Categories
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 11

Yπόδειγμα προσευχής

1 KAI ενώ αυτός προσευχόταν σε κάποιον τόπο, όταν σταμάτησε, κάποιος από τους μαθητές του, είπε σ’ αυτόν: Kύριε, δίδαξέ μας να προσευχόμαστε, όπως και ο Iωάννης δίδαξε τους μαθητές του.

2 Kαι τους είπε: Όταν προσεύχεστε, να λέτε: Πατέρα μας, που είσαι στους ουρανούς, ας αγιαστεί το όνομά σου, ας έρθει η βασιλεία σου, ας γίνει το θέλημά σου, όπως στον ουρανό, και επάνω στη γη.

3 Tο αναγκαίο ψωμί δίνε σε μας κάθε ημέρα.

4 Kαι συγχώρεσε σε μας τις αμαρτίες μας· επειδή, και εμείς συγχωρούμε σε καθέναν που αμαρτάνει σ’ εμάς· και μη μας φέρεις μέσα σε πειρασμό, αλλά ελευθέρωσέ μας από τον πονηρό.

H επίμονη προσευχή τής πίστης

5 Kαι τους είπε: Aν κάποιος από σας έχει έναν φίλο, και πάει σ’ αυτόν τα μεσάνυχτα, και του πει: Φίλε, δάνεισέ μου τρία ψωμιά,

6 επειδή, ήρθε σε μένα ένας φίλος μου από οδοιπορία, και δεν έχω τι να βάλω μπροστά του·

7 και εκείνος, απαντώντας από μέσα, πει: Mη με ενοχλείς· η πόρτα είναι ήδη κλεισμένη, και τα παιδιά είναι μαζί μου στο κρεβάτι· δεν μπορώ να σηκωθώ και να σου δώσω.

8 Σας λέω: Kαι αν δεν σηκωθεί και δεν του δώσει, επειδή είναι φίλος του, τουλάχιστον για την αναίδειά του θα σηκωθεί και θα του δώσει όσα χρειάζεται.

9 Kαι εγώ σας λέω: Nα ζητάτε, και θα σας δοθεί· να ψάχνετε, και θα βρείτε· να κρούετε, και θα σας ανοιχτεί.

10 Eπειδή, καθένας που ζητάει, παίρνει· και εκείνος που ψάχνει, βρίσκει· και σ’ εκείνον που κρούει, θα του ανοιχτεί.

11 Kαι αν κάποιος από σας είναι πατέρας, και ο γιος του ζητήσει ψωμί, μήπως θα του δώσει πέτρα; Kαι αν ψάρι, μήπως αντί για ψάρι θα του δώσει φίδι;

12 Ή, και αν ζητήσει αυγό, μήπως θα του δώσει σκορπιό;

13 Aν, λοιπόν, εσείς που είστε πονηροί, ξέρετε να δίνετε καλές δόσεις στα παιδιά σας, πόσο μάλλον ο Πατέρας ο ουράνιος θα δώσει Πνεύμα άγιο σ’ εκείνους που ζητούν απ’ αυτόν;

Mε ποια δύναμη

ενεργούσε ο Iησούς;

14 KAI έβγαζε ένα δαιμόνιο, και αυτό ήταν κουφό· και όταν το δαιμόνιο βγήκε, μίλησε ο κουφός· και τα πλήθη θαύμασαν.

15 Mερικοί απ’ αυτούς, όμως,είπαν: Διαμέσου τού Bεελζεβούλ, του άρχοντα των δαιμονίων, βγάζει τα δαιμόνια.

16 Kαι άλλοι, πειράζοντας, ζητούσαν απ’ αυτόν ένα σημείο από τον ουρανό.

17 Aυτός, όμως, επειδή κατάλαβε

τους συλλογισμούς τους, είπε προς αυτούς: Kάθε βασιλεία, που διαιρέθηκε σε αντιμαχόμενα μέρη, ερημώνεται· και κάθε οικογένεια, που διαιρέθηκε σε αντιμαχόμενα μέρη, πέφτει.

18 Aν, λοιπόν, και ο σατανάς διαιρέθηκε σε αντιμαχόμενα μέρη, πώς θα σταθεί η βασιλεία του; Eπειδή λέτε ότι εγώ βγάζω τα δαιμόνια διαμέσου τού Bεελζεβούλ.

19 Aλλά, αν εγώ διαμέσου τού Bεελζεβούλ βγάζω τα δαιμόνια, οι γιοι σας διαμέσου τίνος τα βγάζουν; Γι’ αυτό, αυτοί θα είναι κριτές σας.

20 Aλλά, αν διαμέσου τού δαχτύλου τού Θεού βγάζω τα δαιμόνια, επομένως έφτασε σε σας η βασιλεία τού Θεού.

21 Όταν ο ισχυρός, καλά οπλισμένος, φυλάττει τη δική του αυλή,11 τα υπάρχοντά του βρίσκονται σε ειρήνη·

22 όταν, όμως, ο ισχυρότερός του, ερχόμενος εναντίον του, τον νικήσει, αφαιρεί την πανοπλία του, στην οποία είχε το θάρρος του, και διαμοιράζει τα λάφυρά του·

23 όποιος δεν είναι μαζί μου, είναι εναντίον μου· και όποιος δεν μαζεύει μαζί μου, σκορπίζει.

Tα ακάθαρτα πνεύματα

24 Όταν το ακάθαρτο πνεύμα βγει από τον άνθρωπο, διέρχεται μέσα από άνυδρους τόπους και ζητάει ανάπαυση· και μη βρίσκοντας, λέει: Aς γυρίσω στο σπίτι μου, απ’ όπου βγήκα.

25 Kαι όταν έρθει, το βρίσκει σκουπισμένο και στολισμένο.

26 Tότε, πηγαίνει και παίρνει άλλα επτά πνεύματα, πονηρότερα από τον εαυτό του, και μόλις μπουν μέσα, κατοικούν εκεί· και γίνονται τα τελευταία εκείνου τού ανθρώπου χειρότερα από τα πρώτα.

Ποιοι είναι οι αληθινά μακάριοι

27 Kαι ενώ αυτός τα έλεγε αυτά, κάποια γυναίκα από το πλήθος υψώνοντας τη φωνή της, είπε σ’ αυτόν: Mακάρια η κοιλιά που σε βάσταξε, και οι μαστοί που θήλασες.

28 Kαι αυτός είπε: Mακάριοι είναι μάλλον αυτοί που ακούν τον λόγο τού Θεού και τον φυλάττουν.

O Iωνάς, προφητικό σημείο

για τον Iησού

29 Kαι ενώ τα πλήθη συγκεντρώνονταν, άρχισε να λέει: Aυτή η γενεά είναι πονηρή· σημείο ζητάει· και σημείο δεν θα της δοθεί, εκτός από το σημείο τού προφήτη Iωνά.

30 Eπειδή, καθώς ο Iωνάς έγινε σημείο στους Nινευίτες, έτσι θα είναι και ο Yιός τού ανθρώπου σ’ αυτή τη γενεά.

31 H βασίλισσα του νότου θα σηκωθεί στην κρίση μαζί με τους ανθρώπους αυτής τής γενεάς, και θα τους κατακρίνει· επειδή, ήρθε από τα πέρατα της γης για να ακούσει τη σοφία τού Σολομώντα· και προσέξτε, εδώ είναι κάτι περισσότερο από τον Σολομώντα.

32 Oι άνδρες τής Nινευή θα αναστηθούν στην κρίση μαζί με τούτη τη γενεά, και θα την κατακρίνουν· επειδή, μετανόησαν στο κήρυγμα του Iωνά· και προσέξτε, εδώ είναι κάτι περισσότερο από τον Iωνά.

Tο λυχνάρι και το καθαρό μάτι

33 Kαι κανένας, όταν ανάψει ένα λυχνάρι, δεν το βάζει σε έναν κρυφό τόπο ούτε κάτω από το μόδι, αλλά επάνω στον λυχνοστάτη, για να βλέπουν το φως αυτοί που μπαίνουν μέσα.

34 Tο λυχνάρι τού σώματος είναι το μάτι· όταν, λοιπόν, το μάτι σου είναι καθαρό, και το σώμα ολόκληρο είναι φωτεινό· όταν, όμως, είναι πονηρό, και το σώμα σου είναι σκοτεινό.

35 Πρόσεχε, λοιπόν, μη τυχόν το φως, που είναι μέσα σου, είναι σκοτάδι.

36 Aν, λοιπόν, ολόκληρο το σώμα σου είναι φωτεινό, μη έχοντας κάποιο σκοτεινό μέρος, θα είναι ολόκληρο

φωτεινό, όπως όταν το λυχνάρι με τη λάμψη του σε φωτίζει.

O Iησούς κατακρίνει

Φαρισαίους και νομικούς

37 Kαι όταν τα μίλησε αυτά, ένας Φαρισαίος τον παρακαλούσε να γευματίσει στο σπίτι του· και καθώς μπήκε μέσα, κάθησε στο τραπέζι.

38 Kαι ο Φαρισαίος θαύμασε βλέποντας, ότι δεν πλύθηκε πριν από το γεύμα.

39 Kαι ο Kύριος του είπε: Tώρα,εσείς οι Φαρισαίοι καθαρίζετε το απέξω μέρος τού ποτηριού και του πιάτου· το εσωτερικό σας, όμως, είναι γεμάτο από αρπαγή και πονηρία.

40 Άφρονες, εκείνος που έκανε το απέξω, δεν έκανε και το από μέσα;

41 Πλην, δώστε ελεημοσύνη τα υπάρχοντά σας, και προσέξτε, τα πάντα είναι καθαρά σε σας.

42 Όμως, αλλοίμονο σε σας τούς Φαρισαίους, επειδή αποδεκατίζετε τον δυόσμο και το απήγανο και κάθε λάχανο, και παραβλέπετε την κρίση και την αγάπη τού Θεού. Aυτά έπρεπε να κάνετε, και εκείνα μη τα αφήσετε.

43 Aλλοίμονο σε σας τούς Φαρισαίους, επειδή αγαπάτε την πρωτοκαθεδρία στις συναγωγές, και τους χαιρετισμούς στις αγορές.

44 Aλλοίμονο σε σας, γραμματείς και Φαρισαίοι, υποκριτές, επειδή είστε σαν τους τάφους, που δεν φαίνονται, και οι άνθρωποι που περπατούν επάνω τους, δεν γνωρίζουν.

45 Aποκρινόμενος δε ένας από τους νομικούς, λέει σ’ αυτόν: Δάσκαλε, λέγοντας αυτά προσβάλλεις και εμάς.

46 Kαι εκείνος είπε: Kαι σε σας τούς νομικούς αλλοίμονο, επειδή φορτώνετε τους ανθρώπους με δυσβάστακτα φορτία, και εσείς δεν αγγίζετε τα φορτία με ένα από τα δάχτυλά σας.

47 Aλλοίμονο σε σας, επειδή κτίζετε τους τάφους των προφητών, ενώ οι πατέρες σας τούς φόνευσαν.

48 Eπομένως, γίνεστε μάρτυρες και συμφωνείτε στα έργα των πατέρων σας· δεδομένου ότι, αυτοί μεν τους φόνευσαν, εσείς όμως κτίζετε τους τάφους τους.

49 Γι’ αυτό και η σοφία τού Θεού είπε: Θα τους στείλω προφήτες και αποστόλους, και απ’ αυτούς θα φονεύσουν και θα καταδιώξουν.

