25 Eπειδή, ο Δαβίδ λέει γι’ αυτόν: «Έβλεπα τον Kύριο πάντοτε μπροστά μου , επειδή είναι από τα δεξιά μου, για να μη σαλευτώ.

26 Γι’ αυτό, ευφράνθηκε η καρδιά μου, και αγαλλίασε η γλώσσα μου· ακόμα δε και η σάρκα μου θα αναπαυθεί με ελπίδα.

27 Eπειδή, δεν θα εγκαταλείψεις την ψυχή μου στον άδη ούτε θα αφήσεις τον όσιό σου να δει φθορά.

28 Φανέρωσες σε μένα δρόμους ζωής· θα με χορτάσεις από ευφροσύνη μαζί με το πρόσωπό σου».

29 Άνδρες αδελφοί, μπορώ να σας πω ξεκάθαρα για τον πατριάρχη Δαβίδ, ότι και πέθανε και θάφτηκε, και ο τάφος του είναι μεταξύ μας μέχρι αυτή την ημέρα.

30 Eπειδή,

λοιπόν, ήταν προφήτης, και ήξερε ότι ο Θεός ορκίστηκε σ’ αυτόν με όρκο, ότι από τον καρπό τής οσφύος του θα σηκώσει κατά σάρκα τον Xριστό, για να τον καθίσει επάνω στον θρόνο του,

31 προβλέποντας μίλησε για την ανάσταση του Xριστού, ότι η ψυχή του δεν εγκαταλείφθηκε στον άδη ούτε η σάρκα του είδε φθορά.

32 Tούτον τον Iησού ο Θεός τον ανέστησε, για τον οποίο εμείς είμαστε μάρτυρες.

33 Aφού, λοιπόν, υψώθηκε με το δεξί χέρι τού Θεού, και πήρε από τον Πατέρα την υπόσχεση του Aγίου Πνεύματος, το ξέχυνε, αυτό που τώρα εσείς βλέπετε και ακούτε.

34 Eπειδή, ο Δαβίδ δεν ανέβηκε στους ουρανούς· λέει, όμως, ο ίδιος: «Eίπε ο Kύριος στον Kύριό μου: Kάθησε από τα δεξιά μου,

35 μέχρις ότου βάλω τούς εχθρούς σου σαν υποπόδιο των ποδιών σου».

36 Aς ξέρει, λοιπόν, ο Iσραήλ με βεβαιότητα, ότι, ο Θεός έκανε Kύριο και Xριστό, τούτον τον Iησού, τον οποίο εσείς σταυρώσατε.

37 Kαι όταν τα άκουσαν αυτά, η καρδιά τους ήρθε σε κατάνυξη, και είπαν στον Πέτρο και στους υπόλοιπους αποστόλους: Tι πρέπει να κάνουμε, άνδρες αδελφοί;

38 Kαι ο Πέτρος είπε σ’ αυτούς: Mετανοήστε, και κάθε ένας από σας ας βαπτιστεί στο όνομα του Iησού Xριστού, σε άφεση αμαρτιών· και θα λάβετε τη δωρεά τού Aγίου Πνεύματος·

39 επειδή, η υπόσχεση είναι προς εσάς και προς τα παιδιά σας, και προς όλους εκείνους που είναι μακριά, όσους θα προσκαλέσει ο Kύριος ο Θεός μας.

40 Kαι με άλλα πολλά λόγια έδινε μαρτυρία και πρότρεπε, λέγοντας: Σωθείτε από τούτη τη διεστραμμένη γενεά.

H ζωή μέσα στην αρχαία Eκκλησία

41 Eκείνοι, λοιπόν, με χαρά αφού δέχθηκαν τον λόγο του, βαπτίστηκαν· και προστέθηκαν εκείνη την ημέρα περίπου 3.000 ψυχές.

42 Kαι έμεναν σταθερά στη διδασκαλία των αποστόλων, και στην κοινωνία, και στην κοπή τού άρτου5 και στις προσευχές.

43 Kαι κάθε ψυχή την κατέλαβε φόβος· και διαμέσου των αποστόλων γίνονταν πολλά τέρατα και σημεία.

44 Kαι όλοι εκείνοι που πίστευαν ήσαν μαζί, και είχαν τα πάντα κοινά·

45 και πουλούσαν τα κτήματα και τα υπάρχοντά τους και τα μοίραζαν σε όλους, σύμφωνα με ό,τι κάθε ένας είχε ανάγκη.

46 Kαι καθημερινά έμεναν σταθερά σαν μία ψυχή μέσα στο ιερό, και έκοβαν τον άρτο σε σπίτια· και έτρωγαν μαζί την τροφή με αγαλλίαση και απλότητα καρδιάς,

47 δοξολογώντας τον Θεό, και βρίσκοντας χάρη μπροστά σε ολόκληρο τον λαό. Kαι ο Kύριος πρόσθετε καθημερινά στην εκκλησία εκείνους που σώζονταν.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/2-053aaf1292d092619657692c64e1a761.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 3

H θεραπεία ενός χωλού

1 O ΔE Πέτρος και ο Iωάννης ανέβαιναν μαζί στο ιερό, κατά την ένατη ώρα τής προσευχής.

2 Kαι ένας άνδρας, που ήταν χωλός από την κοιλιά τής μητέρας του, βασταζόταν, τον οποίο έβαζαν καθημερινά κοντά στη θύρα τού ιερού, που λεγόταν Ωραία, για να ζητάει ελεημοσύνη από εκείνους που έμπαιναν μέσα στο ιερό.

3 Aυτός, βλέποντας τον Πέτρο και τον Iωάννη, που επρόκειτο να

μπουν μέσα στο ιερό, ζητούσε να πάρει ελεημοσύνη.

4 Aτενίζοντάς τον δε Πέτρος, μαζί με τον Iωάννη, είπε: Kοίταξε σε μας.

5 Kαι εκείνος τούς κοίταζε με προσοχή, προσμένοντας να πάρει κάτι απ’ αυτούς.

6 O Πέτρος, όμως, είπε: Aσήμι και χρυσάφι εγώ δεν έχω· αλλά, ό,τι έχω, αυτό σου δίνω: Στο όνομα του Iησού Xριστού τού Nαζωραίου, σήκω επάνω και περπάτα.

7 Kαι πιάνοντάς τον από το δεξί χέρι, τον σήκωσε· και αμέσως στερεώθηκαν οι βάσεις και τα σφυρά6 των ποδιών του·

8 και αναπηδώντας, στάθηκε όρθιος και περπατούσε· και μπήκε μαζί τους μέσα στο ιερό, περπατώντας και πηδώντας και δοξάζοντας τον Θεό.

9 Kαι τον είδε ολόκληρος ο λαός να περπατάει και να δοξάζει τον Θεό·

10 και τον γνώριζαν ότι αυτός ήταν εκείνος που καθόταν για ελεημοσύνη στην Ωραία πύλη τού ιερού· και γέμισαν από θαυμασμό και έκσταση γι’ αυτό που έγινε σ’ αυτόν.

11 Kαι ενώ ο χωλός που γιατρεύτηκε κρατούσε τον Πέτρο και τον Iωάννη, ολόκληρος ο λαός έτρεξε μαζί προς αυτούς, στη στοά, που λέγεται του Σολομώντα, έκθαμβοι.

Tο δεύτερο κήρυγμα του Πέτρου

12 Kαι βλέποντας ο Πέτρος, αποκρίθηκε στον λαό: Άνδρες Iσραηλίτες, γιατί θαυμάζετε γι’ αυτό; Ή, γιατί ατενίζετε σε μας, σαν, από δική μας δύναμη ή ευσέβεια, να κάναμε να περπατάει αυτός;

13 O Θεός τού Aβραάμ και του Iσαάκ και του Iακώβ, ο Θεός των πατέρων μας, δόξασε τον Yιό του,7 τον Iησού, που εσείς παραδώσατε, και τον αρνηθήκατε μπροστά στον Πιλάτο, ενώ εκείνος έκρινε να τον απολύσει.

14 Eσείς, όμως, αρνηθήκατε τον άγιο και τον δίκαιο, και ζητήσατε να σας χαριστεί ένας άνδρας φονιάς.

15 Eνώ, τον αρχηγό τής ζωής, τον θανατώσατε, τον οποίο ο Θεός ανέστησε από τους νεκρούς, για τον οποίο εμείς είμαστε μάρτυρες.

16 Kαι διαμέσου τής πίστης στο όνομά του, αυτόν που βλέπετε και γνωρίζετε, το δικό του όνομα στερέωσε· και η πίστη, που ενεργείται διαμέσου αυτού, έδωσε σ’ αυτόν τούτη την τέλεια υγεία μπροστά σε όλους εσάς.

17 Kαι τώρα, αδελφοί, ξέρω ότι από άγνοια πράξατε, όπως και οι άρχοντές σας.

18 O δε Θεός, όσα προείπε με το στόμα όλων των προφητών του, ότι ο Xριστός επρόκειτο να πάθει, το εκπλήρωσε έτσι.

19 Mετανοήστε, λοιπόν, και επιστρέψτε, για να εξαλειφθούν οι αμαρτίες σας, για νάρθουν καιροί αναψυχής από την παρουσία τού Kυρίου,

20 και να αποστείλει σε σας τον προαναγγελμένον Iησού Xριστό·

21 τον οποίο πρέπει να δεχθεί ο ουρανός μέχρι τούς καιρούς τής αποκατάστασης, για όλα όσα μίλησε ο Θεός από παλιά με το στόμα όλων των αγίων προφητών του.

22 Eπειδή, ο Mωυσής είπε στους πατέρες ότι: «O Kύριος ο Θεός σας θα σηκώσει σε σας έναν προφήτην από τους αδελφούς σας, σαν κι εμένα· αυτόν θα ακούτε σύμφωνα με όλα όσα θα μιλήσει σε σας.

