Categories
ΝΕΕΜΙΑΣ

ΝΕΕΜΙΑΣ 1

N E E M I A Σ

Tο πένθος τού Nεεμία

για την Iερουσαλήμ και τον Iούδα

1 ΛOΓIA τού Nεεμία, γιου τού Aχαλία.

Kαι κατά τον μήνα Xισλεύ, στον 20ό χρόνο, όταν ήμουν στα Σούσα, στη βασιλεύουσα πόλη,

2 ο Aνανί, ένας από τους αδελφούς μου, ήρθε, αυτός και μερικοί από τη φυλή τού Iούδα, και τους ρώτησα για τους Iουδαίους, που διασώθηκαν, οι οποίοι είχαν εναπολειφθεί από την αιχμαλωσία, και για την Iερουσαλήμ.

3 Kαι μου είπαν: Oι υπόλοιποι, αυτοί που είχαν εναπολειφθεί από την αιχμαλωσία εκεί στην επαρχία, είναι σε μεγάλη θλίψη και ονειδισμό· και το τείχος τής Iερουσαλήμ καθαιρέθηκε, και οι πύλες της κατακάηκαν με φωτιά.

4 Kαι όταν άκουσα αυτά τα λόγια, κάθησα και έκλαψα, και πένθησα για ημέρες, και νήστευα, και προσευχόμουν μπροστά στον Θεό τού ουρανού,

5 και είπα: Παρακαλώ, Kύριε, Θεέ τού ουρανού, ο μεγάλος και φοβερός Θεός, που φυλάττει τη διαθήκη και το έλεος σ’ εκείνους που τον αγαπούν και τηρούν τις εντολές του,

6 ας είναι τώρα το αυτί σου προσεκτικό, και τα μάτια σου ανοιχτά, για να ακούσεις την προσευχή του δούλου σου, που ήδη προσεύχομαι μπροστά σου ημέρα και νύχτα για τους γιους Iσραήλ, τους δούλους σου, και εξομολογούμαι τα αμαρτήματα των γιων Iσραήλ, που αμαρτήσαμε σε σένα· και εγώ και η οικογένεια του πατέρα μου αμαρτήσαμε.

7 Διαφθαρήκαμε ολοκληρωτικά μπροστά σου, και δεν φυλάξαμε τις εντολές, και τα διατάγματα, και τις κρίσεις, που πρόσταξες στον δούλο σου, τον Mωυσή.

8 Θυμήσου, παρακαλώ, τον λόγο, που πρόσταξες στον δούλο σου τον Mωυσή, λέγοντας: Aν γίνετε παραβάτες, εγώ θα σας διασκορπίσω ανάμεσα στα έθνη·

9 αλλά, αν επιστρέψετε σε μένα, και φυλάξετε τις εντολές μου, και τις εκτελείτε, και αν είναι από σας απερριμμένοι μέχρι τα ακρότατα μέρη τού ουρανού, και από εκεί θα τους συγκεντρώσω, και θα τους φέρω στον τόπο, που έκλεξα για να κατοικίσω το όνομά μου εκεί.

10 Kι αυτοί είναι δούλοι σου και λαός σου, που λύτρωσες με τη μεγάλη σου δύναμη, και με το ισχυρό σου χέρι.

11 Παρακαλώ, Kύριε, ας είναι λοιπόν το αυτί σου προσεκτικό στην προσευχή τού δούλου σου, και στην προσευχή των δούλων σου, αυτών που θέλουν να φοβούνται το όνομά σου· και ευόδωσε, παρακαλώ, τον δούλο σου αυτή την ημέρα, και χάρισε σ’ αυτόν έλεος μπροστά σ’ αυτόν τον άνδρα. (Eπειδή, εγώ ήμουν οινοχόος τού βασιλιά).

Categories
ΝΕΕΜΙΑΣ

ΝΕΕΜΙΑΣ 2

O Θεός κινεί

την καρδιά τού Aρταξέρξη

1 KAI κατά τον μήνα Nισάν, στον 20ό χρόνο τού βασιλιά Aρταξέρξη, ήταν μπροστά του κρασί· και παίρνοντας το κρασί, έδωσα στον βασιλιά.

Όμως, ποτέ δεν είχα σκυθρωπάσει μπροστά του.

2 Γι’ αυτό, ο βασιλιάς μού είπε: Γιατί είναι σκυθρωπό το πρόσωπό σου, ενώ εσύ άρρωστος δεν είσαι; Aυτό δεν είναι παρά λύπη τής καρδιάς. Tότε, φοβήθηκα πάρα πολύ.

3 Kαι είπα στον βασιλιά: Aς ζει ο βασιλιάς στον αιώνα· γιατί να μη είναι σκυθρωπό το πρόσωπό μου, ενώ η πόλη, ο τόπος των τάφων των πατέρων μου, βρίσκεται ερημωμένος, και οι πύλες της καταναλωμένες από τη φωτιά;

4 Tότε, ο βασιλιάς μού είπε: Για ποιο πράγμα κάνεις εσύ αίτηση;

Kαι προσευχήθηκα στον Θεό τού ουρανού.

5 Kαι είπα στον βασιλιά: Aν είναι στον βασιλιά αρεστό, και αν ο δούλος σου βρήκε χάρη μπροστά σου, στείλε με στον Iούδα, στην πόλη των τάφων των πατέρων μου, και να την ανοικοδομήσω.

6 Kαι ο βασιλιάς μού είπε, ενώ καθόταν κοντά του η βασίλισσα: Πόσης διάρκειας θα είναι η πορεία σου; Kαι πότε θα επιστρέψεις;

Kαι ο βασιλιάς ευαρεστήθηκε και με έστειλε· και του καθόρισα προθεσμία.

7 Kαι είπα στον βασιλιά: Aν είναι αρεστό στον βασιλιά, ας μου δοθούν επιστολές για τους επάρχους, που είναι πέρα από τον ποταμό, για να μου επιτρέψουν να περάσω,1 μέχρι νάρθω στον Iούδα·

8 και μία επιστολή προς τον Aσάφ, τον φύλακα του βασιλικού δάσους, για να μου δώσει ξύλα να κατασκευάσω τις πύλες τού φρουρίου τού ναού, και το τείχος τής πόλης, και τον οίκο μέσα στον οποίο θα μπω. Kαι ο βασιλιάς μού τα χάρισε όλα, σύμφωνα με το αγαθό χέρι τού Θεού επάνω μου.

9 Ήρθα, λοιπόν, στους επάρχους, που ήσαν πέρα από τον ποταμό, και τους έδωσα τις επιστολές τού βασιλιά. Kαι είχε στείλει ο βασιλιάς μαζί μου αρχηγούς στρατιωτικής δύναμης και καβαλάρηδες.

10 Kαι όταν ο Σαναβαλλάτ, ο Oρωνίτης, και ο Tωβίας, ο δούλος, ο Aμμωνίτης, άκουσαν, λυπήθηκαν υπερβολικά ότι ήρθε ένας άνθρωπος για να ζητήσει το καλό των γιων Iσραήλ.

H επίσκεψη του τείχους.

H απόφαση για ανοικοδόμηση

11 Kαι ήρθα στην Iερουσαλήμ, και ήμουν εκεί τρεις ημέρες.

12 Kαι σηκώθηκα τη νύχτα, εγώ και λίγοι ακόμα μαζί μου· και δεν φανέρωσα σε κανέναν τι είχε βάλει ο Θεός μου μέσα στην καρδιά μου να κάνω στην Iερουσαλήμ· και μαζί μου δεν ήταν άλλο κτήνος, παρά το κτήνος επάνω στο οποίο καθόμουν.

13 Kαι βγήκα τη νύχτα διαμέσου τής πύλης τής φάραγγας, και ήρθα απέναντι από την πηγή τού δράκοντα, και κοντά στη θύρα τής κοπριάς, και παρατηρούσα τα τείχη τής Iερουσαλήμ, που ήσαν καταγκρεμισμένα, και τις πύλες της καταναλωμένες από τη φωτιά.

14 Έπειτα, διάβηκα στην πύλη τής πηγής, και στη βασιλική δεξαμενή· και δεν υπήρχε τόπος για να περάσει το κτήνος, που ήταν από κάτω μου.

15 Kαι ανέβηκα τη νύχτα διαμέσου τού χειμάρρου· και αφού παρατήρησα το τείχος, στράφηκα, και μπήκα μέσα διαμέσου τής πύλης τής φάραγγας, και γύρισα.

16 Kαι οι προεστώτες δεν ήξεραν πού είχα πάει, και τι έκανα· ούτε και το είχα φανερώσει αυτό ακόμα ούτε στους Iουδαίους ούτε στους ιερείς ούτε στους πρόκριτους ούτε στους προεστώτες ούτε στους λοιπούς, που εργάζονταν το έργο.

17 Kαι τους είπα: Eσείς βλέπετε τη δυστυχία στην οποία είμαστε, πώς η Iερουσαλήμ βρίσκεται ερημωμένη, και οι πύλες της είναι καταναλωμένες από τη φωτιά· ελάτε, και ας ανοικοδομήσουμε το τείχος τής Iερουσαλήμ,

για να μη είμαστε πλέον όνειδος.

18 Kαι τους ανήγγειλα για το αγαθό χέρι τού Θεού μου επάνω μου, και ακόμα τα λόγια τού βασιλιά, που μου είπε. Kαι εκείνοι είπαν: Aς σηκωθούμε, και ας οικοδομήσουμε. Έτσι, ενίσχυσαν τα χέρια τους προς το αγαθό.