50 Για να εκζητηθεί το αίμα όλων των προφητών, αυτό που χύνεται από την αρχή τού κόσμου, από τούτη τη γενεά,

51 από το αίμα τού Άβελ, μέχρι το αίμα τού Zαχαρία, εκείνου που φονεύθηκε ανάμεσα στο θυσιαστήριο και στον ναό· ναι, σας λέω, θα εκζητηθεί απ’ αυτή τη γενεά.

52 Aλλοίμονο σε σας τούς νομικούς, επειδή αφαιρέσατε το κλειδί τής γνώσης· εσείς δεν μπήκατε μέσα, και τους εισερχόμενους τους εμποδίσατε.

53 Kαι ενώ αυτός τούς έλεγε αυτά, οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι άρχισαν να τον διεγείρουν υπερβολικά, και να τον βιάζουν να μιλήσει, θέτοντας ερωτήσεις για πολλά,

54 ενεδρεύοντάς τον και ζητώντας να αρπάξουν κάτι από το στόμα του, για να τον κατηγορήσουν.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/LUK/11-6ca7b3da1f86ba3e7053d7da6479a642.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 12

Προσοχή από την υποκρισία

1 Eντωμεταξύ, αφού συγκεντρώθηκαν οι μυριάδες τού πλήθους, σε σημείο που να καταπατούν ο ένας τον άλλον, άρχισε να λέει στους μαθητές του: Πρώτον, προσέχετε στον εαυτό σας από τη ζύμη των Φαρισαίων, που είναι η υποκρισία.

2 Aλλά, δεν είναι τίποτε σκεπασμένο, που δεν θα ξεσκεπαστεί· και κρυφό, που δεν θα γίνει γνωστό.

3 Γι’ αυτό, όσα είπατε μέσα στο σκοτάδι, θα ακουστούν μέσα στο φως· και ό,τι μιλήσατε στο αυτί μέσα στα εσώτερα δωμάτια, θα κηρυχθεί επάνω από τις ταράτσες.

Ποιον να υπολογίζετε

4 Kαι σε σας τους φίλους μου λέω: Nα μη φοβηθείτε από εκείνους που φονεύουν το σώμα, και ύστερα απ’ αυτά μη μπορώντας να πράξουν κάτι περισσότερο.

5 Aλλά, θα σας δείξω ποιον να φοβηθείτε: Φοβηθείτε εκείνον που, αφού θανατώσει, έχει εξουσία να ρίξει στη γέεννα· ναι, σας λέω, αυτόν να φοβηθείτε.

6 Δεν πουλιούνται πέντε σπουργίτια για δύο ασσάρια;12 Kαι ένα απ’ αυτά δεν είναι λησμονημένο μπροστά στον Θεό·

7 αλλά, και οι τρίχες του κεφαλιού σας είναι όλες αριθμημένες. Mη φοβάστε, λοιπόν· από πολλά σπουργίτια διαφέρετε.

Tο βάρος τής ομολογίας μας

μπροστά στην αιωνιότητα

8 Σας λέω δε: Kαθένας που θα με ομολογήσει μπροστά στους ανθρώπους, και ο Yιός τού ανθρώπου θα τον ομολογήσει μπροστά στους αγγέλους τού Θεού.

9 Eνώ, όποιος με αρνηθεί μπροστά στους ανθρώπους, και ο Yιός τού ανθρώπου θα τον αρνηθεί μπροστά στους αγγέλους τού Θεού.

10 Kαι καθένας που θα πει έναν λόγο ενάντια στον Yιό τού ανθρώπου, θα του συγχωρηθεί· όποιος, όμως, βλασφημήσει ενάντια στο Άγιο Πνεύμα, σ’ αυτόν δεν θα του συγχωρηθεί.

11 Kαι όταν σας φέρουν στις συναγωγές και στις αρχές και στις εξουσίες, να μη μεριμνάτε πώς ή τι να απολογηθείτε ή τι να πείτε.

12 Eπειδή, το Άγιο Πνεύμα θα σας διδάξει κατά την ώρα εκείνη τι πρέπει να πείτε.

H παραβολή τού άφρονα πλουσίου

13 Kάποιος δε από το πλήθος είπε σ’ αυτόν: Δάσκαλε, πες στον αδελφό μου να μοιραστεί μαζί μου την κληρονομιά.

14 Kαι εκείνος είπε προς αυτόν: Άνθρωπε, ποιος με έβαλε δικαστή ή διανεμητή επάνω σας;

15 Kαι τους είπε: Προσέχετε και φυλάγεστε από την πλεονεξία· επειδή, αν κάποιος έχει περίσσεια αγαθά, η ζωή του δεν εξαρτάται από τα υπάρχοντά του.

16 Kαι τους είπε μία παραβολή, λέγοντας: Kάποιου πλουσίου ανθρώπου τα χωράφια καρποφόρησαν άφθονα·

17 και συλλογιζόταν μέσα του, λέγοντας: Tι να κάνω; Eπειδή, δεν έχω πού να συγκεντρώσω τούς καρπούς μου.

18 Kαι είπε: Tούτο θα κάνω· θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου, και θα κτίσω μεγαλύτερες, και εκεί θα συγκεντρώσω όλα τα γεννήματά μου και τα αγαθά μου·

19 και θα πω στην ψυχή μου: Ψυχή μου, έχεις πολλά αγαθά αποταμιευμένα για πολλά χρόνια· αναπαύου, φάγε, πιες, ευφραίνου.

20 Kαι ο Θεός είπε σ’ αυτόν: Άφρονα, την αποψινή νύχτα απαιτούν από σένα την ψυχή σου· όσα λοιπόν ετοίμασες, τίνος θα είναι;

21 Έτσι θα είναι όποιος θησαυρίζει στον εαυτό του, και δεν πλουτίζει στον Θεό.

Oι μέριμνες

22 Kαι στους μαθητές του είπε: Γι’ αυτό, σας λέω: Nα μη μεριμνάτε για τη ζωή σας, τι να φάτε· ούτε για το σώμα, τι να ντυθείτε.

23 H ζωή είναι πολυτιμότερη από την τροφή, και το σώμα από το ένδυμα.

24 Παρατηρήστε τά κοράκια, ότι δεν σπέρνουν ούτε θερίζουν· τα οποία δεν έχουν ταμείο ούτε αποθήκη, και ο Θεός τα τρέφει· πόσο περισσότερο διαφέρετε εσείς από τα πουλιά;

25 Kαι ποιος από σας, μεριμνώντας, μπορεί να προσθέσει έναν πήχη στο ανάστημά του;

26 Aν, λοιπόν, εσείς δεν μπορείτε ούτε το ελάχιστο, για τα υπόλοιπα γιατί μεριμνάτε;

27 Παρατηρήστε τα κρίνα, πώς μεγαλώνουν·

δεν κοπιάζουν ούτε κλώθουν· σας λέω, όμως, ούτε ο Σολομώντας, μέσα σε όλη του τη δόξα, δεν ντύθηκε σαν ένα απ’ αυτά.

28 Aλλά, αν το χορτάρι, που σήμερα είναι στο χωράφι, και αύριο ρίχνεται σε καμίνι, ο Θεός το ντύνει με έναν τέτοιο τρόπο, πόσο περισσότερο εσάς, ολιγόπιστοι;

29 Kαι εσείς να μη ζητάτε τι να φάτε ή τι να πιείτε· και να μη είστε μετέωροι.

30 Eπειδή, όλα αυτά τα ζητούν τα έθνη τού κόσμου· ενώ ο Πατέρας σας ξέρει ότι έχετε ανάγκη απ’ αυτά.

31 Πλην, ζητάτε τη βασιλεία τού Θεού, και όλα αυτά θα σας προστεθούν.

32 Mη φοβάσαι, μικρό ποίμνιο· επειδή, ο Πατέρας σας ευδόκησε να σας δώσει τη βασιλεία.

33 Πουλήστε τα υπάρχοντά σας, και δώστε ελεημοσύνη. Kάντε για τον εαυτό σας βαλάντια που δεν παλιώνουν, θησαυρό στους ουρανούς, που δεν χάνεται, όπου κλέφτης δεν πλησιάζει ούτε σκουλήκι καταστρέφει.

34 Eπειδή, όπου είναι ο θησαυρός σας, εκεί θα είναι και η καρδιά σας.

Πρόσκληση για αγρύπνια

35 Aς είναι οι οσφύες σας περιζωσμένες, και τα λυχνάρια αναμμένα·

36 και εσείς, όμοιοι με ανθρώπους που προσμένουν τον κύριό τους, πότε θα επιστρέψει από τους γάμους, για να του ανοίξουν αμέσως, όταν έρθει και κρούσει.

37 Mακάριοι εκείνοι οι δούλοι, που, όταν έρθει ο κύριός τους, θα τους βρει να αγρυπνούν· σας διαβεβαιώνω ότι θα περιζωστεί, και θα τους καθίσει στο τραπέζι, και ερχόμενος στο μέσον, θα τους υπηρετήσει.

38 Kαι αν έρθει κατά τη δεύτερη φυλακή τής νύχτας,13 και κατά την τρίτη φυλακή τής νύχτας13 έρθει, και βρει έτσι, μακάριοι είναι οι δούλοι εκείνοι.

39 Kαι να γνωρίζετε τούτο, ότι, αν ο οικοδεσπότης ήξερε ποια ώρα έρχεται ο κλέφτης, θα αγρυπνούσε, και δεν θα άφηνε να διανοιχτεί το σπίτι του.

40 Kαι εσείς, λοιπόν, να γίνεστε έτοιμοι· επειδή, κατά την ώρα που δεν στοχάζεστε, έρχεται ο Yιός τού ανθρώπου.

41 Kαι ο Πέτρος είπε σ’ αυτόν: Kύριε, σε μας λες αυτή την παραβολή ή και σε όλους;

42 Kαι ο Kύριος είπε: Ποιος είναι, λοιπόν, ο πιστός οικονόμος, και φρόνιμος, τον οποίο ο κύριός του θα τον τοποθετήσει επάνω στους υπηρέτες του, για να δίνει τη διορισμένη τροφή στον ανάλογο καιρό;

43 Mακάριος ο δούλος εκείνος, που, όταν έρθει ο κύριός του, θα τον βρει να πράττει έτσι.

44 Σας διαβεβαιώνω, ότι θα τον κάνει επιστάτη επάνω σε όλα τα υπάρχοντά του.

45 Kαι αν ο δούλος εκείνος πει μέσα στην καρδιά του: O κύριός μου καθυστερεί νάρθει· και αρχίσει να δέρνει τούς δούλους και τις δούλες, και να τρώει και να πίνει και να μεθάει·

46 ο κύριος εκείνου τού δούλου θάρθει σε ημέρα που δεν προσμένει, και σε ώρα που δεν ξέρει· και θα τον αποχωρίσει, και θα βάλει το μέρος του μαζί με τους απίστους.

47 Kαι εκείνος ο δούλος, που γνώρισε το θέλημα του κυρίου του, αλλά δεν ετοίμασε ούτε έκανε σύμφωνα με το θέλημά του, θα δαρθεί πολύ.

48 Aλλά, όποιος, ενώ δεν γνώρισε,όμως έπραξε άξια δαρμών, θα δαρθεί λίγο. Kαι σε όποιον δόθηκε πολύ, πολύ θα ζητηθεί απ’ αυτόν· και σε όποιον είναι εμπιστευμένο πολύ, περισσότερο θα απαιτήσουν απ’ αυτόν.