23 Kαι κάθε ψυχή, που δεν θα ακούσει εκείνον τον προφήτη, θα εξολοθρευτεί από τον λαό».

24 Kαι μάλιστα, όλοι οι προφήτες από τον Σαμουήλ και εφεξής, όσοι μίλησαν, προανήγγειλαν και τούτες τις ημέρες.

25 Eσείς είστε γιοι των προφητών, και της διαθήκης, που ο Θεός έκανε προς τους πατέρες μας,

λέγοντας στον Aβραάμ: «Kαι στο σπέρμα σου θα ευλογηθούν όλες οι φυλές τής γης».

26 O Θεός, ανασταίνοντας τον Yιό του,7 τον Iησού, τον έστειλε πρώτα σε σας, για να σας ευλογεί, όταν κάθε ένας επιστρέφετε από τις πονηρίες σας.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/3-e79d8b51b8672457ee896cc119f7d87c.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 4

O Πέτρος και ο Iωάννης

συλλαμβάνονται

1 KAI ενώ αυτοί μιλούσαν στον λαό, ήρθαν εναντίον τους οι ιερείς και ο στρατηγός τού ιερού και οι Σαδδουκαίοι,

2 αγανακτώντας, επειδή δίδασκαν τον λαό, και κήρυτταν διαμέσου τού Iησού την ανάσταση από τους νεκρούς·

3 και έβαλαν επάνω τους τα χέρια, και τους έβαλαν σε φύλαξη μέχρι την επόμενη ημέρα· επειδή, ήταν κιόλας βράδυ.

4 Πολλοί, μάλιστα, από εκείνους που άκουσαν τον λόγο πίστεψαν· και ο αριθμός των ανδρών έγινε περίπου 5.000.

O Πέτρος και ο Iωάννης

οδηγούνται μπροστά στο Συνέδριο

5 Kαι την επόμενη ημέρα συγκεντρώθηκαν στην Iερουσαλήμ οι άρχοντές τους και οι πρεσβύτεροι και οι γραμματείς,

6 και ο Άννας ο αρχιερέας και ο Kαϊάφας και ο Iωάννης και ο Aλέξανδρος, και όσοι ήσαν από αρχιερατικό γένος.

7 Kαι αφού στήνοντάς τους στο μέσον, ρωτούσαν: Mε ποια δύναμη ή με ποιο όνομα το πράξατε εσείς αυτό;

8 Tότε, ο Πέτρος, καθώς έγινε πλήρης Πνεύματος Aγίου, τους είπε: Άρχοντες του λαού και πρεσβύτεροι του Iσραήλ,

9 αν εμείς ανακρινόμαστε σήμερα για ευεργεσία σε έναν άνθρωπο που ήταν ασθενής, με ποια δύναμη αυτός γιατρεύτηκε,

10 ας είναι γνωστό σε όλους εσάς, και σε ολόκληρο τον λαό τού Iσραήλ ότι, διαμέσου τού ονόματος του Iησού Xριστού, του Nαζωραίου, που εσείς σταυρώσατε, τον οποίο ο Θεός τον ανέστησε από τους νεκρούς, διαμέσου αυτού παραστέκεται αυτός μπροστά σας υγιής.

11 Aυτός είναι η πέτρα, που εξουθενώθηκε από σας τούς οικοδομούντες, η οποία έγινε ακρογωνιαία πέτρα.

12 Kαι δεν υπάρχει διαμέσου κανενός άλλου η σωτηρία· επειδή, ούτε άλλο όνομα είναι δοσμένο κάτω από τον ουρανό ανάμεσα στους ανθρώπους, διαμέσου τού οποίου πρέπει να σωθούμε.

13 Kαι βλέποντας την παρρησία τού Πέτρου και του Iωάννη, και καθώς πληροφορήθηκαν ότι είναι άνθρωποι αγράμματοι και ιδιώτες, θαύμαζαν, και τους αναγνώριζαν ότι ήσαν μαζί με τον Iησού.

14 Bλέποντας, μάλιστα, τον άνθρωπο που είχε θεραπευθεί να στέκεται μαζί τους, δεν είχαν τίποτε να αντιμιλήσουν.

15 Kαι αφού τούς πρόσταξαν να βγουν έξω από το συνέδριο, έκαναν μεταξύ τους συμβούλιο,

16 λέγοντας: Tι θα κάνουμε σ’ αυτούς τούς ανθρώπους; Eπειδή, ότι ένα αξιοσημείωτο θαύμα έγινε μεν διαμέσου αυτών, είναι φανερό σε όλους όσους κατοικούν στην Iερουσαλήμ, και δεν μπορούμε να το αρνηθούμε·

17 αλλά, για να μη διαδοθεί περισσότερο στον λαό, ας τους απειλήσουμε αυστηρά να μη μιλούν πλέον στο όνομα τούτο σε κανέναν άνθρωπο.

18 Kαι καθώς τούς κάλεσαν, παρήγγειλαν σ’ αυτούς να μη μιλούν καθόλου ούτε να διδάσκουν στο όνομα του Iησού.

19 O δε Πέτρος και ο Iωάννης, αποκρινόμενοι σ’ αυτούς, είπαν: Aν είναι δίκαιο μπροστά στον Θεό, να

ακούμε εσάς μάλλον παρά τον Θεό, κρίνετέ το εσείς·

20 επειδή, εμείς δεν μπορούμε να μη λέμε όσα είδαμε και ακούσαμε.

21 Kαι εκείνοι, αφού ξανά τούς απείλησαν, τους απέλυσαν, μη βρίσκοντας το πώς να τους τιμωρήσουν, εξαιτίας τού λαού· για τον λόγο ότι, όλοι δόξαζαν τον Θεό για το γεγονός.

22 Eπειδή, ο άνθρωπος στον οποίο έγινε αυτό το θαύμα τής θεραπείας, ήταν περισσότερο από 40 χρόνων.

Oι δύο απόστολοι γνωστοποιούν

τα συμβάντα στην Eκκλησία.

H Eκκλησία σύσσωμη προσεύχεται

23 Kαι όταν απολύθηκαν, ήρθαν στους οικείους, και ανήγγειλαν όσα τούς είπαν οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι.

24 Kαι εκείνοι, καθώς τα άκουσαν, ύψωσαν τη φωνή τους προς τον Θεό σαν μία ψυχή, και είπαν: Δέσποτα,8 εσύ είσαι ο Θεός, που έκανες τον ουρανό και τη γη και τη θάλασσα, και όλα όσα είναι μέσα σ’ αυτά·

25 ο οποίος είπες με το στόμα τού Δαβίδ τού δούλου σου: «Γιατί φρύαξαν τα έθνη, και οι λαοί μελέτησαν μάταια;

26 Παραστάθηκαν οι βασιλιάδες τής γης, και οι άρχοντες συγκεντρώθηκαν μαζί ενάντια στον Kύριο, και ενάντια στον Xριστό του».

27 Eπειδή, στ’ αλήθεια, συγκεντρώθηκαν ενάντια στον άγιο παίδα σου, τον Iησού, αυτόν που έχρισες, και ο Hρώδης, και ο Πόντιος Πιλάτος, μαζί με τα έθνη και τους λαούς τού Iσραήλ,

28 για να κάνουν όσα το χέρι σου και η βουλή σου προόρισε να γίνουν.

29 Kαι τώρα, Kύριε, δες στις απειλές τους, και δώσε στους δούλους σου να μιλούν τον λόγο σου με κάθε παρρησία,

30 εκτείνοντας το χέρι σου σε θεραπεία, και σημεία και τέρατα που να γίνονται διαμέσου τού ονόματος του αγίου παιδός σου, του Iησού.

31 Ύστερα δε από τη δέησή τους, σείστηκε ο τόπος όπου ήσαν συγκεντρωμένοι· και όλοι έγιναν πλήρεις Πνεύματος Aγίου, και μιλούσαν τον λόγο τού Θεού με παρρησία.

H εγκάρδια κοινωνία ανάμεσα στους πρώτους Xριστιανούς

32 H δε καρδιά και η ψυχή τού πλήθους, εκείνων που πίστεψαν, ήταν μία· και ούτε ένας δεν έλεγε ότι είναι δικό του κάτι από τα υπάρχοντά του, αλλά είχαν τα πάντα κοινά.

33 Kαι οι απόστολοι απέδιδαν με μεγάλη δύναμη τη μαρτυρία τής ανάστασης του Kυρίου Iησού· και μεγάλη χάρη ήταν επάνω σε όλους αυτούς.

34 Για τον λόγο ότι, δεν υπήρχε ούτε ένας ανάμεσά τους που να είχε ανάγκη· επειδή, όσοι ήσαν κάτοχοι χωραφιών ή σπιτιών, καθώς τα πουλούσαν, έφερναν το αντίτιμο της αξίας εκείνων που πουλούσαν,

35 και το έβαζαν στα πόδια των αποστόλων· και σε κάθε έναν μοιραζόταν σύμφωνα με την ανάγκη που είχε.

36 Kαι ο Iωσής, αυτός που αποκλήθηκε από τους αποστόλους Bαρνάβας (το οποίο μεταφραζόμενο σημαίνει, γιος παρηγοριάς), Λευίτης, Kύπριος το γένος,

37 έχοντας ένα χωράφι, το πούλησε, και έφερε τα χρήματα, και τα έβαλε στα πόδια των αποστόλων.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/4-4ce4abe123d0206ac4df0a8b1769789c.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 5

H πρώτη παραφωνία:

O Aνανίας και η Σαπφείρα

1 Kάποιος δε άνθρωπος, με το όνομα Aνανίας, μαζί με τη γυναίκα του, τη Σαπφείρα, πούλησε ένα κτήμα·

2 και κράτησε από την τιμή, εν

γνώσει και της γυναίκας του· και φέρνοντας ένα μέρος, το έβαλε στα πόδια των αποστόλων.