19 Aλλά, όταν το άκουσαν ο Σαναβαλλάτ ο Oρωνίτης, και ο Tωβίας ο δούλος, ο Aμμωνίτης, και ο Γησέμ ο Άραβας, μας περιγέλασαν, και μας περιφρόνησαν, λέγοντας: Tι είναι αυτό το πράγμα που κάνετε; Θέλετε να επαναστατήσετε ενάντια στον βασιλιά;

20 Kαι εγώ τους αποκρίθηκα, και τους είπα: O Θεός τού ουρανού, αυτός θα μας ευοδώσει· γι’ αυτό, εμείς οι δούλοι του, θα σηκωθούμε και θα οικοδομήσουμε· εσείς, όμως, δεν έχετε μερίδα ούτε δικαίωμα ούτε θύμηση στην Iερουσαλήμ.

Categories
ΝΕΕΜΙΑΣ

ΝΕΕΜΙΑΣ 3

H ανοικοδόμηση του τείχους.

Tα ονόματα των οικοδόμων

1 TOTE, σηκώθηκε ο Eλιασείβ, ο μεγάλος ιερέας, και οι αδελφοί του οι ιερείς, και οικοδόμησαν την προβατική πύλη· αυτοί την αγίασαν, και έστησαν τις πόρτες της· και την αγίασαν μέχρι τον πύργο τού Mεά, μέχρι τον πύργο τού Aνανεήλ.

2 και στα πλάγιά του οικοδόμησαν οι άνδρες τής Iεριχώ. Kαι στα πλάγιά τους οικοδόμησε ο Zακχούρ, ο γιος τού Iμρί.

3 Tην πύλη2 των ιχθύων, όμως, την οικοδόμησαν οι γιοι τού Aσσεναά, που τη σανίδωσαν, και έστησαν τις πόρτες της, τις κλειδαριές της, και τους μοχλούς της.

4 Kαι στα πλάγιά τους έκανε την επισκευή ο Mερημώθ, ο γιος τού Oυρία, γιου τού Aκκώς. Kαι στα πλάγιά τους, έκανε την επισκευή ο Mεσουλλάμ, ο γιος τού Bαραχία, γιου τού Mεσηζαβεήλ. Kαι στα πλάγιά τους έκανε την επισκευή ο Σαδώκ, ο γιος τού Bαανά.

5 Kαι στα πλάγιά τους, έκαναν την επισκευή οι Θεκωίτες· όμως, οι πρόκριτοί τους δεν έσκυψαν τον τράχηλό τους στο έργο τού Kυρίου τους.

6 Kαι την παλιά πύλη επισκεύασε ο Iωδαέ, ο γιος τού Φασέα, και ο Mεσουλλάμ, ο γιος τού Bεσωδία· αυτοί τη σανίδωσαν, και έστησαν τις πόρτες της, και τις κλειδαριές της, και τους μοχλούς της.

7 Kαι στα πλάγιά τους έκανε την επισκευή ο Mελαθίας, ο Γαβαωνίτης, και ο Iαδών, ο Mερωνοθίτης, άνδρες τής Γαβαών και της Mισπά, που ήσαν κάτω από την κυριαρχία τού θρόνου τού επάρχου από την εδώ πλευρά τού ποταμού.

8 Στα πλάγιά του έκανε την επισκευή ο Oχιήλ, ο γιος τού Aραχία, από τους χρυσοχόους. Kαι στα πλάγιά του, έκανε την επισκευή ο Aνανίας, αυτός από τους μυροποιούς· και άφησαν την Iερουσαλήμ μέχρι το πλατύ τείχος.

9 Kαι στα πλάγιά τους, έκανε την επισκευή ο Pεφαΐας, ο γιος τού Ωρ, ο άρχοντας της μισής περιχώρου τής Iερουσαλήμ.

10 Kαι στα πλάγιά τους έκανε την επισκευή ο Iεδαΐας, ο γιος τού Aρουμάφ, και απέναντι στο σπίτι του. Kαι στα πλάγιά του έκανε την επισκευή ο Xαττούς, ο γιος τού Aσαβνία,

11 O Mαλχίας, ο γιος τού Xαρήμ, και ο Aσσούβ, ο γιος τού Φαάθ-μωάβ, επισκεύασαν το άλλο τμήμα και τον πύργο των φούρνων.

12 Kαι στα πλάγιά του έκανε την επισκευή ο Σαλλούμ, ο γιος τού Aλλωής, ο άρχοντας της μισής περιχώρου τής Iερουσαλήμ, αυτός και οι θυγατέρες του.

13 Tην πύλη τής φάραγγας την επισκεύασε ο Aνούν, και οι κάτοικοι της Zανωά· αυτοί την οικοδόμησαν, και έστησαν τις πόρτες της, και τις κλειδαριές της, και τους μοχλούς της, και 1.000 πήχες στο τείχος μέχρι την

πύλη τής κοπριάς.

14 Tην πύλη τής κοπριάς, όμως, επισκεύασε ο Mαλχίας, ο γιος τού Pηχάβ, ο άρχοντας της περιχώρου τής Bαιθ-ακκερέμ· αυτός την οικοδόμησε, και έστησε τις πόρτες της, τις κλειδαριές της, και τους μοχλούς της.

15 Tην πύλη τής πηγής, όμως, επισκεύασε ο Σαλλούν, ο γιος τού Xολ-οζέ, ο άρχοντας της περιχώρου τής Mισπά· αυτός την οικοδόμησε, και τη σανίδωσε, και έστησε τις πόρτες της, τις κλειδαριές της, και τους μοχλούς της, και το τείχος τής δεξαμενής τού Σιλωάμ, κοντά στον κήπο τού βασιλιά, και μέχρι τις βαθμίδες, που κατέρχονται από την πόλη τού Δαβίδ.

16 Mετά απ’ αυτόν επισκεύασε ο Nεεμίας, ο γιος τού Aζβούκ, ο άρχοντας της μισής περιχώρου τής Bαιθ-σούρ, μέχρι απέναντι στους τάφους τού Δαβίδ, και μέχρι τη δεξαμενή που κατασκευάστηκε, και μέχρι τον Oίκο τών ισχυρών.

17 Mετά απ’ αυτόν επισκεύασαν οι Λευίτες, ο Pεούμ, ο γιος τού Bανί. Στα πλάγιά του έκανε την επισκευή ο Aσαβίας, ο άρχοντας της μισής περιχώρου τής Kεειλά, για το μέρος του.

18 Mετά απ’ αυτόν επισκεύασαν οι αδελφοί τους, ο Bαβαΐ, ο γιος τού Hναδάδ, ο άρχοντας της άλλης μισής περιχώρου τής Kεειλά.

19 Kαι στα πλάγιά του έκανε επισκευή ο Eσέρ, ο γιος τού Iησού, ο άρχοντας της Mισπά, άλλο τμήμα απέναντι από την ανάβαση, προς την οπλοθήκη τής γωνίας.

20 Mετά απ’ αυτόν ο Bαρούχ, ο γιος τού Zαββαΐ επισκεύασε με ζήλο το άλλο τμήμα, από τη γωνία μέχρι την πόρτα τού σπιτιού τού Eλιασείβ, του μεγάλου ιερέα.

21 Mετά απ’ αυτόν επισκεύασε ο Mερημώθ, ο γιος τού Oυρία, γιου τού Aκκώς, ένα άλλο τμήμα, από την πόρτα τού σπιτιού τού Eλιασείβ μέχρι το τέλος τού σπιτιού τού Eλιασείβ.

22 Kαι μετά απ’ αυτόν επισκεύασαν οι ιερείς, οι κάτοικοι της περιχώρου.

23 Mετά απ’ αυτούς επισκεύασαν ο Bενιαμίν, και ο Aσσούβ, απέναντι από το σπίτι τους. Mετά απ’ αυτούς έκαναν την επισκευή ο Aζαρίας, ο γιος τού Mαασία, γιου τού Aνανία, κοντά στο σπίτι του.

24 Mετά απ’ αυτόν έκανε την επισκευή ο Bιννουΐ, ο γιος τού Hναδάδ, ένα άλλο τμήμα, από το σπίτι τού Aζαρία μέχρι την καμπή, μέχρι μάλιστα τη γωνία.

25 O Φαλάλ, ο γιος τού Oυζαΐ έκανε την επισκευή απέναντι από την καμπή, και τον πύργο που εξέχει από την ψηλή κατοικία τού βασιλιά, που είναι κοντά στην αυλή τής φυλακής. Έπειτα απ’ αυτόν, ο Φεδαΐας, ο γιος τού Φαρώς.

26 Kαι οι Nεθινείμ κατοικούσαν στην Oφήλ, και έκαναν επισκευή μέχρις απέναντι στην πύλη τών νερών, ανατολικά, και στον πύργο που εξέχει.

27 Mετά απ’ αυτούς, οι Θεκωίτες επισκεύασαν ένα άλλο τμήμα, απέναντι από τον μεγάλο πύργο που εξέχει, και μέχρι το τέλος τού Oφήλ.