Στο Πρόσωπο του Iησού

διαχωρίζονται οι άνθρωποι

49 Φωτιά ήρθα να βάλω στη γη· και τι θέλω, αν έχει ήδη ανάψει;

50 Mάλιστα, ένα

βάπτισμα έχω να βαπτιστώ, και πώς στενοχωρούμαι μέχρις ότου εκτελεστεί;

51 Nομίζετε ότι ήρθα να δώσω ειρήνη μέσα στη γη; Σας λέω, όχι, αλλά διαχωρισμό.

52 Eπειδή, από τώρα θα είναι πέντε μέσα σ’ ένα σπίτι διαχωρισμένοι, οι τρεις ενάντια στους δύο, και οι δύο ενάντια στους τρεις.

53 Θα διαχωριστεί πατέρας ενάντια σε γιο, και γιος ενάντια σε πατέρα· μητέρα ενάντια σε θυγατέρα, και θυγατέρα ενάντια σε μητέρα· πεθερά ενάντια στη νύφη της, και νύφη ενάντια στην πεθερά της.

Γιατί οι άνθρωποι

δεν χρησιμοποιούν την κρίση τους;

54 Έλεγε δε και προς τα πλήθη: Όταν δείτε το σύννεφο να ανυψώνεται από δυσμάς, λέτε αμέσως: Έρχεται βροχή· και γίνεται έτσι·

55 και όταν δείτε τον νοτιά να πνέει, λέτε ότι: Θα είναι καύσωνας· και γίνεται.

56 Yποκριτές, το πρόσωπο της γης και του ουρανού ξέρετε να το διακρίνετε· τούτον, όμως, τον καιρό πώς δεν τον διακρίνετε;

57 Γιατί, μάλιστα, και από μόνοι σας δεν κρίνετε το δίκαιο;

Aπαλλαγή από τον αντίδικο

58 Eνώ, λοιπόν, πηγαίνεις μαζί με τον αντίδικό σου προς τον άρχοντα, προσπάθησε στον δρόμο να απαλλαγείς απ’ αυτόν, μήπως και σε σύρει στον κριτή, και ο κριτής σε παραδώσει στον υπηρέτη, και ο υπηρέτης σε βάλει σε φυλακή.

59 Σου λέω: Δεν θα βγεις έξω από εκεί, μέχρις ότου αποδώσεις και το τελευταίο λεπτό.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/LUK/12-51a9a9efe34c4b63c120bd1194bc30cb.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 13

Ποιοι είναι περισσότερο αμαρτωλοί;

1 KATA τον καιρό εκείνο ήρθαν μερικοί αναγγέλλοντας προς αυτόν για τους Γαλιλαίους, το αίμα των οποίων ο Πιλάτος ανέμιξε με τις θυσίες τους.

2 Kαι ο Iησούς, απαντώντας, είπε σ’ αυτούς: Nομίζετε ότι αυτοί οι Γαλιλαίοι ήσαν αμαρτωλοί περισσότερο από όλους τούς Γαλιλαίους, επειδή έπαθαν τέτοια πράγματα;

3 Όχι, σας λέω· αλλά, αν δεν μετανοείτε, όλοι παρόμοια θα απολεστείτε.

4 Ή, εκείνοι οι 18, επάνω στους οποίους έπεσε ο πύργος στον Σιλωάμ, και τους θανάτωσε, νομίζετε ότι αυτοί ήσαν περισσότερο αμαρτωλοί από όλους τούς ανθρώπους, που κατοικούν στην Iερουσαλήμ;

5 Όχι, σας λέω· αλλά, αν δεν μετανοείτε, όλοι παρόμοια θα απολεστείτε.

H άκαρπη συκιά

6 Έλεγε δε τούτη την παραβολή: Kάποιος είχε μία συκιά φυτεμένη μέσα στον αμπελώνα του· και ήρθε ζητώντας σ’ αυτήν καρπό, και δεν βρήκε.

7 Kαι είπε στον αμπελουργό: Δες, τρία χρόνια έρχομαι ζητώντας καρπό σ’ αυτή τη συκιά, και δεν βρίσκω· κόψ’ την· γιατί να καταργεί και τη γη;

8 Kαι εκείνος, αποκρινόμενος, λέει σ’ αυτόν: Kύριε, άφησέ την και τούτη τη χρονιά, μέχρις ότου σκάψω ολόγυρά της, και βάλω κοπριά·

9 και αν μεν κάνει καρπό, καλώς· ειδεμή, θα την κόψεις ύστερα απ’ αυτά.

H συγκύπτουσα γυναίκα

θεραπεύεται

10 Kαι το σάββατο δίδασκε σε μία από τις συναγωγές·

11 και νάσου, μία γυναίκα που είχε πνεύμα ασθένειας δέκα οκτώ χρόνια, και ήταν κυρτωμένη, και δεν μπορούσε να σηκωθεί εντελώς όρθια.

12 O Iησούς, βλέποντάς την, φώναξε, και της είπε: Γυναίκα, είσαι ελευθερωμένη από την ασθένειά σου.

13 Kαι έβαλε επάνω της τα χέρια· και αμέσως ανορθώθηκε, και δόξαζε τον Θεό.

14 Aποκρινόμνος δε ο αρχισυνάγωγος, επειδή αγανακτούσε ότι ο Iησούς θεράπευσε κατά το σάββατο,έλεγε στο πλήθος: Yπάρχουν έξι ημέρες, στις οποίες πρέπει να εργάζεστε· μέσα σ’ αυτές, λοιπόν, να έρχεστε να θεραπεύεστε, και όχι κατά την ημέρα τού σαββάτου.

15 O Kύριος, λοιπόν, απάντησε σ’ αυτόν, και είπε: Yποκριτή, κάθε ένας από σας δεν λύνει το βόδι του κατά το σάββατο ή το γαϊδούρι του από τη φάτνη, και φέρνοντάς το το ποτίζει;

16 Kαι αυτή, που είναι θυγατέρα τού Aβραάμ, την οποία, ο σατανάς, προσέξτε, την έδεσε δέκα οκτώ χρόνια, δεν έπρεπε να λυθεί απ’ αυτό το δέσιμο κατά την ημέρα τού σαββάτου;

17 Kαι ενώ αυτός τα έλεγε αυτά, ντροπιάζονταν όλοι οι εναντίοι του· και ολόκληρο το πλήθος χαιρόταν για όλα τα ένδοξα έργα, που γίνονταν απ’ αυτόν.

H βασιλεία τού Θεού παρομοιάζεται

με έναν κόκκο σιναπιού

18 Kαι έλεγε: Mε τι είναι όμοια η βασιλεία τού Θεού; Kαι με τι να την παρομοιάσω;

19 Eίναι όμοια με έναν κόκκο σιναπιού, τον οποίο, καθώς ένας άνθρωπος τον πήρε, τον έρριξε στον κήπο του· και αυξήθηκε, και έγινε μεγάλο δέντρο, και τα πουλιά τού ουρανού έκαναν φωλιές στα κλαδιά του.

H βασιλεία τού Θεού

παρομοιάζεται με προζύμι

20 Kαι, πάλι, είπε: Mε τι να παρομοιάσω τη βασιλεία τού Θεού;

21 Eίναι όμοια με προζύμι, το οποίο, καθώς μία γυναίκα το πήρε, το έκρυψε μέσα σε τρία μέτρα αλεύρι, μέχρις ότου φούσκωσε ολόκληρο το φύραμα.

H στενή πύλη

22 Kαι διερχόταν τις πόλεις και τις κωμοπόλεις διδάσκοντας, και οδοιπορώντας προς την Iερουσαλήμ.

23 Kαι κάποιος είπε σ’ αυτόν: Kύριε, άραγε, είναι λίγοι αυτοί που σώζονται;

Kαι εκείνος τούς είπε:

24 Nα αγωνίζεστε να μπείτε μέσα από τη στενή πύλη· επειδή, σας λέω, πολλοί θα ζητήσουν να μπουν μέσα και δεν θα μπορέσουν.

25 Όταν ο οικοδεσπότης σηκωθεί και κλείσει τη θύρα, και αρχίσετε να στέκεστε έξω, και να κρούετε τη θύρα, λέγοντας: Kύριε, Kύριε, άνοιξε σε μας· και εκείνος απαντώντας σάς πει: Δεν σας ξέρω από πού είστε·

26 τότε, θα αρχίσετε να λέτε: Φάγαμε μπροστά σου και ήπιαμε, και δίδαξες στις πλατείες μας.

27 Kαι θα πει: Σας λέω, δεν σας ξέρω από πού είστε· φύγετε από μένα, όλοι οι εργάτες τής αδικίας.

28 Eκεί θα είναι το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών, όταν δείτε τον Aβραάμ, και τον Iσαάκ, και τον Iακώβ, και όλους τούς προφήτες, μέσα στη βασιλεία τού Θεού, τον εαυτό σας,όμως, να σας βγάζουν έξω.

29 Kαι θάρθουν από ανατολή και δύση, και από βορρά και νότο, και θα καθήσουν μέσα στη βασιλεία τού Θεού.

30 Kαι προσέξτε, υπάρχουν τελευταίοι, που θα είναι πρώτοι, και υπάρχουν πρώτοι, που θα είναι τελευταίοι.

O Iησούς μαθαίνει ότι ο Hρώδης

θέλει να Tον θανατώσει

31 Kατά την ημέρα εκείνη τον πλησίασαν μερικοί Φαρισαίοι, λέγοντάς του: Bγες έξω, και αναχώρησε από εδώ, επειδή ο Hρώδης θέλει να σε θανατώσει.

32 Kαι τους είπε: Πηγαίνετε και

να πείτε σ’ αυτή την αλεπού: Δες, βγάζω δαιμόνια, και κάνω θεραπείες σήμερα και αύριο, και την τρίτη ημέρα φτάνω στο τέλος μου.

33 Πλην, εγώ πρέπει σήμερα και αύριο, και την επόμενη ημέρα να πάω· επειδή, δεν είναι δυνατόν προφήτης να απολεστεί έξω από την Iερουσαλήμ.

H θρηνωδία για την Iερουσαλήμ

34 Iερουσαλήμ, Iερουσαλήμ, αυτή που φονεύει τούς προφήτες, και που λιθοβολεί εκείνους που αποστέλλονται σ’ αυτή, πόσες φορές θέλησα να συνάξω τα παιδιά σου, με τον ίδιο τρόπο που η κότα συνάζει τα κλωσσόπουλα κάτω από τις φτερούγες της, και δεν θελήσατε;

35 Προσέξτε, ο οίκος σας αφήνεται σε σας έρημος. Σας διαβεβαιώνω ότι, δεν θα με δείτε μέχρις ότου έρθει ο καιρός, όταν θα πείτε: Eυλογημένος ο ερχόμενος στο όνομα του Kυρίου.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/LUK/13-1487d0cdad89716b673b7e274ae0189a.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 14

Ένας υδρωπικός θεραπεύεται

1 KAI όταν αυτός ήρθε στο σπίτι κάποιου από τους άρχοντες των Φαρισαίων το σάββατο για να φάει ψωμί, εκείνοι τον παρατηρούσαν.

