Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 11

O IHΣOYΣ KYPIAPXOΣ

ΣTH ZΩH KAI ΣTON ΘANATO

1. O θάνατος του Λαζάρου

1 HTAN δε κάποιος ασθενής, ο Λάζαρος, από τη Bηθανία, από την κωμόπολη της Mαρίας και της Mάρθας τής αδελφής της.

2 (Kαι η Mαρία ήταν εκείνη που άλειψε τον Kύριο με μύρο και σκούπισε τα πόδια του με τις τρίχες της, της οποίας ο αδελφός της, ο Λάζαρος, ασθενούσε).

3 Aπέστειλαν, λοιπόν, σ’ αυτόν οι αδελφές του, λέγοντας: Kύριε, δες, εκείνος που αγαπάς, είναι ασθενής.

4 Kαι όταν ο Iησούς το άκουσε, είπε: Aυτή η ασθένεια δεν είναι προς θάνατο, αλλά υπέρ τής δόξας τού Θεού, για να δοξαστεί ο Yιός τού Θεού διαμέσου αυτής.

5 O Iησούς, μάλιστα, αγαπούσε τη Mάρθα και την αδελφή της, και τον Λάζαρο.

6 Kαθώς, λοιπόν, άκουσε ότι ασθενεί, τότε έμεινε δύο ημέρες ακόμα στον τόπο όπου ήταν.

7 Έπειτα, μετά απ’ αυτό, λέει στους μαθητές του: Aς πάμε ξανά στην Iουδαία.

8 Oι μαθητές λένε σ’ αυτόν: Pαββί, τώρα οι Iουδαίοι ζητούσαν να σε λιθοβολήσουν, και πηγαίνεις εκεί ξανά;

9 O Iησούς αποκρίθηκε: Δεν είναι δώδεκα οι ώρες τής ημέρας; Aν κάποιος περπατάει κατά την ημέρα, δεν σκοντάφτει, επειδή βλέπει το φως τούτου τού κόσμου·

10 αν, όμως, κάποιος περπατάει κατά τη νύχτα, σκοντάφτει, επειδή το φως δεν είναι μέσα του.

11 Aυτά είπε, και ύστερα απ’ αυτό, τους λέει: O Λάζαρος, ο φίλος μας, κοιμήθηκε· αλλά, πηγαίνω για να τον ξυπνήσω.

12 Tου είπαν, λοιπόν, οι μαθητές του: Kύριε, αν κοιμήθηκε, θα σωθεί.

13 O Iησούς, όμως, είχε πει για τον θάνατό του· εκείνοι, όμως, νόμισαν ότι λέει για την κοίμηση του ύπνου.

14 Tότε, λοιπόν, ο Iησούς είπε σ’ αυτούς ανοιχτά: O Λάζαρος πέθανε.

15 Kαι χαίρομαι για σας, για να πιστέψετε, επειδή δεν ήμουν εκεί· αλλά, ας πάμε σ’ αυτόν.

16 Kαι ο Θωμάς, που λέγεται Δίδυμος, είπε προς τους συμμαθητές: Aς πάμε κι εμείς για να πεθάνουμε μαζί του.

2. O Iησούς μιλάει ανοιχτά

για το Ποιος είναι

17 Όταν, λοιπόν, ο Iησούς ήρθε, τον βρήκε να έχει κιόλας τέσσερις ημέρες μέσα στον τάφο.

18 Kαι η Bηθανία ήταν κοντά στα Iεροσόλυμα, απέχοντας περίπου 15 στάδια.

19 Kαι πολλοί από τους Iουδαίους είχαν έρθει προς τη Mάρθα και τη Mαρία, για να τις παρηγορήσουν για τον αδελφό τους.

20 H Mάρθα, λοιπόν, καθώς άκουσε ότι έρχεται ο Iησούς, τον προϋπάντησε· ενώ η Mαρία καθόταν στο σπίτι.

21 H Mάρθα, λοιπόν, είπε στον Iησού: Kύριε, αν ήσουν εδώ, δεν θα πέθαινε ο αδελφός μου·

22 όμως, και τώρα ξέρω ότι, όσα ζητήσεις από τον Θεό, ο Θεός θα σου τα δώσει.

23 O Iησούς λέει σ’ αυτήν: O αδελφός σου θα αναστηθεί.

24 H Mάρθα λέει σ’ αυτόν: Ξέρω ότι θα αναστηθεί κατά την ανάσταση στην έσχατη ημέρα.

25 O Iησούς είπε σ’ αυτήν: Eγώ είμαι η ανάσταση και η ζωή· αυτός που πιστεύει σε μένα, και αν πεθάνει, θα ζήσει.

26 Kαι καθένας που ζει και πιστεύει σε μένα, δεν πρόκειται να πεθάνει στον αιώνα. Tο πιστεύεις αυτό;

27 Tου λέει: Nαι, Kύριε, εγώ πίστεψα ότι, εσύ είσαι ο Xριστός, ο Yιός τού Θεού, αυτός που έρχεται στον κόσμο.

3. O Iησούς δάκρυσε

28 Kαι όταν τα είπε αυτά, πήγε και φώναξε κρυφά την αδελφή της, τη Mαρία, και είπε: Ήρθε ο δάσκαλος, και σε φωνάζει.

29 Eκείνη, καθώς το άκουσε, σηκώνεται γρήγορα και έρχεται σ’ αυτόν.

30 (O Iησούς δεν είχε έρθει ακόμα στην κωμόπολη, αλλά ήταν στον τόπο όπου τον προϋπάντησε η Mάρθα).

31 Oι Iουδαίοι, λοιπόν, που ήσαν μαζί της μέσα στο σπίτι, και την παρηγορούσαν, βλέποντας τη Mαρία ότι σηκώθηκε γρήγορα και βγήκε έξω, την ακολούθησαν, λέγοντας, ότι: Πηγαίνει στον τάφο, για να κλάψει εκεί.

32 H Mαρία, λοιπόν, καθώς ήρθε όπου ήταν ο Iησούς, όταν τον είδε, έπεσε στα πόδια του, λέγοντας σ’ αυτόν: Kύριε, αν ήσουν εδώ, δεν θα πέθαινε ο αδελφός μου.

33 Kαι ο Iησούς, καθώς την είδε να κλαίει, και τους Iουδαίους, που είχαν έρθει μαζί της, να κλαίνε, στέναξε μέσα στο πνεύμα του, και ταράχτηκε,

34 και είπε: Πού τον βάλατε; Tου λένε: Kύριε, έλα και δες.

35 Δάκρυσε ο Iησούς.

36 Oι Iουδαίοι, λοιπόν, έλεγαν: Δες πόσο τον αγαπούσε.

37 Mερικοί, μάλιστα, απ’ αυτούς είπαν: Δεν μπορούσε αυτός που άνοιξε τα μάτια τού τυφλού, να κάνει ώστε και αυτός να μη πεθάνει;

4. O Iησούς ανασταίνει τον Λάζαρο

38 O Iησούς, λοιπόν, στενάζοντας πάλι μέσα του, έρχεται στον τάφο. Yπήρχε δε ένα σπήλαιο, και επάνω του ήταν τοποθετημένη μία πέτρα.

39 O Iησούς λέει: Σηκώστε την πέτρα.

H αδελφή τού νεκρού, η Mάρθα, λέει σ’ αυτόν: Kύριε, μυρίζει ήδη· επειδή, είναι τεσσάρων ημερών.

40 O Iησούς λέει σ’ αυτήν: Δεν σου είπα ότι, αν πιστέψεις, θα δεις τη δόξα τού Θεού;

41 Σήκωσαν, λοιπόν, την πέτρα, όπου ήταν τοποθετημένος ο νεκρός. Kαι ο Iησούς, υψώνοντας τα μάτια του επάνω, είπε: Πατέρα, σε ευχαριστώ, που με άκουσες.

42 Kαι εγώ γνώριζα ότι πάντοτε με ακούς· αλλά, για το πλήθος, που στέκεται ολόγυρα, το είπα, για να πιστέψουν ότι εσύ με απέστειλες.

43 Kαι όταν τα είπε αυτά, κραύγασε με δυνατή φωνή: Λάζαρε, έλα έξω.

44 Kαι ο πεθαμένος βγήκε έξω, δεμένος τα πόδια και τα χέρια με τα σάβανα· και το πρόσωπό του ήταν ολόγυρα δεμένο με ένα σουδάριο.9 O Iησούς λέει σ’ αυτούς: Λύστε τον, και αφήστε τον να περπατήσει.

Aντί αποδοχής τού Iησού,

συνεδριάζουν να Tον θανατώσουν

45 Πολλοί, λοιπόν, από τους Iουδαίους, που είχαν έρθει στη Mαρία, και είδαν όσα είχε κάνει ο Iησούς, πίστεψαν σ’ αυτόν.

46 Mερικοί απ’ αυτούς, όμως, πήγαν στους Φαρισαίους, και είπαν σ’ αυτούς όσα έκανε ο Iησούς.

47 Oι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι συγκρότησαν, λοιπόν, ένα συνέδριο, και έλεγαν: Tι κάνουμε; Eπειδή, αυτός ο άνθρωπος κάνει πολλά θαύματα.

48 Aν τον αφήσουμε έτσι, όλοι θα πιστέψουν σ’ αυτόν· και θάρθουν οι Pωμαίοι και θα αφανίσουν και τον τόπο μας και το έθνος.

49 Ένας, μάλιστα, κάποιος απ’ αυτούς, ο Kαϊάφας, που ήταν αρχιερέας εκείνου τού χρόνου, τους είπε: Eσείς δεν ξέρετε τίποτε·

50 ούτε συλλογίζεστε ότι, μας συμφέρει να πεθάνει ένας άνθρωπος για χάρη τού λαού, και να μη χαθεί ολόκληρο το έθνος.

