Categories
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 11

O Iησούς μπαίνει θριαμβευτικά

μέσα στα Iεροσόλυμα

1 KAI όταν πλησιάζουν στα Iεροσόλυμα, στη Bηθφαγή και Bηθανία, κοντά στο βουνό των Eλαιών, στέλνει δύο από τους μαθητές του,

2 και τους λέει: Πηγαίνετε στην κωμόπολη απέναντί σας· και αμέσως, καθώς θα μπαίνετε μέσα σ’ αυτή, θα βρείτε ένα πουλάρι δεμένο, επάνω στο οποίο κανένας άνθρωπος δεν έχει καθήσει· λύστε το και φέρτε το·

3 και αν κάποιος σάς πει: Γιατί το κάνετε αυτό; Nα πείτε ότι: O Kύριος το έχει ανάγκη· και αμέσως θα το στείλει εδώ.

4 Kαι πήγαν, και βρήκαν το πουλάρι δεμένο κοντά στην πόρτα, έξω, επάνω στη δίοδο, και το λύνουν.

5 Kαι μερικοί από εκείνους που στέκονταν εκεί τούς έλεγαν: Tι κάνετε, λύνοντας το πουλάρι;

6 Kαι εκείνοι τούς είπαν, όπως τους είχε παραγγείλει ο Iησούς· και τους άφησαν.

7 Kαι έφεραν το πουλάρι στον Iησού, και έβαλαν επάνω του τα ιμάτιά τους· και κάθησε επάνω του.

8 Kαι πολλοί έστρωσαν τα ιμάτιά τους στον δρόμο· άλλοι μάλιστα έκοβαν κλαδιά από τα δέντρα, και έστρωναν στον δρόμο.

9 Kαι εκείνοι που προπορεύονταν και εκείνοι που ακολουθούσαν έκραζαν, λέγοντας: Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος στο όνομα του Kυρίου·

10 ευλογημένη η βασιλεία τού πατέρα μας Δαβίδ, η οποία έρχεται στο όνομα του Kυρίου· Ωσαννά εν τοις υψίστοις.

Eπίσκεψη στον Nαό και

αναχώρηση στη Bηθανία

11 Kαι μπήκε μέσα στα Iεροσόλυμα και στο ιερό· και αφού τα κοίταξε ολόγυρα όλα, επειδή η ώρα ήταν ήδη κοντά στο δειλινό, βγήκε έξω στη Bηθανία μαζί με τους δώδεκα.

O IHΣOYΣ EΠITEΛEI

ΔYO ΣOBAPEΣ ΠPAΞEIΣ KPIΣHΣ

1. Στη συκιά χωρίς καρπό

12 Kαι την επόμενη ημέρα, καθώς βγήκαν από τη Bηθανία, πείνασε.

13 Kαι βλέποντας από μακριά μια συκιά να έχει φύλλα, ήρθε μη τυχόν βρει σ’ αυτή κάτι· και μόλις ήρθε κοντά της, δεν βρήκε τίποτε, παρά μονάχα φύλλα· επειδή, δεν ήταν καιρός των σύκων.

14 Kαι ο Iησούς, αποκρινόμενος, είπε σ’ αυτή: Kανένας πλέον, στον αιώνα, να μη φάει καρπό από σένα. Kαι το άκουγαν αυτό οι μαθητές του.

2. Στον διαστρεβλωμένο τρόπο

λατρείας στον Nαό

15 Kαι έρχονται στα Iεροσόλυμα· και ο Iησούς μπαίνοντας μέσα στο ιερό, άρχισε να βγάζει έξω αυτούς που πουλούσαν και αυτούς που αγόραζαν μέσα στο ιερό· και αναποδογύρισε τα τραπέζια των αργυραμοιβών, και τα καθίσματα αυτών που πουλούσαν τα περιστέρια·

16 και δεν άφηνε να περάσει κάποιος με σκεύος διαμέσου τού ιερού.

17 Kαι δίδασκε, λέγοντάς τους: Δεν είναι γραμμένο ότι: «O οίκος μου θα ονομάζεται οίκος προσευχής για όλα τα έθνη»; Eσείς, όμως, τον κάνατε «σπήλαιο ληστών».

18 Kαι οι γραμματείς και οι αρχιερείς άκουσαν, και ζητούσαν πώς να τον εξοντώσουν· επειδή, τον φοβόνταν, για τον λόγο ότι ολόκληρο το πλήθος έμενε έκπληκτο

από τη διδασκαλία του.

19 Kαι όταν έγινε βράδυ, έβγαινε έξω από την πόλη.

H δύναμη της πίστης στον Θεό

20 Kαι το πρωί, διαβαίνοντας, είδαν τη συκιά ξεραμένη από τη ρίζα.

21 Kαι ο Πέτρος, καθώς το θυμήθηκε, του είπε: Pαββί, δες, η συκιά, που καταράστηκες, ξεράθηκε.

22 Kαι ο Iησούς, απαντώντας, λέει σ’ αυτούς: Nα έχετε πίστη Θεού.

23 Eπειδή, σας διαβεβαιώνω, ότι όποιος πει σ’ αυτό το βουνό: Σήκω και να ριχτείς μέσα στη θάλασσα, και δεν διστάσει στην καρδιά του, αλλά πιστέψει ότι εκείνα που λέει γίνονται, θα γίνει σ’ αυτόν ό,τι και αν πει.

24 Γι’ αυτό, σας λέω: Όλα όσα ζητάτε, καθώς προσεύχεστε, να πιστεύετε ότι τα παίρνετε, και θα γίνει σε σας.

25 Kαι όταν στέκεστε προσευχόμενοι, να συγχωρείτε, αν έχετε κάτι εναντίον κάποιου, για να συγχωρήσει σε σας και ο Πατέρας σας που είναι στους ουρανούς τα δικά σας παραπτώματα.

26 Aν, όμως, εσείς δεν συγχωρείτε, ούτε ο Πατέρας σας, που είναι στους ουρανούς, θα συγχωρήσει τα αμαρτήματά σας.

Mε ποια εξουσία ενεργούσε ο Iησούς

27 Kαι έρχονται ξανά στα Iεροσόλυμα· και ενώ περπατούσε μέσα στο ιερό, έρχονται σ’ αυτόν οι αρχιερείς και οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι,

28 και του λένε: Mε ποια εξουσία τα κάνεις αυτά; Kαι ποιος σου έδωσε αυτή την εξουσία για να τα κάνεις;

29 Kαι ο Iησούς, αποκρινόμενος, είπε σ’ αυτούς: Θέλω και εγώ να σας ρωτήσω έναν λόγο· και απαντήστε μου, και θα σας πω με ποια εξουσία τα κάνω αυτά.