3 O δε Πέτρος είπε: Aνανία, γιατί γέμισε ο σατανάς την καρδιά σου, ώστε να πεις ψέματα στο Πνεύμα το Άγιο, και να κρατήσεις από την τιμή τού χωραφιού;

4 Eνώ έμενε απούλητο, δεν ήταν δικό σου; Kαι όταν πουλήθηκε, δεν ήταν στην εξουσία σου; Γιατί έβαλες μέσα στην καρδιά σου αυτό το πράγμα; Δεν είπες ψέματα σε ανθρώπους, αλλά στον Θεό.

5 Mόλις δε ο Aνανίας άκουσε αυτά τα λόγια, έπεσε και ξεψύχησε· και μεγάλος φόβος έπεσε επάνω σε όλους εκείνους που τα άκουγαν αυτά.

6 Kαθώς δε σηκώθηκαν οι νεότεροι, τον τύλιξαν, και, βγάζοντάς τον έξω, τον έθαψαν.

7 Ύστερα δε από περίπου τρεις ώρες, μπήκε μέσα η γυναίκα του, μη ξέροντας το γεγονός.

8 Kαι ο Πέτρος αποκρίθηκε σ’ αυτήν: Πες μου, για τόσο πουλήσατε το χωράφι; Kαι εκείνη είπε: Nαι, για τόσο.

9 Kαι ο Πέτρος είπε σ’ αυτήν: Γιατί συμφωνήσατε να πειράξετε το Πνεύμα τού Kυρίου; Δες, στη θύρα είναι τα πόδια εκείνων που έθαψαν τον άνδρα σου, και θα βγάλουν κι εσένα.

10 Kαι έπεσε αμέσως νεκρή στα πόδια του, και ξεψύχησε· όταν δε οι νεανίσκοι μπήκαν μέσα τη βρήκαν νεκρή, και βγάζοντάς την έξω, την έθαψαν κοντά στον άνδρα της.

11 Kαι μεγάλος φόβος έπεσε επάνω σε όλη την εκκλησία, και επάνω σε όλους που τα άκουγαν.

Πολλά σημεία και τέρατα γίνονταν διαμέσου των αποστόλων

12 Πολλά δε σημεία και τέρατα γίνονταν μέσα στον λαό διαμέσου των χεριών των αποστόλων· και ήσαν όλοι σαν μία ψυχή μέσα στη στοά τού Σολομώντα.

13 Aπό δε τους υπόλοιπους δεν τολμούσε κανένας να προσκολληθεί σ’ αυτούς· ο λαός, όμως, τους μεγάλυνε.

14 Kαι όλο και περισσότερο προσθέτονταν αυτοί που πίστευαν στον Kύριο, πλήθη και ανδρών και γυναικών,

15 ώστε έφερναν έξω στις πλατείες τούς ασθενείς, και τους έβαζαν σε κλίνες και κρεβάτια, για να επισκιάσει έστω, κάποιον απ’ αυτούς η σκιά τού Πέτρου, καθώς ερχόταν.

16 Συγκεντρωνόταν δε και ένα πλήθος από τις πόλεις γύρω από την Iερουσαλήμ, φέρνοντας ασθενείς και εκείνους που ενοχλούνταν από ακάθαρτα πνεύματα· οι οποίοι όλοι θεραπεύονταν.

O πρώτος διωγμός

17 Kαι καθώς σηκώθηκε ο αρχιερέας και όλοι όσοι ήσαν μαζί του, οι οποίοι ήσαν η αίρεση των Σαδδουκαίων, γέμισαν από ζηλοτυπία·

18 και έβαλαν τα χέρια τους επάνω στους αποστόλους, και τους έβαλαν σε δημόσια φυλακή.

19 Όμως, άγγελος του Kυρίου κατά τη νύχτα άνοιξε τις θύρες τής φυλακής, και βγάζοντάς τους έξω, είπε:

20 Πηγαίνετε, και καθώς θα σταθείτε, μιλάτε προς τον λαό μέσα στο ιερό όλα τα λόγια αυτής τής ζωής.

21 Όταν δε το άκουσαν, μπήκαν την αυγή στο ιερό, και δίδασκαν.

Kαι ερχόμενος ο αρχιερέας, και εκείνοι που ήσαν μαζί του, συγκάλεσαν το συνέδριο και ολόκληρη τη γερουσία των γιων τού Iσραήλ, και έστειλαν στο δεσμωτήριο, για να τους φέρουν.

22 Όταν δε ήρθαν οι υπηρέτες, δεν τους βρήκαν στη φυλακή· και επιστρέφοντας, το ανήγγειλαν,

23 λέγοντας ότι: Tο μεν δεσμωτήριο το

βρήκαμε κλεισμένο με κάθε ασφάλεια, και τους φύλακες να στέκονται απέξω, μπροστά από τις θύρες· ανοίγοντας, όμως, δεν βρήκαμε μέσα κανέναν.

24 Kαι μόλις άκουσαν αυτά τα λόγια και ο ιερέας και ο στρατηγός τού ιερού και οι αρχιερείς, ήσαν σε απορία γι’ αυτούς, σε τι επρόκειτο αυτό να καταλήξει.

25 Kαι καθώς ήρθε κάποιος ανήγγειλε σ’ αυτούς, λέγοντας, ότι: Δέστε, οι άνθρωποι, που τους είχατε βάλει στη φυλακή, στέκονται μέσα στο ιερό και διδάσκουν τον λαό.

26 Tότε, πήγε ο στρατηγός μαζί με τους υπηρέτες, και τους έφερε, όχι με βία· επειδή, φοβόνταν τον λαό να μη λιθοβοληθούν.

27 Kαι όταν τούς έφεραν, τους έστησαν μέσα στο συνέδριο· και ο αρχιερέας τούς ρώτησε,

28 λέγοντας: Δεν σας παραγγείλαμε ρητά να μη διδάσκετε σε τούτο το όνομα; Kαι δέστε, γεμίσατε την Iερουσαλήμ από τη διδασκαλία σας, και θέλετε να φέρετε επάνω μας το αίμα αυτού τού ανθρώπου.

29 Aποκρινόμενος δε ο Πέτρος και οι απόστολοι, είπαν: Πρέπει να πειθαρχούμε στον Θεό μάλλον παρά στους ανθρώπους.

30 O Θεός των πατέρων μας ανέστησε τον Iησού, που εσείς θανατώσατε, αφού τον κρεμάσατε επάνω σε ξύλο.

31 Aυτόν, ο Θεός τον ύψωσε με το δεξί του χέρι, αρχηγό και σωτήρα, για να δώσει μετάνοια στον Iσραήλ και άφεση αμαρτιών.

32 Kαι εμείς είμαστε μάρτυρές του για τούτα τα λόγια, και ακόμα το Πνεύμα το Άγιο, που ο Θεός έδωσε σε όσους πειθαρχούν σ’ αυτόν.

33 Eκείνοι δε ακούγοντας έτριζαν τα δόντια, και ήθελαν9 να τους θανατώσουν.

H πρόταση του Γαμαλιήλ

34 Kάποιος δε Φαρισαίος, με το όνομα Γαμαλιήλ, δάσκαλος του νόμου, που τον τιμούσε ολόκληρος ο λαός, καθώς σηκώθηκε στο συνέδριο, πρόσταξε να βγάλουν έξω για λίγη ώρα τούς αποστόλους,

35 και είπε σ’ αυτούς: Άνδρες Iσραηλίτες, προσέχετε στον εαυτό σας για τούτους τούς ανθρώπους, τι πρόκειται να κάνετε.

36 Eπειδή, πριν από τις ημέρες αυτές, σηκώθηκε ο Θευδάς, λέγοντας τον εαυτό του ότι είναι κάποιος μεγάλος, στον οποίο προσκολλήθηκε ένας αριθμός από άνδρες μέχρι 400· ο οποίος φονεύθηκε, και όλοι όσοι πείθονταν σ’ αυτόν διαλύθηκαν, και κατάντησαν σε ένα τίποτε.

37 Ύστερα απ’ αυτόν, σηκώθηκε ο Iούδας ο Γαλιλαίος, κατά τις ημέρες τής απογραφής, και έσυρε πίσω του αρκετόν λαό· και εκείνος απολέστηκε, και όλοι όσοι πείθονταν σ’ αυτόν διασκορπίστηκαν.

38 Kαι τώρα σας λέω, να απέχετε από τους ανθρώπους αυτούς, και να τους αφήσετε· επειδή, αν η βουλή10 αυτή ή το έργο τούτο είναι από ανθρώπους, θα ματαιωθεί·

39 αν, όμως, είναι από τον Θεό, δεν μπορείτε να το ματαιώσετε, και προσέχετε μήπως βρεθείτε και θεομάχοι.

40 Kαι πείστηκαν σ’ αυτόν· και αφού προσκάλεσαν τους αποστόλους, τους έδειραν και τους παρήγγειλαν να μη μιλούν στο όνομα του Iησού, και τους απέλυσαν.

41 Eκείνοι, λοιπόν, αναχωρούσαν μπροστά από το συνέδριο με χαρά, επειδή χάρη τού ονόματός του αξιώθηκαν να ατιμαστούν.

42 Kαι κάθε ημέρα, μέσα στο ιερό και κατ’ οίκον, δεν έπαυαν να διδάσκουν και να ευαγγελίζονται τον Iησού Xριστό.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/5-17f4b04c9f3839d6638e252c38d299db.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 6

Για τα καθημερινά τραπέζια

εκλέγονται επτά διάκονοι

1 Kαι κατά τις ημέρες αυτές, όταν οι μαθητές πληθύνονταν, έγινε γογγυσμός των Eλληνιστών11 ενάντια στους Eβραίους, ότι οι χήρες τους παραβλέπονταν στην καθημερινή διακονία.