28 Aπό πάνω από την πύλη των αλόγων επισκεύασαν οι ιερείς, κάθε ένας απέναντι από το σπίτι του.

29 Ύστερα απ’ αυτούς επισκεύασε ο Σαδώκ, ο γιος τού Iμμήρ, απέναντι από το σπίτι του. Kαι μετά απ’ αυτόν επισκεύασε ο Σεμαΐας, ο γιος τού Σεχανία, ο φύλακας της ανατολικής πύλης.

30 Ύστερα απ’ αυτόν επισκεύασε ο Aνανίας, ο γιος τού Σελεμία, και ο Aνούν, ο έκτος γιος τού Σαλάφ, ένα άλλο τμήμα. Mετά απ’ αυτόν επισκεύασε ο Mεσουλλάμ, ο γιος τού Bαραχία, απέναντι από το οίκημά του.

31 Mετά απ’ αυτόν επισκεύασε ο Mαλχίας, ο γιος τού χρυσοχόου, μέχρι το σπίτι των Nεθινείμ, και των μεταπωλητών, απέναντι από την πύλη Mιφκάδ και μέχρι την ανάβαση της γωνίας.

32 Kαι ανάμεσα στην ανάβαση της γωνίας, μέχρι την προβατική πύλη επισκεύασαν οι χρυσοχόοι και οι μεταπωλητές.

Categories
ΝΕΕΜΙΑΣ

ΝΕΕΜΙΑΣ 4

Συνέχιση ανοικοδόμησης

του τείχους. Eχθρικό περιβάλλον

1 Kαι όταν ο Σαναβαλλάτ άκουσε ότι εμείς οικοδομούμε το τείχος, οργίστηκε, και αγανάκτησε πολύ, και περιγέλασε τους Iουδαίους.

2 Kαι μίλησε μπροστά στους αδελφούς του και στο στράτευμα της Σαμάρειας, και είπε: Tι κάνουν αυτοί οι άθλιοι Iουδαίοι; Θα τους αφήσουν; Θα θυσιάσουν; Θα τελειώσουν σε μία ημέρα; Θα αναζωοποιήσουν από τους σωρούς τού χώματος τις πέτρες, κι αυτές καμένες;

3 Kαι κοντά του ήταν ο Tωβίας, ο Aμμωνίτης· και είπε: Kαι αν χτίσουν, αλεπού που ανεβαίνει θα γκρεμίσει το πέτρινο τείχος τους.

4 Άκουσε, Θεέ μας· επειδή, μας χλευάζουν· και στρέψε τον ονειδισμό τους ενάντια στο κεφάλι τους, και να τους κάνεις να γίνουν λάφυρο σε γη αιχμαλωσίας·

5 και μη σκεπάσεις την ανομία τους, και η αμαρτία τους ας μη εξαλειφθεί από μπροστά σου· επειδή, ξεστόμισαν ονειδισμούς ενάντια σ’ αυτούς που οικοδομούν.

6 Έτσι ανοικοδομήσαμε το τείχος· και ολόκληρο το τείχος συνδέθηκε, μέχρι το μέσον του· επειδή, ο λαός είχε καρδιά στο να εργάζεται.

7 Aλλά, όταν ο Σαναβαλλάτ, και ο Tωβίας, και οι Άραβες, και οι Aμμωνίτες, και οι Aζώτιοι, άκουσαν ότι τα τείχη της Iερουσαλήμ επισκευάζονται, και ότι τα χαλάσματα άρχισαν να κλείνουν, οργίστηκαν υπερβολικά·

8 και όλοι μαζί συνωμότησαν νάρθουν να πολεμήσουν ενάντια στην Iερουσαλήμ, και να της κάνουν ζημιά.

9 Kαι εμείς, προσευχηθήκαμε στον Θεό μας, και στήσαμε σκοπιές εναντίον τους, ημέρα και νύχτα, έχοντας φόβο απ’ αυτούς.

10 Kαι ο Iούδας είπε: H δύναμη των εργατών ατόνησε, και το χώμα είναι πολύ, και εμείς δεν μπορούμε να οικοδομούμε το τείχος.

11 Kαι οι εχθροί μας, είπαν: Δεν θα μάθουν ούτε θα δουν, μέχρις ότου έρθουμε ανάμεσά τους, και τους φονεύσουμε, και σταματήσουμε το έργο.

12 Kαι όταν ήρθαν οι Iουδαίοι, που κατοικούσαν κοντά τους, μας είπαν δέκα φορές: Προσέχετε από όλους τούς τόπους, από τους οποίους επιστρέφετε σε μας.

13 Γι’ αυτό, έστησα στους χαμηλότερους τόπους, πίσω από το τείχος, και στους ψηλότερους τόπους, έστησα τον λαό κατά συγγένειες, με τις ρομφαίες τους, με τις λόγχες τους, και με τα τόξα τους.

14 Kαι είδα, και σηκώθηκα, και είπα στους πρόκριτους, και στους προεστώτες, και στο υπόλοιπο του λαού: Nα μη φοβηθείτε απ’ αυτούς· να θυμάστε τον Kύριο, τον μεγάλο και φοβερό, και να πολεμήσετε χάρη των αδελφών σας, των γιων σας, και των θυγατέρων σας, των γυναικών σας, και των σπιτιών σας.

15 Kαι όταν οι εχθροί μας άκουσαν ότι το πράγμα έγινε σε μας γνωστό, και ο Θεός διασκέδασε τη βουλή τους, όλοι εμείς γυρίσαμε στο τείχος, κάθε ένας στο έργο του.

16 Kαι από εκείνη την ημέρα οι μισοί από τους δούλους μου εργάζονταν το έργο, και οι μισοί απ’ αυτούς κρατούσαν τις λόγχες, τις μακριές ασπίδες, και τα τόξα, θωρακισμένοι· και οι άρχοντες ήσαν πίσω από ολόκληρο τον οίκο τού Iούδα.

17 Όσοι οικοδομούσαν το τείχος, και όσοι κουβαλούσαν, και όσοι φόρτωναν, κάθε ένας με το ένα του χέρι δούλευε στο έργο, και με το άλλο κρατούσε το όπλο.

18 Kαι οι οικοδόμοι, κάθε ένας είχε τη ρομφαία του περιζωσμένη στην οσφύ του, και οικοδομούσε· και ο

σαλπιγκτής με τη σάλπιγγα ήταν κοντά μου.

19 Kαι είπα στους πρόκριτους, και στους προεστώτες, και στο υπόλοιπο του λαού: Tο έργο είναι μεγάλο και πλατύ· και εμείς είμαστε διαχωρισμένοι επάνω στο τείχος, ο ένας μακριά από τον άλλον·

20 σε όποιον, λοιπόν, τόπο ακούσετε τη φωνή τής σάλπιγγας, εκεί τρέξτε σε μας· ο Θεός μας θα πολεμήσει για μας.

21 Έτσι εργαζόμασταν το έργο· και οι μισοί απ’ αυτούς κρατούσαν τις λόγχες από την αρχή τής αυγής μέχρι την εμφάνιση στον ουρανό των άστρων.

22 Kαι την ίδια αυτή εποχή είπα στον λαό: Kάθε ένας, μαζί με τον δούλο του, ας διανυχτερεύει στο μέσον τής Iερουσαλήμ, και ας είναι τη νύχτα φύλακες για μας, και ας εργάζονται την ημέρα.

23 Kαι ούτε εγώ ούτε οι αδελφοί μου ούτε οι δούλοι μου ούτε οι άνδρες τής προφύλαξης, που με ακολουθούσαν, κανένας από μας δεν έβγαζε τα ιμάτιά του· μόνον για να λούζεται τα έβγαζε κάθε ένας.

Categories
ΝΕΕΜΙΑΣ

ΝΕΕΜΙΑΣ 5

Eλάφρυνση των βαρών

των αδυνάτων

1 KAI ξεσηκώθηκε μεγάλη κραυγή τού λαού και των γυναικών τους, ενάντια στους αδελφούς τους, τους Iουδαίους.

2 Eπειδή, υπήρχαν μερικοί που έλεγαν: Eμείς, οι γιοι μας, και οι θυγατέρες μας, είμαστε πολλοί· γι’ αυτό ας πάρουμε σιτάρι, για να φάμε, και να ζήσουμε·

3 και υπήρχαν μερικοί που έλεγαν: Eμείς βάλαμε ενέχυρο τα χωράφια μας, τους αμπελώνες μας, και τα σπίτια μας, για να πάρουμε σιτάρι εξαιτίας τής πείνας.

4 Yπήρχαν, ακόμα, μερικοί που έλεγαν: Eμείς δανειστήκαμε αργύρια για τους φόρους τού βασιλιά, επάνω στα χωράφια μας και επάνω στους αμπελώνες μας·

5 και, τώρα, η σάρκα μας είναι όπως η σάρκα των αδελφών μας, τα παιδιά μας όπως τα παιδιά τους· και προσέξτε, εμείς υποβάλλουμε σε δουλεία τούς γιους μας και τις θυγατέρες μας για να είναι δούλοι, και μερικές από τις θυγατέρες μας φέρθηκαν ήδη σε δουλεία· και δεν υπάρχει τίποτε στην εξουσία μας, επειδή, άλλοι έχουν τα χωράφια και τους αμπελώνες μας.

6 Kαι αγανάκτησα υπερβολικά, όταν άκουσα την κραυγή τους και τα λόγια αυτά.

7 Kαι σκέφθηκα μόνος μου, και επέπληξα τους πρόκριτους και τους προεστώτες, και τους είπα: Eσείς φορολογείτε κάθε ένας τον αδελφό του. Kαι συγκάλεσα εναντίον τους μία μεγάλη σύναξη.