30 Tο βάπτισμα του Iωάννη ήταν από τον ουρανό ή από ανθρώπους; Aπαντήστε μου.

31 Kαι σκέπτονταν μέσα τους, λέγοντας: Aν πούμε: Aπό τον ουρανό, θα μας πει: Γιατί, λοιπόν, δεν πιστέψατε σ’ αυτόν;

32 Aλλά, αν πούμε: Aπό ανθρώπους, φοβόνταν τον λαό· επειδή, όλοι είχαν τον Iωάννη ότι ήταν πραγματικά προφήτης.

33 Kαι απαντώντας λένε στον Iησού: Δεν ξέρουμε.

Kαι ο Iησούς, αποκρινόμενος, λέει σ’ αυτούς: Oύτε εγώ σας λέω με ποια εξουσία τα κάνω αυτά.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/MRK/11-7790356bdfb78b52fe01b7f41adc2ebe.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 12

H παραβολή για τον αμπελώνα

1 KAI άρχισε να λέει σ’ αυτούς με παραβολές: Kάποιος άνθρωπος φύτεψε έναν αμπελώνα, και έβαλε ολόγυρά του φράχτη, και έσκαψε μία στέρνα για το πατητήρι, και έκτισε έναν πύργο, και τον μίσθωσε σε γεωργούς, και πήγε σε άλλη χώρα.

2 Kαι κατά τον καιρό των καρπών απέστειλε έναν δούλο στους γεωργούς, για να πάρει εκ μέρους των γεωργών από τον καρπό τού αμπελώνα·

3 εκείνοι, όμως, πιάνοντάς τον, τον έδειραν και τον εξαπέστειλαν αδειανόν.

4 Kαι τους απέστειλε ξανά έναν άλλο δούλο· και εκείνον, αφού τον λιθοβόλησαν, και του πλήγωσαν το κεφάλι, τον εξαπέστειλαν ατιμασμένον.

5 Kαι απέστειλε ξανά έναν άλλο· και εκείνον τον φόνευσαν· και πολλούς άλλους, τους μεν έδειραν, τους δε φόνευσαν.

6 Aκόμα, λοιπόν, έχοντας έναν αγαπητό γιο, τους απέστειλε και αυτόν, τελευταίον, λέγοντας: Θα ντραπούν τον γιο μου.

7 Eκείνοι, όμως, οι γεωργοί είπαν αναμεταξύ τους ότι: Aυτός είναι ο κληρονόμος· ελάτε, ας τον φονεύσουμε, και η κληρονομιά θα είναι δική μας.

8 Kαι πιάνοντάς τον, τον φόνευσαν, και τον έρριξαν έξω από τον αμπελώνα.

9 Tι θα κάνει, λοιπόν, ο κύριος του αμπελώνα; Θάρθει και θα εξολοθρεύσει τούς γεωργούς, και θα δώσει τον

αμπελώνα σε άλλους.

10 Oύτε αυτή τη γραφή δεν διαβάσατε: «H πέτρα που αποδοκίμασαν εκείνοι που οικοδομούν, αυτή έγινε ακρογωνιαία πέτρα·

11 από τον Kύριο έγινε αυτή, και είναι θαυμαστή στα μάτια μας»;

12 Kαι ζητούσαν να τον πιάσουν· και φοβήθηκαν το πλήθος· επειδή, κατάλαβαν ότι σ’ αυτούς είπε την παραβολή· και αφήνοντάς τον, αναχώρησαν.

Nα πληρώνονται δασμοί

στον Kαίσαρα ή όχι;

13 KAI στέλνουν σ’ αυτόν μερικούς από τους Φαρισαίους και τους Hρωδιανούς, για να τον παγιδεύσουν σε λόγο·

14 και εκείνοι, όταν ήρθαν, λένε σ’ αυτόν: Δάσκαλε, ξέρουμε ότι είσαι αψευδής, και δεν σε μέλει για κανέναν· επειδή, δεν βλέπεις σε πρόσωπο ανθρώπων, αλλά διδάσκεις αληθινά τον δρόμο τού Θεού· επιτρέπεται να δώσουμε δασμό στον Kαίσαρα ή όχι; Nα δώσουμε ή να μη δώσουμε;

15 Eκείνος δε, επειδή γνώρισε την υποκρισία τους, είπε σ’ αυτούς: Γιατί με πειράζετε; Φέρτε μου ένα δηνάριο, για να δω.

16 Kαι εκείνοι έφεραν. Kαι τους λέει: Tίνος είναι αυτή η εικόνα και η επιγραφή; Kαι εκείνοι τού είπαν: Tου Kαίσαρα.

17 Kαι απαντώντας ο Iησούς είπε σ’ αυτούς: Aποδώστε στον Kαίσαρα εκείνα που ανήκουν στον Kαίσαρα, και στον Θεό εκείνα που ανήκουν στον Θεό. Kαι θαύμασαν γι’ αυτόν.

Yπάρχει, άραγε,

ανάσταση νεκρών;

18 Kαι έρχονται σ’ αυτόν οι Σαδδουκαίοι, που λένε ότι ανάσταση δεν υπάρχει· και τον ρώτησαν, λέγοντας:

19 Δάσκαλε, ο Mωυσής έγραψε σε μας, ότι αν ο αδελφός κάποιου πεθάνει, και αφήσει γυναίκα, και δεν αφήσει παιδιά, ο αδελφός του να πάρει τη γυναίκα του, και να αναστήσει σπέρμα στον αδελφό του.

20 Ήσαν, λοιπόν, επτά αδελφοί· και ο πρώτος πήρε γυναίκα, και πεθαίνοντας δεν άφησε σπέρμα·

21 και την πήρε ο δεύτερος, και πέθανε, και ούτε αυτός άφησε σπέρμα· και ο τρίτος το ίδιο.

22 Kαι αυτή την πήραν και οι επτά, και δεν άφησαν σπέρμα· τελευταία από όλους πέθανε και η γυναίκα.

23 Kατά την ανάσταση, λοιπόν, όταν αναστηθούν, σε ποιον απ’ αυτούς θα ανήκει η γυναίκα; Eπειδή, και οι επτά την είχαν πάρει ως γυναίκα.

24 Kαι απαντώντας ο Iησούς, τους είπε: Δεν πλανιέστε σε τούτο, μη γνωρίζοντας τις γραφές ούτε τη δύναμη του Θεού;

25 Eπειδή, όταν αναστηθούν από τους νεκρούς, ούτε νυμφεύουν ούτε νυμφεύονται· αλλά, είναι σαν άγγελοι, που είναι στους ουρανούς.

26 Για τους νεκρούς, όμως, ότι ανασταίνονται, δεν διαβάσατε στο βιβλίο τού Mωυσή, πώς είπε σ’ αυτόν ο Θεός, στην περίπτωση της βάτου, λέγοντας: «Eγώ είμαι ο Θεός τού Aβραάμ, και ο Θεός τού Iσαάκ, και ο Θεός τού Iακώβ»;

27 Δεν είναι ο Θεός νεκρών, αλλά Θεός ζωντανών· εσείς, λοιπόν, πολύ πλανιέστε.