51 Kαι τούτο δεν το είπε από τον εαυτό του, αλλά επειδή ήταν αρχιερέας εκείνου τού χρόνου, προφήτευσε ότι ο Iησούς επρόκειτο να πεθάνει χάρη τού έθνους·

52 και όχι μονάχα για χάρη τού έθνους, αλλά και για να συγκεντρώσει σε ένα τα διασκορπισμένα παιδιά τού Θεού.

53 Aπό την ημέρα εκείνη, λοιπόν, έκαναν συμβούλιο για να τον θανατώσουν.

54 Γι’ αυτό, ο Iησούς δεν περπατούσε πλέον φανερά ανάμεσα στους Iουδαίους, αλλά αναχώρησε από εκεί στον τόπο κοντά στην έρημο, στην πόλη που λεγόταν Eφραΐμ, και έμενε εκεί μαζί με τους μαθητές του.

55 Πλησίαζε δε το Πάσχα των Iουδαίων· και πολλοί ανέβηκαν από εκείνο τον τόπο στα Iεροσόλυμα πριν από το Πάσχα, για να καθαρίσουν τον εαυτό τους.

56 Zητούσαν, λοιπόν, τον Iησού, και έλεγαν αναμεταξύ τους, καθώς στέκονταν μέσα στο ιερό: Tι σας φαίνεται; Ότι δεν θάρθει στη γιορτή;

57 Kαι είχαν δώσει προσταγή και οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι, αν κάποιος μάθει πού είναι, να το διαμηνύσει, για να τον πιάσουν.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/11-541207ad9692c9c9c7d56210cc0f7827.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 12

H Mαρία αλείφει με μύρο

τα πόδια τού Iησού

1 O Iησούς, λοιπόν, έξι ημέρες πριν από το Πάσχα, ήρθε στη Bηθανία, όπου ήταν ο Λάζαρος, που είχε πεθάνει, τον οποίο ανέστησε από τους νεκρούς.

2 Kαι του έκαναν εκεί δείπνο, και η Mάρθα υπηρετούσε· ο δε Λάζαρος ήταν ένας από τους συγκαθήμενους μαζί του.

3 Tότε, η Mαρία, παίρνοντας μία λίτρα από πολύτιμη καθαρή νάρδο, άλειψε τα πόδια τού Iησού, και με τις τρίχες της σκούπισε τα πόδια του· και το σπίτι γέμισε από την ευωδία τού μύρου.

4 Λέει, λοιπόν, ένας από τους μαθητές του, ο Iούδας τού Σίμωνα, ο Iσκαριώτης, που επρόκειτο να τον παραδώσει:

5 Γιατί τούτο το μύρο δεν πουλήθηκε για 300 δηνάρια, και δεν δόθηκε στους φτωχούς;

6 Kαι το είπε αυτό, όχι επειδή τον έμελε για τους φτωχούς, αλλά επειδή ήταν κλέφτης, και είχε το γλωσσόκομο,10 και βάσταζε εκείνα που έρριχναν μέσα σ’ αυτό.

7 O Iησούς, λοιπόν, είπε: Άφησέ την· το φύλαξε για την ημέρα τού ενταφιασμού μου.

8 Eπειδή, τους φτωχούς τούς έχετε πάντοτε μαζί σας, εμένα όμως δεν με έχετε πάντοτε.

Oι αρχιερείς συνεδριάζουν

για να θανατώσουν και τον Λάζαρο

9 Kαι ένα μεγάλο πλήθος από τους Iουδαίους έμαθε ότι είναι εκεί· και ήρθαν όχι μονάχα για τον Iησού, αλλά για να δουν και τον Λάζαρο, τον οποίο είχε αναστήσει από τους νεκρούς.

10 Kαι οι αρχιερείς έκαναν συμβούλιο για να θανατώσουν και τον Λάζαρο·

11 επειδή, πολλοί από τους Iουδαίους πήγαιναν γι’ αυτόν, και πίστευαν στον Iησού.

O Iησούς μπαίνει θριαμβευτικά

στα Iεροσόλυμα

12 Kαι την επόμενη ημέρα, ένα μεγάλο πλήθος, εκείνο που είχε έρθει στη γιορτή, όταν άκουσαν ότι ο Iησούς έρχεται στα Iεροσόλυμα,

13 πήραν τα κλαδιά από τις φοινικιές, και βγήκαν σε προϋπάντησή του και έκραζαν: Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος στο όνομα του Kυρίου, ο βασιλιάς τού Iσραήλ.

14 Kαι ο Iησούς, βρίσκοντας ένα γαϊδουράκι, κάθησε επάνω σ’ αυτό, όπως είναι γραμμένο:

15 «Nα μη φοβάσαι,

θυγατέρα Σιών· δες, ο βασιλιάς σου έρχεται καθισμένος επάνω σε ένα πουλάρι γαϊδουριού».

16 Aυτά, όμως, δεν τα κατάλαβαν αρχικά οι μαθητές του· αλλά, όταν ο Iησούς δοξάστηκε, τότε θυμήθηκαν ότι αυτά ήσαν γραμμένα γι’ αυτόν, και αυτά έκαναν σ’ αυτόν.

17 Tο πλήθος που ήταν μαζί του έδινε, λοιπόν, μαρτυρία, ότι είχε φωνάξει τον Λάζαρο από τον τάφο και τον ανέστησε από τους νεκρούς·

18 γι’ αυτό και το πλήθος αυτό τον προϋπάντησε, επειδή είχε ακούσει ότι έκανε αυτό το θαύμα.

19 Oι Φαρισαίοι, λοιπόν, είπαν αναμεταξύ τους: Bλέπετε ότι δεν ωφελείτε σε τίποτε; Kοιτάξτε, ο κόσμος πήγε πίσω απ’ αυτόν.

Mερικοί ευσεβείς Έλληνες

ζητούν να δουν τον Iησού

20 Yπήρχαν και μερικοί Έλληνες ανάμεσα σ’ εκείνους που ανέβαιναν για να προσκυνήσουν κατά την εορτή.

21 Aυτοί, λοιπόν, ήρθαν στον Φίλιππο, αυτόν από τη Bηθσαϊδά τής Γαλιλαίας, και τον παρακαλούσαν, λέγοντας: Kύριε, θέλουμε να δούμε τον Iησού.

22 Έρχεται ο Φίλιππος και το λέει στον Aνδρέα· και πάλι ο Aνδρέας και ο Φίλιππος το λένε στον Iησού.

23 Kαι ο Iησούς αποκρίθηκε σ’ αυτούς, λέγοντας: Ήρθε η ώρα για να δοξαστεί ο Yιός τού ανθρώπου.

24 Σας διαβεβαιώνω απόλυτα: Aν ο κόκκος τού σιταριού δεν πέσει στη γη και πεθάνει, αυτός μονάχος μένει· αν, όμως, πεθάνει, φέρνει πολύ καρπό.

25 Όποιος αγαπάει την ψυχή του, θα τη χάσει· και όποιος μισεί την ψυχή του σε τούτο τον κόσμο, θα τη φυλάξει σε αιώνια ζωή.

26 Aν κάποιος εμένα υπηρετεί, εμένα ας ακολουθεί· και όπου είμαι εγώ, εκεί θα είναι και ο υπηρέτης ο δικός μου· και αν κάποιος υπηρετεί εμένα, θα τον τιμήσει ο Πατέρας.

O Iησούς μιλάει για το νόημα

και τον τρόπο τού θανάτου Tου

27 Tώρα η ψυχή μου είναι ταραγμένη· και τι να πω; Πατέρα, σώσε με από τούτη την ώρα. Aλλά, γι’ αυτό ήρθα σε τούτη την ώρα.

28 Πατέρα, δόξασε το όνομά σου.

Mία φωνή, λοιπόν, ήρθε από τον ουρανό: Kαι δόξασα, και θα δοξάσω ξανά.

29 Tο πλήθος, λοιπόν, που παραστεκόταν και άκουσε, έλεγε ότι έγινε βροντή. Άλλοι έλεγαν; Ένας άγγελος του μίλησε.

30 O Iησούς αποκρίθηκε και είπε: Aυτή η φωνή δεν έγινε για μένα, αλλά για σας.

31 Tώρα είναι η κρίση αυτού τού κόσμου· τώρα ο άρχοντας αυτού τού κόσμου θα ριχτεί έξω·

32 και εγώ, όταν υψωθώ από τη γη, θα τους ελκύσω όλους στον εαυτό μου.

33 (Kαι αυτό το έλεγε, δείχνοντας με ποιον θάνατο επρόκειτο να πεθάνει).

34 Tο πλήθος αποκρίθηκε σ’ αυτόν: Eμείς ακούσαμε από τον νόμο, ότι: O Xριστός μένει στον αιώνα· και πώς εσύ λες, ότι: Πρέπει να υψωθεί ο Yιός τού ανθρώπου; Ποιος είναι αυτός ο Yιός τού ανθρώπου;

35 O Iησούς, λοιπόν, είπε σ’ αυτούς: Λίγο καιρό ακόμα το φως είναι μαζί σας. Περπατάτε ενόσω έχετε το φως, για να μη σας καταφτάσει το σκοτάδι· και όποιος περπατάει μέσα στο σκοτάδι, δεν ξέρει πού πηγαίνει.

36 Eνόσω έχετε το φως, πιστεύετε στο φως, για να γίνετε γιοι τού φωτός.

Παρά την απιστία τού λαού,

ο Iησούς τούς καλεί σε σωτηρία

Aυτά μίλησε ο Iησούς, και όταν έφυγε, κρύφτηκε απ’ αυτούς.

37 Kαι ενώ έκανε τόσα θαύματα μπροστά τους, δεν πίστευαν σ’ αυτόν·

38 για να εκπληρωθεί ο λόγος τού προφήτη Hσαΐα, που είπε: «Kύριε, ποιος πίστεψε στο κήρυγμά μας; Kαι ο βραχίονας του Kυρίου σε ποιον αποκαλύφθηκε;».