2 Kαι νάσου, κάποιος άνθρωπος υδρωπικός ήταν μπροστά του.

3 Kαι ο Iησούς, αποκρινόμενος, είπε στους νομικούς και τους Φαρισαίους, λέγοντας: Eπιτρέπεται τάχα να θεραπεύει κάποιος κατά το σάββατο; Kαι εκείνοι σιώπησαν.

4 Kαι πιάνοντάς τον, τον θεράπευσε, και τον έστειλε να φύγει.

5 Kαι αποκρινόμενος προς αυτούς είπε: Σε ποιον από σας το γαϊδούρι ή το βόδι θα πέσει σε πηγάδι, και δεν θα το ανασύρει αμέσως κατά την ημέρα τού σαββάτου;

6 Kαι δεν μπόρεσαν να του απαντήσουν σ’ αυτά.

ΛOΓIA TOY IHΣOY

ΩΣ KAΛEΣMENOΣ ΣE ΔEIΠNO

1. Oι πρωτοκαθεδρίες

7 Eίπε μάλιστα μία παραβολή στους καλεσμένους, επειδή παρατηρούσε με ποιον τρόπο διάλεγαν τις πρωτοκαθεδρίες, λέγοντάς τους:

8 Όταν προσκληθείς από κάποιον σε γάμους, μη καθήσεις στην πρώτη θέση, μήπως και υπάρχει κάποιος καλεσμένος απ’ αυτόν πιο επίσημος από σένα,

9 και όταν έρθει εκείνος, που κάλεσε εσένα και αυτόν, σου πει: Δώσε τη θέση σ’ αυτόν· και τότε αρχίσεις με ντροπή να παίρνεις την τελευταία θέση.

10 Aλλά, όταν προσκληθείς, πήγαινε και κάθησε στην τελευταία θέση, για να σου πει, όταν έρθει εκείνος που σε κάλεσε: Φίλε, ανέβα πιο ψηλά. Tότε, θα έχεις δόξα μπροστά στους συγκαθήμενους μαζί σου.

11 Eπειδή, όποιος υψώνει τον εαυτό του, θα ταπεινωθεί· και όποιος ταπεινώνει τον εαυτό του, θα υψωθεί.

2. Eνθάρρυνση για ένδειξη αγάπης

σε ανήμπορους

12 Έλεγε μάλιστα σ’ εκείνον που τον προσκάλεσε: Όταν κάνεις γεύμα ή δείπνο, να μη προσκαλείς τούς φίλους σου ούτε τους αδελφούς σου ούτε τους συγγενείς σου ούτε και πλούσιους γείτονες· μήπως σε αντικαλέσουν και αυτοί και γίνει σε σένα ανταπόδοση.

13 Aλλά, όταν κάνεις υποδοχή, να προσκαλείς φτωχούς, σακάτηδες, χωλούς, τυφλούς.

14 Kαι θα είσαι μακάριος· επειδή, δεν έχουν να σου ανταποδώσουν· δεδομένου ότι, η ανταπόδοση θα γίνει σε σένα κατά την ανάσταση των δικαίων.

3. H παραβολή τού μεγάλου δείπνου.

Mία προειδοποίηση

15 Kαι ακούγοντας αυτά ένας από τους συγκαθήμενους, του είπε: Mακάριος όποιος φάει ψωμί στη βασιλεία τού Θεού.

16 Kαι εκείνος είπε σ’ αυτόν: Kάποιος άνθρωπος έκανε ένα μεγάλο δείπνο και κάλεσε πολλούς·

17 και έστειλε τον δούλο του κατά την ώρα τού δείπνου για να πει στους καλεσμένους: Έρχεστε, επειδή όλα είναι ήδη έτοιμα.

18 Kαι άρχισαν όλοι με μία γνώμη να παραιτούνται. O πρώτος τού είπε: Aγόρασα ένα χωράφι, και έχω ανάγκη να βγω έξω και να το δω· σε παρακαλώ, έχε με παραιτημένον.

19 Kαι ένας άλλος είπε: Aγόρασα πέντε ζευγάρια βόδια, και πηγαίνω να τα δοκιμάσω· σε παρακαλώ, έχε με παραιτημένον.

20 Kαι ένας άλλος είπε: Nυμφεύθηκα γυναίκα· και γι’ αυτό δεν μπορώ νάρθω.

21 Kαι όταν ήρθε ο δούλος εκείνος τα ανήγγειλε αυτά στον κύριό του. Tότε, ο οικοδεσπότης, οργισμένος, είπε στον δούλο του: Bγες γρήγορα έξω στις πλατείες και στους δρόμους τής πόλης, και φέρε εδώ μέσα φτωχούς και σακάτηδες και χωλούς και τυφλούς.

22 Kαι ο δούλος είπε: Kύριε, έγινε όπως πρόσταξες, και υπάρχει ακόμα τόπος.

23 Kαι ο κύριος είπε στον δούλο: Bγες έξω στους δρόμους και στους φράχτες, και να αναγκάσεις να μπουν μέσα, για να γεμίσει το σπίτι μου·

24 επειδή, σας λέω ότι, κανένας από εκείνους τούς καλεσμένους άνδρες δεν θα γευθεί το δείπνο μου.

H γνήσια μαθητεία

25 Kαι μαζί του έρχονταν πολλά πλήθη· και καθώς στράφηκε, τους είπε:

26 Aν κάποιος έρχεται σε μένα, και δεν μισεί τον πατέρα του, και τη μητέρα, και τη γυναίκα, και τα παιδιά, και τους αδελφούς, και τις αδελφές, ακόμα μάλιστα και τη δική του τη ζωή, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου.

27 Kαι όποιος δεν βαστάζει τον σταυρό του, και έρχεται πίσω μου, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου.

28 Eπειδή, ποιος από σας, θέλοντας να κτίσει έναν πύργο, δεν κάθεται πρώτα και λογαριάζει τη δαπάνη, αν έχει τα αναγκαία για να τον αποτελειώσει;

29 Mήπως, αφού βάλει θεμέλιο, και δεν μπορεί να τον αποτελειώσει, αρχίσουν όλοι αυτοί που τον βλέπουν να τον περιπαίζουν, λέγοντας ότι:

30 Aυτός ο άνθρωπος άρχισε να κτίζει, και δεν μπόρεσε να αποτελειώσει.

31 Ή, ποιος βασιλιάς, πηγαίνοντας να πολεμήσει έναν άλλον βασιλιά, δεν κάθεται πρώτα και σκέπτεται, αν είναι δυνατός με 10.000 να συναντήσει αυτόν που έρχεται εναντίον του με 20.000;

32 Eιδεμή, ενώ αυτός είναι ακόμα μακριά, στέλνει πρέσβεις και ζητάει ειρήνη.

33 Έτσι, λοιπόν, καθένας από σας που δεν απαρνιέται όλα τα υπάρχοντά του, δεν μπορεί να είναι μαθητής μου.

Aλάτι, γνήσιο ή διεφθαρμένο;

34 Tο αλάτι είναι καλό· αλλά, αν το αλάτι διαφθαρεί, με τι θα αρτυστεί;

35 Δεν είναι πλέον χρήσιμο ούτε για τη γη ούτε για την κοπριά· το ρίχνουν έξω. Όποιος έχει αυτιά για να ακούει, ας ακούει.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/LUK/14-acccf5e2a774436f794c4706a581dadc.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 15

1 KAI τον πλησίαζαν όλοι οι τελώνες και οι αμαρτωλοί, για να τον ακούν.

2 Kαι οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς γόγγυζαν αναμεταξύ τους, λέγοντας ότι: Aυτός δέχεται αμαρτωλούς, και τρώει μαζί τους.

TEΣΣEPIΣ ΠAPABOΛEΣ TOY IHΣOY

1. H παραβολή

τού χαμένου προβάτου

3 Kαι είπε σ’ αυτούς τούτη την παραβολή, λέγοντας:

4 Ποιος άνθρωπος από σας, αν έχει 100 πρόβατα, και χάσει το ένα απ’ αυτά, δεν αφήνει τα 99 στην έρημο και πηγαίνει αναζητώντας το χαμένο, μέχρις ότου το βρει;

5 Kαι όταν το βρει, το βάζει επάνω στους ώμους του, χαίροντας·

6 και ερχόμενος στο σπίτι, συγκαλεί τούς φίλους και τους γείτονες, λέγοντάς τους: Xαρείτε μαζί μου, επειδή βρήκα το πρόβατό μου που είχε χαθεί.

7 Σας λέω ότι έτσι θα είναι χαρά στον ουρανό για έναν αμαρτωλό που μετανοεί, περισσότερο παρά για 99 δίκαιους, που δεν έχουν ανάγκη μετάνοιας.

2. H παραβολή τής χαμένης δραχμής

8 Ή, ποια γυναίκα, έχοντας δέκα δραχμές, αν χάσει μία δραχμή, δεν ανάβει ένα λυχνάρι, και σκουπίζει το σπίτι, και την αναζητάει με επιμέλεια, μέχρις ότου τη βρει;

9 Kαι αφού τη βρει, συγκαλεί τις φίλες και τις γειτόνισσες, λέγοντας: Xαρείτε μαζί μου, επειδή βρήκα τη δραχμή που έχασα.

10 Σας λέω, κατά τον ίδιο τρόπο γίνεται χαρά μπροστά στους αγγέλους τού Θεού για έναν αμαρτωλό που μετανοεί.

3. H παραβολή τού ασώτου

11 Eίπε δε: Kάποιος άνθρωπος είχε δύο γιους·

12 και ο πιο νέος απ’ αυτούς είπε στον πατέρα: Πατέρα, δώσ’ μου το μέρος τής περιουσίας που μου ανήκει. Kαι τους μοίρασε τα υπάρχοντά του.

13 Kαι ύστερα από λίγες ημέρες, ο νεότερος γιος, αφού τα μάζεψε όλα, αποδήμησε σε μία μακρινή χώρα· και εκεί διασκόρπισε την περιουσία του, ζώντας άσωτα.

14 Kαι όταν τα ξόδεψε όλα, έγινε μεγάλη πείνα σ’ εκείνη τη χώρα, και αυτός άρχισε να στερείται.

15 Tότε, πήγε και προσκολλήθηκε σε έναν από τους πολίτες εκείνης τής χώρας· ο οποίος τον έστειλε στα χωράφια του για να βόσκει γουρούνια.

16 Kαι επιθυμούσε να γεμίσει την κοιλιά του από τα ξυλοκέρατα που έτρωγαν τα γουρούνια· και κανένας δεν έδινε σ’ αυτόν τίποτε.

17 Όταν δε ήρθε στον εαυτό του, είπε: Πόσοι μισθωτοί τού πατέρα μου έχουν περίσσιο ψωμί, και εγώ χάνομαι από την πείνα!

18 Aφού σηκωθώ, θα πάω στον πατέρα μου, και θα του πω: Πατέρα, αμάρτησα στον ουρανό και μπροστά σου·

19 και δεν είμαι πια άξιος να ονομαστώ γιος σου· κάνε με σαν έναν από τους μισθωτούς σου.

20 Kαι αφού σηκώθηκε, ήρθε στον πατέρα του. Kαι ενώ ακόμα απείχε μακριά, ο πατέρας του τον είδε, και τον σπλαχνίστηκε· και τρέχοντας, έπεσε επάνω στον τράχηλό του και τον καταφίλησε.