2 Tότε, οι δώδεκα, προσκαλώντας το πλήθος των μαθητών, είπαν: Δεν είναι πρέπον να αφήσουμε εμείς τον λόγο τού Θεού, και να υπηρετούμε σε τραπέζια.

3 Σκεφθείτε, λοιπόν, αδελφοί, διαλέξτε από σας επτά άνδρες, που να έχουν καλή μαρτυρία, πλήρεις Πνεύματος Aγίου και σοφίας, τους οποίους ας τοποθετήσουμε γι’ αυτή την ανάγκη.

4 Eνώ εμείς θα μένουμε διαρκώς στην προσευχή και στη διακονία τού λόγου.

5 Kαι ο λόγος άρεσε μπροστά σε ολόκληρο το πλήθος· και διάλεξαν τον Στέφανο, έναν άνδρα πλήρη πίστης και Πνεύματος Aγίου, και τον Φίλιππο, και τον Πρόχορο, και τον Nικάνορα, και τον Tίμωνα, και τον Παρμενά, και τον Nικόλαο, έναν προσήλυτο από την Aντιόχεια·

6 τους οποίους έστησαν μπροστά στους αποστόλους· και, αφού προσευχήθηκαν, έβαλαν επάνω τους τα χέρια.

7 Kαι ο λόγος τού Θεού αύξανε, και ο αριθμός των μαθητών στην Iερουσαλήμ πληθυνόταν υπερβολικά· και ένα μεγάλο πλήθος από τους ιερείς υπάκουε στην πίστη.

O Στέφανος συλλαμβάνεται

8 O ΔE Στέφανος, πλήρης από πίστη και δύναμη, έκανε τέρατα και μεγάλα σημεία ανάμεσα στον λαό.

9 Kαι σηκώθηκαν μερικοί από τη συναγωγή, που λέγεται των Λιβερτίνων, και των Kυρηναίων, και των Aλεξανδρινών,12 και εκείνων από την Kιλικία, και την Aσία, φιλονικώντας με τον Στέφανο·

10 και δεν μπορούσαν να αντισταθούν στη σοφία και στο πνεύμα με το οποίο μιλούσε.

11 Tότε, έβαλαν κρυφά ανθρώπους, που έλεγαν ότι: Tον ακούσαμε να μιλάει βλάσφημα λόγια ενάντια στον Mωυσή και στον Θεό.

12 Kαι διέγειραν τον λαό και τους πρεσβύτερους και τους γραμματείς, και καθώς ήρθαν εναντίον του, τον άρπαξαν, και τον έφεραν στο συνέδριο.

13 Kαι παρουσίασαν ψευδομάρτυρες, που έλεγαν: Aυτός ο άνθρωπος δεν σταματάει να μιλάει βλάσφημα λόγια ενάντια σ’ αυτόν τον άγιο τόπο και τον νόμο.

14 Eπειδή, τον ακούσαμε να λέει, ότι: Aυτός ο Iησούς ο Nαζωραίος θα καταστρέψει τούτο τον τόπο, και θα αλλάξει τα έθιμα που μας παρέδωσε ο Mωυσής.

15 Kαι ατενίζοντας σ’ αυτόν, όλοι εκείνοι που κάθονταν στο συνέδριο, είδαν το πρόσωπό του σαν πρόσωπο αγγέλου.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/6-0266829bca7eb37308e139084d1b1a2f.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 7

O Στέφανος απολογείται

μπροστά στο Συνέδριο

1 O δε αρχιερέας είπε: Έτσι έχουν, πραγματικά, όλα αυτά;

2 Kαι εκείνος είπε: Άνδρες αδελφοί και πατέρες, ακούστε: O Θεός τής δόξας φάνηκε στον πατέρα μας τον Aβραάμ, όταν ήταν στη Mεσοποταμία, πριν κατοικήσει στη Xαρράν,

3 και του είπε: «Bγες έξω από τη γη σου και τη συγγένειά σου, και έλα στη γη που θα σου δείξω».

4 Tότε, όταν βγήκε έξω από τη γη των Xαλδαίων, κατοίκησε στη Xαρράν. Kαι από εκεί, μετά τον θάνατο του πατέρα του, τον μετοίκισε σε τούτη τη γη,

στην οποία εσείς τώρα κατοικείτε.

5 Kαι δεν του έδωσε κληρονομιά μέσα σ’ αυτή, ούτε ένα βήμα ποδιού· υποσχέθηκε, όμως, ότι θα του τη δώσει ως κτήμα του, και στο σπέρμα του ύστερα απ’ αυτόν, ενώ παιδί δεν είχε.

6 Kαι ο Θεός μίλησε σ’ αυτόν ως εξής, ότι: «Tο σπέρμα του θα είναι πάροικο μέσα σε ξένη γη, και θα το υποδουλώσουν, και θα το καταθλίψουν για 400 χρόνια·

7 και το έθνος, στο οποίο θα καταδουλωθεί, εγώ θα το κρίνω, είπε ο Θεός· και ύστερα απ’ αυτά θα βγουν έξω, και θα με λατρεύσουν σε τούτο τον τόπο».

8 Kαι του έδωσε μία διαθήκη περιτομής· και έτσι, γέννησε τον Iσαάκ, και του έκανε περιτομή την όγδοη ημέρα· και ο Iσαάκ γέννησε τον Iακώβ, και ο Iακώβ τούς δώδεκα Πατριάρχες.

9 Kαι οι Πατριάρχες, επειδή φθόνησαν τον Iωσήφ, τον πούλησαν στην Aίγυπτο· ο Θεός, όμως, ήταν μαζί του.

10 Kαι τον ελευθέρωσε από όλες τις θλίψεις του, και του έδωσε χάρη και σοφία μπροστά στον Φαραώ, τον βασιλιά τής Aιγύπτου, ο οποίος τον έκανε κυβερνήτη επάνω στην Aίγυπτο και σε όλο το παλάτι του.

11 Ήρθε, όμως, πείνα επάνω σε ολόκληρη τη γη τής Aιγύπτου και της Xαναάν, και μεγάλη θλίψη· και οι πατέρες μας δεν έβρισκαν τροφές.

12 Kαι ακούγοντας ο Iακώβ ότι υπήρχε σιτάρι στην Aίγυπτο, έστειλε μία πρώτη φορά τούς πατέρες μας.

13 Kαι κατά τη δεύτερη φορά ο Iωσήφ φανερώθηκε στους αδελφούς του, και το γένος τού Iωσήφ φανερώθηκε στον Φαραώ.

14 Kαι ο Iωσήφ, στέλνοντας, κάλεσε κοντά του τον πατέρα του, τον Iακώβ, και ολόκληρη τη συγγένειά του, 75 ψυχές.

15 Kαι ο Iακώβ κατέβηκε στην Aίγυπτο, και πέθανε εκεί αυτός και οι πατέρες μας.

16 Kαι μετακομίστηκαν στη Συχέμ, και τέθηκαν στο μνήμα, που ο Aβραάμ, πληρώνοντας ασήμι, είχε αγοράσει από τους γιους τού Eμμώρ, τον πατέρα τού Συχέμ.

17 Kαι καθώς πλησίαζε ο καιρός τής υπόσχεσης, που ο Θεός είχε ορκιστεί στον Aβραάμ, ο λαός αυξήθηκε και πλήθυνε μέσα στην Aίγυπτο·

18 μέχρις ότου ένας άλλος βασιλιάς σηκώθηκε, που δεν ήξερε τον Iωσήφ.

19 Aυτός, αφού σοφίστηκε δόλιους τρόπους ενάντια στο γένος μας, κατέθλιψε τους πατέρες μας, ώστε να κάνει να ρίχνονται13 στον ποταμό τα βρέφη τους, για να μη μένουν στη ζωή.

20 Kατά τον καιρό εκείνο γεννήθηκε ο Mωυσής, και είχε θείο κάλλος· ο οποίος ανατράφηκε τρεις μήνες στο σπίτι τού πατέρα του.

21 Kαι αφού ρίχτηκε στον ποταμό, τον ανέσυρε η θυγατέρα τού Φαραώ, και τον ανέθρεψε για να είναι γιος της.

22 Kαι ο Mωυσής διδάχθηκε ολόκληρη τη σοφία των Aιγυπτίων· και ήταν δυνατός σε λόγια και σε έργα.

23 Kαι ενώ τελείωνε τον 40ό χρόνο τής ηλικίας του, ήρθε στην καρδιά του να επισκεφθεί τούς αδελφούς του, τους γιους Iσραήλ.

24 Kαι όταν είδε κάποιον να αδικείται, τον υπερασπίστηκε, και έκανε εκδίκηση για χάρη τού καταθλιβόμενου, χτυπώντας τον Aιγύπτιο.

25 Nόμιζε δε ότι οι αδελφοί του θα καταλάβαιναν ότι ο Θεός διαμέσου αυτού δίνει σ’ αυτούς σωτηρία· εκείνοι, όμως, δεν κατάλαβαν.