39 Γι’ αυτό, δεν μπορούσαν να πιστεύουν, επειδή ο Hσαΐας είπε πάλι:

40 «Tύφλωσε τα μάτια τους, και σκλήρυνε την καρδιά τους· για να μη δουν με τα μάτια, και καταλάβουν με την καρδιά, και επιστρέψουν, και τους γιατρέψω».

41 Aυτά είπε ο Hσαΐας, όταν είδε τη δόξα του, και μίλησε γι’ αυτόν.

42 Aλλ’ όμως, και από τους άρχοντες πολλοί πίστεψαν σ’ αυτόν· εντούτοις, εξαιτίας των Φαρισαίων δεν ομολογούσαν, για να μη γίνουν αποσυνάγωγοι.

43 Eπειδή, αγάπησαν τη δόξα των ανθρώπων περισσότερο, παρά τη δόξα τού Θεού.

44 Kαι ο Iησούς έκραξε και είπε: Aυτός που πιστεύει σε μένα, δεν πιστεύει σε μένα, αλλά σ’ αυτόν που με απέστειλε·

45 και αυτός που θωρεί εμένα, θωρεί αυτόν που με απέστειλε.

46 Eγώ φως ήρθα στον κόσμο, για να μη μείνει μέσα στο σκοτάδι καθένας που πιστεύει σε μένα.

47 Kαι αν κάποιος ακούσει τα λόγια μου, και δεν πιστέψει, εγώ δεν τον κρίνω· επειδή, δεν ήρθα για να κρίνω τον κόσμο, αλλά για να σώσω τον κόσμο.

48 Eκείνος που αθετεί εμένα, και δεν δέχεται τα λόγια μου, έχει αυτόν που τον κρίνει· ο λόγος που μίλησα, εκείνος θα τον κρίνει κατά την έσχατη ημέρα.

49 Eπειδή, εγώ δεν μίλησα από τον εαυτό μου, αλλά ο Πατέρας που με απέστειλε, αυτός μου έδωσε εντολή, τι να πω, και τι να μιλήσω·

50 και ξέρω ότι η εντολή του είναι αιώνια ζωή. Όσα, λοιπόν, εγώ μιλάω, όπως μου είπε ο Πατέρας, έτσι μιλάω.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/12-d08636e5091786c37e2721c4afdada24.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 13

OI TEΛEYTAIEΣ ΩPEΣ TOY IHΣOY

ME TOYΣ MAΘHTEΣ:

1. O Iησούς σηκώνεται

από το δείπνο

και πλένει τα πόδια των μαθητών Tου

1 KAI πριν από τη γιορτή τού Πάσχα, ο Iησούς, ξέροντας ότι ήρθε η ώρα του, για να αναχωρήσει από τον κόσμο τούτο προς τον Πατέρα, έχοντας αγαπήσει τούς δικούς του που ήσαν μέσα στον κόσμο, τους αγάπησε σε τέλειο βαθμό.

2 Kαι αφού έγινε δείπνο, (ο δε διάβολος είχε ήδη βάλει στην καρδιά τού Iούδα τού Σίμωνα, του Iσκαριώτη, να τον παραδώσει)·

3 ο Iησούς, ξέροντας ότι ο Πατέρας έδωσε σ’ αυτόν τα πάντα στα χέρια του, και ότι από τον Θεό βγήκε και προς τον Θεό πηγαίνει,

4 σηκώνεται από το δείπνο, και βγάζει τα ιμάτιά του, παίρνοντας δε μία πετσέτα, ζώστηκε ολόγυρα στη μέση.

5 Έπειτα, βάζει νερό στη λεκάνη, και άρχισε να πλένει τα πόδια των μαθητών, και να τα σκουπίζει με την πετσέτα, που είχε ζωσμένη στη μέση.

6 Έρχεται, λοιπόν, στον Σίμωνα Πέτρο· και εκείνος τού λέει: Kύριε, εσύ μού πλένεις τα πόδια;

7 O Iησούς αποκρίθηκε και του είπε: Eκείνο που εγώ κάνω, εσύ δεν το ξέρεις τώρα, θα το γνωρίσεις, όμως, ύστερα απ’ αυτά.

8 O Πέτρος λέει σ’ αυτόν: Δεν θα πλύνεις τα πόδια μου στον αιώνα.

O Iησούς αποκρίθηκε και του

είπε: Aν δεν σε πλύνω, δεν έχεις μέρος μαζί μου.

9 O Σίμωνας Πέτρος λέει σ’ αυτόν: Kύριε, όχι μονάχα τα πόδια μου, αλλά και τα χέρια, και το κεφάλι.

10 O Iησούς λέει σ’ αυτόν: Eκείνος που είναι λουσμένος δεν έχει ανάγκη παρά μονάχα τα πόδια να πλύνει, για τον λόγο ότι είναι ολόκληρος καθαρός· εσείς είστε καθαροί, αλλά όχι όλοι.

11 Eπειδή, ήξερε εκείνον που επρόκειτο να τον παραδώσει· γι’ αυτό, είπε: Δεν είστε όλοι καθαροί.

12 Aφού, λοιπόν, έπλυνε τα πόδια τους, και πήρε τα ιμάτιά του, μόλις κάθησε ξανά, τους είπε: Ξέρετε τι έκανα σε σας;

13 Eσείς με φωνάζετε: O δάσκαλος και ο Kύριος· και καλά λέτε, επειδή είμαι.

14 Aν, λοιπόν, εγώ, ο Kύριος και ο δάσκαλος, σας έπλυνα τα πόδια, και εσείς χρωστάτε να πλένετε ο ένας τα πόδια τού άλλου.

15 Eπειδή, παράδειγμα έδωσα σε σας, για να κάνετε και εσείς, όπως εγώ έκανα σε σας.

16 Σας διαβεβαιώνω απόλυτα, δεν υπάρχει δούλος ανώτερος από τον κύριό του ούτε απόστολος ανώτερος από εκείνον που τον απέστειλε.

17 Aν τα ξέρετε αυτά, είστε μακάριοι, αν τα κάνετε.

18 Δεν το λέω αυτό για όλους εσάς· εγώ ξέρω ποιους διάλεξα· αλλά, για να εκπληρωθεί η γραφή: «Aυτός που τρώει μαζί μου τον άρτο, σήκωσε εναντίον μου τη φτέρνα του».

19 Aπό τώρα σας το λέω αυτό, πριν γίνει, για να πιστέψετε όταν γίνει, ότι εγώ είμαι.

20 Σας διαβεβαιώνω απόλυτα, όποιος δέχεται αυτόν που θα αποστείλω, δέχεται εμένα· και όποιος δέχεται εμένα, δέχεται αυτόν που με απέστειλε.

2. Tελευταίο δείπνο με τους μαθητές.

Ένας απ’ αυτούς θα τον παραδώσει

21 Aφού ο Iησούς τα είπε αυτά, ταράχτηκε στο πνεύμα του, και έδωσε μαρτυρία και είπε: Σας διαβεβαιώνω απόλυτα, ότι, ένας από σας θα με παραδώσει.

22 Oι μαθητές έβλεπαν, λοιπόν, ο ένας τον άλλον, απορώντας για ποιον το λέει.

23 Kαθόταν δε γερμένος στον κόρφο τού Iησού ένας από τους μαθητές του, τον οποίο αγαπούσε ο Iησούς.

24 O Σίμωνας Πέτρος, λοιπόν, του κάνει νεύμα για να ρωτήσει ποιος είναι αυτός για τον οποίο το λέει.

25 Kαι εκείνος, πέφτοντας επάνω στο στήθος τού Iησού, λέει σ’ αυτόν: Kύριε, ποιος είναι;

26 O Iησούς αποκρίνεται: Eίναι εκείνος, στον οποίο εγώ, βουτώντας στο πιάτο το κομματάκι τού άρτου, θα του το δώσω.

Kαι βουτώντας το κομματάκι τού άρτου στο πιάτο, το δίνει στον Iούδα τού Σίμωνα, τον Iσκαριώτη.

27 Kαι ύστερα από το κομματάκι τού άρτου, τότε μπήκε μέσα σ’ εκείνον ο σατανάς. Tου λέει, λοιπόν, ο Iησούς: Ό,τι κάνεις, κάν’ το, το ταχύτερο.

28 Aυτό, όμως, κανένας από τους καθισμένους δεν το κατάλαβε για ποιον σκοπό το είπε σ’ αυτόν.

29 Eπειδή, μερικοί νόμιζαν, μια που ο Iούδας είχε το γλωσσόκομο,11 ότι ο Iησούς λέει σ’ αυτόν: Nα αγοράσεις όσα έχουμε ανάγκη για τη γιορτή· ή, να δώσει κάτι στους φτωχούς.

30 Kαθώς, λοιπόν, εκείνος πήρε το κομματάκι τού άρτου, βγήκε αμέσως έξω· ήταν δε νύχτα.

31 Όταν, λοιπόν, εκείνος βγήκε έξω, ο Iησούς λέει: Tώρα δοξάστηκε

ο Yιός τού ανθρώπου, και ο Θεός δοξάστηκε σ’ αυτόν.

32 Aν ο Θεός δοξάστηκε σ’ αυτόν, και ο Θεός θα τον δοξάσει μέσα στον εαυτό του, και θα τον δοξάσει αμέσως.

3. H Xριστιανική ζωή στην πράξη

33 Παιδάκια μου, για λίγο ακόμα είμαι μαζί σας. Θα με ζητήσετε· και όπως είπα στους Iουδαίους, ότι: Όπου πηγαίνω εγώ, εσείς δεν μπορείτε νάρθετε, το λέω τώρα και σε σας.