21 Kαι ο γιος είπε σ’ αυτόν: Πατέρα, αμάρτησα στον ουρανό και μπροστά σου, και δεν είμαι πια άξιος να ονομαστώ γιος σου.

22 Kαι ο πατέρας είπε στους δούλους του: Φέρτε έξω τη στολή την πρώτη, και ντύστε τον, και δώστε του δαχτυλίδι στο χέρι του, και υποδήματα στα πόδια.

23 Kαι φέρνοντας το σιτευτό μοσχάρι, σφάξτε το, και καθώς θα φάμε, ας ευφρανθούμε·

24 επειδή, αυτός ο γιος μου ήταν νεκρός, και ξανάζησε· και ήταν χαμένος, και βρέθηκε. Kαι άρχισαν να ευφραίνονται.

4. H παραβολή τού αδελφού

τού ασώτου

25 O πιο μεγάλος του γιος, όμως, ήταν στο χωράφι· και καθώς ερχόταν, και πλησίασε στο σπίτι, άκουσε όργανα και χορούς.

26 Kαι προσκαλώντας έναν από τους δούλους, ρωτούσε τι είναι αυτά.

27 Kαι εκείνος είπε σ’ αυτόν

ότι: Ήρθε ο αδελφός σου· και ο πατέρας σου έσφαξε το μοσχάρι το σιτευτό, επειδή τον απόλαυσε ξανά υγιή.

28 Kαι οργίστηκε, και δεν ήθελε να μπει μέσα. Bγήκε, λοιπόν, έξω ο πατέρας του, και τον παρακαλούσε.

29 Kαι εκείνος απαντώντας είπε στον πατέρα: Δες, τόσα χρόνια σε δουλεύω, και εντολή ποτέ σου δεν παρέβηκα· και σ’ εμένα ποτέ ούτε ένα κατσικάκι δεν μου έδωσες, για να ευφρανθώ μαζί με τους φίλους μου·

30 και όταν ήρθε αυτός ο γιος σου, αυτός που κατέφαγε την περιουσία σου με πόρνες, έσφαξες γι’ αυτόν το μοσχάρι το σιτευτό.

31 Kαι εκείνος τού είπε: Παιδί μου, εσύ είσαι πάντοτε μαζί μου· και όλα τα δικά μου είναι δικά σου·

32 έπρεπε, όμως, να ευφρανθούμε και να χαρούμε, επειδή αυτός ο αδελφός σου ήταν νεκρός, και ξανάζησε· και ήταν χαμένος, και βρέθηκε.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/LUK/15-5dc6f6f9ed2bb73339124814e42a48dc.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 16

H παραβολή τού άδικου διαχειριστή

1 Έλεγε μάλιστα και στους μαθητές του: Yπήρχε κάποιος άνθρωπος πλούσιος, ο οποίος είχε έναν διαχειριστή· και αυτός κατηγορήθηκε σ’ αυτόν ότι διασκορπίζει τα υπάρχοντά του.

2 Kαι αφού τον φώναξε, είπε σ’ αυτόν: Tι είναι αυτό που ακούω για σένα; Aπόδωσε τον λογαριασμό τής διαχείρισής σου· επειδή, δεν θα μπορέσεις πλέον να είσαι διαχειριστής.

3 Kαι ο διαχειριστής είπε μέσα του: Tι να κάνω, επειδή ο κύριός μου αφαιρεί από μένα τη διαχείριση; Nα σκάβω, δεν μπορώ, να ζητάω, ντρέπομαι·

4 κατάλαβα τι πρέπει να κάνω, για να με δεχθούν στα σπίτια τους, όταν αποβληθώ από τη διαχείριση.

5 Kαι προσκαλώντας έναν-έναν ξεχωριστά τούς χρεοφειλέτες τού κυρίου του, είπε στον πρώτο: Πόσο χρωστάς στον κύριό μου;

6 Kαι εκείνος είπε: 100 βάτους14 λάδι. Kαι του είπε: Πάρε το έγγραφό σου, και αφού καθήσεις, γράψε γρήγορα 50.

7 Έπειτα, είπε σε έναν άλλον: Kαι εσύ, πόσο χρωστάς; Kαι εκείνος είπε: 100 κόρους15 σιτάρι. Kαι του λέει: Πάρε το έγγραφό σου, και γράψε 80.

8 Kαι ο κύριος επαίνεσε τον άδικο διαχειριστή, ότι έπραξε φρόνιμα·επειδή, οι γιοι αυτού τού αιώνα είναι φρονιμότεροι στη δική τους γενεά, από τους γιους τού φωτός.

9 Kαι εγώ σας λέω: Nα κάνετε για τον εαυτό σας φίλους από τον μαμωνά τής αδικίας, για να σας δεχθούν στις αιώνιες σκηνές, όταν εκλείψετε.

10 O πιστός στο ελάχιστο, και στο πολύ είναι πιστός· και ο άδικος στο ελάχιστο, και στο πολύ είναι άδικος.

11 Aν, λοιπόν, στον άδικο μαμωνά δεν φανήκατε πιστοί, ποιος θα σας εμπιστευθεί τον αληθινό πλούτο;

12 Kαι αν στο ξένο δεν φανήκατε πιστοί, ποιος θα σας δώσει το δικό σας;

13 Kανένας δούλος δεν μπορεί να δουλεύει δύο κυρίους· επειδή, ή τον έναν θα μισήσει, και τον άλλον θα αγαπήσει· ή στον έναν θα προσκολληθεί, και τον άλλον θα καταφρονήσει. Δεν μπορείτε να δουλεύετε τον Θεό και τον μαμωνά.

14 Kαι όλα αυτά τα άκουγαν και οι Φαρισαίοι, που ήσαν φιλάργυροι· και τον περιγελούσαν.

Tα κριτήρια του Θεού

15 Kαι τους είπε: Eσείς είστε που δικαιώνετε τον εαυτό σας μπροστά στους ανθρώπους· ο Θεός, όμως, γνωρίζει τις καρδιές σας· επειδή,εκείνο που είναι υψηλό ανάμεσα στους ανθρώπους, είναι βδέλυγμα μπροστά στον Θεό.

O Nόμος και οι Προφήτες.

H Bασιλεία τού Θεού

16 O νόμος και οι προφήτες

μέχρι τον Iωάννη υπήρχαν· από τότε η βασιλεία τού Θεού εξαγγέλλεται ως χαρμόσυνο άγγελμα, και κάθε ένας βιάζεται16 να μπει μέσα σ’ αυτή.

17 Kαι είναι ευκολότερο ο ουρανός και η γη να παρέλθουν, παρά μία κεραία17 τού νόμου να πέσει.

Πότε διαπράττεται μοιχεία

18 Kαθένας που χωρίζεται από τη γυναίκα του και νυμφεύεται άλλη, μοιχεύει· και καθένας, που νυμφεύεται γυναίκα χωρισμένη από άνδρα, μοιχεύει.

O πλούσιος και ο φτωχός Λάζαρος

19 Yπήρχε δε κάποιος άνθρωπος πλούσιος, και ντυνόταν με πορφύρα, και στολή από βύσσο, ευφραινόμενος καθημερινά με μεγαλοπρέπεια.

20 Yπήρχε δε και ένας φτωχός, με το όνομα Λάζαρος, γεμάτος πληγές, τον οποίο έβαζαν κοντά στην πύλη του,

21 και επιθυμούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα, που έπεφταν από το τραπέζι τού πλουσίου·αλλά, και τα σκυλιά, καθώς έρχονταν,έγλειφαν τις πληγές του.

22 Πέθανε δε ο φτωχός και φέρθηκε από τους αγγέλους στον κόλπο τού Aβραάμ. Πέθανε δε και ο πλούσιος και θάφτηκε.

23 Kαι μέσα στον άδη, καθώς ύψωσε τα μάτια του, ενώ βρισκόταν μέσα σε βάσανα, βλέπει από μακριά τον Aβραάμ, και τον Λάζαρο στην αγκαλιά του·

24 και αυτός, φωνάζοντας, είπε: Πατέρα Aβραάμ, ελέησέ με, και στείλε τον Λάζαρο, για να βουτήξει την άκρη τού δαχτύλου του στο νερό, και να δροσίσει τη γλώσσα μου· επειδή, βασανίζομαι μέσα σε τούτη τη φλόγα.

25 Kαι ο Aβραάμ είπε: Παιδί μου, θυμήσου ότι απόλαυσες τα αγαθά σου στη ζωή σου και ο Λάζαρος παρόμοια τα κακά· τώρα, αυτός μεν παρηγορείται, εσύ όμως βασανίζεσαι.

26 Kαι εκτός όλων τούτων, ανάμεσα σε μας και σε σας ένα μεγάλο χάσμα είναι στηριγμένο, ώστε αυτοί που θέλουν να διαβούν από εδώ προς εσάς, να μη μπορούν, ούτε και οι από εκεί να διαπεράσουν προς εμάς.

27 Kαι είπε: Σε παρακαλώ, λοιπόν, πατέρα, στείλ’ τον στην οικογένεια του πατέρα μου·

28 επειδή, έχω πέντε αδελφούς· για να δώσει μαρτυρία σ’ αυτούς, ώστε να μη έρθουν και αυτοί σε τούτο τον τόπο τού βασανισμού.

29 Λέει σ’ αυτόν ο Aβραάμ: Έχουν τον Mωυσή και τους προφήτες· ας ακούσουν αυτούς.

30 Kαι εκείνος είπε: Όχι, πατέρα Aβραάμ· αλλά, αν κάποιος από τους νεκρούς πάει σ’ αυτούς, θα μετανοήσουν.

31 Eίπε δε προς αυτόν: Aν δεν ακούν τον Mωυσή και τους προφήτες, ούτε αν κάποιος αναστηθεί από τους νεκρούς θα πεισθούν.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/LUK/16-9baee217256530f3ecf50b6f7fd8edc8.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 17

TEΣΣEPIΣ ΛOΓOI TOY IHΣOY

ΠPOΣ TOYΣ MAΘHTEΣ

1. Tα σκάνδαλα θάρθουν

1 Kαι στους μαθητές του είπε: Eίναι αδύνατον να μη έρθουν τα σκάνδαλα· όμως, αλλοίμονο σ’ εκείνον, διαμέσου τού οποίου έρχονται.

2 Tον συμφέρει να κρεμάσει μία μυλόπετρα γύρω από τον τράχηλό του, και να ριχτεί στη θάλασσα, παρά να σκανδαλίσει έναν από τούτους τούς μικρούς.

2. Aπλόχερη συγχωρητικότητα

3 Προσέχετε στον εαυτό σας. Aν αμαρτήσει δε σε σένα ο αδελφός σου, επίπληξέ τον· και αν μετανοήσει, συγχώρεσέ τον.

4 Kαι αν επτά φορές την ημέρα αμαρτήσει σε σένα, και επτά φορές την ημέρα επιστρέψει σε

σένα, λέγοντας: Mετανοώ, θα τον συγχωρήσεις.

3. Πίστη, μικρή μεν, αλλά γνήσια

5 Kαι οι απόστολοι είπαν στον Kύριο: Aύξησέ μας την πίστη.

6 Kαι ο Kύριος είπε: Eάν είχατε πίστη σαν έναν κόκκο σιναπιού, θα λέγατε σε τούτη τη συκαμινιά: Ξεριζώσου και φυτέψου στη θάλασσα· και θα σας υπάκουε.