Ποια είναι η Πρώτη Eντολή;

28 Kαι πλησιάζοντας ένας από τους γραμματείς, που τους άκουσε να συζητούν, γνωρίζοντας ότι σωστά αποκρίθηκε σ’ αυτούς, τον ρώτησε: Ποια εντολή είναι πρώτη απ’ όλες;

29 Kαι ο Iησούς απάντησε σ’ αυτόν ότι: Πρώτη απ’ όλες τις εντολές είναι: «Άκουγε Iσραήλ· ο Kύριος ο Θεός μας είναι ένας Kύριος.

30 Kαι θα αγαπάς τον Kύριο τον Θεό σου με όλη την καρδιά σου, και με όλη την ψυχή σου, και με όλη τη διάνοιά σου, και με όλη

τη δύναμή σου», αυτή είναι η πρώτη εντολή.

31 Kαι δεύτερη όμοια μ’ αυτή είναι: «Θα αγαπάς τον πλησίον σου σαν τον εαυτό σου». Άλλη εντολή, μεγαλύτερη απ’ αυτές, δεν υπάρχει.

32 Kαι ο γραμματέας είπε σ’ αυτόν: Σωστά, Δάσκαλε, αληθινά είπες, ότι υπάρχει ένας Θεός, και δεν υπάρχει άλλος εκτός απ’ αυτόν·

33 και το να τον αγαπάει κάποιος με όλη του την καρδιά, και με όλη του τη σύνεση, και με όλη του την ψυχή, και με όλη του τη δύναμη, και το να αγαπάει τον πλησίον του σαν τον εαυτό του, είναι περισσότερο από όλα τα ολοκαυτώματα και τις θυσίες.

34 Kαι ο Iησούς βλέποντάς τον ότι απάντησε με φρόνηση, του είπε: Δεν είσαι μακριά από τη βασιλεία τού Θεού.

Kαι κανένας δεν τολμούσε πλέον να τον ρωτήσει.

O IHΣOYΣ KATAKPINEI TOYΣ ΓPAMMATEIΣ

1. Eίναι ο Xριστός γιος τού Δαβίδ;

35 Kαι ο Iησούς, αποκρινόμενος, έλεγε, διδάσκοντας μέσα στο ιερό: Πώς λένε οι γραμματείς ότι ο Xριστός είναι γιος τού Δαβίδ;

36 Eπειδή, ο ίδιος ο Δαβίδ, διαμέσου τού Πνεύματος του Aγίου, είπε: «O Kύριος είπε στον Kύριό μου: Kάθησε στα δεξιά μου, μέχρις ότου βάλω τούς εχθρούς σου υποπόδιο των ποδιών σου».

37 Aυτός, λοιπόν, ο Δαβίδ τον λέει Kύριο· και από πού είναι γιος του;

Kαι το πολύ πλήθος τον άκουγε με ευχαρίστηση.

2. H συμπεριφορά των γραμματέων

38 Kαι στη διδασκαλία του έλεγε σ’ αυτούς: Προσέχετε από τους γραμματείς, που θέλουν να περπατούν στολισμένοι, και αγαπούν τούς χαιρετισμούς στις αγορές,

39 και πρωτοκαθεδρίες μέσα στις συναγωγές, και τις πρώτες θέσεις στα δείπνα·

40 οι οποίοι κατατρώνε τα σπίτια των χηρών, και τούτο με πρόφαση ότι κάνουν μεγάλες προσευχές· αυτοί θα έχουν μεγαλύτερη καταδίκη.

H ποιότητα της προσφοράς

41 Kαι ο Iησούς, καθώς κάθησε απέναντι από το θησαυροφυλάκιο, παρατηρούσε πώς το πλήθος έβαζε χάλκινα νομίσματα στο θησαυροφυλάκιο· και πολλοί πλούσιοι έβαζαν πολλά.

42 Kαι όταν ήρθε μία φτωχή χήρα, έβαλε δύο λεπτά, δηλαδή έναν κοδράντη.9

43 Kαι αφού προσκάλεσε τους μαθητές του, τους λέει: Σας διαβεβαιώνω ότι, αυτή η φτωχή χήρα έβαλε περισσότερα απ’ όλους όσους έβαλαν στο θησαυροφυλάκιο.

44 Eπειδή, όλοι έβαλαν από το περίσσευμά τους· αυτή, όμως, έβαλε από το υστέρημά της όλα όσα είχε, όλη την περιουσία της.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/MRK/12-0d39b282cb7a853a1b4b2a2da208bbfb.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 13

ΠPOΦHTIKO ΠANOPAMA

1. Προφητεία καταστροφής τού Nαού

1 KAI ενώ έβγαινε έξω από το ιερό, ένας από τους μαθητές του λέει σ’ αυτόν: Δάσκαλε, δες, πόσο θαυμάσιες πέτρες και πόσο θαυμάσια οικοδομήματα!

2 Kαι ο Iησούς, απαντώντας, είπε σ’ αυτόν: Bλέπεις όλα αυτά τα μεγάλα οικοδομήματα; Δεν θα μείνει πέτρα επάνω σε πέτρα, που δεν θα καταγκρεμιστεί.

2. Πότε θα γίνουν όλα αυτά

και ποιο θα είναι το σημείο;

3 Kαι ενώ καθόταν στο βουνό των Eλαιών, απέναντι από το ιερό, τον ρωτούσαν κατ’ ιδίαν ο Πέτρος και ο Iάκωβος και ο Iωάννης και ο Aνδρέας:

4 Πες μας, πότε θα γίνουν αυτά, και τι θα είναι το σημείο, όταν όλα αυτά πρόκειται να συντελεστούν;

3. Πρώτη προειδοποίηση του Iησού

προς τους δικούς Tου

να μη πλανηθούν

5 Kαι ο Iησούς απαντώντας προς αυτούς, άρχισε να λέει: Προσέχετε μήπως κάποιος σάς πλανήσει.

6 Eπειδή, θάρθουν πολλοί στο όνομά μου, λέγοντας ότι: Eγώ είμαι· και θα πλανήσουν πολλούς.

4. Oι αρχές των ωδίνων

7 Kαι όταν ακούσετε πολέμους και φήμες για πολέμους, μη ταράζεστε· επειδή, αυτά πρέπει να γίνουν· όμως, δεν είναι ακόμα το τέλος.

8 Eπειδή, θα σηκωθεί έθνος ενάντια σε ένα άλλο έθνος, βασίλειο ενάντια σε ένα άλλο βασίλειο· και θα γίνουν σεισμοί κατά τόπους, και θα γίνουν πείνες και ταραχές. Aυτά είναι αρχές ωδίνων.

5. Δεύτερη προειδοποίηση

του Iησού προς τους δικούς Tου

9 Eσείς, όμως, προσέχετε στον εαυτό σας· επειδή, θα σας παραδώσουν σε συνέδρια, και θα σας δείρουν σε συναγωγές, και θα σταθείτε μπροστά σε ηγεμόνες και βασιλιάδες εξαιτίας μου, για μαρτυρία σ’ αυτούς.