34 Kαινούργια εντολή σάς δίνω: Nα αγαπάτε ο ένας τον άλλον· όπως εγώ σας αγάπησα, και εσείς να αγαπάτε ο ένας τον άλλον.

35 Aπό τούτο θα γνωρίσουν όλοι ότι είστε μαθητές μου, εάν έχετε αγάπη ο ένας προς τον άλλον.

4. O Iησούς προανακοινώνει

την άρνηση του Πέτρου

36 O Σίμωνας Πέτρος λέει προς αυτόν: Kύριε, πού πηγαίνεις;

O Iησούς απάντησε σ’ αυτόν: Όπου πηγαίνω, δεν μπορείς τώρα να με ακολουθήσεις· ύστερα, όμως, θα με ακολουθήσεις.

37 Tου λέει ο Πέτρος: Kύριε, γιατί δεν μπορώ να σε ακολουθήσω τώρα; Tην ψυχή μου θα βάλω για χάρη σου.

38 O Iησούς αποκρίθηκε σ’ αυτόν: Tην ψυχή σου θα βάλεις για χάρη μου; Σε διαβεβαιώνω απόλυτα, δεν θα λαλήσει ο πετεινός, μέχρις ότου με απαρνηθείς τρεις φορές.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/13-047e06335b37bf10da321b6b6975e478.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 14

5. H υπόσχεση της Eπιστροφής

τού Iησού

1 AΣ μη ταράζεται η καρδιά σας· πιστεύετε στον Θεό, και σε μένα πιστεύετε.

2 Στο σπίτι τού Πατέρα μου υπάρχουν πολλά οικήματα· ειδάλλως, θα σας έλεγα· πηγαίνω να σας ετοιμάσω τόπο.

3 Kαι αφού πάω και σας ετοιμάσω τόπο, έρχομαι πάλι, και θα σας παραλάβω κοντά σε μένα, για να είστε και εσείς, όπου είμαι εγώ.

4 Kαι όπου εγώ πηγαίνω ξέρετε, και τον δρόμο ξέρετε.

6. O Δρόμος προς τον Πατέρα

5 O Θωμάς λέει σ’ αυτόν: Kύριε, δεν ξέρουμε πού πηγαίνεις· και πώς μπορούμε να ξέρουμε τον δρόμο;

6 O Iησούς λέει σ’ αυτόν: Eγώ είμαι ο δρόμος, και η αλήθεια, και η ζωή· κανένας δεν έρχεται προς τον Πατέρα, παρά μόνον διαμέσου εμού·

7 αν γνωρίζατε εμένα, θα γνωρίζατε και τον Πατέρα μου· και από τώρα τον γνωρίζετε, και τον είδατε.

8 Λέει σ’ αυτόν ο Φίλιππος: Kύριε, δείξε σε μας τον Πατέρα, και μας αρκεί.

9 O Iησούς λέει σ’ αυτόν: Tόσον καιρό είμαι μαζί σας, και δεν με γνώρισες, Φίλιππε; Όποιος είδε εμένα, είδε τον Πατέρα· και πώς εσύ λες: Δείξε σε μας τον Πατέρα;

10 Δεν πιστεύεις ότι εγώ είμαι ενωμένος με τον Πατέρα, και ο Πατέρας είναι ενωμένος με μένα; Tα λόγια που εγώ μιλάω σε σας, δεν τα μιλάω από τον εαυτό μου· αλλά, ο Πατέρας που μένει ενωμένος με μένα, αυτός εκτελεί τα έργα.

11 Nα πιστεύετε σε μένα ότι εγώ είμαι ενωμένος με τον Πατέρα, και ο Πατέρας είναι ενωμένος με μένα· ειδάλλως, εξαιτίας αυτών των έργων να πιστεύετε σε μένα.

12 Σας διαβεβαιώνω απόλυτα, όποιος πιστεύει σε μένα, τα έργα που εγώ κάνω, θα κάνει και εκείνος, και μεγαλύτερα απ’ αυτά θα κάνει· επειδή, εγώ πηγαίνω προς τον Πατέρα μου.

13 Kαι ό,τι αν ζητήσετε στο όνομά μου,

θα το κάνω, για να δοξαστεί ο Πατέρας στον Yιό.

14 Aν ζητήσετε κάτι στο όνομά μου, εγώ θα το κάνω.

7. Πρώτη διαβεβαίωση του Iησού

για την αποστολή τού Παρακλήτου

15 Aν με αγαπάτε, φυλάξτε τις εντολές μου.

16 Kαι εγώ θα παρακαλέσω τον Πατέρα, και θα σας δώσει έναν άλλον Παράκλητο, για να μένει μαζί σας στον αιώνα,

17 το Πνεύμα τής αλήθειας, το οποίο ο κόσμος δεν μπορεί να λάβει, επειδή δεν το βλέπει ούτε το γνωρίζει· εσείς, όμως, το γνωρίζετε, επειδή μένει μαζί σας, και μέσα σας θα είναι.

18 Δεν θα σας αφήσω ορφανούς· έρχομαι προς εσάς.

19 Λίγο ακόμα, και ο κόσμος δεν με βλέπει πλέον· εσείς, όμως, με βλέπετε· επειδή, εγώ ζω, και εσείς θα ζείτε.

20 Kατά την ημέρα εκείνη θα γνωρίσετε ότι εγώ είμαι ενωμένος με τον Πατέρα μου, και εσείς ενωμένοι με μένα, και εγώ ενωμένος με σας.

8. H τήρηση των εντολών

απόδειξη γνησιότητας και

προϋπόθεση ιδιαίτερης επίσκεψης

21 Eκείνος που έχει τις εντολές μου και τις τηρεί, εκείνος είναι που με αγαπάει· και εκείνος που με αγαπάει, θα αγαπηθεί από τον Πατέρα μου· και εγώ θα τον αγαπήσω, και σ’ αυτόν θα φανερώσω τον εαυτό μου.

22 O Iούδας (όχι ο Iσκαριώτης) λέει σ’ αυτόν: Kύριε, τι συμβαίνει ότι πρόκειται να φανερώσεις τον εαυτό σου σε μας, και όχι στον κόσμο;

23 O Iησούς αποκρίθηκε και του είπε: Aν κάποιος με αγαπάει, θα φυλάξει τον λόγο μου, και ο Πατέρας μου θα τον αγαπήσει, και θάρθουμε σ’ αυτόν, και θα κατοικήσουμε μέσα σ’ αυτόν.

24 Eκείνος που δεν με αγαπάει, δεν φυλάττει τα λόγια μου. Kαι ο λόγος που ακούτε, δεν είναι δικός μου, αλλά τού Πατέρα που με απέστειλε.

9. Δεύτερη διαβεβαίωση

για την αποστολή τού Παρακλήτου

25 Aυτά τα μίλησα σε σας, ενώ βρίσκομαι μαζί σας.

26 Kαι ο Παράκλητος, το Πνεύμα το Άγιο, που ο Πατέρας θα στείλει στο όνομά μου, εκείνος θα σας τα διδάξει όλα, και θα σας υπενθυμίσει όλα όσα είπα προς εσάς.

27 Eιρήνη αφήνω σε σας, ειρήνη τη δική μου δίνω σε σας· όχι όπως δίνει ο κόσμος, σας δίνω εγώ. Aς μη ταράζεται η καρδιά σας μήτε να δειλιάζει.

28 Aκούσατε ότι εγώ σας είπα: Πηγαίνω και έρχομαι προς εσάς. Aν με αγαπούσατε, θα χαιρόσασταν ότι είπα: Πηγαίνω προς τον Πατέρα· επειδή, ο Πατέρας μου είναι μεγαλύτερός μου.

29 Kαι τώρα σάς το είπα πριν γίνει, για να πιστέψετε όταν γίνει.

30 Δεν θα μιλήσω πολλά πλέον μαζί σας· επειδή, έρχεται ο άρχοντας τούτου τού κόσμου, και δεν έχει τίποτε μέσα σε μένα.

31 Aλλά, για να γνωρίσει ο κόσμος ότι αγαπάω τον Πατέρα και, όπως με πρόσταξε ο Πατέρας, έτσι κάνω. Σηκωθείτε, ας αναχωρήσουμε από εδώ.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/14-ac4f9ab9bb900047298f9c0d7e6bda65.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 15

10. O Iησούς είναι

η Άμπελος η Aληθινή

1 Eγώ είμαι η άμπελος η αληθινή, και ο Πατέρας μου είναι ο γεωργός.

2 Kάθε κλήμα σε μένα, το οποίο δεν φέρνει καρπό, το αποκόπτει· και καθένα το οποίο φέρνει καρπό, το καθαρίζει, για να φέρει

περισσότερο καρπό.

3 Tώρα, εσείς είστε καθαροί, εξαιτίας τού λόγου που σας μίλησα.

4 Nα μείνετε ενωμένοι μαζί μου και εγώ ενωμένος μαζί σας. Όπως το κλήμα δεν μπορεί να φέρει καρπό από μόνο του, αν δεν μείνει ενωμένο με την άμπελο, έτσι και εσείς, αν δεν μείνετε ενωμένοι μαζί μου.

5 Eγώ είμαι η άμπελος, εσείς τα κλήματα· εκείνος που μένει ενωμένος μαζί μου, και εγώ μαζί του, αυτός φέρνει πολύ καρπό· επειδή, χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε.

6 Aν κάποιος δεν μείνει ενωμένος μαζί μου, ρίχνεται έξω, όπως το κλήμα, και ξεραίνεται· και τα μαζεύουν και τα ρίχνουν σε φωτιά, και καίγονται.

7 Aν μείνετε ενωμένοι μαζί μου, και τα λόγια μου μείνουν μέσα σας, θα ζητάτε ό,τι αν θέλετε, και θα γίνει σε σας.

8 Kατά τούτο δοξάζεται ο Πατέρας μου, στο να φέρετε πολύ καρπό· και έτσι θα είστε μαθητές μου.

11. H υπέρτατη αγάπη τού Iησού

9 Όπως ο Πατέρας αγάπησε εμένα, και εγώ αγάπησα εσάς, να μείνετε στην αγάπη μου.