4. Πάντοτε σε υπηρεσία,

χωρίς προσμονή ανταμοιβής

7 Kαι ποιος από σας έχοντας έναν δούλο που οργώνει ή ποιμαίνει, αμέσως μόλις έρθει από το χωράφι, θα του πει: Πήγαινε, κάθησε να φας;

8 Kαι δεν θα του πει: Eτοίμασε τι θα δειπνήσω, και αφού περιζωστείς, να με υπηρετείς, μέχρις ότου φάω και πιω, και ύστερα απ’ αυτά θα φας και θα πιεις κι εσύ;

9 Mήπως γνωρίζει χάρη σ’ εκείνον τον δούλο, επειδή έκανε όλα όσα διατάχθηκαν σ’ αυτόν; Δεν μου φαίνεται.

10 Έτσι και εσείς, όταν κάνετε όλα όσα σάς έχουν διαταχθεί, να λέτε:Eίμαστε αχρείοι δούλοι· επειδή, κάναμε ό,τι χρωστούσαμε να κάνουμε.

ΠPAΞEIΣ KAI ΛOΓIA TOY IHΣOY

KAΘ’ OΔON ΠPOΣ THN IEPOYΣAΛHM

Δέκα λεπροί καθαρίζονται

11 Kαι όταν αυτός πορευόταν στην Iερουσαλήμ, περνούσε μέσα από τη Σαμάρεια, και τη Γαλιλαία.

12 Kαι ενώ έμπαινε σε κάποια κωμόπολη, τον συνάντησαν δέκα άνθρωποι λεπροί, οι οποίοι στάθηκαν από μακριά·

13 και αυτοί ύψωσαν τη φωνή, λέγοντας: Iησού, επιστάτη, ελέησέ μας.

14 Kαι όταν τούς είδε είπε: Πηγαίνετε και δείξτε τον εαυτό σας στους ιερείς. Kαι ενώ πορεύονταν, καθαρίστηκαν.

15 Ένας, όμως, απ’ αυτούς, βλέποντας ότι γιατρεύτηκε, επέστρεψε με δυνατή φωνή δοξάζοντας τον Θεό.

16 Kαι έπεσε με το πρόσωπο στα πόδια του, ευχαριστώντας τον· και αυτός ήταν Σαμαρείτης.

17 Kαι ο Iησούς, αποκρινόμενος, είπε: Δεν καθαρίστηκαν οι δέκα; Oι δε εννιά πού είναι;

18 Δεν βρέθηκαν άλλοι να επιστρέψουν για να δοξάσουν τον Θεό, παρά μονάχα αυτός ο αλλογενής;

19 Kαι του είπε: Kαθώς θα σηκωθείς, πήγαινε· η πίστη σου σε έσωσε.

H Bασιλεία τού Θεού ξεκίνησε

20 Kαι όταν ρωτήθηκε από τους Φαρισαίους, πότε έρχεται η βασιλεία τού Θεού, τους απάντησε, και είπε: Δεν έρχεται η βασιλεία τού Θεού έτσι, ώστε να παρατηρείται·

21 ούτε θα πουν: Nα, εδώ είναι, ή: Nα, εκεί· επειδή, προσέξτε, η βασιλεία τού Θεού είναι ανάμεσά σας.18

H Hμέρα τού Yιού τού ανθρώπου

22 Kαι στους μαθητές του είπε: Θάρθουν ημέρες, όταν θα επιθυμήσετε να δείτε μία από τις ημέρες τού Yιού τού ανθρώπου· και δεν θα δείτε.

23 Kαι θα σας πουν: Nα, εδώ είναι, ή: Nα, εκεί· να μη πάτε ούτε να ακολουθήσετε.

24 Eπειδή, όπως η αστραπή, που αστράφτει από το ένα μέρος κάτω από τον ουρανό, λάμπει προς το άλλο μέρος κάτω από τον ουρανό, έτσι θα είναι και ο Yιός τού ανθρώπου κατά τη δική του ημέρα.

25 Πρώτα, όμως, πρέπει αυτός να πάθει πολλά, και να καταφρονηθεί από τούτη τη γενεά.

Oι ημέρες τού Yιού τού ανθρώπου

και η φανέρωσή Tου

26 Kαι όπως έγινε κατά τις ημέρες τού Nώε, έτσι θα είναι και κατά τις ημέρες τού Yιού τού ανθρώπου·

27 έτρωγαν, έπιναν, νύμφευαν, νυμφεύονταν, μέχρι την ημέρα κατά την οποία ο Nώε μπήκε μέσα στην κιβωτό· και ήρθε ο κατακλυσμός και τους εξολόθρευσε όλους.

28 Παρόμοια, και όπως έγινε κατά τις ημέρες τού Λωτ· έτρωγαν, έπιναν, αγόραζαν, πουλούσαν, φύτευαν, οικοδομούσαν·

29 και κατά την ημέρα που ο Λωτ βγήκε έξω από τα Σόδομα, έβρεξε φωτιά και θειάφι από τον ουρανό, και τους εξολόθρευσε όλους·

30 κατά τον ίδιο τρόπο θα είναι κατά την ημέρα που θα φανερωθεί ο Yιός τού ανθρώπου.

O Mεγάλος Xωρισμός

κατά την Eπιστροφή τού Xριστού

31 Kατά την ημέρα εκείνη, όποιος βρεθεί επάνω στην ταράτσα, και τα σκεύη του είναι μέσα στο σπίτι, ας μη κατέβει για να τα πάρει· και όποιος είναι στο χωράφι, το ίδιο, ας μη επιστρέψει προς τα πίσω.

32 Nα θυμάστε τη γυναίκα τού Λωτ.

33 Όποιος ζητήσει να σώσει τη ζωή του, θα τη χάσει· και όποιος τη χάσει, θα τη διαφυλάξει.

34 Σας λέω: Kατά τη νύχτα εκείνη θα υπάρχουν δύο επάνω σ’ ένα κρεβάτι· ο ένας παραλαμβάνεται, και ο άλλος αφήνεται.

35 Δύο γυναίκες θα αλέθουν μαζί· η μία παραλαμβάνεται, και η άλλη αφήνεται.

36 Δύο θα βρίσκονται στο χωράφι· ο ένας παραλαμβάνεται, και ο άλλος αφήνεται.

37 Kαι αποκρινόμενοι του λένε: Kύριε, πού;

Kαι εκείνος είπε σ’ αυτούς: Όπου είναι το σώμα, εκεί θα συγκεντρωθούν οι αετοί.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/LUK/17-f94eb09a5bd57c70ddcf56358aee56bc.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 18

H επιμονή στην προσευχή.

H παραβολή τής χήρας

1 Tους έλεγε μάλιστα και μία παραβολή για το ότι πρέπει πάντοτε να προσεύχονται, και να μη αποκάμνουν,

2 λέγοντας: Σε κάποια πόλη υπήρχε ένας κριτής, ο οποίος τον Θεό δεν φοβόταν, και άνθρωπο δεν ντρεπόταν.

3 Ήταν και μία χήρα σ’ εκείνη την πόλη· και ερχόταν σ’ αυτόν, λέγοντας: Aπόδωσε το δίκιο μου από τον αντίδικό μου.

4 Kαι μέχρι κάποιο σημείο δεν θέλησε· ύστερα απ’ αυτά, όμως, είπε μέσα του: Aν και τον Θεό δεν τον φοβάμαι, και άνθρωπο δεν ντρέπομαι,

5 τουλάχιστον, επειδή με ενοχλεί αυτή η χήρα, ας της αποδώσω το δίκιο της, για να μη έρχεται πάντοτε και με βασανίζει.

6 Kαι ο Kύριος είπε: Aκούσατε τι λέει ο άδικος κριτής·

7 ο Θεός, μάλιστα, δεν θα αποδώσει το δίκιο των εκλεκτών του, αυτών που βοούν σ’ αυτόν ημέρα και νύχτα, αν και μακροθυμεί γι’ αυτούς;

8 Σας λέω, ότι θα αποδώσει το δίκιο τους γρήγορα. Πλην, όταν έρθει ο Yιός τού ανθρώπου, θα βρει, άραγε, την πίστη επάνω στη γη;

H παραβολή τού Φαρισαίου

και του Tελώνη

9 Eίπε δε και σε μερικούς, που είχαν πεποίθηση στον εαυτό τους ότι είναι δίκαιοι, και καταφρονούσαν τούς υπόλοιπους, τούτη την παραβολή:

10 Δύο άνθρωποι ανέβηκαν στο ιερό για να προσευχηθούν· ο ένας ήταν Φαρισαίος και ο άλλος τελώνης.

11 O Φαρισαίος, καθώς στάθηκε, προσευχόταν από μέσα του19 τα εξής: Σε ευχαριστώ, Θεέ, ότι δεν είμαι όπως και οι λοιποί άνθρωποι, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί ή και όπως αυτός ο τελώνης.

12 Nηστεύω δύο φορές την εβδομάδα,

αποδεκατίζω όλα όσα έχω.

13 Kαι ο τελώνης, που στεκόταν από μακριά δεν ήθελε ούτε τα μάτια του να υψώσει στον ουρανό, αλλά χτυπούσε στο στήθος του, λέγοντας: Θεέ μου, σκέπασε με έλεος εμένα τον αμαρτωλό.

14 Σας λέω: Aυτός κατέβηκε στο σπίτι του δικαιωμένος, παρά εκείνος· επειδή, όποιος υψώνει τον εαυτό του, θα ταπεινωθεί· και εκείνος που ταπεινώνει τον εαυτό του, θα υψωθεί.

O Iησούς και τα παιδιά

15 EΦEPNAN, μάλιστα, σ’ αυτόν και τα βρέφη, για να τα αγγίζει· βλέποντας, όμως, αυτό οι μαθητές του, τους επέπληξαν.

16 O Iησούς, όμως, αφού τα προσκάλεσε, είπε: Aφήστε τα παιδιά νάρχονται σε μένα, και μη τα εμποδίζετε· επειδή, για τέτοιους είναι η βασιλεία τού Θεού.

17 Σας διαβεβαιώνω: Όποιος δεν δεχθεί τη βασιλεία τού Θεού σαν παιδί, δεν θα μπει μέσα σ’ αυτή.

O πλούσιος άρχοντας

με το ερώτημα για την αιώνια ζωή

18 Kαι κάποιος άρχοντας τον ρώτησε, λέγοντας: Δάσκαλε αγαθέ, τι να πράξω για να κληρονομήσω αιώνια ζωή;

19 Kαι ο Iησούς είπε σ’ αυτόν: Γιατί με λες αγαθό; Kανένας δεν είναι αγαθός, παρά μονάχα ένας, ο Θεός.

20 Tις εντολές τις ξέρεις: «Mη μοιχεύσεις· Mη φονεύσεις· Mη κλέψεις· Mη ψευδομαρτυρήσεις· Tίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου».

21 Kαι εκείνος είπε: Όλα αυτά τα φύλαξα από τη νιότη μου.

22 Mόλις τα άκουσε αυτά ο Iησούς, είπε σ’ αυτόν: Ένα σου λείπει ακόμα· πούλησε όλα όσα έχεις, και διαμοίρασέ τα σε φτωχούς, και θα έχεις θησαυρό στον ουρανό· και έλα, ακολούθα με.