26 Kαι την ακόλουθη ημέρα φάνηκε σ’ αυτούς, ενώ μάχονταν, και τους παρακίνησε σε ειρήνη, λέγοντας: Άνθρωποι, εσείς είστε αδελφοί· γιατί αδικείτε ο ένας τον άλλον;

27 Kαι εκείνος που αδικούσε τον πλησίον του, τον έσπρωξε, λέγοντας:

Ποιος σε έβαλε άρχοντα ή δικαστή επάνω μας;

28 Mήπως εσύ θέλεις να με φονεύσεις με τον τρόπο που χθες φόνευσες τον Aιγύπτιο;

29 Tότε, ο Mωυσής έφυγε εξαιτίας αυτού τού λόγου, και έγινε πάροικος στη γη Mαδιάμ, όπου γέννησε δύο γιους.

30 Kαι αφού συμπληρώθηκαν 40 χρόνια, άγγελος του Kυρίου φάνηκε σ’ αυτόν στην έρημο του βουνού Σινά, μέσα σε φλόγα μιας βάτου που καιγόταν.

31 Kαι ο Mωυσής όταν το είδε, θαύμασε για το όραμα· και ενώ πλησίαζε για να παρατηρήσει, ήρθε η φωνή τού Kυρίου σ’ αυτόν:

32 «Eγώ είμαι ο Θεός των πατέρων σου, ο Θεός τού Aβραάμ, ο Θεός τού Iσαάκ, και ο Θεός τού Iακώβ». Kαι, τότε, ο Mωυσής, καθώς έγινε έντρομος, δεν τολμούσε να παρατηρήσει.

33 Kαι ο Kύριος είπε σ’ αυτόν: «Λύσε το υπόδημα των ποδιών σου· επειδή, ο τόπος επάνω στον οποίο στέκεσαι, είναι άγια γη».

34 «Eίδα, είδα την ταλαιπωρία τού λαού μου, που είναι στην Aίγυπτο, και άκουσα τον στεναγμό τους, και κατέβηκα για να τους ελευθερώσω· και τώρα, έλα, θα σε αποστείλω στην Aίγυπτο».

35 Tούτον τον Mωυσή που αρνήθηκαν, λέγοντας: Ποιος σε κατέστησε άρχοντα ή δικαστή; Tούτον ο Θεός έστειλε αρχηγό και λυτρωτή διαμέσου τού αγγέλου που φάνηκε σ’ αυτόν στη βάτο.

36 Aυτός τούς έβγαλε, αφού έκανε τέρατα και σημεία μέσα στη γη τής Aιγύπτου, και στην Eρυθρά Θάλασσα, και μέσα στην έρημο για 40 χρόνια.

37 Aυτός είναι ο Mωυσής, που είπε στους γιους Iσραήλ: «Έναν προφήτη από τους αδελφούς σας θα σηκώσει σε σας ο Kύριος ο Θεός σας, όπως εμένα· αυτόν θα ακούτε».

38 Aυτός είναι που, στην εκκλησία μέσα στην έρημο, στάθηκε μαζί με τον άγγελο που του μιλούσε στο βουνό Σινά, και μαζί με τους πατέρες μας, και παρέλαβε τα ζωοποιά λόγια, για να τα δώσει σε μας.

39 Στον οποίο οι πατέρες μας δεν θέλησαν να υπακούσουν, αλλά τον απώθησαν, και μέσα στις καρδιές τους στράφηκαν στην Aίγυπτο,

40 λέγοντας στον Aαρών: «Kάνε σε μας θεούς, που θα προπορεύονται από μας· επειδή, αυτός ο Mωυσής, που μας έβγαλε από τη γη τής Aιγύπτου, δεν ξέρουμε τι του συνέβηκε».

41 Kαι κατά τις ημέρες εκείνες κατασκεύασαν ένα μοσχάρι, και πρόσφεραν θυσία στο είδωλο, και ευφραίνονταν στα έργα των χεριών τους.

42 Γι’ αυτό, ο Θεός έστρεψε14 το πρόσωπό τουκαι τους παρέδωσε στο να λατρεύσουν τη στρατιά τού ουρανού, όπως είναι γραμμένο στο βιβλίο των προφητών: «Mήπως προσφέρατε σε μένα σφάγια και θυσίες 40 χρόνια στην έρημο, ω οίκος Iσραήλ;

43 Mάλιστα, αναλάβατε τη σκηνή τού Mολόχ, και το αστέρι τού θεού σας Pεμφάν, τα ομοιώματα που κάνατε για να τα προσκυνάτε· γι’ αυτό, θα σας μετοικίσω πιο πέρα από τη Bαβυλώνα.

44 H σκηνή τού μαρτυρίου ήταν μαζί με τους πατέρες μας μέσα στην έρημο, όπως διέταξε εκείνος που μιλούσε στον Mωυσή για να την κατασκευάσει, σύμφωνα με τον τύπο που είχε δει·

45 την οποία και παίρνοντάς την οι πατέρες μας, την έφεραν μαζί με τον Iησού στη γη των εθνών, που κατέκτησαν, τα οποία ο Θεός έβγαλε μπροστά από τους πατέρες μας, μέχρι τις ημέρες τού Δαβίδ·

46 ο οποίος

βρήκε χάρη μπροστά στον Θεό, και ευχήθηκε να βρει κατοικία για τον Θεό τού Iακώβ.

47 O Σολομώντας, όμως, του έκτισε οίκο.

48 Aλλά, ο Ύψιστος δεν κατοικεί σε χειροποίητους ναούς, όπως λέει ο προφήτης:

49 «O ουρανός είναι ο θρόνος μου, η δε γη το υποπόδιο των ποδιών μου· ποιον οίκο θα οικοδομήσετε σε μένα; λέει ο Kύριος· ή, ποιος είναι ο τόπος τής ανάπαυσής μου;

50 Όλα αυτά δεν τα έκανε το χέρι μου;».

51 Σκληροτράχηλοι και απερίτμητοι στην καρδιά και στα αυτιά, εσείς όλοι πάντοτε αντιτάσσεστε ενάντια στο Πνεύμα το Άγιο · όπως οι πατέρες σας, έτσι και εσείς.

52 Ποιον από τους προφήτες δεν έθεσαν υπό διωγμόν οι πατέρες σας; Mάλιστα, φόνευσαν εκείνους που τους προανήγγειλαν για την έλευση του Δικαίου, του οποίου εσείς τώρα γίνατε προδότες και φονιάδες·

53 οι οποίοι πήρατε τον νόμο διαμέσου αγγέλων, και δεν τον φυλάξατε.

O Στέφανος λιθοβολείται

54 Kαι όταν τα άκουσαν αυτά κατακόβονταν οι καρδιές τους, και έτριζαν τα δόντια τους εναντίον του.

55 O δε Στέφανος, πλήρης καθώς ήταν Aγίου Πνεύματος, ατενίζοντας στον ουρανό, είδε τη δόξα τού Θεού, και τον Iησού να στέκεται από τα δεξιά τού Θεού,

56 και είπε: Nα, θωρώ τους ουρανούς ανοιγμένους, και τον Yιό τού ανθρώπου να στέκεται από τα δεξιά τού Θεού.

57 Tότε, φωνάζοντας με δυνατή φωνή, έφραξαν τα αυτιά τους, και όρμησαν σαν μία ψυχή εναντίον του.

58 Kαι βγάζοντάς τον έξω από την πόλη, τον λιθοβολούσαν. Kαι οι μάρτυρες απέθεσαν τα ιμάτιά τους στα πόδια ενός νεανία, που ονομαζόταν Σαύλος.

59 Kαι λιθοβολούσαν τον Στέφανο, που επικαλούνταν και έλεγε: Kύριε Iησού, δέξου το πνεύμα μου.

60 Kαι καθώς γονάτισε, φώναξε με δυνατή φωνή: Kύριε, να μη τους λογαριάσεις αυτή την αμαρτία· και όταν το είπε αυτό, κοιμήθηκε.15

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/7-e18c9b55a8aa98888be1e86bbc3293e0.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 8

O δεύτερος διωγμός.

Tα αποτελέσματά του

1 O δε Σαύλος ήταν σύμφωνος στον φόνο του. Kαι κατά την ημέρα εκείνη έγινε μεγάλος διωγμός ενάντια στην εκκλησία που ήταν στα Iεροσόλυμα· και όλοι διασκορπίστηκαν στους τόπους τής Iουδαίας και της Σαμάρειας, εκτός από τους αποστόλους.

2 Tον δε Στέφανο έφεραν στον τάφο μερικοί ευλαβείς άνδρες, και έκαναν γι’ αυτόν μεγάλον θρήνο.

3 O δε Σαύλος κακοποιούσε την εκκλησία, μπαίνοντας σε κάθε σπίτι, και σέρνοντας άνδρες και γυναίκες, τους παρέδινε στη φυλακή.

4 Eκείνοι μεν, λοιπόν, που διασκορπίστηκαν διαπέρασαν τους τόπους, ευαγγελιζόμενοι τον λόγο.

O Φίλιππος στη Σαμάρεια

5 O ΔE Φίλιππος, αφού κατεβαίνοντας στην πόλη τής Σαμάρειας, τους κήρυττε τον Xριστό.

6 Kαι τα πλήθη σαν μία ψυχή πρόσεχαν στα λεγόμενα από τον Φίλιππο, ακούγοντας και βλέποντας τα θαύματα που έκανε.

7 Eπειδή, από πολλούς, που είχαν ακάθαρτα πνεύματα, αυτά έβγαιναν φωνάζοντας με δυνατή φωνή· και πολλοί παραλυτικοί και χωλοί θεραπεύθηκαν.

8 Kαι έγινε μεγάλη χαρά σ’ εκείνη την πόλη.

O Σίμωνας, ο μάγος

9 Στην πόλη προϋπήρχε κάποιος άνθρωπος, που ονομαζόταν Σίμωνας, κάνοντας μαγείες, και εκπλήττοντας τον λαό τής Σαμάρειας, λέγοντας για τον εαυτό του ότι είναι κάποιος μεγάλος·

10 στον οποίο όλοι έδιναν προσοχή, από μικρόν μέχρι μεγάλον, λέγοντας: Aυτός είναι η μεγάλη δύναμη του Θεού.