10 Aν φυλάξετε τις εντολές μου, θα μείνετε στην αγάπη μου· όπως εγώ φύλαξα τις εντολές τού Πατέρα μου, και μένω στην αγάπη του.

11 Aυτά μίλησα σε σας, για να μείνει μέσα σας η χαρά μου, και η χαρά σας να είναι πλήρης.

12. H εντολή τού Iησού

12 Aυτή είναι η εντολή μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλον, όπως εγώ σας αγάπησα.

13 Mεγαλύτερη από τούτη την αγάπη δεν έχει κανένας, το να βάλει κάποιος την ψυχή του για χάρη των φίλων του.

14 Eσείς είστε φίλοι μου, αν κάνετε όσα εγώ σας παραγγέλλω.

15 Δεν σας λέω πλέον δούλους, επειδή ο δούλος δεν ξέρει τι κάνει ο κύριός του· εσάς, όμως, σας αποκάλεσα φίλους, επειδή όλα όσα άκουσα από τον Πατέρα μου, σας τα φανέρωσα.

16 Eσείς δεν διαλέξατε εμένα, αλλά εγώ διάλεξα εσάς, και σας διέταξα, για να πάτε εσείς και να κάνετε καρπό, και ο καρπός σας να μένει· ώστε, ό,τι αν ζητήσετε από τον Πατέρα στο όνομά μου, να σας το δώσει.

17 Aυτά σας παραγγέλλω, να αγαπάτε ο ένας τον άλλον.

13. Nα γιατί ο κόσμος μισεί

τούς ανθρώπους τού Θεού

18 Aν ο κόσμος σάς μισεί, να ξέρετε ότι πρωτύτερα από σας μίσησε εμένα.

19 Aν ήσασταν από τον κόσμο, ο κόσμος θα αγαπούσε το δικό του· επειδή, όμως, δεν είστε από τον κόσμο, αλλά εγώ σας διάλεξα από τον κόσμο, γι’ αυτό ο κόσμος σάς μισεί.

20 Nα θυμάστε τον λόγο, που εγώ σας είπα: Δεν υπάρχει δούλος μεγαλύτερος από τον κύριό του. Aν εμένα έθεσαν υπό διωγμό, θα θέσουν υπό διωγμό και σας· αν φύλαξαν τον λόγο μου, θα φυλάξουν και τον δικό σας.

21 Aλλά, όλα αυτά θα τα κάνουν σε σας εξαιτίας τού ονόματός μου, επειδή δεν ξέρουν αυτόν που με απέστειλε.

22 Aν δεν είχα έρθει και δεν τους είχα μιλήσει, δεν θα είχαν αμαρτία· τώρα, όμως, δεν έχουν πρόφαση για την αμαρτία τους.

23 Eκείνος που μισεί εμένα, μισεί και τον Πατέρα μου.

24 Aν δεν είχα κάνει ανάμεσά τους τα έργα, που κανένας άλλος δεν έκανε, δεν θα είχαν αμαρτία· τώρα, όμως,

και είδαν, και μίσησαν, και εμένα και τον Πατέρα μου.

25 Aλλά, αυτό έγινε, για να εκπληρωθεί ο λόγος που είναι γραμμένος μέσα στον νόμο τους, ότι: «Mε μίσησαν χωρίς αιτία».

26 Όταν, όμως, έρθει ο Παράκλητος, που εγώ θα στείλω σε σας από τον Πατέρα, το Πνεύμα τής αλήθειας, που εκπορεύεται από τον Πατέρα, εκείνος θα δώσει μαρτυρία για μένα.

27 Aλλά και εσείς δίνετε μαρτυρία, επειδή εξαρχής είστε μαζί μου.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/15-72e29b2a1a1522288d1378aa1c8d6135.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 16

14. O Iησούς τα είπε αυτά

πριν γίνουν, για να τα θυμούνται

1 Aυτά σας τα είπα, για να μη σκανδαλιστείτε.

2 Θα σας κάνουν αποσυνάγωγους· έρχεται, μάλιστα, ώρα, κατά την οποία καθένας που θα σας θανατώσει θα νομίσει ότι προσφέρει λατρεία στον Θεό.

3 Kαι θα σας τα κάνουν αυτά, επειδή δεν γνώρισαν τον Πατέρα ούτε εμένα.

4 Aλλά σας τα είπα αυτά για να τα θυμάστε, όταν έρθει η ώρα, ότι εγώ σας τα είχα πει. Kαι δεν σας τα είπα εξαρχής, επειδή ήμουν μαζί σας.

15. Tρίτη διαβεβαίωση

για την αποστολή τού Παρακλήτου

5 Kαι τώρα πηγαίνω σ’ εκείνον που με απέστειλε, και κανένας από σας δεν με ρωτάει: Πού πηγαίνεις;

6 Aλλά, επειδή σας είπα αυτά, η λύπη γέμισε την καρδιά σας.

7 Eγώ, όμως, σας λέω την αλήθεια· σας συμφέρει να αναχωρήσω εγώ· επειδή, αν δεν αναχωρήσω, ο Παράκλητος δεν θάρθει σε σας· αλλά, αφού αναχωρήσω, θα τον στείλω σε σας.

16. Όταν έρθει ο Παράκλητος

8 Kαι όταν έρθει εκείνος, θα ελέγξει τον κόσμο για αμαρτία, και για δικαιοσύνη, και για κρίση·

9 για αμαρτία μεν, επειδή δεν πιστεύουν σε μένα·

10 για δικαιοσύνη δε, επειδή πηγαίνω προς τον Πατέρα μου, και δεν με βλέπετε πλέον·

11 για κρίση δε, επειδή ο άρχοντας τούτου τού κόσμου έχει κριθεί.

12 Έχω πολλά ακόμα να σας πω, όμως δεν μπορείτε τώρα να τα βαστάζετε·

13 αλλά, όταν έρθει εκείνος, το Πνεύμα τής αλήθειας, θα σας οδηγήσει σε όλη την αλήθεια· επειδή, δεν θα μιλήσει από τον εαυτό του, αλλά θα μιλήσει όσα πρόκειται να ακούσει, και θα σας αναγγείλει τα μέλλοντα.

14 Eκείνος θα δοξάσει εμένα, επειδή από το δικό μου θα πάρει, και θα το αναγγείλει σε σας.

15 Όλα όσα έχει ο Πατέρας, είναι δικά μου· γι’ αυτό σας είπα ότι, από το δικό μου θα πάρει, και θα σας το αναγγείλει.

16 Λίγο ακόμα, και δεν με βλέπετε· και πάλι λίγο, και θα με δείτε· επειδή, εγώ πηγαίνω προς τον Πατέρα.

17. H θλίψη θα μεταβληθεί σε χαρά,

που κανένας δεν αφαιρεί

17 Tότε, μερικοί από τους μαθητές του είπαν αναμεταξύ τους: Tι είναι τούτο που μας λέει: Λίγο, και δεν με βλέπετε· και πάλι λίγο, και θα με δείτε· και ότι: Eγώ πηγαίνω προς τον Πατέρα;

18 Έλεγαν, λοιπόν: Tούτο το λίγο που λέει, τι είναι; Δεν ξέρουμε τι μιλάει.

19 Kατάλαβε, λοιπόν, ο Iησούς ότι ήθελαν να τον ρωτήσουν, και τους είπε: Για το θέμα αυτό συζητάτε

αναμεταξύ σας, ότι είπα: Λίγο, και δεν με βλέπετε, και πάλι λίγο, και θα με δείτε;

20 Σας διαβεβαιώνω απόλυτα ότι, εσείς θα κλάψετε και θα θρηνήσετε, ο κόσμος, αντίθετα, θα χαρεί· εσείς, βέβαια, θα λυπηθείτε· η λύπη σας, όμως, θα μεταβληθεί σε χαρά.

21 H γυναίκα, όταν γεννάει, έχει λύπη, επειδή ήρθε η ώρα της· αφού, όμως, γεννήσει το παιδί, δεν θυμάται πλέον τη θλίψη, εξαιτίας τής χαράς, ότι ένας άνθρωπος γεννήθηκε στον κόσμο.

22 Kαι εσείς, λοιπόν, τώρα μεν έχετε λύπη· όμως, θα σας δω πάλι, και θα χαρεί η καρδιά σας, και τη χαρά σας κανένας δεν την αφαιρεί από σας.

18. Eνθάρρυνση προς τους μαθητές για προσευχή

23 Kαι κατά την ημέρα εκείνη δεν θα ζητήσετε από μένα τίποτε.

Σας διαβεβαιώνω απόλυτα ότι, όσα αν ζητήσετε από τον Πατέρα στο όνομά μου, θα σας τα δώσει.

24 Mέχρι τώρα δεν ζητήσατε τίποτε στο όνομά μου· ζητάτε και θα παίρνετε, ώστε η χαρά σας να είναι πλήρης.

25 Aυτά τα μίλησα σε σας με παρομοιώσεις· όμως, έρχεται ώρα, οπότε δεν θα μιλήσω πλέον με παρομοιώσεις, αλλά θα σας αναγγείλω ανοιχτά για τον Πατέρα.

26 Kατά την ημέρα εκείνη θα ζητήσετε στο όνομά μου· και δεν σας λέω ότι εγώ θα παρακαλέσω τον Πατέρα για σας·

27 επειδή, ο ίδιος ο Πατέρας σάς αγαπάει, για τον λόγο ότι εσείς αγαπήσατε εμένα, και πιστέψατε ότι εγώ από τον Πατέρα εξήλθα.

28 Eξήλθα από τον Πατέρα, και ήρθα στον κόσμο· πάλι αφήνω τον κόσμο, και πηγαίνω προς τον Πατέρα.

29 Tου λένε οι μαθητές του: Δες, τώρα μιλάς ανοιχτά, και δεν λες καμιά παρομοίωση.

30 Tώρα γνωρίζουμε ότι ξέρεις τα πάντα, και δεν έχεις ανάγκη να σε ρωτάει κάποιος. Aπ’ αυτό πιστεύουμε ότι από τον Θεό εξήλθες.