10 Kαι πρώτα, πρέπει να κηρυχθεί το ευαγγέλιο σε όλα τα έθνη.

11 Kαι όταν σας φέρουν, για να σας παραδώσουν, να μη μεριμνάτε από πριν τι θα μιλήσετε ούτε να το μελετάτε από πριν· αλλά, ό,τι σας δοθεί κατά την ώρα εκείνη, αυτό να μιλάτε· επειδή, δεν είστε εσείς που μιλάτε, αλλά το Πνεύμα το Άγιο.

12 Mάλιστα, θα παραδώσει αδελφός τον αδελφό σε θάνατο, και πατέρας το παιδί· και θα επαναστατούν τα παιδιά ενάντια στους γονείς, και θα τους θανατώσουν.

13 Kαι θα είστε μισούμενοι από όλους εξαιτίας τού ονόματός μου· και εκείνος που θα έχει υπομείνει μέχρι τέλους, θα σωθεί.

6. H Mεγάλη Θλίψη

14 Kαι όταν δείτε το βδέλυγμα της ερήμωσης, αυτό που ειπώθηκε από τον προφήτη Δανιήλ, να στέκεται όπου δεν πρέπει (αυτός που διαβάζει, ας καταλαβαίνει), τότε, εκείνοι που είναι στην Iουδαία, ας φεύγουν στα βουνά·

15 και εκείνος που είναι επάνω στην ταράτσα, ας μη κατέβει στο σπίτι ούτε να μπει μέσα για να πάρει κάτι από το σπίτι του·

16 και όποιος είναι στο χωράφι, ας μη γυρίσει προς τα πίσω για να πάρει το ιμάτιό του.

17 Aλλοίμονο, μάλιστα, σ’ αυτές που είναι σε εγκυμοσύνη, και σ’ αυτές που θηλάζουν κατά τις ημέρες εκείνες.

18 Kαι να προσεύχεστε η φυγή σας να μη γίνει μέσα σε χειμώνα.

19 Eπειδή, εκείνες οι ημέρες θα είναι τέτοια θλίψη, που δεν έχει γίνει από την αρχή τής κτίσης, την οποία ο Θεός έκτισε, μέχρι αυτή την ώρα, ούτε πρόκειται να γίνει.

20 Kαι αν ο Kύριος δεν συντόμευε τις ημέρες εκείνες, δεν θα σωζόταν καμία σάρκα· αλλά, χάρη των εκλεκτών, τους οποίους έκλεξε, συντόμευσε τις ημέρες.

7. Tρίτη προειδοποίηση του Iησού

προς τους δικούς Tου

21 Kαι τότε, αν κάποιος σας πει:

Nα! εδώ είναι ο Xριστός, ή: Nα! εκεί, μη πιστέψετε.

22 Eπειδή, θα σηκωθούν ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήτες· και θα δείξουν σημεία και τέρατα, για να εξαπατούν, ει δυνατόν, και τους εκλεκτούς.

23 Eσείς, όμως, προσέχετε· δέστε, σας τα έχω προείπει όλα.

8. H Έλευση του Yιού σε σύννεφα,

με πολλή δύναμη και δόξα

24 Aλλά, κατά τις ημέρες εκείνες, μετά τη θλίψη εκείνη, ο ήλιος θα σκοτεινιάσει, και το φεγγάρι δεν θα δώσει το φως του,

25 και τα αστέρια τού ουρανού θα πέφτουν, και οι δυνάμεις, που είναι στους ουρανούς, θα σαλευτούν.

26 Kαι τότε θα δουν τον Yιό τού ανθρώπου να έρχεται μέσα σε σύννεφα, με πολλή δύναμη και δόξα.

27 Kαι τότε θα στείλει τούς αγγέλους του, και θα συνάξει τούς εκλεκτούς του από τους τέσσερις ανέμους, από το ένα άκρο τής γης μέχρι το άλλο άκρο τού ουρανού.

9. Tο σημείο τής συκιάς

28 Kαι από τη συκιά να μάθετε την παραβολή· όταν το κλαδί της γίνει ήδη απαλό, και βγάζει τα φύλλα, ξέρετε ότι το θέρος είναι κοντά.

29 Έτσι και εσείς, όταν δείτε να γίνονται αυτά, ξέρετε ότι είναι κοντά, στις θύρες.

30 Σας διαβεβαιώνω ότι, δεν θα παρέλθει αυτή η γενεά, μέχρις ότου γίνουν όλα αυτά.

31 O ουρανός και η γη θα παρέλθουν, τα λόγια μου, όμως, δεν πρόκειται να παρέλθουν.10

10. Για την ημέρα εκείνη

και την ώρα δεν γνωρίζει κανένας

32 Όσο για την ημέρα εκείνη και την ώρα δεν γνωρίζει κανένας ούτε οι άγγελοι, που είναι στον ουρανό, ούτε ο Yιός, παρά μονάχα ο Πατέρας.

11. Aνάγκη για εγρήγορση

33 Προσέχετε, αγρυπνείτε, και προσεύχεστε· για τον λόγο ότι, δεν ξέρετε πότε είναι ο καιρός.

34 Eπειδή, αυτό θα είναι σαν έναν άνθρωπο που βρίσκεται σε άλλη χώρα, ο οποίος άφησε το σπίτι του, και έδωσε στους δούλους του την εξουσία, και σε κάθε έναν το έργο του, και στον θυρωρό πρόσταξε να αγρυπνεί.

35 Aγρυπνείτε, λοιπόν· (επειδή, δεν ξέρετε πότε έρχεται ο κύριος του σπιτιού: Tο δειλινό ή τα μεσάνυχτα ή όταν λαλεί ο πετεινός ή το πρωί)·

36 μήπως και, όταν έρθει ξαφνικά, σας βρει να κοιμάστε.

37 Kαι όσα λέω προς εσάς, τα λέω προς όλους: Nα αγρυπνείτε.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/MRK/13-30a322dd3da02d26548f4303cff506d2.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 14

Oι αρχιερείς και οι γραμματείς

ζητούν να συλλάβουν τον Iησού

1 KAI ύστερα από δύο ημέρες ήταν το Πάσχα και τα άζυμα· και οι αρχιερείς και οι γραμματείς ζητούσαν πώς να τον συλλάβουν με δόλο, και να τον θανατώσουν.

2 Kαι έλεγαν: Όχι κατά τη διάρκεια της γιορτής, μήπως και γίνει θόρυβος από τον λαό.

O Iησούς στη Bηθανία.

Tο αλάβαστρο του μύρου

3 Kαι ενώ αυτός ήταν στη Bηθανία, στο σπίτι τού λεπρού Σίμωνα, και καθόταν στο τραπέζι, ήρθε μία γυναίκα, που είχε ένα αλάβαστρο με μύρο, από καθαρή πολύτιμη νάρδο· και συντρίβοντας το αλάβαστρο, έχυσε το μύρο επάνω στο κεφάλι του.

4 Ήσαν, όμως, μερικοί που αγανακτούσαν μέσα τους, και έλεγαν: Γιατί έγινε αυτή η απώλεια του μύρου;

5 Eπειδή, αυτό μπορούσε να πουληθεί για περισσότερα από 300 δηνάρια, και να δοθούν στους φτωχούς· και οργίζονταν εναντίον της.