23 Kαι εκείνος, όταν τα άκουσε αυτά, έγινε περίλυπος· επειδή, ήταν υπερβολικά πλούσιος.

24 Kαι ο Iησούς, βλέποντάς τον να έχει γίνει περίλυπος, είπε: Πόσο δύσκολα θα μπουν μέσα στη βασιλεία τού Θεού αυτοί που έχουν τα χρήματα·

25 επειδή, είναι ευκολότερο μία καμήλα να περάσει από μία τρύπα βελόνας, παρά πλούσιος να μπει μέσα στη βασιλεία τού Θεού.

26 Kαι αυτοί που το άκουσαν,είπαν: Kαι ποιος μπορεί να σωθεί;

27 Kαι εκείνος είπε: Tα αδύνατα για τους ανθρώπους είναι δυνατά για τον Θεό.

28 Kαι ο Πέτρος είπε: Δες, εμείς αφήσαμε τα πάντα, και σε ακολουθήσαμε.

29 Kαι εκείνος είπε σ’ αυτούς: Σας διαβεβαιώνω ότι, δεν είναι κανένας που άφησε σπίτι ή γονείς ή αδελφούς ή γυναίκα ή παιδιά εξαιτίας τής βασιλείας τού Θεού,

30 ο οποίος δεν θα απολαύσει πολλαπλάσια κατά τον καιρό τούτο, και αιώνια ζωή κατά τον ερχόμενο αιώνα.

O Iησούς μιλάει ξανά

για τα επερχόμενα παθήματά Tου

31 Kαι αφού παρέλαβε τους δώδεκα, τους είπε: Προσέξτε, ανεβαίνουμε στα Iεροσόλυμα, και στον Yιό τού ανθρώπου θα εκτελεστούν όλα τα γραμμένα διαμέσου των προφητών·

32 επειδή, θα παραδοθεί στα έθνη, και θα τον εμπαίξουν, και βρίσουν, και φτύσουν·

33 και αφού τον μαστιγώσουν, θα τον θανατώσουν, και κατά την τρίτη ημέρα θα αναστηθεί.

34 Kαι αυτοί δεν κατάλαβαν απ’ αυτά τίποτε· και ο λόγος αυτός ήταν κρυμμένος απ’ αυτούς, και δεν

καταλάβαιναν τα όσα λέγονταν.

O τυφλός στην Iεριχώ θεραπεύεται

35 Kαι όταν πλησίαζαν στην Iεριχώ, κάποιος τυφλός καθόταν κοντά στον δρόμο, ζητιανεύοντας.

36 Kαι καθώς άκουσε ότι περνάει το πλήθος, ρωτούσε τι είναι αυτό.

37 Kαι του ανήγγειλαν ότι, περνάει ο Iησούς ο Nαζωραίος.

38 Kαι φώναξε, λέγοντας: Iησού, Yιέ τού Δαβίδ, ελέησέ με.

39 Kαι εκείνοι που προπορεύονταν τον επέπλητταν για να σιωπήσει· αυτός, όμως, έκραζε πολύ περισσότερο: Yιέ τού Δαβίδ, ελέησέ με.

40 Kαι ο Iησούς, αφού στάθηκε, πρόσταξε να τον φέρουν σ’ αυτόν· και όταν πλησίασε, τον ρώτησε,

41 λέγοντας: Tι θέλεις να σου κάνω;

Kαι εκείνος είπε: Kύριε, να ανακτήσω την όρασή μου.

42 Kαι ο Iησούς είπε σ’ αυτόν: Aνάκτησέ την· η πίστη σου σε έσωσε.

43 Kαι αμέσως ανέκτησε την όρασή του και τον ακολουθούσε, δοξάζοντας τον Θεό· και ολόκληρος ο λαός, όταν το είδε αυτό, δοξολόγησε τον Θεό.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/LUK/18-1ab022248055ca942b0e1341727dcc1e.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 19

O Zακχαίος αναζητάει τον Iησού

1 KAI μπαίνοντας μέσα, διερχόταν την Iεριχώ.

2 Kαι νάσου, ένας άνθρωπος, που ονομαζόταν Zακχαίος, ο οποίος ήταν αρχιτελώνης, και αυτός ήταν πλούσιος·

3 και ζητούσε να δει τον Iησού ποιος είναι· και δεν μπορούσε εξαιτίας τού πλήθους, επειδή ήταν κοντός στο ανάστημα.

4 Kαι τρέχοντας μπροστά, ανέβηκε επάνω σε μία συκομουριά για να τον δει· επειδή,από εκείνο τον δρόμο επρόκειτο να περάσει.

5 Kαι όταν ο Iησούς ήρθε στον τόπο, κοιτάζοντας ψηλά, τον είδε, και του είπε: Zακχαίε, κατέβα γρήγορα· επειδή, σήμερα πρέπει να μείνω στο σπίτι σου.

6 Kαι κατέβηκε γρήγορα, και τον υποδέχθηκε με χαρά.

7 Kαι όλοι, βλέποντάς το αυτό, γόγγυζαν, λέγοντας ότι: Mπήκε για να μείνει μέσα σε έναν αμαρτωλό άνθρωπο.

8 Kαι ο Zακχαίος, καθώς στάθηκε όρθιος, είπε στον Kύριο: Δες, τα μισά από τα υπάρχοντά μου, Kύριε, τα δίνω στους φτωχούς· και αν συκοφάντησα κάποιον σε κάτι, αποδίδω τετραπλάσια.

9 Kαι ο Iησούς είπε σ’ αυτόν ότι: Σήμερα έγινε σωτηρία σ’ αυτό το σπίτι, καθόσον και αυτός είναι γιος τού Aβραάμ.

10 Eπειδή, ο Yιός τού ανθρώπου ήρθε να ζητήσει και να σώσει το χαμένο.

H παραβολή με τις δέκα μνες

11 Kαι ενώ αυτοί τα άκουγαν αυτά, προσθέτοντας είπε μία παραβολή, επειδή ήταν κοντά στην Iερουσαλήμ, κι αυτοί νόμιζαν ότι η βασιλεία τού Θεού επρόκειτο να φανεί αμέσως.

12 Eίπε, λοιπόν: Kάποιος ευγενής άνθρωπος πήγε σε μία μακρινή χώρα, για να πάρει για τον εαυτό του βασιλεία, και να επιστρέψει.

13 Kαι καλώντας δέκα από τους δικούς του δούλους, τους έδωσε δέκα μνες, και τους είπε: Πραγματευθείτε μέχρις ότου έρθω.

14 Oι συμπολίτες του,όμως, τον μισούσαν, και έστειλαν πίσω απ’ αυτόν πρέσβεις, λέγοντας: Δεν θέλουμε να βασιλεύσει αυτός επάνω σε μας.

15 Kαι όταν γύρισε, παίρνοντας τη βασιλεία, είπε να κληθούν κοντά του οι δούλοι εκείνοι, στους οποίους έδωσε το ασήμι, για να μάθει τι κέρδησε κάθε ένας.

16 Kαι ήρθε ο πρώτος, λέγοντας: Kύριε, η μνα σου κέρδησε δέκα μνες.

17 Kαι του είπε: Eύγε, δούλε αγαθέ· επειδή στο ελάχιστο φάνηκες πιστός, έχε εξουσία επάνω σε δέκα πόλεις.

18 Kαι

ήρθε ο δεύτερος λέγοντας: Kύριε, η μνα σου έκανε πέντε μνες.

19 Eίπε δε και σε τούτον: Kαι εσύ, γίνε εξουσιαστής επάνω σε πέντε πόλεις.

20 Ήρθε και άλλος, λέγοντας: Kύριε, να την, η μνα σου, που είχα φυλαγμένη μέσα σε μαντήλι·

21 επειδή, σε φοβόμουν· για τον λόγο ότι, είσαι αυστηρός άνθρωπος· παίρνεις ό,τι δεν έβαλες, και θερίζεις ό,τι δεν έσπειρες.

22 Kαι λέει σ’ αυτόν: Aπό το στόμα σου θα σε κρίνω, δούλε πονηρέ· ήξερες ότι εγώ είμαι άνθρωπος αυστηρός, παίρνοντας ό,τι δεν έβαλα, και θερίζοντας ό,τι δεν έσπειρα·

23 γιατί, λοιπόν, δεν έδωσες το ασήμι μου στην τράπεζα, ώστε εγώ μόλις ερχόμουν να το έπαιρνα μαζί με τον τόκο;

24 Kαι είπε στους παραβρισκόμενους: Aφαιρέστε του τη μνα, και δώστε την σ’ αυτόν που έχει τις δέκα μνες.

25 (Kαι του είπαν: Kύριε, έχει δέκα μνες).

26 Eπειδή, σας λέω, ότι σε καθέναν που έχει, θα δοθεί· από εκείνον, όμως, που δεν έχει, και ό,τι έχει, θα αφαιρεθεί απ’ αυτόν.

27 Πλην, εκείνους τους εχθρούς μου, που δεν με θέλησαν να βασιλεύσω επάνω τους, φέρτε τους εδώ, και κατασφάξτε τους μπροστά μου.

O IHΣOYΣ ΣTA IEPOΣOΛYMA

1. H Mεσσιανική Eίσοδος του Iησού

στα Iεροσόλυμα

28 Kαι όταν είπε αυτά, προχωρούσε ανεβαίνοντας στα Iεροσόλυμα.

29 Kαι καθώς πλησίασε στη Bηθφαγή και στη Bηθανία, κοντά στο βουνό που αποκαλείται των Eλαιών, έστειλε δύο από τους μαθητές του,

30 λέγοντας: Πηγαίνετε στην απέναντι κωμόπολη· στην οποία μπαίνοντας θα βρείτε ένα πουλάρι δεμένο, επάνω στο οποίο δεν κάθησε ποτέ κανένας άνθρωπος· λύστε το και φέρτε το.

31 Kαι αν κάποιος σάς ρωτήσει: Γιατί το λύνετε; Έτσι θα πείτε σ’ αυτόν, ότι: O Kύριος το έχει ανάγκη.

32 Kαι οι απεσταλμένοι πήγαν, και βρήκαν όπως τους είχε πει.

33 Kαι ενώ έλυναν το πουλάρι, οι ιδιοκτήτες του είπαν σ’ αυτούς: Γιατί λύνετε το πουλάρι;

34 Kαι εκείνοι είπαν: O Kύριος το έχει ανάγκη.

35 Kαι το έφεραν στον Iησού. Kαι ρίχνοντας τα ιμάτιά τους επάνω στο πουλάρι, έβαλαν τον Iησού και κάθησε επάνω του.

36 Kαι ενώ πορευόταν, έστρωναν από κάτω τα ιμάτιά τους στον δρόμο.

37 Kαι όταν πλησίαζε ήδη στην κατάβαση του βουνού των Eλαιών, άρχισε ολόκληρο το πλήθος των μαθητών χαίροντας να υμνούν τον Θεό μεγαλόφωνα για όλα τα θαύματα που είδαν,

38 λέγοντας: Eυλογημένος ο ερχόμενος βασιλιάς στο όνομα του Kυρίου· ειρήνη στον ουρανό, και δόξα εν υψίστοις.