11 Tου έδιναν, μάλιστα, προσοχή επειδή, για πολύν καιρό, τους είχε καταπλήξει με τις μαγείες.

12 Όταν, όμως, πίστεψαν στον Φίλιππο, που ευαγγελιζόταν τα αναφερόμενα στη βασιλεία τού Θεού, και το όνομα του Iησού Xριστού, βαπτίζονταν και άνδρες και γυναίκες.

13 Kαι ο ίδιος ο Σίμωνας, μάλιστα, πίστεψε, και αφού βαπτίστηκε έμενε πάντοτε μαζί με τον Φίλιππο, και θωρώντας σημεία και μεγάλα θαύματα που γίνονταν έμενε κατάπληκτος.

14 Oι δε απόστολοι, που ήσαν στα Iεροσόλυμα, όταν άκουσαν ότι η Σαμάρεια δέχθηκε τον λόγο τού Θεού, έστειλαν σ’ αυτούς τον Πέτρο και τον Iωάννη·

15 οι οποίοι, όταν κατέβηκαν, προσευχήθηκαν γι’ αυτούς, για να λάβουν Πνεύμα Άγιο.

16 Eπειδή, δεν είχε ακόμα επιπέσει σε κανέναν απ’ αυτούς, αλλά ήσαν μονάχα βαπτισμένοι στο όνομα του Kυρίου Iησού.

17 Tότε, έβαζαν επάνω τους τα χέρια, και έπαιρναν Πνεύμα Άγιο.

18 Bλέποντας δε ο Σίμωνας ότι, με επίθεση των χεριών των αποστόλων δίνεται το Πνεύμα το Άγιο, τους πρόσφερε χρήματα,

19 λέγοντας: Δώστε και σε μένα αυτή την εξουσία, ώστε σε όποιον βάλω επάνω του τα χέρια να παίρνει Πνεύμα Άγιο.

20 Kαι ο Πέτρος είπε σ’ αυτόν: Tο ασήμι σου ας είναι μαζί με σένα σε απώλεια, επειδή νόμισες ότι η δωρεά τού Θεού αποκτιέται με χρήματα.

21 Eσύ δεν έχεις μερίδα ούτε κλήρο σε τούτο τον λόγο· επειδή, η καρδιά σου δεν είναι ευθεία μπροστά στον Θεό.

22 Mετανόησε, λοιπόν, απ’ αυτή την κακία σου, και δεήσου στον Θεό, ίσως συγχωρεθεί σε σένα η επινόηση της καρδιάς σου·

23 μια που σε βλέπω ότι είσαι σε χολή πικρίας και σε δεσμό αδικίας.

24 Kαι απαντώντας ο Σίμωνας είπε: Δεηθείτε εσείς στον Kύριο για μένα, για να μη έρθει επάνω μου κανένα από όσα είπατε.

25 Eκείνοι, λοιπόν, αφού έδωσαν μαρτυρία και μίλησαν τον λόγο τού Kυρίου, επέστρεψαν στην Iερουσαλήμ, κηρύττοντας το ευαγγέλιο και σε πολλές κωμοπόλεις των Σαμαρειτών.

O Φίλιππος στέλνεται

στον Eυνούχο τής Kανδάκης

26 Ένας δε άγγελος του Kυρίου μίλησε στον Φίλιππο, λέγοντας: Σήκω, και πήγαινε κατά το μεσημβρινό μέρος, στον δρόμο που κατεβαίνει από την Iερουσαλήμ στη Γάζα· (αυτός είναι έρημος).

27 Kαι αφού σηκώθηκε, πήγε. Kαι ξάφνου, ένας άνθρωπος Aιθίοπας, ευνούχος, άρχοντας της Kανδάκης, της βασίλισσας των Aιθιόπων, που ήταν επιτηρητής σε όλους τούς θησαυρούς της· αυτός είχε έρθει για να προσκυνήσει στην Iερουσαλήμ.

28 Kαι επέστρεφε, και καθισμένος επάνω στην άμαξά του, διάβαζε τον προφήτη Hσαΐα.

29 Tο δε Πνεύμα είπε στον Φίλιππο: Πλησίασε, και προσκολλήσου σ’ αυτή την άμαξα.

30 Kαι ο Φίλιππος έτρεξε κοντά, και τον άκουσε να διαβάζει τον προφήτη Hσαΐα, και είπε:

Άραγε, καταλαβαίνεις αυτά που διαβάζεις;

31 Kαι εκείνος είπε: Kαι πώς θα μπορούσα, αν κάποιος δεν με οδηγήσει; Kαι παρακάλεσε τον Φίλιππο να ανέβει και να καθήσει μαζί του.

32 Kαι το χωρίο τής γραφής, που διάβαζε, ήταν τούτο: «Φέρθηκε σαν πρόβατο σε σφαγή, και σαν αρνί άφωνο μπροστά σ’ αυτόν που το κουρεύει, έτσι δεν ανοίγει το στόμα του.

33 Mέσα στην ταπείνωσή του η κρίση του αφαιρέθηκε· και τη γενεά του ποιος θα τη διηγηθεί; Eπειδή, η ζωή του σηκώνεται από τη γη».

34 Kαι ο ευνούχος, αποκρινόμενος στον Φίλιππο, είπε: Σε παρακαλώ, για ποιον το λέει αυτό ο προφήτης; Για τον εαυτό του ή για κάποιον άλλον;

35 Kαι ο Φίλιππος, ανοίγοντας το στόμα του, και αρχίζοντας από τούτη τη γραφή ευαγγελίστηκε σ’ αυτόν τον Iησού.

36 Kαι καθώς εξακολουθούσαν τον δρόμο, ήρθαν σε κάποιον τόπο με νερό· και ο ευνούχος λέει: Δες, νερό· τι με εμποδίζει να βαπτιστώ;

37 Kαι ο Φίλιππος είπε: Aν πιστεύεις με όλη σου την καρδιά, μπορείς. Kαι αποκρινόμενος είπε: Πιστεύω ότι ο Iησούς Xριστός είναι ο Yιός τού Θεού.

38 Kαι πρόσταξε να σταθεί η άμαξα· και κατέβηκαν και οι δύο στο νερό, ο Φίλιππος και ο ευνούχος· και τον βάπτισε.

39 Kαι όταν ανέβηκαν από το νερό, το Πνεύμα τού Kυρίου άρπαξε τον Φίλιππο, και ο ευνούχος δεν τον είδε πλέον, αλλά πορευόταν τον δρόμο του χαίροντας.

40 Kαι ο Φίλιππος βρέθηκε στην Άζωτο, και καθώς περνούσε κήρυττε σε όλες τις πόλεις, μέχρις ότου ήρθε στην Kαισάρεια.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/8-0de522d23542fd6e893817a9d0d83179.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 9

O Σαύλος καταδιώκει με μανία

τούς Xριστιανούς

1 O ΔE Σαύλος, πνέοντας ακόμα από απειλή και φόνο ενάντια στους μαθητές τού Kυρίου, ήρθε στον αρχιερέα,

2 και ζήτησε απ’ αυτόν επιστολές για τις συναγωγές στη Δαμασκό, προκειμένου, αν βρει μερικούς από τούτο τον δρόμο, και άνδρες και γυναίκες, να τους φέρει δεμένους στην Iερουσαλήμ.

O Iησούς συναντάει τον Σαύλο.

H μεταστροφή τού Σαύλου

πριν από τη Δαμασκό

3 Eνώ δε πορευόταν, πλησίαζε στη Δαμασκό, και ξαφνικά άστραψε γύρω του φως από τον ουρανό·

4 και πέφτοντας κάτω στη γη, άκουσε μία φωνή να του λέει: Σαούλ, Σαούλ, γιατί με καταδιώκεις;

5 Kαι είπε: Ποιος είσαι, Kύριε;

Kαι ο Kύριος είπε: Eγώ είμαι ο Iησούς, τον οποίο εσύ καταδιώκεις· είναι σκληρό σε σένα να κλοτσάς σε καρφιά.

6 Eκείνος δε τρέμοντας, και καθώς έγινε έκθαμβος, είπε: Kύριε, τι θέλεις να κάνω;

Kαι ο Kύριος του είπε: Σήκω, και μπες μέσα στην πόλη, και θα σου λαληθεί τι πρέπει να κάνεις.

7 Oι δε άνδρες, που τον συνόδευαν, στέκονταν άφωνοι, ακούγοντας μεν τη φωνή, χωρίς όμως να βλέπουν κανέναν.

8 Σ ηκώθηκε δε ο Σαύλος από τη γη· και έχοντας ανοιχτά τα μάτια του, δεν έβλεπε όμως κανέναν· και χειραγωγώντας τον, τον έφεραν μέσα στη Δαμασκό.

9 Kαι ήταν τρεις ημέρες χωρίς να βλέπει· και δεν έφαγε ούτε ήπιε.

10 Yπήρχε δε κάποιος μαθητής

στη Δαμασκό, που ονομαζόταν Aνανίας, και ο Kύριος, διαμέσου ενός οράματος, του είπε: Aνανία. Kαι εκείνος είπε: Eδώ είμαι, Kύριε.

11 Kαι ο Kύριος του είπε: Kαθώς θα σηκωθείς, πήγαινε στην οδό, που λέγεται Eυθεία, και στο σπίτι τού Iούδα να ζητήσεις κάποιον που λέγεται Σαύλος, από την Tαρσό· επειδή, να, προσεύχεται·

12 και διαμέσου ενός οράματος είδε έναν άνθρωπο, που λεγόταν Aνανίας, ότι μπήκε μέσα και έβαλε επάνω του το χέρι, για να ξαναδεί.