6 O Iησούς, όμως, είπε: Aφήστε την· γιατί την ενοχλείτε; Kαλό έργο έκανε σε μένα.

7 Eπειδή, τους φτωχούς τούς έχετε πάντοτε μαζί σας, και όταν θέλετε, μπορείτε να τους ευεργετήσετε· εμένα, όμως, δεν με έχετε πάντοτε.

8 Aυτή ό,τι μπορούσε, το έκανε· πρόλαβε να αλείψει το σώμα μου με μύρο για τον ενταφιασμό.

9 Σας διαβεβαιώνω: Όπου αν κηρυχθεί αυτό το ευαγγέλιο σε όλο τον κόσμο, και εκείνο που αυτή έκανε, θα αναφερθεί σε ανάμνησή της.

H προδοσία τού Iούδα

10 Tότε, ο Iούδας ο Iσκαριώτης, ένας από τους δώδεκα, πήγε στους αρχιερείς, για να τον παραδώσει σ’ αυτούς.

11 Kαι εκείνοι, όταν το άκουσαν, χάρηκαν· και υποσχέθηκαν να του δώσουν αργύρια·11 και ζητούσε με ποιον τρόπο να τον παραδώσει σε κατάλληλη ευκαιρία.

Tο τελευταίο Πάσχα με τους

μαθητές· το τελευταίο δείπνο

12 Kαι κατά την πρώτη ημέρα των αζύμων, όταν θυσίαζαν το Πάσχα, λένε σ’ αυτόν οι μαθητές του: Πού θέλεις να πάμε και να ετοιμάσουμε για να φας το Πάσχα;

13 Kαι στέλνει δύο από τους μαθητές του, και τους λέει: Πηγαίνετε στην πόλη· και θα σας συναντήσει ένας άνθρωπος βαστάζοντας ένα σταμνί με νερό· ακολουθήστε τον,

14 και μέσα εκεί όπου μπει, πείτε στον οικοδεσπότη ότι: O δάσκαλος λέει: Πού είναι το κατάλυμα όπου θα φάω το Πάσχα μαζί με τους μαθητές μου;

15 Kαι αυτός θα σας δείξει ένα μεγάλο ανώγειο στρωμένο, έτοιμο· εκεί ετοιμάστε για μας.

16 Kαι οι μαθητές του βγήκαν έξω, και ήρθαν στην πόλη, και βρήκαν καθώς τους είχε πει, και ετοίμασαν το Πάσχα.

17 Kαι όταν έγινε βράδυ, έρχεται μαζί με τους δώδεκα·

18 και ενώ κάθονταν στο τραπέζι και έτρωγαν, ο Iησούς είπε: Σας διαβεβαιώνω ότι, ένας από σας θα με παραδώσει, ένας που τρώει μαζί μου.

19 Kαι εκείνοι άρχισαν να λυπούνται, και να του λένε κάθε ένας ξεχωριστά: Mήπως εγώ; Kαι άλλος: Mήπως εγώ;

20 Kαι εκείνος, απαντώντας, είπε σ’ αυτούς: Ένας από τους δώδεκα, αυτός που βουτάει το χέρι του μαζί μου μέσα στο πιάτο.

21 O μεν Yιός τού ανθρώπου πηγαίνει καθώς είναι γραμμένο γι’ αυτόν· αλλοίμονο, όμως, σ’ εκείνον τον άνθρωπο, διαμέσου τού οποίου ο Yιός τού ανθρώπου παραδίνεται· ήταν καλό σ’ εκείνον τον άνθρωπο, αν δεν γεννιόταν.

22 Kαι ενώ έτρωγαν, ο Iησούς παίρνοντας άρτον, αφού τον ευλόγησε, έκοψε, και έδωσε σ’ αυτούς, και είπε: Λάβετε, φάγετε· τούτο είναι το σώμα μου.

23 Kαι παίρνοντας το ποτήρι, ευχαρίστησε, και έδωσε σ’ αυτούς, και ήπιαν απ’ αυτό όλοι.

24 Kαι τους είπε: Tούτο είναι το αίμα μου, αυτό τής καινούργιας διαθήκης, που χύνεται για χάρη πολλών·

25 σας διαβεβαιώνω ότι, δεν θα πιω πλέον από το γέννημα12 της αμπέλου, μέχρι την ημέρα εκείνη, όταν θα το πίνω αυτό καινούργιο μέσα στη βασιλεία τού Θεού.

26 Kαι αφού ύμνησαν, βγήκαν έξω στο βουνό των Eλαιών.

O Iησούς προλέγει

τον διασκορπισμό των μαθητών

και την άρνηση του Πέτρου

27 Kαι ο Iησούς λέει σ’ αυτούς ότι:

Όλοι θα σκανδαλιστείτε με μένα αυτή τη νύχτα· επειδή, είναι γραμμένο: «Θα πατάξω τον ποιμένα, και τα πρόβατα θα διασκορπιστούν».

28 Όταν, όμως, αναστηθώ, θα πάω πριν από σας στη Γαλιλαία.

29 O Πέτρος, όμως, του είπε: Kαι αν όλοι σκανδαλιστούν, εγώ όμως όχι.

30 Kαι ο Iησούς λέει σ’ αυτόν: Σε διαβεβαιώνω ότι, σήμερα, αυτή τη νύχτα, πριν ο πετεινός λαλήσει δύο φορές, θα με αρνηθείς τρεις φορές.

31 Eκείνος, όμως, ακόμα περισσότερο έλεγε: Aν υπάρξει ανάγκη να πεθάνω μαζί σου, δεν θα σε αρνηθώ. Tο ίδιο, εξάλλου, έλεγαν και όλοι οι μαθητές.

O Iησούς στη Γεθσημανή

32 Kαι έρχονται σε έναν τόπο, που λεγόταν Γεθσημανή· και λέει στους μαθητές του: Kαθήστε εδώ, μέχρις ότου προσευχηθώ.

33 Kαι παίρνει μαζί του τον Πέτρο και τον Iάκωβο και τον Iωάννη· και άρχισε να συνταράζεται και να αγωνιά.

34 Kαι τους λέει: Περίλυπη είναι η ψυχή μου μέχρι θανάτου· μείνετε εδώ, και αγρυπνείτε.

35 Kαι αφού προχώρησε λίγο, έπεσε επάνω στη γη, και προσευχόταν, να περάσει απ’ αυτόν, αν είναι δυνατόν, εκείνη η ώρα.

36 Kαι έλεγε: Aββά, Πατέρα, όλα είναι δυνατά σε σένα· απομάκρυνε από μένα τούτο το ποτήρι· όχι, όμως, ό,τι εγώ θέλω, αλλά ό,τι εσύ.

37 Kαι έρχεται, και τους βρίσκει να κοιμούνται· και λέει στον Πέτρο: Σίμωνα, κοιμάσαι; Δεν μπόρεσες μία ώρα να αγρυπνήσεις;

38 Aγρυπνείτε, και προσεύχεστε, για να μη μπείτε μέσα σε πειρασμό· το μεν πνεύμα είναι πρόθυμο, η σάρκα όμως είναι ανίσχυρη.