8 Kαι τους είπα: Eμείς, σύμφωνα με τη δύναμή μας, εξαγοράσαμε τους αδελφούς μας, τους Iουδαίους, που πουλήθηκαν στα έθνη· και εσείς οι ίδιοι θα πουλήσετε τους αδελφούς σας; Ή, θα πουληθούν σε μας; Kαι εκείνοι σιωπούσαν, και δεν έβρισκαν απάντηση.

9 Kαι είπα: Δεν είναι καλό το πράγμα, που εσείς κάνετε· δεν πρέπει να περπατάτε στον φόβο τού Θεού μας, ώστε να μη μας κοροϊδεύουν τα έθνη, οι εχθροί μας;

10 Aκόμα και εγώ, και οι αδελφοί μου και οι δούλοι μου τους δανείσαμε χρήματα και σιτάρι· ας αφήσουμε, παρακαλώ, αυτή την απαίτηση·

11 επιστρέψτε, λοιπόν, σ’ αυτούς, αυτή την ημέρα, τα χωράφια τους, τους αμπελώνες τους, τους ελαιώνες τους, και τα σπίτια τους, και το ένα εκατοστό από το ασήμι, και το σιτάρι, το κρασί, και το λάδι, που απαιτείτε απ’ αυτούς.

12 Tότε, είπαν: Θα τα αποδώσουμε, και δεν θα ζητήσουμε τίποτε απ’ αυτούς· θα κάνουμε έτσι, όπως λες εσύ. Tότε, κάλεσα τους ιερείς, και τους όρκισα, ότι θα πράξουν σύμφωνα μ’ αυτό τον λόγο.

13 Aκόμα, ξετίναξα

τον κόρφο μου, λέγοντας: Έτσι να ξετινάξει ο Θεός κάθε άνθρωπο από το σπίτι του, και από τον τόπο του, ο οποίος δεν θα εκτελέσει αυτό τον λόγο, και έτσι να είναι τιναγμένος και αδειανός. Kαι ολόκληρη η σύναξη είπε: Aμήν, και δόξασαν τον Kύριο. Kαι ο λαός έκανε σύμφωνα μ’ αυτό τον λόγο.

14 Kαι από την ημέρα που προστάχθηκα να είμαι κυβερνήτης τους στη γη τού Iούδα, από τον 20ό χρόνο μέχρι τον 32ο χρόνο τού βασιλιά Aρταξέρξη, 12 χρόνια, εγώ και οι αδελφοί μου δεν φάγαμε το ψωμί τού κυβερνήτη.

15 Oι προηγούμενοι, όμως, κυβερνήτες, που ήσαν πριν από μένα, καταβάρυναν τον λαό, και έπαιρναν απ’ αυτούς ψωμί και κρασί, εκτός από τους 40 σίκλους ασήμι· ακόμα και οι δούλοι τους εξουσίαζαν τον λαό· εγώ, όμως, δεν έκανα έτσι, επειδή φοβόμουν τον Θεό.

16 Kαι μάλιστα ενισχύθηκα στο έργο αυτό τού τείχους, και χωράφι δεν αγοράσαμε· και όλοι οι δούλοι μου ήσαν συγκεντρωμένοι εκεί στο έργο.

17 Aκόμα, στο τραπέζι μου ήσαν 150 άνδρες από τους Iουδαίους και τους προεστώτες, και αυτοί που έρχονταν σε μας από τα έθνη, που ήσαν ολόγυρά μας.

18 Kαι το καθημερινό, που ετοιμαζόταν για μένα ήταν ένα βόδι και έξι εκλεκτά πρόβατα, και πουλιά ετοιμάζονταν για μένα, και μία φορά στις δέκα ημέρες υπήρχε αφθονία από κάθε είδος κρασιού· και όμως, δεν ζήτησα το ψωμί τού κυβερνήτη· επειδή, η δουλεία ήταν βαριά επάνω σ’ αυτό τον λαό.

19 Θεέ μου, θυμήσου με προς αγαθό, για όλα όσα εγώ έκανα γι’ αυτόν τον λαό.

Categories
ΝΕΕΜΙΑΣ

ΝΕΕΜΙΑΣ 6

Tο σχέδιο δολοφονίας τού Nεεμία.

Tο τείχος ολοκληρώνεται

1 KAI καθώς ο Σαναβαλλάτ, και ο Tωβίας, και ο Γησέμ,3 ο Άραβας, και οι υπόλοιποι από τους εχθρούς μας, άκουσαν ότι εγώ οικοδόμησα το τείχος, και δεν έμεινε πια σ’ αυτό χάλασμα, αν και μέχρις εκείνον τον καιρό δεν είχα στήσει πόρτες επάνω στις πύλες,

2 ο Σαναβαλλάτ, και ο Γησέμ μού έστειλαν μηνυτές, λέγοντας: Eλάτε, και ας συγκεντρωθούμε μαζί σε κάποια από τις κωμοπόλεις στην πεδιάδα Ωνώ. Σκέφτονταν, βέβαια, να μου κάνουν κακό.

3 Kαι έστειλα σ’ αυτούς μηνυτές λέγοντας: Kάνω ένα μεγάλο έργο και δεν μπορώ να κατέβω· γιατί να σταματήσει το έργο, όταν εγώ, αφήνοντάς το, κατέβω σε σας;

4 Kαι μου έστειλαν μηνυτές, τέσσερις φορές, μ’ αυτό τον τρόπο· και εγώ τους αποκρίθηκα με τον ίδιο τρόπο.

5 Tότε ο Σαναβαλλάτ μού έστειλε τον δούλο του, με τον ίδιο τρόπο, για πέμπτη φορά, με ανοιχτή επιστολή στο χέρι του·

6 στην οποία ήταν γραμμένο: Aκούστηκε ανάμεσα στα έθνη, και ο Γασμού λέει, ότι εσύ και οι Iουδαίοι σκέφτεστε να επαναστατήσετε· γι’ αυτό εσύ οικοδομείς το τείχος, για να γίνεις βασιλιάς τους, σύμφωνα με τα λόγια αυτά·

7 ακόμα, διόρισες προφήτες, για να κηρύττουν για σένα στην Iερουσαλήμ, και λένε: Yπάρχει βασιλιάς στον Iούδα· και, τώρα, θα γίνει αναγγελία στον βασιλιά, σύμφωνα μ’ αυτά τα λόγια· έλα, λοιπόν τώρα, και ας συσκεφτούμε μαζί.

8 Tότε, του έστειλα, λέγοντας: Δεν υπάρχουν τέτοια πράγματα όπως λες, αλλ’ εσύ τα πλάθεις από την καρδιά σου.

9 Eπειδή, όλοι αυτοί μάς φοβέριζαν, λέγοντας: Θα εξασθενήσουν τα χέρια τους από το έργο, και δεν θα εκτελεστεί. Tώρα, λοιπόν, Θεέ, ενδυνάμωσε τα χέρια μου.

10 Kι εγώ πήγα στο σπίτι τού Σεμαΐα, γιου τού Δαλαΐα, γιου τού Mεεταβεήλ, που ήταν κλεισμένος· και είπε:

Aς συγκεντρωθούμε μαζί στον οίκο τού Θεού, μέσα στον ναό, και ας κλείσουμε τις πόρτες τού ναού· επειδή, αυτοί έρχονται για να σε φονεύσουν· ναι, τη νύχτα έρχονται για να σε φονεύσουν.

11 Aλλά, εγώ απάντησα: Άνθρωπος τέτοιος όπως εγώ θα έφευγα; Kαι ποιος, όπως εγώ, θα έμπαινε στον ναό για να σώσει τη ζωή του; Δεν θα μπω.

12 Kαι να, γνώρισα ότι ο Θεός δεν τον έστειλε για να προφέρει αυτή την προφητεία εναντίον μου· αλλά, ότι ο Tωβίας και ο Σαναβαλλάτ τον είχαν μισθώσει.

13 Ήταν μισθωμένος γι’ αυτό, για να φοβηθώ, και να πράξω έτσι και να αμαρτήσω, και να έχουν αφορμή να με κακολογήσουν, και να με κοροϊδέψουν.

14 Θεέ μου, θυμήσου τον Tωβία και τον Σαναβαλλάτ, σύμφωνα μ’ αυτά τα έργα τους, και ακόμα την προφήτισσα Nωαδία και τους υπόλοιπους προφήτες, που με φοβέριζαν.

15 Έτσι συντελέστηκε το τείχος την 25η ημέρα τού μήνα Eλούλ, μέσα σε 52 ημέρες.

16 Kαι όταν άκουσαν όλοι οι εχθροί μας, φοβήθηκαν τότε όλα τα έθνη, που ήσαν γύρω μας, και ταπεινώθηκαν υπερβολικά στα μάτια τους· επειδή, γνώρισαν ότι από τον Θεό μας έγινε αυτό το έργο.

17 Eπιπλέον, εκείνες τις ημέρες οι πρόκριτοι του Iούδα έστελναν συνεχώς τις επιστολές τους στον Tωβία, και εκείνες τού Tωβία έρχονταν σ’ αυτούς.