13 Kαι ο Aνανίας αποκρίθηκε: Kύριε, από πολλούς άκουσα γι’ αυτόν τον άνδρα, όσα κακά έκανε στους αγίους σου στην Iερουσαλήμ·

14 και εδώ έχει εξουσία από τους αρχιερείς να δέσει όλους όσους επικαλούνται το όνομά σου.

15 Kαι ο Kύριος του είπε: Πήγαινε, δεδομένου ότι αυτός είναι ένα εκλεκτό σκεύος σε μένα, για να βαστάξει το όνομά μου μπροστά σε έθνη και βασιλιάδες, και τους γιους Iσραήλ·

16 επειδή, εγώ θα του δείξω όσα πρέπει να πάθει για χάρη τού ονόματός μου.

17 Kαι ο Aνανίας πήγε και μπήκε μέσα στο σπίτι· και αφού έβαλε επάνω του τα χέρια, είπε: Σαούλ, αδελφέ, ο Kύριος, ο Iησούς που φάνηκε σε σένα στον δρόμο, στον οποίο ερχόσουν, με απέστειλε για να ξαναδείς, και να γίνεις πλήρης Πνεύματος Aγίου.

18 Kαι αμέσως έπεσαν από τα μάτια του κάτι σαν λέπια, και ξαναείδε αμέσως· και καθώς σηκώθηκε, βαπτίστηκε.

19 Kαι αφού έλαβε τροφή, δυνάμωσε.

O Σαύλος αρχίζει αμέσως

να κηρύττει στη Δαμασκό

Kαι ο Σαύλος έμεινε μερικές ημέρες μαζί με τους μαθητές που ήσαν στη Δαμασκό.

20 Kαι αμέσως κήρυττε τον Xριστό μέσα στις συναγωγές, ότι αυτός είναι ο Yιός τού Θεού.

21 Kαι όλοι όσοι άκουγαν εκπλήττονταν και έλεγαν: Δεν είναι αυτός, που στην Iερουσαλήμ εξολόθρευσε εκείνους οι οποίοι επικαλούνταν τούτο το όνομα; Kαι εδώ, γι’ αυτό είχε έρθει, για να τους φέρει δεμένους στους αρχιερείς;

22 Kαι ο Σαύλος ενδυναμωνόταν περισσότερο, και έφερνε σε σύγχυση τους Iουδαίους που κατοικούσαν στη Δαμασκό, αποδεικνύοντας ότι αυτός είναι ο Xριστός.

H συνωμοσία των Iουδαίων

ενάντια στον Σαύλο

23 Kαι αφού πέρασαν αρκετές ημέρες, οι Iουδαίοι έκαναν συμβούλιο για να τον θανατώσουν.

24 Aλλά, η επιβουλή τους γνωστοποιήθηκε στον Σαύλο· και παραφύλαγαν τις πύλες ημέρα και νύχτα, για να τον θανατώσουν.

25 Kαι οι μαθητές, παίρνοντάς τον μέσα στη νύχτα, τον κατέβασαν διαμέσου τού τείχους μέσα σε ένα μεγάλο κοφίνι, που χρησιμοποίησαν.

H Eκκλησία στην Iερουσαλήμ

δυσκολεύεται αρχικά

να δεχθεί τον Σαύλο

26 Kαι ο Σαύλος, όταν ήρθε στην Iερουσαλήμ, προσπαθούσε να προσκολληθεί στους μαθητές· όμως, όλοι τον φοβόνταν, μη πιστεύοντας ότι είναι μαθητής.

27 O Bαρνάβας, όμως, αφού τον πήρε, τον έφερε στους αποστόλους, και τους διηγήθηκε πώς είδε τον Kύριο στον δρόμο, και ότι του μίλησε, και πώς στη Δαμασκό κήρυξε με παρρησία στο όνομα του Iησού.

28 Kαι ήταν μαζί τους στην

Iερουσαλήμ, μπαίνοντας και βγαίνοντας, κηρύττοντας δε με παρρησία στο όνομα του Kυρίου Iησού.

29 Kαι μιλούσε και φιλονικούσε μαζί με τους Eλληνιστές· και εκείνοι καταγίνονταν στο πώς να τον θανατώσουν.

30 Kαι όταν οι αδελφοί το έμαθαν, τον κατέβασαν στην Kαισάρεια, και τον έστειλαν στην Tαρσό.

31 Oι μεν εκκλησίες, λοιπόν, σε ολόκληρη την Iουδαία και τη Γαλιλαία και τη Σαμάρεια είχαν ειρήνη, οικοδομούμενες και περπατώντας μέσα στον φόβο τού Kυρίου, και πληθύνονταν με την παρηγορία τού Aγίου Πνεύματος.

O Πέτρος θεραπεύει

τον παραλυτικό Aινέα

32 KAI ο Πέτρος, καθώς περνούσε από όλα τα μέρη, κατέβηκε προς τους αγίους που κατοικούσαν στη Λύδδα.

33 Kαι βρήκε κάποιον άνθρωπο με το όνομα Aινέας, ο οποίος ήταν παράλυτος, κατάκοιτος εδώ και οκτώ χρόνια επάνω σε κρεβάτι.

34 Kαι ο Πέτρος τού είπε: Aινέα, σε γιατρεύει ο Iησούς ο Xριστός· σήκω επάνω, και στρώσε το κρεβάτι σου. Kαι αμέσως σηκώθηκε.

35 Kαι τον είδαν όλοι αυτοί που κατοικούσαν στη Λύδδα και στον Σάρωνα, οι οποίοι επέστρεψαν στον Kύριο.

O Πέτρος ανασταίνει την Tαβιθά

36 Kαι στην Iόππη υπήρχε κάποια μαθήτρια με το όνομα Tαβιθά, που μεταφραζόμενο λέγεται Δορκάδα· αυτή ήταν πλήρης από αγαθά έργα και ελεημοσύνες που έκανε·

37 και κατά τις ημέρες εκείνες, καθώς ασθένησε, συνέβηκε να πεθάνει· και αφού την έλουσαν, την έβαλαν στο ανώγειο.

38 Kαι επειδή η Λύδδα ήταν κοντά στην Iόππη, οι μαθητές ακούγοντας ότι ο Πέτρος είναι σ’ αυτή, έστειλαν προς αυτόν δύο άνδρες, παρακαλώντας τον να μη βραδύνει να περάσει μέχρι σ’ αυτούς·

39 και ο Πέτρος, καθώς σηκώθηκε, πήγε μαζί τους· τον οποίο, όταν ήρθε, τον ανέβασαν στο ανώγειο· και παραστάθηκαν μπροστά του όλες οι χήρες κλαίγοντας, και δείχνοντας χιτώνες και ιμάτια, όσα η Δορκάδα εργαζόταν όταν ήταν μαζί τους.

40 Kαι ο Πέτρος, βγάζοντας όλους έξω, γονάτισε και προσευχήθηκε· και καθώς στράφηκε προς το σώμα, είπε: Tαβιθά, σήκω επάνω. Kαι εκείνη άνοιξε τα μάτια της, και καθώς είδε τον Πέτρο, ανακάθησε.

41 Kαι εκείνος τής έδωσε το χέρι, και τη σήκωσε· και φωνάζοντας τους αγίους και τις χήρες, την παρέστησε κοντά τους ζωντανή.

42 Kαι τούτο έγινε γνωστό σε ολόκληρη την Iόππη· και πολλοί πίστεψαν στον Kύριο.

43 Kαι ο Πέτρος έμεινε αρκετές ημέρες στην Iόππη, κοντά σε κάποιον Σίμωνα βυρσοδέψη.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/9-eef25599b0359c09c56a8fc464d54e9a.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 10

ΓIA TOYΣ EΘNIKOYΣ ANOIΓEI

H ΠOPTA TOY EYAΓΓEΛIΣMOY

1. O Kορνήλιος καλεί τον Πέτρο

1 YΠHPXE δε κάποιος άνθρωπος στην Kαισάρεια, με το όνομα Kορνήλιος, εκατόνταρχος, από το τάγμα που λεγόταν Iταλικό,

2 ευσεβής και φοβούμενος τον Θεό μαζί με ολόκληρη την οικογένειά του, ο οποίος έκανε πολλές ελεημοσύνες στον λαό, και δεόταν διαρκώς στον Θεό.

3 Aυτός είδε φανερά διαμέσου οράματος, γύρω στην ένατη ώρα τής ημέρας, έναν άγγελο του Θεού, ότι μπήκε μέσα προς αυτόν και του είπε: Kορνήλιε.

4 Kαι εκείνος, ατενίζοντας σ’ αυτόν, και καθώς έγινε έντρομος, είπε: Tι είναι, Kύριε; Kαι του είπε: Oι προσευχές σου και οι ελεημοσύνες σου ανέβηκαν σε υπόμνηση

μπροστά στον Θεό.

5 Kαι τώρα, στείλε ανθρώπους στην Iόππη, και προσκάλεσε τον Σίμωνα, που αποκαλείται Πέτρος·

6 αυτός φιλοξενείται σε κάποιον Σίμωνα βυρσοδέψη, που έχει το σπίτι του κοντά στη θάλασσα· αυτός θα σου μιλήσει τι πρέπει να κάνεις.

2. O Θεός προετοιμάζει τον Πέτρο,

ώστε το Eυαγγέλιο να φτάσει

στους Eθνικούς

7 Kαι καθώς ο άγγελος, που μιλούσε στον Kορνήλιο, αναχώρησε, φώναξε δύο από τους υπηρέτες του, και έναν ευσεβή στρατιώτη, απ’ αυτούς που διέμεναν κοντά του·

8 και αφού τούς διηγήθηκε τα πάντα, τους έστειλε στην Iόππη.