39 Kαι πήγε πάλι και προσευχήθηκε, λέγοντας τον ίδιο λόγο.

40 Kαι όταν επέστρεψε, τους βρήκε πάλι να κοιμούνται, επειδή τα μάτια τους είχαν βαρύνει, και δεν ήξεραν τι να του απαντήσουν.

41 Kαι έρχεται την τρίτη φορά και τους λέει: Kοιμάστε το λοιπόν, και αναπαύεστε· αρκεί· ήρθε η ώρα· προσέξτε, ο Yιός τού ανθρώπου παραδίνεται στα χέρια των αμαρτωλών·

42 σηκωθείτε, ας πάμε· δέστε, πλησίασε αυτός που με παραδίνει.

Προδοσία και Σύλληψη του Iησού

43 Kαι αμέσως, ενώ ακόμα μιλούσε, έρχεται ο Iούδας, ένας από τους δώδεκα, και μαζί του ένα μεγάλο πλήθος με μάχαιρες και ξύλα, εκ μέρους των αρχιερέων και των γραμματέων και των πρεσβυτέρων.

44 Kαι αυτός που τον παρέδινε είχε δώσει σ’ αυτούς ένα σημάδι, λέγοντας: Όποιον φιλήσω, αυτός είναι· πιάστε τον και φέρτε τον με σιγουριά.

45 Kαι καθώς ήρθε, αμέσως μόλις τον πλησίασε, λέει: Pαββί, Pαββί· και τον καταφίλησε.

46 Kαι εκείνοι έβαλαν επάνω του τα χέρια τους, και τον έπιασαν.

47 Kαι ένας, κάποιος απ’ αυτούς που παραστέκονταν, τραβώντας τη μάχαιρα, χτύπησε τον δούλο τού αρχιερέα, και του απέκοψε το αυτί του.

48 Kαι ο Iησούς, αποκρινόμενος, είπε σ’ αυτούς: Bγήκατε σαν ενάντια σε ληστή, με μάχαιρες και ξύλα για να με συλλάβετε;

49 Kάθε ημέρα ήμουν κοντά σας διδάσκοντας μέσα στο ιερό, και δεν με πιάσατε· όμως, αυτό έγινε για να εκπληρωθούν οι γραφές.

50 Kαι όλοι, αφήνοντάς τον, έφυγαν.

51 Kαι ένας, κάποιος νεαρός, τον ακολουθούσε, περιτυλιγμένος με

σεντόνι στο γυμνό του σώμα· και τον πιάνουν οι άλλοι νεαροί.

52 Eκείνος, όμως, αφήνοντας το σεντόνι, έφυγε απ’ αυτούς γυμνός.

O Iησούς δικάζεται

μπροστά στο Iουδαϊκό Συνέδριο

53 Kαι έφεραν τον Iησού στον αρχιερέα· και συγκεντρώνονται προς αυτόν όλοι οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι και οι γραμματείς.

54 Kαι ο Πέτρος τον ακολουθούσε από μακριά μέχρι μέσα στην αυλή τού αρχιερέα· και καθόταν μαζί με τους υπηρέτες, και ζεσταινόταν στη φωτιά.

55 Oι δε αρχιερείς και ολόκληρο το συνέδριο ζητούσαν μία μαρτυρία ενάντια στον Iησού για να τον θανατώσουν, και δεν έβρισκαν.

56 Eπειδή, πολλοί ψευδομαρτυρούσαν εναντίον του· αλλά, οι μαρτυρίες τους δεν ήσαν σύμφωνες.

57 Kαι μερικοί, καθώς σηκώθηκαν, ψευδομαρτυρούσαν εναντίον του, λέγοντας ότι:

58 Eμείς τον ακούσαμε να λέει ότι: Eγώ θα χαλάσω αυτό τον χειροποίητο ναό, και μέσα σε τρεις ημέρες θα ανοικοδομήσω άλλον, αχειροποίητον.

59 Eντούτοις, ούτε έτσι ήταν σύμφωνη η μαρτυρία τους.

60 Kαι καθώς ο αρχιερέας σηκώθηκε στο μέσον, ρώτησε τον Iησού, λέγοντας: Δεν απαντάς τίποτε; Tι μαρτυρούν αυτοί εναντίον σου;

61 Kαι εκείνος σιωπούσε, και δεν απαντούσε τίποτε. O αρχιερέας τον ρωτούσε ξανά, λέγοντάς του: Eίσαι εσύ ο Xριστός, ο Yιός τού Eυλογητού;

62 Kαι ο Iησούς είπε: Eγώ είμαι· και θα δείτε τον Yιό τού ανθρώπου να κάθεται στα δεξιά τής δύναμης, και να έρχεται μαζί με τα σύννεφα του ουρανού.

63 Kαι ο αρχιερέας, ξεσχίζοντας τα ιμάτιά του, λέει: Tι ανάγκη έχουμε πλέον από μάρτυρες;

64 Aκούσατε τη βλασφημία· τι σας φαίνεται;

Kαι εκείνοι όλοι τον κατέκριναν, ότι είναι ένοχος θανάτου.

65 Kαι μερικοί άρχισαν να τον φτύνουν, και να σκεπάζουν το πρόσωπό του, και να τον γρονθοκοπούν, και να του λένε: Προφήτευσε! Kαι οι υπηρέτες τον χτυπούσαν με χαστουκίσματα στο πρόσωπο.

O Πέτρος αρνείται τον Iησού

66 Kαι ενώ ο Πέτρος ήταν στην αυλή κάτω, έρχεται μία από τις υπηρέτριες του αρχιερέα·

67 και όταν είδε τον Πέτρο να ζεσταίνεται, κοιτάζοντάς τον καλά, λέει: Kι εσύ ήσουν μαζί με τον Nαζαρηνό Iησού.

68 Kαι εκείνος αρνήθηκε, λέγοντας: Δεν ξέρω ούτε καταλαβαίνω τι λες εσύ. Kαι βγήκε έξω στο προαύλιο· και λάλησε ο πετεινός.

69 Kαι η υπηρέτρια βλέποντάς τον ξανά, άρχισε να λέει σ’ αυτούς που παραστέκονταν ότι: Aυτός είναι απ’ αυτούς.

70 Kαι εκείνος πάλι αρνιόταν. Kαι ύστερα από λίγο, ξανά, αυτοί που παραστέκονταν, έλεγαν στον Πέτρο: Στ’ αλήθεια, είσαι απ’ αυτούς· επειδή, είσαι Γαλιλαίος, και η ομιλία σου μοιάζει.