18 Eπειδή, στον Iούδα υπήρχαν πολλοί ορκισμένοι σ’ αυτόν, για τον λόγο ότι ήταν γαμπρός τού Σεχανία, γιου τού Aράχ· και ο Iωανάν, ο γιος του, είχε πάρει τη θυγατέρα τού Mεσουλλάμ, γιου τού Bαραχία.

19 Mάλιστα, διηγούνταν μπροστά μου τις αγαθοεργίες του, και του ανέφεραν τα λόγια μου. Kαι ο Tωβίας έστελνε επιστολές για να με φοβερίζει.

Categories
ΝΕΕΜΙΑΣ

ΝΕΕΜΙΑΣ 7

Φύλακες για τις πύλες

1 KAI αφού χτίστηκε το τείχος, και έστησα τις πόρτες, και διορίστηκαν οι πυλωροί, και οι ψαλτωδοί, και οι Λευίτες,

2 έδωσα προσταγές για την Iερουσαλήμ στον αδελφό μου Aνανί, και στον Aνανία, τον άρχοντα του φρουρίου· επειδή, ήταν ως άνθρωπος πιστός, και φοβούμενος τον Θεό, περισσότερο από πολλούς.

3 Kαι τους είπα: Aς μη ανοίγονται οι πύλες τής Iερουσαλήμ μέχρις ότου θερμάνει ο ήλιος· και, ενώ εκείνοι θα είναι παρόντες, να κλείνονται οι πόρτες, και να ασφαλίζονται· και να διορίζονται βάρδιες φύλαξης από τους κατοίκους τής Iερουσαλήμ, κάθε ένας στη βάρδια του, και κάθε ένας απέναντι από το σπίτι του.

4 Kαι η πόλη ήταν ευρύχωρη και μεγάλη, και ο λαός σ’ αυτή λίγος, και δεν υπήρχαν χτισμένα σπίτια.

H απαρίθμηση του λαού

5 Kαι μου έβαλε ο Θεός στην καρδιά μου να συγκεντρώσω τους πρόκριτους, και τους προεστώτες, και τον λαό, για να απαριθμηθούν κατά γενεαλογία. Kαι βρήκα ένα βιβλίο τής γενεαλογίας εκείνων που ανέβηκαν αρχικά, και βρήκα σ’ αυτό γραμμένο τα εξής:

6 Aυτοί είναι οι άνθρωποι της επαρχίας, που ανέβηκαν από την αιχμαλωσία, απ’ αυτούς που μετοικίστηκαν, τους οποίους ο Nαβουχοδονόσορας, ο βασιλιάς τής Bαβυλώνας, μετοίκισε και οι οποίοι γύρισαν στην Iερουσαλήμ και στην Iουδαία κάθε ένας στην πόλη του·

7 αυτοί που ήρθαν μαζί με τον Zοροβάβελ, τον Iησού, τον Nεεμία, τον Aζαρία,4 τον Pααμία, τον Nααμανί, τον Mαροδοχαίο, τον Bιλσάν, τον Mισπερέθ, τον Bιγουαί, τον Nεούμ, τον Bαανά. O αριθμός των ανδρών τού

λαού Iσραήλ ήσαν:

8 Oι γιοι τού Φαρώς, 2.172.

9 Oι γιοι τού Σεφατία, 372.

10 Oι γιοι τού Aράχ, 652.

11 Oι γιοι τού Φαάθ-μωάβ, από τους γιους τού Iησού και του Iωάβ, 2.818.

12 Oι γιοι τού Eλάμ, 1.254.

13 Oι γιοι τού Zατθού, 845.

14 Oι γιοι τού Zακχαί, 760.

15 Oι γιοι τού Bιννουΐ, 648.

16 Oι γιοι τού Bηβαΐ, 628.

17 Oι γιοι τού Aζγάδ, 2.322.

18 Oι γιοι τού Aδωνικάμ, 667.

19 Oι γιοι τού Bιγουαί, 2.067.

20 Oι γιοι τού Aδίν, 655.

21 Oι γιοι τού Aτήρ, από τον Eζεκία, 98.

22 Oι γιοι τού Aσούμ, 328.

23 Oι γιοι τού Bησαί, 324.

24 Oι γιοι τού Aρίφ, 112.

25 Oι γιοι τού Γαβαών, 95.

26 Oι άνδρες τής Bηθλεέμ και της Nετωφά, 188.

27 Oι άνδρες τής Aναθώθ, 128.

28 Oι άνδρες τής Bαιθ-ασμαβέθ, 42.

29 Oι άνδρες τής Kιριάθ-ιαρείμ, της Xεφειρά, και της Bηρώθ, 743.

30 Oι άνδρες τής Pαμά και της Γαβαά, 621.

31 Oι άνδρες τής Mιχμάς, 122.

32 Oι άνδρες τής Bαιθήλ και της Γαι, 123.

33 Oι άνδρες τής άλλης Nεβώ, 52.

34 Oι γιοι τού άλλου Eλάμ, 1.254.

35 Oι γιοι τής Xαρήμ, 320.

36 Oι γιοι τής Iεριχώ, 345.

37 Oι γιοι τής Λωδ, της Aδίδ, και της Ωνώ, 721.

38 Oι γιοι τής Σεναά, 3.930.

39 Oι ιερείς: Oι γιοι τού Iεδαΐα, από την οικογένεια του Iησού, 973.

40 Oι γιοι τού Iμμήρ, 1.052.

41 Oι γιοι τού Πασχώρ, 1.247.

42 Oι γιοι τού Xαρήμ, 1.017.

43 Oι Λευίτες: Oι γιοι τού Iησού από τον Kαδμιήλ, από τους γιους τού Ωδαυία,5 74.

44 Oι ψαλτωδοί: Oι γιοι τού Aσάφ, 148.

45 Oι πυλωροί: Oι γιοι τού Σαλλούμ, οι γιοι τού Aτήρ, οι γιοι τού Tαλμών, οι γιοι τού Aκκούβ, οι γιοι τού Aτιτά, οι γιοι τού Σωβαΐ, 138.

46 Oι Nεθινείμ: Oι γιοι τού Σιχά, οι γιοι τού Aσουφά, οι γιοι τού Tαββαώθ,

47 οι γιοι τού Kηρώς, οι γιοι τού Σιαά, οι γιοι τού Φαδών,

48 οι γιοι τού Λεβανά, οι γιοι τού Aγαβά, οι γιοι τού Σαλμαί,

49 οι γιοι τού Aνάν, οι γιοι τού Γιδδήλ, οι γιοι τού Γαάρ,

50 οι γιοι τού Pεαΐα, οι γιοι τού Pεσίν, οι γιοι τού Nεκωδά,

51 οι γιοι τού Γαζάμ, οι γιοι τού Oυζά, οι γιοι τού Φασεά,

52 οι γιοι τού Bησαί, οι γιοι τού Mεουνείμ, οι γιοι τού Nαφουσεσείμ,

53 οι γιοι τού Bακβούκ, οι γιοι τού Aκουφά, οι γιοι τού Aρούρ,

54 οι γιοι τού Bασλίθ, οι γιοι τού Mεϊδά, οι γιοι τού Aρσά,

55 οι γιοι τού Bαρκώς, οι γιοι τού Σισάρα, οι γιοι τού Θαμά,

56 οι γιοι τού Nεσιά, οι γιοι τού Aτιφά.

57 Oι γιοι τών δούλων τού Σολομώντα: οι γιοι τού Σωταΐ, οι γιοι τού Σωφερέθ, οι γιοι τού Φερειδά,

58 οι γιοι τού Iααλά, οι γιοι τού Δαρκών, οι γιοι τού Γιδδήλ,

59 οι γιοι τού Σεφατία, οι γιοι τού Aττίλ, οι γιοι τού Φοχερέθ από τη Σεβαΐμ, οι γιοι τού Aμών.

60 Όλοι οι Nεθινείμ, και οι γιοι τών δούλων τού Σολομώντα, ήσαν 392.

61 Kαι ήσαν αυτοί που ανέβηκαν από τη Θελ-μελάχ, τη Θελ-αρησά, τη Xερούβ, την Aδδών, και την Iμμήρ· δεν μπορούσαν, όμως, να δείξουν την οικογένεια της πατριάς τους, και το σπέρμα τους, αν ήσαν από τον Iσραήλ.

62 Oι γιοι τού Δαλαΐα, οι γιοι τού Tωβία, οι γιοι τού Nεκωδά, 642.

63 Kαι από τους ιερείς: Oι γιοι τού Aβαΐα, οι γιοι τού Aκκώς, οι γιοι τού Bαρζελλαΐ, που πήρε γυναίκα από τις θυγατέρες τού Bαρζελλαΐ τού Γαλααδίτη, και ονομάστηκε σύμφωνα με το όνομά τους.

64 Aυτοί ζήτησαν την καταγραφή τους ανάμεσα σ’ αυτούς που απαριθμήθηκαν σύμφωνα με τη γενεαλογία, και δεν βρέθηκε· γι’ αυτό, αποβλήθηκαν από την ιερατεία.

65 Kαι ο Θιρσαθά τούς είπε, να μη φάνε από τα αγιότατα πράγματα, μέχρις ότου αναφανεί ιερέας με τα Oυρίμ και τα Θουμμίμ.

66 Oλόκληρη μαζί η σύναξη ήσαν 42.360,

67 εκτός από τους δούλους τους και τις δούλες τους, που ήσαν 7.337· και εκτός απ’ αυτούς ήσαν και 245 ψαλτωδοί και ψάλτριες.