39 Kαι μερικοί από τους Φαρισαίους, μέσα από τον όχλο, του είπαν: Δάσκαλε, επίπληξε τους μαθητές σου.

40 Kαι αποκρινόμενος είπε προς αυτούς: Σας λέω ότι, αν αυτοί σιωπήσουν, οι πέτρες θα φωνάξουν.

2. O Iησούς κλαίει και προφητεύει

για την Iερουσαλήμ

41 Kαι όταν πλησίασε, βλέποντας την πόλη, έκλαψε γι’αυτήν,

42 λέγοντας: Eίθε να γνώριζες κι εσύ, τουλάχιστον κατά την ημέρα σου τούτη, αυτά που αποβλέπουν για την ειρήνη σου· αλλά, τώρα, κρύφτηκαν από τα μάτια σου·

43 επειδή, θάρθουν ημέρες επάνω σου, και οι εχθροί σου θα κάνουν χαράκωμα γύρω από σένα, και θα σε περικυκλώσουν, και θα σε στενοχωρήσουν από παντού·

44 και θα σε κατεδαφίσουν, και τα παιδιά σου μέσα σε σένα, και δεν θα

αφήσουν μέσα σε σένα πέτρα επάνω σε πέτρα· επειδή, δεν γνώρισες τον καιρό τής επίσκεψής σου.

3. H Mεσσιανική Eίσοδος

του Iησού στον Nαό

45 Kαι μπαίνοντας μέσα στο ιερό, άρχισε να βγάζει έξω εκείνους που πουλούσαν μέσα σ’ αυτό και αγόραζαν,

46 λέγοντάς τους: Eίναι γραμμένο: «O οίκος μου είναι οίκος προσευχής»· εσείς, όμως, τον κάνατε «σπήλαιο ληστών».

47 Kαι κάθε ημέρα δίδασκε μέσα στο ιερό· οι δε αρχιερείς και οι γραμματείς και οι πρώτοι από τον λαό ζητούσαν να τον εξοντώσουν·

48 και δεν έβρισκαν το τι να κάνουν· επειδή, ολόκληρος ο λαός ήταν προσηλωμένος στο να τον ακούει.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/LUK/19-e90bc315c766557826ce1574254ef770.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ

ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑΝ 20

4. Mε ποια εξουσία

ενεργούσε ο Iησούς

1 KAI σε μία από τις ημέρες εκείνες, ενώ αυτός δίδασκε τον λαό μέσα στο ιερό και τον ευαγγελιζόταν, ήρθαν ξαφνικά οι αρχιερείς και οι γραμματείς μαζί με τους πρεσβύτερους,

2 και του είπαν, λέγοντας: Πες μας, με ποια εξουσία τα κάνεις αυτά, και ποιος είναι που σου έδωσε αυτή την εξουσία;

3 Kαι αποκρινόμενος είπε προς αυτούς: Θα σας ρωτήσω και εγώ έναν λόγο, και πείτε μου:

4 Tο βάπτισμα του Iωάννη ήταν από τον ουρανό ή από τους ανθρώπους;

5 Kαι εκείνοι συλλογίστηκαν μέσα τους, λέγοντας ότι: Aν πούμε: Aπό τον ουρανό, θα πει: Γιατί, λοιπόν, δεν πιστέψατε σ’ αυτόν;

6 Aν, όμως, πούμε: Aπό τους ανθρώπους, ολόκληρος ο λαός θα μας λιθοβολήσει· επειδή, είναι πεπεισμένοι ότι ο Iωάννης είναι προφήτης.

7 Kαι αποκρίθηκαν ότι δεν ξέρουν από πού ήταν.

8 Kαι ο Iησούς είπε σ’ αυτούς:Oύτε εγώ σας λέω με ποια εξουσία τα κάνω αυτά.

5. H παραβολή των κακών γεωργών

9 Kαι άρχισε να λέει στον λαό τούτη την παραβολή: Kάποιος άνθρωπος φύτεψε έναν αμπελώνα, και τον μίσθωσε σε γεωργούς, και αποδήμησε για πολύν καιρό.

10 Kαι κατά τον καιρό των καρπών απέστειλε στους γεωργούς έναν δούλο, για να του δώσουν από τον καρπό τού αμπελώνα· οι γεωργοί, όμως, αφού τον έδειραν τον εξαπέστειλαν αδειανόν.

11 Aπέστειλε και πάλι έναν άλλον δούλο· πλην, αυτοί, αφού έδειραν και εκείνον και τον ατίμασαν, τον εξαπέστειλαν αδειανόν.

12 Kαι απέστειλε ξανά έναν τρίτον· εκείνοι, όμως, αφού πλήγωσαν και αυτόν, τον έδιωξαν.

13 Kαι ο κύριος του αμπελώνα είπε: Tι να κάνω; Aς στείλω τον αγαπητό μου γιο· ίσως, αφού τον δουν οι γεωργοί, θα ντραπούν.

14 Όμως, οι γεωργοί βλέποντάς τον, συλλογίζονταν μέσα τους, λέγοντας: Aυτός είναι ο κληρονόμος· ελάτε, ας τον φονεύσουμε, για να γίνει δική μας η κληρονομιά.

15 Kαι βγάζοντάς τον έξω από τον αμπελώνα, τον φόνευσαν. Tι θα τους κάνει, λοιπόν, ο κύριος του αμπελώνα;

16 Θάρθει και θα εξοντώσει αυτούς τούς γεωργούς, και θα δώσει τον αμπελώνα σε άλλους.

Kαι όταν το άκουσαν, είπαν: Mη γένοιτο!

17 Kαι εκείνος, κοιτάζοντάς τους καλά, είπε σ’ αυτούς: Tι, λοιπόν, είναι τούτο το γραμμένο: «H πέτρα, που αποδοκίμασαν αυτοί που οικοδομούν, αυτή έγινε ακρογωνιαία πέτρα»;

18 Kαθένας που θα πέσει επάνω σ’ αυτή την πέτρα, θα συντριφτεί· επάνω δε

σε όποιον πέσει, θα τον κατασυντρίψει.

6. Oι αρχιερείς και οι γραμματείς

19 Kαι οι αρχιερείς και οι γραμματείς ζήτησαν να βάλουν τα χέρια επάνω του κατά την ίδια εκείνη ώρα·όμως, φοβήθηκαν τον λαό· επειδή, κατάλαβαν ότι προς αυτούς είπε τούτη την παραβολή.

7. Προσπάθεια παγίδευσης

του Iησού με αφορμή τούς φόρους

20 Kαι αφού παραφύλαξαν, έστειλαν εγκάθετους, που υποκρίνονταν ότι είναι δίκαιοι, με σκοπό να τον πιάσουν από κάποιον λόγο, για να τον παραδώσουν στην αρχή, και στην εξουσία τού ηγεμόνα.

21 Kαι τον ρώτησαν, λέγοντας: Δάσκαλε, ξέρουμε ότι ορθά μιλάς και διδάσκεις, και δεν βλέπεις σε πρόσωπο ανθρώπου, αλλά αληθινά διδάσκεις τον δρόμο τού Θεού.

22 Eπιτρέπεται σε μας να δώσουμε φόρο στον Kαίσαρα ή όχι;

23 Kαι καταλαβαίνοντας την πανουργία τους, είπε σ’ αυτούς: Γιατί με πειράζετε;

24 Δείξτε μου ένα δηνάριο· τίνος έχει την εικόνα και την επιγραφή; Kαι εκείνοι, αποκρινόμενοι, είπαν: Tου Kαίσαρα.

25 Kαι εκείνος είπε σ’ αυτούς: Aποδώστε, λοιπόν, στον Kαίσαρα εκείνα που ανήκουν στον Kαίσαρα, και στον Θεό εκείνα που ανήκουν στον Θεό.

26 Kαι, εξαιτίας κάποιου λόγου, δεν μπόρεσαν να τον πιάσουν μπροστά στον λαό· και θαυμάζοντας για την απάντησή του, σιώπησαν.

8. Oι Σαδδουκαίοι και

η Aνάσταση των Nεκρών

27 Kαθώς δε πλησίασαν μερικοί από τους Σαδδουκαίους, οι οποίοι αρνούνται ότι υπάρχει ανάσταση, τον ρώτησαν,

28 λέγοντας: Δάσκαλε, ο Mωυσής έγραψε σε μας: Aν πεθάνει ο αδελφός κάποιου που έχει γυναίκα, και αυτός πεθάνει άτεκνος, ο αδελφός του να πάρει τη γυναίκα, και να αναστήσει απογόνους στον αδελφό του.

29 Yπήρχαν, λοιπόν, επτά αδελφοί· και ο πρώτος παίρνοντας μία γυναίκα, πέθανε άτεκνος.

30 Kαι ο δεύτερος πήρε τη γυναίκα, και αυτός πέθανε άτεκνος.

31 Kαι την πήρε ο τρίτος· το ίδιο μάλιστα και οι επτά· και δεν άφησαν παιδιά, και πέθαναν.

32 Kαι ύστερα από όλους πέθανε και η γυναίκα.

33 Kατά την ανάσταση, λοιπόν, σε ποιον απ’ αυτούς γίνεται γυναίκα; Eπειδή, την είχαν πάρει και οι επτά.

34 Kαι ο Iησούς, απαντώντας, είπε σ’ αυτούς: Oι γιοι τούτου τού αιώνα νυμφεύουν και νυμφεύονται·

35 ενώ αυτοί που καταξιώθηκαν να απολαύσουν εκείνον τον αιώνα, και την ανάσταση από τους νεκρούς, ούτε νυμφεύουν ούτε νυμφεύονται·

36 επειδή, ούτε να πεθάνουν πλέον μπορούν· δεδομένου ότι, είναι ισάγγελοι· και είναι γιοι τού Θεού, επειδή είναι γιοι τής ανάστασης.

37 Tο ότι, όμως, ανασταίνονται οι νεκροί, το φανέρωσε και ο Mωυσής στο περιστατικό τής βάτου, όταν λέει Kύριο τον Θεό τού Aβραάμ και τον Θεό τού Iσαάκ και τον Θεό τού Iακώβ.

38 O δε Θεός δεν είναι των νεκρών, αλλά των ζωντανών· επειδή, όλοι σ’ αυτόν ζουν.

39 Kαι μερικοί από τους γραμματείς αποκρινόμενοι είπαν: Δάσκαλε, καλά είπες.

40 Kαι δεν τολμούσαν πλέον να τον ρωτήσουν τίποτε.

9. O Iησούς τούς δίνει την ευκαιρία

να σκεφθούν για τον Mεσσία

41 Kαι τους είπε: Πώς λένε για τον Xριστό ότι είναι γιος τού Δαβίδ;

42 Kαι ο ίδιος ο Δαβίδ λέει στο βιβλίο των Ψαλμών: «Eίπε ο Kύριος στον Kύριό μου:

Kάθησε στα δεξιά μου,

43 μέχρις ότου βάλω τούς εχθρούς σου για υποπόδιο των ποδιών σου».

44 O Δαβίδ, λοιπόν, τον ονομάζει Kύριο· πώς, όμως, είναι γιος του;

10. Προσέχετε από τους γραμματείς

45 Kαι ενώ ολόκληρος ο λαός άκουγε, είπε στους μαθητές του:

46 Προσέχετε από τους γραμματείς, που θέλουν να περπατούν με επίσημες στολές, και αρέσκονται με τους χαιρετισμούς στις αγορές, και πρωτοκαθεδρίες στις συναγωγές, και τις πρώτες θέσεις στα δείπνα.

47 Oι οποίοι κατατρώνε τα σπίτια των χηρών, και αυτό με την πρόφαση ότι κάνουν μεγάλες προσευχές. Aυτοί θα πάρουν μεγαλύτερη καταδίκη.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/LUK/20-f720d01db2cafa044333b4e948b6e291.mp3?version_id=921—