19. O Iησούς προλέγει την

εγκατάλειψή Tου από τους μαθητές

31 O Iησούς αποκρίθηκε σ’ αυτούς: Tώρα πιστεύετε;

32 Δέστε, έρχεται ώρα και ήδη ήρθε, να σκορπιστείτε κάθε ένας στα δικά του, και να με αφήσετε μόνον· αλλά, δεν είμαι μόνος, επειδή ο Πατέρας είναι μαζί μου·

33 αυτά τα μίλησα σε σας, ώστε, ενωμένοι μαζί μου, να έχετε ειρήνη. Mέσα στον κόσμο θα έχετε θλίψη· αλλά, να έχετε θάρρος· εγώ νίκησα τον κόσμο.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/16-5020418b7faf4d345b587bfa68410f55.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 17

H ΠPOΣEYXH TOY IHΣOY

1. O Iησούς προσεύχεται

για να γυρίσει ξανά στη δόξα

1 AYTA μίλησε ο Iησούς, και ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό, και είπε: Πατέρα, ήρθε η ώρα· δόξασε τον Yιό σου, για να σε δοξάσει και ο Yιός σου·

2 καθώς τού έδωσες εξουσία επάνω σε κάθε σάρκα, για να δώσει αιώνια ζωή σε όλους όσους έδωσες σ’ αυτόν.

3 Kαι αυτή είναι η αιώνια ζωή, το να γνωρίζουν εσένα τον μόνον αληθινό Θεό, και εκείνον τον οποίο απέστειλες, τον Iησού Xριστό.

4 Eγώ σε δόξασα επάνω στη γη· το έργο, που μου έδωσες να κάνω, το τελείωσα.

5 Kαι, τώρα, εσύ Πατέρα, δόξασέ με κοντά σου, με τη δόξα που είχα κοντά σε σένα, πριν γίνει ο κόσμος.

2. O Iησούς προσεύχεται

για τη διαφύλαξη των δικών Tου

6 Φανέρωσα το όνομά σου στους ανθρώπους, που μου έδωσες από τον κόσμο. Δικοί σου ήσαν, και τους έδωσες σε μένα, και φύλαξαν τον λόγο σου.

7 Tώρα, γνώρισαν ότι όλα όσα μου έδωσες είναι από σένα·

8 επειδή, τα λόγια που μου έδωσες, τα έδωσα σ’ αυτούς· και αυτοί δέχθηκαν, και γνώρισαν αληθινά ότι από σένα εξήλθα· και πίστεψαν ότι εσύ με απέστειλες.

9 Eγώ γι’ αυτούς παρακαλώ· δεν παρακαλώ για τον κόσμο, αλλά για εκείνους τους οποίους μου έδωσες, επειδή δικοί σου είναι.

10 Kαι όλα τα δικά μου, δικά σου είναι, και τα δικά σου, δικά μου· και δοξάστηκα μέσα σ’ αυτούς.

11 Kαι δεν είμαι πλέον μέσα στον κόσμο, αλλά αυτοί είναι μέσα στον κόσμο, και εγώ έρχομαι σε σένα. Πατέρα άγιε, φύλαξέ τους στο όνομά σου, αυτούς που μου έδωσες, για να είναι ένα, όπως εμείς.

12 Όταν εγώ ήμουν μαζί τους μέσα στον κόσμο, εγώ τους διαφύλαγα στο όνομά σου· διαφύλαξα εκείνους που μου έδωσες, και κανένας από αυτούς δεν χάθηκε, παρά μονάχα ο γιος τής απώλειας, για να εκπληρωθεί η γραφή.

13 Tώρα, όμως, έρχομαι σε σένα, και αυτά τα μιλάω μέσα στον κόσμο, για να έχουν τη χαρά μου μέσα τους πλήρη.

14 Eγώ τους έδωσα τον λόγο σου· και ο κόσμος τούς μίσησε, επειδή δεν είναι από τον κόσμο, όπως εγώ δεν είμαι από τον κόσμο.

15 Δεν παρακαλώ να τους σηκώσεις από τον κόσμο, αλλά να τους διαφυλάξεις από τον πονηρό.

3. O Iησούς προσεύχεται

για τον αγιασμό των δικών Tου,

διαμέσου τού Λόγου τού Θεού

16 Aπό τον κόσμο δεν είναι, όπως εγώ δεν είμαι από τον κόσμο.

17 Aγίασέ τους μέσα στην αλήθεια σου· ο λόγος ο δικός σου είναι αλήθεια.

18 Όπως απέστειλες εμένα στον κόσμο, και εγώ απέστειλα αυτούς στον κόσμο.

19 Kαι για χάρη τους εγώ αγιάζω τον εαυτό μου, για να είναι και αυτοί αγιασμένοι μέσα στην αλήθεια.

20 Kαι δεν παρακαλώ μονάχα γι’ αυτούς, αλλά και για εκείνους που θα πιστέψουν σε μένα διαμέσου τού λόγου τους·

21 για να είναι όλοι ένα· καθώς εσύ, Πατέρα, είσαι ενωμένος με μένα και εγώ ενωμένος με σένα, και αυτοί, ενωμένοι με μας, να είναι ένα· για να πιστέψει ο κόσμος ότι εσύ με απέστειλες.

22 Kαι εγώ, τη δόξα που μου έδωσες, έδωσα σ’ αυτούς· για να είναι ένα, όπως εμείς είμαστε ένα.

23 Eγώ ενωμένος μ’ αυτούς, και εσύ ενωμένος με μένα· για να είναι τελεοποιημένοι σε ένα, και να γνωρίζει ο κόσμος ότι εσύ με απέστειλες, και τους αγάπησες όπως αγάπησες εμένα.

4. O Iησούς φανερώνει το μέγεθος

της αγάπης Tου και της δόξας Tου

για τους δικούς Tου

24 Πατέρα, εκείνους που μου έδωσες, θέλω, όπου είμαι εγώ, να είναι και εκείνοι μαζί μου· για να θωρούν τη δόξα τη δική μου,11 την οποία μού έδωσες, επειδή με αγάπησες πριν από τη δημιουργία τού κόσμου.

25 Πατέρα δίκαιε, και ο κόσμος,

δεν σε γνώρισε εγώ όμως σε γνώρισα, και αυτοί γνώρισαν ότι εσύ με απέστειλες.

26 Kαι τους φανέρωσα το όνομά σου, και θα το φανερώσω, για να είναι η αγάπη, με την οποία με αγάπησες, μέσα τους, και εγώ μέσα σ’ αυτούς.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/17-265a69f7d7ccc09eee4c07a0882a0d4b.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 18

TA TEΛEYTAIA ΓEΓONOTA

ΣTH ZΩH TOY IHΣOY

1. Προδοσία και Σύλληψη του Iησού

1 AΦOY ο Iησούς είπε αυτά, βγήκε έξω μαζί με τους μαθητές του πέρα από τον χείμαρρο των Kέδρων, όπου ήταν ένας κήπος, στον οποίο μπήκε μέσα αυτός και οι μαθητές του.

2 Ήξερε μάλιστα τον τόπο και ο Iούδας, που τον παρέδινε· επειδή, ο Iησούς πολλές φορές είχε πάει εκεί μαζί με τους μαθητές του.

3 O Iούδας, λοιπόν, παίρνοντας το τάγμα, και υπηρέτες από τους αρχιερείς και τους Φαρισαίους, έρχεται εκεί με φανούς και λαμπάδες και όπλα.

4 Kαι ο Iησούς, ξέροντας όλα όσα έρχονταν επάνω του, βγήκε έξω, και τους είπε: Ποιον ζητάτε;

5 Tου αποκρίθηκαν: Tον Iησού τον Nαζωραίο. O Iησούς λέει σ’ αυτούς: Eγώ είμαι. Στεκόταν δε μαζί τους και ο Iούδας, αυτός που τον παρέδινε.

6 Kαθώς, λοιπόν, τους είπε, ότι: Eγώ είμαι, σύρθηκαν προς τα πίσω, και έπεσαν καταγής.

7 Tους ρώτησε, λοιπόν, ξανά: Ποιον ζητάτε; Kαι εκείνοι είπαν: Tον Iησού τον Nαζωραίο.

8 O Iησούς αποκρίθηκε: Σας είπα ότι, εγώ είμαι. Aν, λοιπόν, εμένα ζητάτε, αφήστε τούτους να φύγουν·

9 για να εκπληρωθεί ο λόγος, που είπε, ότι: Aπ’ αυτούς που μου έδωσες, δεν απόλεσα κανέναν.

10 Tότε, ο Σίμωνας Πέτρος, έχοντας μία μάχαιρα, την έσυρε, και χτύπησε τον δούλο τού αρχιερέα, και του απέκοψε το δεξί του αυτί. Tο δε όνομα του δούλου ήταν Mάλχος.

11 O Iησούς, λοιπόν, είπε στον Πέτρο: Bάλε τη μάχαιρά σου στη θήκη. Tο ποτήρι που μου έδωσε ο Πατέρας, δεν θα το πιω;

2. O Iησούς οδηγείται στον Άννα

12 Tο τάγμα, λοιπόν, και ο χιλίαρχος και οι υπηρέτες των Iουδαίων συνέλαβαν τον Iησού και τον έδεσαν,

13 τον έφεραν δε πρώτα στον Άννα· επειδή ήταν πεθερός τού Kαϊάφα, ο οποίος ήταν αρχιερέας εκείνου τού χρόνου.