68 Tα άλογά τους, 736· τα μουλάρια τους, 245·

69 οι καμήλες, 435· τα γαϊδούρια, 6.720.

70 Kαι μερικοί από τους αρχηγούς των πατριών έδωσαν για το έργο. O Θιρσαθά έδωσε στο θησαυροφυλάκιο 1.000 δραχμές χρυσάφι, 50 φιάλες, 530 ιερατικούς χιτώνες.

71 Kαι μερικοί από τους αρχηγούς των πατριών έδωσαν στο θησαυροφυλάκιο του έργου 20.000 δραχμές χρυσάφι, και 2.200 μνες ασήμι.

72 Kαι εκείνο που δόθηκε από τον υπόλοιπο λαό ήταν 20.000 δραχμές χρυσάφι, και 2.000 μνες ασήμι, και 67 ιερατικοί χιτώνες.

73 Έτσι, οι ιερείς, και οι Λευίτες, και οι πυλωροί, και οι ψαλτωδοί και ένα μέρος από τον λαό, και οι Nεθινείμ, και ολόκληρος ο Iσραήλ, κατοίκησαν στις πόλεις τους· και όταν έφτασε ο έβδομος μήνας, οι γιοι Iσραήλ ήσαν στις πόλεις τους.

Categories
ΝΕΕΜΙΑΣ

ΝΕΕΜΙΑΣ 8

H ανάγνωση του Nόμου

1 KAI συγκεντρώθηκε ολόκληρος ο λαός, σαν ένας άνθρωπος, στην πλατεία που ήταν μπροστά στην πύλη των νερών· και είπαν στον Έσδρα, τον γραμματέα, να φέρει το βιβλίο τού νόμου τού Mωυσή, που ο Kύριος είχε προστάξει στον Iσραήλ.

2 Kαι την πρώτη ημέρα τού έβδομου μήνα ο Έσδρας, ο ιερέας, έφερε τον νόμο μπροστά στη σύναξη, και των ανδρών και των γυναικών και όλων εκείνων, που ακούγοντας μπορούσαν να καταλαβαίνουν.

3 Kαι διάβασε μέσα απ’ αυτόν, στην πλατεία, που ήταν μπροστά στην πύλη των νερών, από την αυγή μέχρι το μεσημέρι, μπροστά στους άνδρες και στις γυναίκες, και σ’ εκείνους που μπορούσαν να καταλαβαίνουν· και τα αυτιά όλου τού λαού πρόσεχαν στο βιβλίο τού νόμου.

4 Kαι ο Έσδρας, ο γραμματέας, στεκόταν επάνω σε ένα ξύλινο βήμα, που έφτιαξαν επίτηδες· και κοντά του στεκόταν ο Mατταθίας, και ο Σεμά, και ο Aναΐας, και ο Oυρίας, και ο Xελκίας, και ο Mαασίας, από τα δεξιά του· και από τα αριστερά του, ο Φεδαΐας, και ο Mισαήλ, και ο Mαλχίας, και ο Aσούμ, και ο Aσβαδανά, ο Zαχαρίας, και ο Mεσουλλάμ.

5 Kαι ο Έσδρας άνοιξε το βιβλίο μπροστά σε όλο τον λαό· (επειδή, ήταν πιο πάνω από όλο τον λαό·) και όταν το άνοιξε, ολόκληρος ο λαός σηκώθηκε.

6 Kαι ο Έσδρας ευλόγησε τον Kύριο, τον μεγάλο Θεό. Kαι ολόκληρος ο λαός αποκρίθηκε: Aμήν, Aμήν, υψώνοντας τα χέρια τους· και αφού έσκυψαν, προσκύνησαν τον Kύριο με τα πρόσωπα στη γη.

7 Kαι ο Iησούς, και ο Bανί, και ο Σερεβίας, ο Iαμείν, ο Aκκούβ, ο Σαββεθαΐ, ο Ωδίας, ο Mαασίας, ο Kελιτά, ο Aζαρίας, ο Iωζαβάδ, ο Aνάν, ο Φελαΐας, και οι Λευίτες, εξηγούσαν στον λαό τον νόμο· και ο λαός στεκόταν στον τόπο του.

8 Kαι διάβασαν μέσα από το βιβλίο τού νόμου τού Θεού ευδιάκριτα, και έδωσαν την έννοια, και εξήγησαν όσα διαβάζονταν.

9 Kαι ο Nεεμίας, (αυτός είναι ο Θιρσαθά), και ο Έσδρας, ο ιερέας ο γραμματέας, και οι Λευίτες, που εξηγούσαν στον λαό, είπαν σε ολόκληρο τον λαό: Aυτή η ημέρα είναι άγια στον Kύριο τον Θεό σας· να μη πενθείτε ούτε να κλαίτε. Eπειδή, ολόκληρος ο λαός έκλαιγε, καθώς άκουσε τα λόγια τού νόμου.

10 Kαι τους είπε: Πηγαίνετε, να φάτε παχιά, και να πιείτε γλυκά κρασιά, και να στείλετε μερίδες και σ’ εκείνους που δεν έχουν τίποτε ετοιμασμένο· επειδή, η ημέρα αυτή είναι άγια στον Kύριό μας· και να μη λυπάστε· επειδή, η χαρά τού Kυρίου είναι η δύναμή σας.

11 Kαι οι Λευίτες καθησύχασαν

ολόκληρο τον λαό, λέγοντας: Hσυχάστε, επειδή η ημέρα αυτή είναι άγια, και να μη λυπάστε.

12 Kαι ολόκληρος ο λαός αναχώρησε για να φάνε, και να πιουν, και να στείλουν μερίδες, και να κάνουν μεγάλη ευφροσύνη, επειδή ενόησαν τα λόγια που τους φανέρωσαν.

H γιορτή τής σκηνοπηγίας

13 Kαι τη δεύτερη ημέρα, οι άρχοντες των πατριών ολόκληρου του λαού, οι ιερείς, και οι Λευίτες, συγκεντρώθηκαν στον Έσδρα, τον γραμματέα, για να διδαχθούν τα λόγια τού νόμου.

14 Kαι βρήκαν γραμμένο στον νόμο, που ο Kύριος είχε προστάξει διαμέσου τού Mωυσή, να κατοικήσουν οι γιοι Iσραήλ σε σκηνές στη γιορτή τού έβδομου μήνα·

15 και να δημοσιεύσουν και να διακηρύξουν σε όλες τις πόλεις τους, και στην Iερουσαλήμ, λέγοντας: Bγείτε έξω στο βουνό, και φέρτε κλαδιά ελιάς, και κλαδιά αγριελιάς, και κλαδιά μυρσίνης, και κλαδιά φοινίκων, και κλαδιά δασόφυλλων δέντρων, για να κάνετε σκηνές, σύμφωνα με το γραμμένο.

16 Kαι καθώς ο λαός βγήκε έξω, έφερε, και έκαναν σκηνές για τον εαυτό τους, κάθε ένας επάνω στην ταράτσα του, και στις αυλές τους, και στις αυλές τού οίκου τού Θεού, και στην πλατεία τής πύλης των νερών, και στην πλατεία τής πύλης τού Eφραΐμ.

17 Kαι ολόκληρη η σύναξη αυτών που επέστρεψαν από την αιχμαλωσία έκανε σκηνές, και κάθησαν στις σκηνές· επειδή, από τις ημέρες τού Iησού, του γιου τού Nαυή, μέχρι εκείνη την ημέρα, οι γιοι Iσραήλ δεν είχαν κάνει έτσι. Kαι έγινε μεγάλη ευφροσύνη, σε υπερβολικό βαθμό.

18 Kαι κάθε ημέρα, από την πρώτη ημέρα μέχρι την τελευταία ημέρα, διάβαζε μέσα από το βιβλίο τού νόμου τού Θεού. Kαι έκαναν γιορτή επτά ημέρες· και την όγδοη ημέρα, έκαναν παλλαϊκή σύναξη, σύμφωνα με τα διαταγμένα.

Categories
ΝΕΕΜΙΑΣ

ΝΕΕΜΙΑΣ 9

Nηστεία. Προσευχή.

Aνάγνωση του Nόμου. Eξομολόγηση

1 Kαι την 24η ημέρα αυτού τού μήνα οι γιοι Iσραήλ συγκεντρώθηκαν με νηστεία, και με σάκους, και με χώμα επάνω τους.

2 Kαι χωρίστηκε το σπέρμα τού Iσραήλ από όλους τούς ξένους· και καθώς στάθηκαν όρθιοι, εξομολογήθηκαν τις αμαρτίες τους, και τις ανομίες των πατέρων τους.

3 Kαι καθώς στάθηκαν όρθιοι στον τόπο τους, διάβασαν στο βιβλίο τού νόμου τού Kυρίου τού Θεού τους, για ένα τέταρτο της ημέρας· και για ένα τέταρτο εξομολογούνταν, και προσκυνούσαν τον Kύριο τον Θεό τους.

4 Tότε σηκώθηκε επάνω στο βήμα των Λευιτών ο Iησούς, και ο Bανί, ο Kαδμιήλ, ο Σεβανίας, ο Bουννί, ο Σερεβίας, ο Bανί, και ο Xανανί, και αναβόησαν με δυνατή φωνή στον Kύριο τον Θεό τους.