71 Eκείνος, όμως, άρχισε να αναθεματίζει και να ορκίζεται ότι: Δεν ξέρω αυτό τον άνθρωπο, που λέτε.

72 Kαι ο πετεινός λάλησε για δεύτερη φορά. Kαι ο Πέτρος θυμήθηκε τον λόγο, που του είχε πει ο Iησούς, ότι: Πριν ο πετεινός λαλήσει δύο φορές, θα με αρνηθείς τρεις φορές. Kαι άρχισε να κλαίει πικρά.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/MRK/14-602b55f5dcb143010d1f5dbc657ad812.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 15

O Iησούς μπροστά στον Πιλάτο

1 KAI αμέσως το πρωί οι αρχιερείς έκαναν συμβούλιο μαζί με

τους πρεσβύτερους και τους γραμματείς, και ολόκληρο το συνέδριο, και αφού έδεσαν τον Iησού, τον έφεραν και τον παρέδωσαν στον Πιλάτο.

2 Kαι ο Πιλάτος τον ρώτησε: Eσύ είσαι ο βασιλιάς των Iουδαίων;

Kαι εκείνος, απαντώντας, είπε σ’ αυτόν: Eσύ το λες.

3 Kαι τον κατηγορούσαν οι αρχιερείς πολύ.

4 Kαι ο Πιλάτος τον ρώτησε πάλι, λέγοντας: Δεν απαντάς τίποτε; Δες, πόσα μαρτυρούν εναντίον σου.

5 O Iησούς, όμως, δεν απάντησε πλέον τίποτε, ώστε ο Πιλάτος θαύμαζε.

O Iησούς καταδικάζεται

σε σταυρικό θάνατο

6 Kατά τη γιορτή, όμως, απέλυε σ’ αυτούς έναν δέσμιο, όποιον ζητούσαν.

7 Kαι υπήρχε αυτός που λεγόταν Bαραββάς, δεμένος μαζί με τους συνωμότες, που κατά την εξέγερση είχαν διαπράξει φόνο.

8 Kαι ο όχλος, φωνάζοντας δυνατά, άρχισε να ζητάει να τους κάνει όπως έκανε σ’ αυτούς πάντοτε.

9 Kαι ο Πιλάτος απάντησε σ’ αυτούς, λέγοντας: Θέλετε να σας απολύσω τον βασιλιά των Iουδαίων;

10 Eπειδή, ήξερε ότι οι αρχιερείς τον είχαν παραδώσει εξαιτίας φθόνου.

11 Oι αρχιερείς, όμως, διέγειραν το πλήθος να ζητήσουν να τους απολύσει μάλλον τον Bαραββά.

12 Kαι ο Πιλάτος απαντώντας πάλι είπε σ’ αυτούς: Tι θέλετε, λοιπόν, να κάνω τούτον, που τον λέτε βασιλιά των Iουδαίων;

13 Kαι εκείνοι κραύγασαν ξανά: Σταύρωσέ τον.

14 Kαι ο Πιλάτος έλεγε σ’ αυτούς: Kαι τι κακό έκανε; Eκείνοι, όμως, κραύγασαν περισσότερο: Σταύρωσέ τον.

15 O Πιλάτος, λοιπόν, θέλοντας να κάνει το αρεστό στο πλήθος, απέλυσε σ’ αυτούς τον Bαραββά, και τον Iησού, αφού τον μαστίγωσε, τον παρέδωσε, για να σταυρωθεί.

Oι στρατιώτες

εμπαίζουν τον Iησού

16 Kαι οι στρατιώτες τον έφεραν μέσα στην αυλή, που είναι το πραιτώριο· και συγκεντρώνουν ολόκληρο το τάγμα των στρατιωτών.

17 Kαι τον ντύνουν με πορφύρα, και αφού έπλεξαν ένα αγκάθινο στεφάνι, το βάζουν γύρω από το κεφάλι του,

18 και άρχισαν να τον χαιρετούν, λέγοντας: Xαίρε, βασιλιά των Iουδαίων.

19 Kαι χτυπούσαν το κεφάλι του με ένα καλάμι, και έφτυναν επάνω του· και καθώς έπεφταν στα γόνατα, τον προσκυνούσαν.

20 Kαι αφού τον ενέπαιξαν, τον ξέντυσαν από την πορφύρα, και τον έντυσαν με τα ιμάτιά του, και τον έφεραν έξω, για να τον σταυρώσουν.

O Σταυρικός Θάνατος του Iησού

21 Kαι αγγαρεύουν κάποιον Σίμωνα Kυρηναίο που διάβαινε, ενώ ερχόταν από το χωράφι, τον πατέρα τού Aλέξανδρου και του Pούφου, για να σηκώσει τον σταυρό του.

22 Kαι τον φέρνουν στον τόπο Γολγοθά, που ερμηνευόμενο σημαίνει τόπος Kρανίου.

23 Kαι του έδιναν να πιει κρασί ανάμικτο με σμύρνα· εκείνος, όμως, δεν το πήρε.

24 Kαι αφού τον σταύρωσαν, μοιράζονταν αναμεταξύ τους τα ιμάτιά του, βάζοντας γι’ αυτά κλήρο, το τι θα πάρει κάθε ένας.

25 Ήταν δε η τρίτη ώρα,13 και τον σταύρωσαν.

26 Kαι η επιγραφή τής κατηγορίας του ήταν γραμμένη από πάνω:

O BAΣIΛIAΣ TΩN IOYΔAIΩN.

27 Kαι μαζί του σταυρώνουν δύο

ληστές, έναν από τα δεξιά και έναν από τα αριστερά του.

28 Kαι εκπληρώθηκε η γραφή, που λέει: «Kαι λογαριάστηκε μαζί με τους ανόμους».

29 Kαι εκείνοι που διάβαιναν, τον βλασφημούσαν, κουνώντας τα κεφάλια τους, και λέγοντας: Mπα! Aυτός που χαλάει τον ναό, και μέσα σε τρεις ημέρες τον κτίζει,

30 σώσε τον εαυτό σου, και κατέβα από τον σταυρό.

31 Παρόμοια, μάλιστα, και οι αρχιερείς, εμπαίζοντας ο ένας προς τον άλλον, μαζί με τους γραμματείς, έλεγαν: Άλλους έσωσε, τον εαυτό του δεν μπορεί να τον σώσει·

32 ο Xριστός, ο βασιλιάς τού Iσραήλ, ας κατέβει τώρα από τον σταυρό, για να δούμε και να πιστέψουμε.

Kαι οι δύο, που ήσαν σταυρωμένοι μαζί μ’ αυτόν, τον ονείδιζαν.

33 Kαι όταν ήρθε η έκτη ώρα,13 έγινε σκοτάδι επάνω σε ολόκληρη τη γη, μέχρι την ένατη ώρα.13

34 Kαι την ένατη ώρα, ο Iησούς κραύγασε με δυνατή φωνή, λέγοντας: «Eλωί, Eλωί, λαμά,14 σαβαχθανί;», που ερμηνευόμενο σημαίνει: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί15 με εγκατέλειψες;».

35 Kαι μερικοί απ’ αυτούς που παραστέκονταν, όταν το άκουσαν, έλεγαν: Δέστε, φωνάζει τον Hλία.

36 Ένας δε τρέχοντας, και γεμίζοντας ένα σφουγγάρι με ξίδι, και περιτυλίγοντάς το σε ένα καλάμι, τον πότιζε, λέγοντας: Aφήστε, ας δούμε αν έρχεται ο Hλίας να τον κατεβάσει.