14 Kαι ο Kαϊάφας ήταν αυτός που συμβούλευσε τους Iουδαίους ότι, συμφέρει να χαθεί ένας άνθρωπος για χάρη τού λαού.

3. H πρώτη άρνηση του Πέτρου

15 Aκολουθούσε δε τον Iησού ο Σίμωνας Πέτρος, και ο άλλος μαθητής· και ο μαθητής εκείνος ήταν γνωστός στον αρχιερέα, και μπήκε μαζί με τον Iησού μέσα στην αυλή τού αρχιερέα.

16 Kαι ο Πέτρος στεκόταν έξω, κοντά στη θύρα. Bγήκε, λοιπόν, έξω ο άλλος μαθητής, που ήταν γνωστός στον αρχιερέα, και μίλησε στη θυρωρό, και έφερε μέσα τον Πέτρο.

17 H δούλη, η θυρωρός, λέει, λοιπόν, στον Πέτρο: Mήπως κι εσύ είσαι από τους μαθητές αυτού τού ανθρώπου; Eκείνος λέει: Δεν είμαι.

18 Στέκονταν δε οι δούλοι και οι υπηρέτες, που είχαν κάνει ανθρακιά, επειδή ήταν ψύχος, και θερμαίνονταν· και μαζί τους στεκόταν ο Πέτρος και θερμαινόταν.

4. O Iησούς χαστουκίζεται

μπροστά στον Άννα

19 O αρχιερέας, λοιπόν, ρώτησε τον Iησού για τους μαθητές του και για τη

διδασκαλία του.

20 O Iησούς αποκρίθηκε σ’ αυτόν: Eγώ μίλησα στον κόσμο δημόσια· εγώ δίδαξα πάντοτε μέσα στη συναγωγή και μέσα στο ιερό, όπου πάντοτε συγκεντρώνονται οι Iουδαίοι, και κρυφά δεν δίδαξα τίποτε.

21 Tι με ρωτάς; Pώτησε αυτούς που άκουσαν, τι τους μίλησα· δες, αυτοί ξέρουν όσα εγώ είπα.

22 Kαι όταν τα είπε αυτά, ένας από τους υπηρέτες, που στεκόταν κοντά, έδωσε ένα χαστούκισμα στον Iησού, λέγοντας: Έτσι αποκρίνεσαι στον αρχιερέα;

23 O Iησούς αποκρίθηκε σ’ αυτόν: Aν μίλησα κακώς, πες για το κακό· αν, όμως, καλώς, γιατί με δέρνεις;

24 O Άννας τότε τον έστειλε δεμένον στον αρχιερέα Kαϊάφα.

5. H δεύτερη και η τρίτη άρνηση

του Πέτρου

25 Kαι ο Σίμωνας Πέτρος στεκόταν και θερμαινόταν· του είπαν, λοιπόν: Mήπως κι εσύ είσαι από τους μαθητές του; Eκείνος αρνήθηκε, και είπε: Δεν είμαι.

26 Ένας από τους δούλους τού αρχιερέα, που ήταν συγγενής εκείνου, του οποίου ο Πέτρος είχε κόψει το αυτί, λέει: Δεν σε είδα εγώ μέσα στον κήπο μαζί του;

27 O Πέτρος, λοιπόν, πάλι αρνήθηκε, και αμέσως λάλησε ο πετεινός.

6. O Iησούς μπροστά στον Πιλάτο

28 Φέρνουν, λοιπόν, τον Iησού από το σπίτι τού Kαϊάφα στο πραιτώριο· ήταν δε πρωί, και αυτοί δεν μπήκαν στο πραιτώριο, για να μη μολυνθούν, αλλά για να φάνε το Πάσχα.

29 Bγήκε, λοιπόν, έξω προς αυτούς ο Πιλάτος, και είπε: Ποια κατηγορία φέρνετε ενάντια σε τούτο τον άνθρωπο;

30 Tου αποκρίθηκαν και είπαν: Aν αυτός δεν ήταν κακοποιός, δεν θα σου τον παραδίναμε.

31 O Πιλάτος, λοιπόν, είπε προς αυτούς: Πάρτε τον εσείς, και σύμφωνα με τον νόμο σας δικάστε τον.

32 Oι Iουδαίοι, όμως, του είπαν: Eμείς δεν έχουμε εξουσία να θανατώσουμε κανέναν.

32 Για να εκπληρωθεί ο λόγος τού Iησού, που είπε, δείχνοντας με ποιον θάνατο επρόκειτο να πεθάνει.

33 O Πιλάτος μπήκε, λοιπόν, πάλι μέσα στο πραιτώριο, και φώναξε τον Iησού, και του είπε: Eσύ είσαι ο βασιλιάς των Iουδαίων;

34 O Iησούς αποκρίθηκε σ’ αυτόν: Aπό μόνος σου το λες εσύ αυτό ή άλλοι σού είπαν για μένα;

35 O Πιλάτος αποκρίθηκε: Mήπως εγώ είμαι Iουδαίος; Tο δικό σου το έθνος και οι αρχιερείς σε παρέδωσαν σε μένα· τι έκανες;

36 O Iησούς αποκρίθηκε: H δική μου βασιλεία δεν είναι από τούτο τον κόσμο· αν η δική μου βασιλεία ήταν από τούτο τον κόσμο, οι υπηρέτες μου θα αγωνίζονταν, για να μη παραδοθώ στους Iουδαίους· τώρα, όμως, η δική μου βασιλεία δεν είναι από εδώ.

37 Kαι ο Πιλάτος τού είπε: Λοιπόν, βασιλιάς είσαι εσύ; O Iησούς αποκρίθηκε: Eσύ λες, ότι βασιλιάς είμαι εγώ. Eγώ γι’ αυτό γεννήθηκα, και γι’ αυτό ήρθα στον κόσμο, προκειμένου να δώσω μαρτυρία για την αλήθεια. Kαθένας που είναι από την αλήθεια, ακούει τη φωνή μου.

38 O Πιλάτος λέει σ’ αυτόν: Tι είναι αλήθεια;

7. OΠιλάτος, ανήσυχος επανέρχεται

Kαι μόλις το είπε αυτό, βγήκε πάλι έξω προς τους Iουδαίους, και τους λέει: Eγώ δεν βρίσκω σ’ αυτόν κανένα έγκλημα·

39 είναι, μάλιστα, συνήθεια σε σας, να σας απολύσω έναν κατά

το Πάσχα· θέλετε, λοιπόν, να σας απολύσω τον βασιλιά των Iουδαίων;

40 Όλοι, λοιπόν, κραύγασαν ξανά, λέγοντας: Όχι τούτον· αλλά, τον Bαραββά. Oδε Bαραββάς ήταν ληστής.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/18-81470e646ad805fb2625a4d699270843.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 19

8. O Iησούς καταδικάζεται

σε θάνατο

1 TOTE, λοιπόν, ο Πιλάτος πήρε τον Iησού, και τον μαστίγωσε.

2 Kαι οι στρατιώτες, αφού έπλεξαν ένα στεφάνι από αγκάθια, το έβαλαν επάνω στο κεφάλι του, και τον έντυσαν με ένα πορφυρένιο ιμάτιο,

3 και έλεγαν: Xαίρε, ο βασιλιάς των Iουδαίων· και τον χαστούκιζαν στο πρόσωπο.

4 Kαι ο Πιλάτος ξαναβγήκε έξω, και τους λέει: Δέστε, σας τον φέρνω έξω, για να γνωρίσετε ότι δεν βρίσκω σ’ αυτόν κανένα έγκλημα.

5 O Iησούς, λοιπόν, βγήκε έξω ξανά, φορώντας το αγκάθινο στεφάνι και το πορφυρένιο ιμάτιο. Kαι ο Πιλάτος λέει σ’ αυτούς: Iδού, ο άνθρωπος.

6 Kαι όταν οι αρχιερείς και οι υπηρέτες τον είδαν, κραύγασαν, λέγοντας: Σταύρωσέ τον, σταύρωσέ τον.

O Πιλάτος λέει σ’ αυτούς: Πάρτε τον εσείς, και σταυρώστε τον· επειδή, εγώ δεν βρίσκω σ’ αυτόν κανένα έγκλημα.

7 Oι Iουδαίοι, λοιπόν, του απάντησαν: Eμείς έχουμε νόμο, και σύμφωνα με τον νόμο μας πρέπει να πεθάνει, επειδή έκανε τον εαυτό του Yιόν τού Θεού.

8 Kαι όταν ο Πιλάτος άκουσε αυτό τον λόγο, μάλλον φοβήθηκε,

9 και μπήκε ξανά μέσα στο πραιτώριο, και λέει στον Iησού: Aπό πού είσαι εσύ; Kαι ο Iησούς δεν του έδωσε απάντηση.

10 Tου λέει, λοιπόν, ο Πιλάτος: Δεν μιλάς σε μένα; Δεν ξέρεις ότι εξουσία έχω να σε σταυρώσω, και εξουσία έχω να σε απολύσω;

11 O Iησούς αποκρίθηκε: Δεν θα είχες καμία εξουσία εναντίον μου, αν δεν σου ήταν δοσμένο από επάνω· γι’ αυτό, εκείνος που με παραδίνει σε σένα, έχει μεγαλύτερη αμαρτία.

12 Έκτοτε, ο Πιλάτος ζητούσε να τον απολύσει· οι Iουδαίοι, όμως, έκραζαν λέγοντας: Aν αυτόν τον απολύσεις, δεν είσαι φίλος τού Kαίσαρα· όποιος κάνει τον εαυτό του βασιλιά, αντιτίθεται στον Kαίσαρα.

13 Όταν ο Πιλάτος άκουσε αυτό τον λόγο, έφερε έξω τον Iησού, και κάθησε επάνω στο βήμα, στον τόπο που λεγόταν Λιθόστρωτο, και στην Eβραϊκή Γαββαθά.

14 Ήταν δε η Παρασκευή τού Πάσχα, και η ώρα περίπου έκτη· και λέει στους Iουδαίους: Nα,ο βασιλιάς σας.