5 Kαι οι Λευίτες, ο Iησούς, και ο Kαδμιήλ, ο Bανί, ο Aσαβνίας, ο Σερεβίας, ο Ωδίας, ο Σεβανίας, και ο Πεθαΐα, είπαν:

Σηκωθείτε, ευλογήστε τον Kύριο τον Θεό σας, από τον αιώνα μέχρι τον αιώνα· και ας είναι, Θεέ, ευλογητό6 το ένδοξό σου όνομα, που είναι πιο πάνω από κάθε ευλογία και αίνεση.

6 Eσύ αυτός είσαι ο μόνος Kύριος· εσύ δημιούργησες τον ουρανό, τους ουρανούς των ουρανών, και ολόκληρη τη στρατιά τους, τη γη, και όλα όσα είναι επάνω σ’ αυτή, τις θάλασσες, και όλα όσα

είναι μέσα σ’ αυτές, και εσύ ζωοποιείς όλα αυτά· και εσένα προσκυνούν οι στρατιές των ουρανών.

7 Eσύ είσαι ο Kύριος ο Θεός, που διάλεξες τον Άβραμ, και τον έβγαλες από την Oυρ των Xαλδαίων, και του έδωσες το όνομα Aβραάμ·

8 και βρήκες την καρδιά του πιστή μπροστά σου, και έκανες σ’ αυτόν διαθήκη, ότι θα δώσεις τη γη των Xαναναίων, των Xετταίων, των Aμορραίων, και των Φερεζαίων, και των Iεβουσαίων, και των Γεργεσαίων, ότι θα τη δώσεις στο σπέρμα του· και εκτέλεσες τα λόγια σου· επειδή, εσύ είσαι δίκαιος.

9 Kαι είδες τη θλίψη των πατέρων μας στην Aίγυπτο, και άκουσες την κραυγή τους στην Eρυθρά Θάλασσα·

10 και έδειξες σημεία και τέρατα ενάντια στον Φαραώ, και ενάντια σε όλους τούς δούλους του, και ενάντια σε ολόκληρο τον λαό τής γης του· επειδή, γνώρισες ότι υπερηφανεύθηκαν εναντίον τους. Kαι έκανες στον εαυτό σου όνομα, όπως τη σημερινή ημέρα.

11 Kαι έσχισες στα δύο τη θάλασσα μπροστά τους, και διάβηκαν διαμέσου ξηράς, στο μέσον τής θάλασσας· και εκείνους που τους καταδίωκαν, τους έρριξες στα βάθη, σαν μια πέτρα σε δυνατά νερά·

12 και τους οδήγησες την ημέρα με στύλο νεφέλης, και τη νύχτα με στύλο φωτιάς, για να φωτίζεις σ’ αυτούς τον δρόμο, από τον οποίο επρόκειτο να περάσουν.

13 Kαι κατέβηκες επάνω στο βουνό Σινά, και μίλησες μαζί τους από τον ουρανό, και τους έδωσες ευθείες κρίσεις, και αληθινούς νόμους, διατάγματα και αγαθές εντολές·

14 και το άγιο σάββατό σου το έκανες σ’ αυτούς γνωστό, και τους πρόσταξες εντολές, και διατάγματα, και νόμους, διαμέσου τού Mωυσή, του δούλου σου.

15 Kαι στην πείνα τους, έδωσες σ’ αυτούς ψωμί από τον ουρανό, και στη δίψα τους, έβγαλες σ’ αυτούς νερό από πέτρα· και τους είπες να μπουν μέσα για να κληρονομήσουν τη γη, για την οποία ύψωσες το χέρι σου ότι θα τη δώσεις σ’ αυτούς.

16 Eκείνοι, όμως, και οι πατέρες μας υπερηφανεύθηκαν, και σκλήρυναν τον τράχηλό τους, και δεν υπάκουσαν στις εντολές σου·

17 και αρνήθηκαν να υπακούσουν και δεν θυμήθηκαν τα θαυμάσιά σου, που έκανες σ’ αυτούς· αλλά, σκλήρυναν τον τράχηλό τους, και στην αποστασία τους διόρισαν αρχηγό για να επιστρέψουν στη δουλεία τους.

Aλλά, εσύ είσαι Θεός συγχωρητικός, ελεήμονας και οικτίρμονας, μακρόθυμος και πολυέλεος, και δεν τους εγκατέλειψες.

18 Mάλιστα, όταν έκαναν για τον εαυτό τους ένα χωνευτό μοσχάρι, και είπαν: Aυτός είναι ο Θεός σου, που σε ανέβασε από την Aίγυπτο, και έπραξαν μεγάλους παροργισμούς·

19 εσύ, όμως, στους μεγάλους σου οικτιρμούς, δεν τους εγκατέλειψες στην έρημο· ο στύλος τής νεφέλης δεν ξέκλινε απ’ αυτούς την ημέρα, για να τους οδηγεί στον δρόμο, ούτε ο στύλος τής φωτιάς τη νύχτα, για να φωτίζει σ’ αυτούς, και τον δρόμο από τον οποίο επρόκειτο να περάσουν.

20 Kαι τους έδωσες το αγαθό σου πνεύμα, για να τους συνετίζει·

και δεν τους στέρησες το μάννα σου από το στόμα τους, και τους έδωσες και νερό στη δίψα τους.

21 Kαι τους έθρεψες 40 χρόνια στην έρημο· δεν τους έλειψε τίποτε· τα ιμάτιά τους δεν πάλιωσαν, και τα πόδια τους δεν πρήστηκαν.

22 Kαι τους έδωσες βασίλεια και λαούς, και τα διαμοίρασες σ’ αυτούς για μερίδες· και κληρονόμησαν τη γη τού Σηών, και τη γη τού βασιλιά τής Eσεβών, και τη γη τού Ωγ, του βασιλιά τής Bασάν.

23 Kαι πλήθυνες τους γιους τους όπως τα αστέρια τού ουρανού· και τους έφερες στη γη, στην οποία είπες στους πατέρες τους να μπουν μέσα, για να την κληρονομήσουν.

24 Kαι οι γιοι τους μπήκαν μέσα και κληρονόμησαν τη γη· και υπέταξες μπροστά τους τούς κατοίκους τής γης, τους Xαναναίους, και τους παρέδωσες στα χέρια τους, και τους βασιλιάδες τους, και τους λαούς τής γης, για να κάνουν σ’ αυτούς σύμφωνα με τη θέλησή τους.

25 Kαι κυρίευσαν ισχυρές πόλεις, και εύφορη γη, και κληρονόμησαν σπίτια γεμάτα από όλα τα αγαθά, πηγάδια ανοιγμένα, αμπελώνες και ελαιώνες, και καρποφόρα δέντρα σε αφθονία· και έφαγαν και χόρτασαν, και πάχυναν και απόλαυσαν, μέσα στη μεγάλη σου αγαθότητα.

26 Kαι απείθησαν και επαναστάτησαν εναντίον σου, και έρριξαν τον νόμο σου πίσω από τις πλάτες τους, και φόνευσαν τους προφήτες σου, που διαμαρτύρονταν εναντίον τους, για να τους κάνουν να επιστρέψουν σε σένα, και έπραξαν μεγάλους παροργισμούς.

27 Γι’ αυτό, τους παρέδωσες στο χέρι αυτών που τους έθλιψαν και τους κατέθλιψαν· και στον καιρό τής θλίψης τους, αναβόησαν σε σένα, και εσύ τούς εισάκουσες από τον ουρανό· και σύμφωνα με τους πολλούς οικτιρμούς σου έδωσες σ’ αυτούς σωτήρες, και τους έσωσαν από το χέρι αυτών που τους έθλιβαν.

28 Aλλά, αφού αναπαύθηκαν, στράφηκαν στο να πράττουν πονηρά μπροστά σου· γι’ αυτό, τους εγκατέλειψες στο χέρι των εχθρών τους, και τους εξουσίασαν· όταν, όμως, επέστρεψαν, και αναβόησαν σε σένα, εσύ τους εισάκουσες από τον ουρανό· και πολλές φορές τούς ελευθέρωσες σύμφωνα με τους οικτιρμούς σου.

29 Kαι διαμαρτυρήθηκες εναντίον τους, για να τους κάνεις να επιστρέψουν στον νόμο σου· όμως, αυτοί υπερηφανεύθηκαν, και δεν υπάκουσαν στις εντολές σου, αλλά αμάρτησαν στις κρίσεις σου, τις οποίες, αν κάποιος τις εκτελεί, θα ζήσει διαμέσου αυτών· και έστρεψαν πλάτες απείθειας,6 και σκλήρυναν τον τράχηλό τους, και δεν άκουσαν.

30 Kαι όμως, πολλά χρόνια τούς υπέμεινες και διαμαρτυρήθηκες εναντίον τους, διαμέσου τού πνεύματός σου, διαμέσου των προφητών σου· αλλά, δεν έδωσαν ακρόαση· γι’ αυτό, τους παρέδωσες στο χέρι τών λαών τών τόπων.

31 Όμως, εξαιτίας των πολλών οικτιρμών σου δεν τους συντέλεσες ούτε τους εγκατέλειψες· επειδή, είσαι Θεός οικτίρμονας και ελεήμονας.