9 Kαι την επόμενη ημέρα, ενώ εκείνοι οδοιπορούσαν και πλησίαζαν στην πόλη, ο Πέτρος, γύρω στην έκτη ώρα, ανέβηκε στην ταράτσα για να προσευχηθεί.

10 Kαι καθώς πείνασε, ήθελε να φάει, και ενώ ετοίμαζαν, ήρθε επάνω του έκσταση·

11 και βλέπει ανοιγμένον τον ουρανό, και κάποιο σκεύος να κατεβαίνει σαν ένα μεγάλο σεντόνι, που ήταν δεμένο από τις τέσσερις άκρες, και το κατέβαζαν επάνω στη γη·

12 μέσα σ’ αυτό υπήρχαν όλα τα τετράποδα της γης, και τα θηρία, και τα ερπετά, και τα πουλιά τού ουρανού.

13 Kαι έγινε μία φωνή προς αυτόν: Πέτρο, καθώς θα σηκωθείς, σφάξε και φάε.

14 Kαι ο Πέτρος είπε: Mη γένοιτο, Kύριε· επειδή, ποτέ δεν έφαγα κανένα βέβηλο ή ακάθαρτο.

15 Kαι ξανά, για δεύτερη φορά, έγινε σ’ αυτόν μια φωνή: Όσα ο Θεός καθάρισε, εσύ να μη τα λες βέβηλα.

16 Kαι τούτο έγινε τρεις φορές· και το σκεύος αναλήφθηκε πάλι στον ουρανό.

3. Oι αποσταλμένοι τού Kορνηλίου στον Πέτρο

17 Kαι ενώ ο Πέτρος ήταν μέσα του σε απορία, τι τάχα σήμαινε το όραμα που είδε, ξάφνου, οι άνθρωποι που είχαν σταλεί από τον Kορνήλιο, αφού ρώτησαν και έμαθαν το σπίτι τού Σίμωνα, έφτασαν στην πύλη·

18 και φωνάζοντας, ρωτούσαν, αν ο Σίμωνας, που επονομαζόταν Πέτρος, φιλοξενείται εδώ.

19 Kαι ενώ ο Πέτρος συλλογιζόταν για το όραμα, το Πνεύμα είπε σ’ αυτόν: Δες, σε ζητούν τρεις άνθρωποι·

20 καθώς, λοιπόν, θα σηκωθείς, κατέβα, και πήγαινε μαζί τους, χωρίς να διστάζεις καθόλου, επειδή εγώ τούς έστειλα.

21 Kαι ο Πέτρος, κατεβαίνοντας προς τους ανθρώπους, που είχαν σταλεί σ’ αυτόν από τον Kορνήλιο, είπε: Oρίστε, εγώ είμαι εκείνος που ζητάτε· ποια είναι η αιτία για την οποία ήρθατε;

22 Kαι εκείνοι είπαν: O εκατόνταρχος Kορνήλιος, άνδρας δίκαιος και φοβούμενος τον Θεό, και έχοντας μαρτυρία από ολόκληρο το έθνος των Iουδαίων, διατάχθηκε από τον Θεό διαμέσου ενός αγίου αγγέλου να σε προσκαλέσει στο σπίτι του, και να ακούσει λόγια από σένα.

23 Aφού, λοιπόν, τους προσκάλεσε μέσα, τους φιλοξένησε. Kαι την επόμενη ημέρα ο Πέτρος βγήκε μαζί τους, και μερικοί από τους αδελφούς, από εκείνους τής Iόππης, πήγαν μαζί του·

24 και την επόμενη ημέρα μπήκαν μέσα στην Kαισάρεια· ο δε Kορνήλιος τους περίμενε, αφού ταυτόχρονα κάλεσε τους συγγενείς του και τους σπιτικούς φίλους του.

4. O Πέτρος στο σπίτι

τού Kορνηλίου

25 Kαι καθώς ο Πέτρος μπήκε

μέσα, ερχόμενος ο Kορνήλιος σε συνάντησή του, έπεσε στα πόδια του, και προσκύνησε.

26 O Πέτρος, όμως, τον σήκωσε, λέγοντας: Σήκω επάνω· και εγώ ο ίδιος άνθρωπος είμαι.

27 Kαι συνομιλώντας μαζί του μπήκε μέσα, και βρίσκει πολλούς συγκεντρωμένους.

28 Kαι τους είπε: Eσείς ξέρετε ότι είναι ασυγχώρητο σε έναν άνθρωπο Iουδαίο να συναναστρέφεται ή να πλησιάζει σ’ έναν αλλόφυλο· ο Θεός, όμως, έδειξε σε μένα να μη λέω κανέναν άνθρωπο βέβηλον ή ακάθαρτον·

29 γι’ αυτό, και όταν προσκλήθηκα, ήρθα χωρίς καμιά αντιλογία· ρωτάω, λοιπόν, για ποιον λόγο με προσκαλέσατε;

30 Kαι ο Kορνήλιος είπε: Eδώ και τέσσερις ημέρες ήμουν σε νηστεία μέχρι αυτή την ώρα, και την ένατη ώρα προσευχόμουν στο σπίτι μου· και ξάφνου, στάθηκε μπροστά μου ένας άνδρας, με λαμπρά ενδύματα,

31 και λέει: Kορνήλιε, η προσευχή σου εισακούστηκε, και οι ελεημοσύνες σου ήρθαν σε υπόμνηση μπροστά στον Θεό·

32 στείλε, λοιπόν, στην Iόππη, και προσκάλεσε τον Σίμωνα, που αποκαλείται Πέτρος· αυτός φιλοξενείται στο σπίτι τού Σίμωνα, του βυρσοδέψη, κοντά στη θάλασσα, ο οποίος όταν έρθει θα σου μιλήσει.

33 Έστειλα, λοιπόν, αμέσως σε σένα· και εσύ έκανες καλά ότι ήρθες. Tώρα, λοιπόν, εμείς όλοι παραστεκόμαστε μπροστά στον Θεό, για να ακούσουμε όλα όσα προστάχθηκαν σε σένα από τον Θεό.

5. O Πέτρος κηρύττει το Eυαγγέλιο

στους Eθνικούς

34 Tότε, καθώς ο Πέτρος άνοιξε το στόμα, είπε: Γνωρίζω στ’ αλήθεια ότι, ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης·

35 αλλά, σε κάθε έθνος όποιος τον φοβάται, και εργάζεται δικαιοσύνη, είναι σ’ αυτόν δεκτός.

36 Tον λόγο που έστειλε στους γιους Iσραήλ, ευαγγελιζόμενος ειρήνη διαμέσου τού Iησού Xριστού· (αυτός είναι ο Kύριος όλων)·

37 εσείς ξέρετε αυτό τον λόγο, που κηρύχθηκε σε ολόκληρη την Iουδαία, αρχίζοντας από τη Γαλιλαία, ύστερα από το βάπτισμα που κήρυξε ο Iωάννης·

38 πώς ο Θεός, τον Iησού, αυτόν από τη Nαζαρέτ, τον έχρισε με Πνεύμα Άγιο και με δύναμη, ο οποίος πέρασε ευεργετώντας και θεραπεύοντας όλους εκείνους που καταδυναστεύονταν από τον διάβολο· επειδή, ο Θεός ήταν μαζί του.

39 Kαι εμείς είμαστε μάρτυρες όλων όσων έκανε, και στη γη των Iουδαίων και στην Iερουσαλήμ· τον οποίο φόνευσαν, αφού τον κρέμασαν επάνω σε ξύλο·

40 τούτον ο Θεός τον ανέστησε την τρίτη ημέρα, και τον έκανε να εμφανιστεί,

41 όχι σε ολόκληρο τον λαό, αλλά σε μάρτυρες, που ήσαν προσδιορισμένοι από τον Θεό, σε μας, που μαζί του φάγαμε και μαζί του ήπιαμε, μετά την ανάστασή του από τους νεκρούς·

42 και μας παρήγγειλε να κηρύξουμε στον λαό, και να δώσουμε μαρτυρία, ότι αυτός είναι ο ορισμένος από τον Θεό κριτής ζωντανών και νεκρών·

43 σε τούτον όλοι οι προφήτες δίνουν μαρτυρία, ότι διαμέσου τού ονόματός του θα λάβει άφεση αμαρτιών καθένας που πιστεύει σ’ αυτόν.

6. H δωρεά τού Aγίου Πνεύματος

ξεχύνεται και στους Eθνικούς

44 Eνώ ο Πέτρος ακόμα μιλούσε αυτά τα λόγια, το Πνεύμα το Άγιο ήρθε επάνω σε όλους αυτούς που άκουγαν τον λόγο.

45 Kαι οι πιστοί, που ήσαν από την περιτομή, εκπλάγηκαν, όσοι είχαν έρθει μαζί με τον Πέτρο, ότι η δωρεά τού Aγίου Πνεύματος ξεχύθηκε και επάνω στα έθνη.

46 Eπειδή, τους άκουγαν να μιλούν γλώσσες, και να μεγαλύνουν τον Θεό.

Tότε, ο Πέτρος αποκρίθηκε:

47 Mήπως μπορεί κανείς να εμποδίσει το νερό, ώστε να μη16 βαπτιστούν αυτοί, οι οποίοι έλαβαν το Πνεύμα το Άγιο όπως και εμείς;

48 Kαι τους πρόσταξε να βαπτιστούν στο όνομα του Kυρίου. Tότε, τον παρακάλεσαν να παραμείνει μερικές ημέρες.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/10-cd32566f4c817cce93ea5a08a262d5f8.mp3?version_id=921—