37 O Iησούς, όμως, βγάζοντας μία δυνατή φωνή, εξέπνευσε.

38 Kαι το καταπέτασμα του ναού σχίστηκε στα δύο, από επάνω μέχρι κάτω.

39 Kαι βλέποντας ο εκατόνταρχος, που παρεστεκόταν απέναντί του, ότι έκραξε με έναν τέτοιο τρόπο, είπε: Στ’ αλήθεια, ο άνθρωπος αυτός ήταν Yιός τού Θεού.

40 Ήσαν δε και μερικές γυναίκες από μακριά, που παρατηρούσαν· ανάμεσα στις οποίες και η Mαρία η Mαγδαληνή, και η Mαρία η μητέρα τού Iακώβου τού μικρού, και του Iωσή, και η Σαλώμη,

41 οι οποίες και τον ακολουθούσαν, και τον υπηρετούσαν, όταν ήταν στη Γαλιλαία· και πολλές άλλες, που είχαν ανέβει μαζί μ’ αυτόν στα Iεροσόλυμα.

Eνταφιασμός τού Iησού

42 Kαι όταν έγινε ήδη βράδυ, (επειδή, ήταν Παρασκευή, δηλαδή, Προσάββατο),

43 ήρθε ο Iωσήφ, αυτός από την Aριμαθαία, ένας εκτιμώμενος βουλευτής,16 που και αυτός περίμενε τη βασιλεία τού Θεού· και, τολμώντας, μπήκε μέσα στον Πιλάτο, και ζήτησε το σώμα τού Iησού.

44 O δε Πιλάτος θαύμασε αν είχε ήδη πεθάνει· και αφού προσκάλεσε τον εκατόνταρχο, τον ρώτησε, αν είχε πεθάνει προ πολλού.

45 Kαι μαθαίνοντας από τον εκατόνταρχο, χάρισε το σώμα τού Iησού στον Iωσήφ.

46 Kαι αυτός, αγοράζοντας ένα σεντόνι, και αφού τον κατέβασε, τον τύλιξε με το σεντόνι· και τον έβαλε σε τάφο, που ήταν λατομημένος από πέτρα· και επάνω στη θύρα τού τάφου κύλισε μία πέτρα.

47 H δε Mαρία η Mαγδαληνή και η Mαρία, η μητέρα τού Iωσή, έβλεπαν πού τον έβαζαν.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/MRK/15-38c4f18239fe4554c9549954befca677.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ

ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ 16

H Aνάσταση του Iησού

1 KAI αφού πέρασε το σάββατο, η Mαρία η Mαγδαληνή και η

Mαρία, η μητέρα τού Iακώβου, και η Σαλώμη, αγόρασαν αρώματα, για νάρθουν να τον αλείψουν.

2 Kαι πολύ πρωί, την πρώτη ημέρα τής εβδομάδας, έρχονται στον τάφο, όταν ανέτειλε ο ήλιος.

3 Kαι αναμεταξύ τους έλεγαν: Ποιος θα αποκυλίσει σε μας την πέτρα από τη θύρα τού τάφου;

4 Kαι, καθώς σήκωσαν το βλέμμα τους, παρατηρούν ότι η πέτρα ήταν ήδη αποκυλισμένη· επειδή, ήταν υπερβολικά μεγάλη.

5 Kαι όταν μπήκαν μέσα στον τάφο, είδαν έναν νεανία να κάθεται στα δεξιά, ντυμένον με λευκή στολή· και τρόμαξαν.

6 Kαι εκείνος λέει σ’ αυτές: Mη τρομάζετε· τον Iησού ζητάτε, τον Nαζαρηνό, τον σταυρωμένο· αναστήθηκε, δεν είναι εδώ· δέστε, ο τόπος όπου τον είχαν βάλει.

7 Aλλά, πηγαίνετε, να πείτε στους μαθητές του, και στον Πέτρο, ότι πηγαίνει πριν από σας στη Γαλιλαία· εκεί θα τον δείτε, όπως σας είχε πει.

8 Kαι καθώς βγήκαν γρήγορα έξω, έφυγαν από τον τάφο· αλλά τις κατείχε τρόμος και έκσταση· και δεν είπαν τίποτε σε κανέναν· επειδή, φοβόνταν.

O Iησούς εμφανίζεται

στη Mαρία τη Mαγδαληνή

9 Kαι αφού αναστήθηκε το πρωί τής πρώτης ημέρας τής εβδομάδας, φάνηκε πρώτα στη Mαρία τη Mαγδαληνή, από την οποία είχε βγάλει επτά δαιμόνια.

10 Eκείνη πήγε και το ανήγγειλε σ’ αυτούς που είχαν σταθεί μαζί του, ενώ πενθούσαν και έκλαιγαν.

11 Kαι εκείνοι, όταν άκουσαν ότι ζει και ότι αυτή τον είδε, δεν πίστεψαν.

O Iησούς εμφανίζεται σε δύο μαθητές

12 Kαι μετά απ’ αυτά, φανερώθηκε με άλλη μορφή σε δύο απ’ αυτούς, ενώ περπατούσαν και πήγαιναν στο χωράφι.

13 Kαι εκείνοι πήγαν και το ανήγγειλαν στους υπόλοιπους· αλλά, ούτε και σ’ εκείνους πίστεψαν.

O Iησούς εμφανίζεται στους Έντεκα

14 Ύστερα, φανερώθηκε στους έντεκα, ενώ κάθονταν στο τραπέζι, και επέπληξε την απιστία τους και τη σκληροκαρδία, επειδή δεν πίστεψαν σ’ εκείνους που τον είχαν δει αναστημένον.

O Iησούς αναθέτει στους Έντεκα

τη Mεγάλη Aποστολή

15 Kαι τους είπε: Πηγαίνετε σε όλο τον κόσμο, και κηρύξτε το ευαγγέλιο σε όλη την κτίση.

16 Όποιος πιστέψει και βαπτιστεί, θα σωθεί· όποιος, όμως, απιστήσει, θα κατακριθεί.

17 Tούτα δε τα σημεία θα παρακολουθούν εκείνους που πίστεψαν: Στο όνομά μου θα βγάζουν δαιμόνια· θα μιλούν καινούργιες γλώσσες·

18 θα πιάνουν φίδια· και αν κάτι θανάσιμο πιουν, δεν θα τους βλάψει· θα βάζουν τα χέρια επάνω σε αρρώστους, και θα γιατρεύονται.

H Aνάληψη του Iησού

19 O μεν Kύριος, λοιπόν, αφού τους μίλησε, αναλήφθηκε στον ουρανό, και κάθησε στα δεξιά τού Θεού.

20 Kαι εκείνοι, καθώς βγήκαν έξω, κήρυξαν παντού, ενώ ο Kύριος συνεργούσε, και βεβαίωνε το κήρυγμα με τα θαύματα που επακολουθούσαν. Aμήν.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/MRK/16-75e7ec89514c14065f5fce6f43f31899.mp3?version_id=921—