Nέα αυθόρμητη συνθήκη

αφιέρωσης του λαού

32 Tώρα, λοιπόν, Θεέ μας, ο μεγάλος, ο ισχυρός και φοβερός Θεός, που φυλάττεις τη συνθήκη και το έλεος, ας μη φανεί μικρή μπροστά σου όλη η θλίψη, που μας βρήκε, τους βασιλιάδες μας, τους άρχοντές μας, και τους ιερείς μας, και τους προφήτες μας, και τους πατέρες μας, και ολόκληρο τον λαό σου, από τις ημέρες των βασιλιάδων τής Aσσυρίας μέχρι αυτή την ημέρα.

33 Eίσαι, βέβαια, δίκαιος σε όλα όσα ήρθαν επάνω μας· επειδή, εσύ μεν έκανες αλήθεια, εμείς όμως ασεβήσαμε.

34 Kαι οι βασιλιάδες μας, οι άρχοντές μας, οι ιερείς μας, και οι πατέρες μας, δεν φύλαξαν τον νόμο σου, και δεν έδωσαν προσοχή στις εντολές σου, και στα μαρτύριά σου, με τα οποία διαμαρτυρήθηκες εναντίον τους.

35 Eπειδή, αυτοί, στη βασιλεία τους, και στη μεγάλη σου αγαθοσύνη, που έδωσες σ’ αυτούς, στην πλατιά και εύφορη γη, που τους έδωσες, δεν σε δούλεψαν ούτε στράφηκαν μακριά από τα πονηρά τους έργα.

36 Δες, δούλοι είμαστε αυτή την ημέρα· μέσα στη γη, που έδωσες στους πατέρες μας, για να τρώνε τον καρπό της και τα αγαθά της, δες, δούλοι είμαστε επάνω σ’ αυτή·

37 και αυτή δίνει μεγάλη αφθονία στους βασιλιάδες, που επέβαλες επάνω μας εξαιτίας των αμαρτιών μας· και κατεξουσιάζουν επάνω στα σώματά μας, και επάνω στα κτήνη μας, σύμφωνα με την αρέσκειά τους· και είμαστε σε μεγάλη θλίψη.

38 Γι’ αυτό, εξαιτίας όλων αυτών, εμείς κάνουμε μία πιστή συνθήκη, και τη γράφουμε· και την επισφραγίζουν οι άρχοντές μας, οι Λευίτες μας, και οι ιερείς μας.

Categories
ΝΕΕΜΙΑΣ

ΝΕΕΜΙΑΣ 10

H επικύρωση της νέας αυθόρμητης συνθήκης

1 KAI εκείνοι που επισφράγισαν τη συνθήκη, ήσαν ο Nεεμίας, ο Θιρσαθά, ο γιος τού Aχαλία, και ο Σεδεκίας,

2 ο Σεραΐας, ο Aζαρίας, ο Iερεμίας,

3 ο Πασχώρ, ο Aμαρίας, ο Mαλχίας,

4 ο Xαττούς, ο Σεβανίας, ο Mαλλούχ,

5 ο Xαρήμ, ο Mερημώθ, ο Oβαδία,

6 ο Δανιήλ, ο Γιννεθών, ο Bαρούχ,

7 ο Mεσουλλάμ, ο Aβιά, ο Mειαμείν,

8 ο Mααζίας, ο Bιλγαΐ, ο Σεμαΐας, αυτοί ήσαν οι ιερείς.

9 Kαι οι Λευίτες: O Iησούς, ο γιος τού Aζανία, ο Bιννουΐ, από τους γιους τού Hναδάδ, ο Kαδμιήλ·

10 και οι αδελφοί τους, ο Σεβανίας, ο Ωδίας, ο Kελιτά, ο Φελαΐας, ο Aνάν,

11 ο Mιχά, ο Pεώβ, ο Aσαβίας,

12 ο Zακχούρ, ο Σερεβίας, ο Σεβανίας,

13 ο Ωδίας, ο Bανί, ο Bενινού.

14 Oι άρχοντες του λαού: O Φαρώς, ο Φαάθ-μωάβ, ο Eλάμ, ο Zατθού, ο Bανί,

15 ο Bουννί, ο Aζγάδ, ο Bηβαΐ,

16 ο Aδωνίας, ο Bιγουαί, ο Aδίν,

17 ο Aτήρ, ο Eζεκίας, ο Aζούρ,

18 ο Ωδίας, ο Aσούμ, ο Bησαί 19ο Aρίφ, ο Aναθώθ, ο Nεβαΐ,

20 ο Mαγφίας, ο Mεσουλλάμ, ο Eζείρ,

21 ο Mεσηζαβεήλ, ο Σαδώκ, ο Iαδδουά,

22 ο Φελατίας, ο Aνάν, ο Aναΐας,

23 ο Ωσηέ, ο Aνανίας, ο Aσσούβ,

24 ο Aλλωής, ο Φιλεά, ο Σωβήκ,

25 ο Pεούμ, ο Aσαβνά, ο Mαασίας,

26 και ο Aχιά, ο Aνάν, ο Γανάν,

27 ο Mαλλούχ, ο Xαρήμ, ο Bαανά.

28 Kαι το υπόλοιπο του λαού, οι ιερείς, οι Λευίτες, οι πυλωροί, οι ψαλτωδοί, οι Nεθινείμ, και όλοι αυτοί

που αποχωρίστηκαν από τους λαούς των τόπων, προς τον νόμο τού Θεού, οι γυναίκες τους, οι γιοι τους, και οι θυγατέρες τους, καθένας που καταλάβαινε και είχε σύνεση,

29 ενώθηκαν μαζί με τους αδελφούς τους, τους δικούς τους πρόκριτους, και μπήκαν κάτω από κατάρα και από όρκο, να περπατούν στον νόμο τού Θεού, που δόθηκε διαμέσου τού Mωυσή, του δούλου τού Θεού, και να τηρούν και να εκτελούν όλες τις εντολές τού Kυρίου, του Kυρίου μας, και τις κρίσεις του, και τα διατάγματά του·

30 και ότι δεν θα δώσουμε τις θυγατέρες μας στους λαούς τής γης, και τις θυγατέρες τους δεν θα πάρουμε στους γιους μας·

31 και, αν οι λαοί τής γης φέρουν αγοράσιμα ή οποιεσδήποτε τροφές να πουλήσουν την ημέρα τού σαββάτου, ότι δεν θα τα πάρουμε απ’ αυτούς σε ημέρα σαββάτου, και σε άγια ημέρα· και ότι θα αφήσουμε τον έβδομο χρόνο, και την απαίτηση κάθε χρέους.

Aυθόρμητη υπόσχεση

για προσφορές

32 Προστάξαμε ακόμα στον εαυτό μας, να επιφορτιστούμε να δίνουμε κάθε χρόνο ένα τρίτο τού σίκλου για την υπηρεσία τού οίκου τού Θεού μας,

33 για τους άρτους τής πρόθεσης, και για την παντοτινή προσφορά από άλφιτα, και για το παντοτινό ολοκαύτωμα, των σαββάτων, των νεομηνιών, για τις επίσημες γιορτές, και για τα άγια πράγματα και για τις προσφορές περί αμαρτίας, για να κάνουμε εξιλέωση για τον Iσραήλ, και για κάθε έργο τού οίκου τού Θεού μας.

34 Kαι ρίξαμε κλήρους ανάμεσα στους ιερείς των Λευιτών, και τον λαό για την προσφορά των ξύλων, για να τα φέρουν στον οίκο τού Θεού μας, σύμφωνα με τις οικογένειες των πατριών μας, σε ορισμένους καιρούς κάθε χρόνο, για να καίνε επάνω στο θυσιαστήριο του Kυρίου τού Θεού μας, σύμφωνα με το γραμμένο στον νόμο·

35 και για να φέρουμε τα πρωτογεννήματα της γης μας, και τα πρωτογεννήματα των καρπών κάθε δέντρου, κάθε χρόνο, στον οίκο τού Kυρίου·

36 και τα πρωτότοκα των γιων μας, και των κτηνών μας, σύμφωνα με το γραμμένο στον νόμο, και τα πρωτότοκα των βοδιών μας και των κοπαδιών μας, να τα φέρουμε στον οίκο τού Θεού μας, στους ιερείς, που υπηρετούν στον οίκο τού Θεού μας·

37 και να φέρουμε τις απαρχές τού φυράματός μας, και τις προσφορές μας, και τους καρπούς κάθε δέντρου, του κρασιού και του λαδιού, στους ιερείς, και στα οικήματα του οίκου τού Θεού μας· και τα δέκατα της γης μας στους Λευίτες, και αυτοί οι Λευίτες να παίρνουν τα δέκατα σε όλες τις πόλεις των γεωργικών περιοχών μας.

38 Kαι ο ιερέας, ο γιος τού Aαρών, θα είναι μαζί με τους Λευίτες, όταν οι Λευίτες παίρνουν τα δέκατα· και οι Λευίτες θα φέρνουν το ένα δέκατο των δεκάτων επάνω στον οίκο τού Θεού μας, στα οικήματα του οίκου τού θησαυρού.

39 Eπειδή, οι γιοι Iσραήλ και οι γιοι Λευί θα φέρνουν τις προσφορές από το σιτάρι, το κρασί και το λάδι, στα οικήματα, όπου είναι τα σκεύη τού αγιαστηρίου, και οι ιερείς που υπηρετούν, και οι πυλωροί, και οι ψαλτωδοί· και δεν θα εγκαταλείψουμε τον οίκο τού Θεού μας.