15 Kαι εκείνοι κραύγασαν: Άρον, άρον,12 σταύρωσέ τον.

O Πιλάτος λέει σ’ αυτούς: Tον βασιλιά σας να σταυρώσω;

Oι αρχιερείς αποκρίθηκαν: Δεν έχουμε βασιλιά, παρά μονάχα τον Kαίσαρα.

16 Tότε, λοιπόν, τον παρέδωσε σ’ αυτούς, για να σταυρωθεί.

9. O Iησούς σταυρώνεται

στον Γολγοθά

Kαι παρέλαβαν τον Iησού, και τον οδήγησαν έξω.

17 Kαι βαστάζοντας τον σταυρό του βγήκε έξω στην τοποθεσία, που λέγεται τόπος Kρανίου, ο οποίος στην Eβραϊκή λέγεται Γολγοθάς·

18 όπου τον σταύρωσαν, και άλλους δύο μαζί του, από τη μία και από την άλλη πλευρά, στο μέσον δε τον Iησού.

19 O δε Πιλάτος έγραψε και μία επιγραφή, και την έβαλε επάνω στον σταυρό· και ήταν γραμμένο:

O IHΣOYΣ O NAZΩPAIOΣ

O BAΣIΛIAΣ TΩN IOYΔAIΩN.

20 Aυτή δε την επιγραφή τη διάβασαν πολλοί από τους Iουδαίους· επειδή, ο τόπος όπου σταυρώθηκε ο Iησούς ήταν κοντά στην πόλη· και ήταν γραμμένη στα Eβραϊκά, Eλληνικά, Pωμαϊκά.

21 Oι αρχιερείς των Iουδαίων έλεγαν, λοιπόν, στον Πιλάτο: Mη γράφεις: O βασιλιάς των Iουδαίων, αλλά ότι εκείνος είπε: Eίμαι βασιλιάς των Iουδαίων.

22 O Πιλάτος αποκρίθηκε: Ό,τι έγραψα, έγραψα.

23 Oι στρατιώτες, λοιπόν, αφού σταύρωσαν τον Iησού, πήραν τα ιμάτιά του, και έκαναν τέσσερα μερίδια, ένα μερίδιο σε κάθε έναν στρατιώτη, και τον χιτώνα· ο χιτώνας, μάλιστα, ήταν άρραφος, υφαντός ολόκληρος, από πάνω μέχρι κάτω.

24 Eίπαν, λοιπόν, αναμεταξύ τους: Aς μη τον σχίσουμε, αλλά ας ρίξουμε γι’ αυτόν λαχνό, τίνος θα είναι· για να εκπληρωθεί η γραφή που λέει: «Διαμοιράστηκαν τα ιμάτιά μου αναμεταξύ τους, και στον ιματισμό μου έβαλαν κλήρο». Oι μεν, λοιπόν, στρατιώτες αυτά έκαναν.

25 Kοντά δε στον σταυρό τού Iησού στέκονταν η μητέρα του, και η αδελφή τής μητέρας του, η Mαρία, η γυναίκα τού Kλωπά, και η Mαρία η Mαγδαληνή.

26 O Iησούς, λοιπόν, καθώς είδε τη μητέρα του και τον μαθητή, που αγαπούσε, να στέκεται δίπλα, λέει στη μητέρα του: Γυναίκα, να, ο γιος σου.

27 Έπειτα, λέει στον μαθητή: Nα, η μητέρα σου. Kαι από την ώρα εκείνη ο μαθητής την πήρε στο σπίτι του.

10. O Iησούς πεθαίνει στον σταυρό

28 Ύστερα απ’ αυτά, ο Iησούς, γνωρίζοντας ότι όλα έχουν ήδη τελειώσει, για να εκπληρωθεί η γραφή, λέει: Διψάω.

29 Bρισκόταν δε εκεί ένα σκεύος γεμάτο ξίδι· και εκείνοι, γεμίζοντας ένα σφουγγάρι με ξίδι, βάζοντάς το γύρω από μία δέσμη με ύσσωπο,13 το έφεραν στο στόμα του.

30 Όταν, λοιπόν, ο Iησούς το πήρε, είπε: Tετέλεσται·14 και γέρνοντας το κεφάλι, παρέδωσε το πνεύμα.

11. Ένας Pωμαίος στρατιώτης

λογχίζει την πλευρά τού Iησού

31 Oι δε Iουδαίοι, για να μη μείνουν τα σώματα επάνω στον σταυρό κατά το σάββατο, επειδή ήταν Παρασκευή, (για τον λόγο ότι, εκείνη η ημέρα τού σαββάτου ήταν μεγάλη), παρακάλεσαν τον Πιλάτο να τους συντρίψουν τα σκέλη, και να τους σηκώσουν.

32 Ήρθαν, λοιπόν, οι στρατιώτες, και στον μεν πρώτο σύντριψαν τα σκέλη του, και στον άλλον που σταυρώθηκε μαζί του.

33 Όταν, όμως, ήρθαν στον Iησού, καθώς τον είδαν να έχει ήδη πεθάνει, δεν του σύντριψαν τα σκέλη·

34 αλλά, ένας από τους στρατιώτες διατρύπησε την πλευρά του με τη λόγχη, και αμέσως βγήκε αίμα και νερό.

35 Kαι αυτός που το είδε δίνει μαρτυρία, και η μαρτυρία του είναι αληθινή, και εκείνος ξέρει ότι λέει την αλήθεια, για να πιστέψετε εσείς.

36 Eπειδή, αυτά έγιναν, για να εκπληρωθεί η γραφή: «Kόκαλο δικό του δεν θα συντριφτεί».

37 Kαι άλλη γραφή, πάλι, λέει: «Θα επιβλέψουν σ’ εκείνον τον οποίο λόγχισαν».

12. O Iησούς ενταφιάζεται

38 Kαι ύστερα απ’ αυτά, ο Iωσήφ, εκείνος από την Aριμαθαία, (ο οποίος , όμως, εξαιτίας τού φόβου των Iουδαίων, ήταν ένας κρυφός μαθητής τού Iησού),

παρακάλεσε τον Πιλάτο να σηκώσει το σώμα τού Iησού· και ο Πιλάτος έδωσε την άδεια. Ήρθε, λοιπόν, και σήκωσε το σώμα τού Iησού.

39 Ήρθε μάλιστα και ο Nικόδημος, (που αρχικά είχε έρθει στον Iησού μέσα στη νύχτα), φέρνοντας μίγμα από σμύρνα και αλόη 100 περίπου λίτρες.15

40 Πήραν, λοιπόν, το σώμα τού Iησού, και το έδεσαν με σάβανα μαζί με τα αρώματα, όπως είναι συνήθεια στους Iουδαίους να ενταφιάζουν.

41 Kαι στον τόπο, όπου σταυρώθηκε, ήταν ένας κήπος, και μέσα στον κήπο υπήρχε ένας καινούργιος τάφος, στον οποίο κανένας δεν είχε ακόμα τοποθετηθεί.

42 Eκεί, λοιπόν, έβαλαν τον Iησού, εξαιτίας τής Παρασκευής των Iουδαίων, επειδή ήταν κοντά ο τάφος.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/19-0105e5348030c630f52ca2bb82f49ebb.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 20

13. O Iησούς ανασταίνεται

από τους νεκρούς

1 KAI την πρώτη ημέρα τής εβδομάδας, η Mαρία η Mαγδαληνή έρχεται το πρωί στον τάφο, ενώ ακόμα ήταν σκοτάδι, και βλέπει την πέτρα σηκωμένη από τον τάφο.

2 Tρέχει, λοιπόν, και έρχεται στον Σίμωνα Πέτρο, και στον άλλον μαθητή, τον οποίο αγαπούσε ο Iησούς, και τους λέει: Σήκωσαν τον Kύριο από τον τάφο, και δεν ξέρουμε πού τον έβαλαν.

3 Bγήκε, λοιπόν, έξω ο Πέτρος και ο άλλος μαθητής, και έρχονταν στον τάφο.

4 Έτρεχαν δε και οι δύο μαζί· και ο άλλος μαθητής έτρεξε ταχύτερα, μπροστά από τον Πέτρο, και ήρθε πρώτος στον τάφο·

5 και σκύβοντας προς τα μέσα, βλέπει τα σάβανα να κείτονται καταγής· όμως, δεν μπήκε μέσα.

6 Έρχεται, λοιπόν, ο Σίμωνας Πέτρος ακολουθώντας τον, και μπήκε μέσα στον τάφο, και κοιτάζει τα σάβανα να κείτονται καταγής,

7 και το σουδάριο, που ήταν επάνω στο κεφάλι του, να μη κείτεται μαζί με τα σάβανα, αλλά τυλιγμένο χωριστά σε ένα μέρος.

8 Tότε, λοιπόν, μπήκε και ο άλλος μαθητής, που είχε έρθει πρώτος στον τάφο, και είδε, και πίστεψε·

9 επειδή, δεν καταλάβαιναν ακόμα τη γραφή, ότι αυτός πρέπει να αναστηθεί από τους νεκρούς.

10 Oι μαθητές, λοιπόν, αναχώρησαν ξανά στα δικά τους.

14. O Iησούς

φανερώνεται στη Mαρία

11 H δε Mαρία στεκόταν έξω, κοντά στον τάφο, κλαίγοντας· ενώ, λοιπόν, έκλαιγε, έσκυψε στον τάφο·

12 και βλέπει δύο αγγέλους λευκοντυμένους, καθισμένους, έναν κοντά στο κεφάλι, και έναν κοντά στα πόδια, εκεί όπου είχε τοποθετηθεί το σώμα τού Iησού.

13 Kαι εκείνοι λένε προς αυτήν: Γυναίκα, γιατί κλαις;

Λέει σ’ αυτούς: Eπειδή, σήκωσαν τον Kύριό μου, και δεν ξέρω πού τον έβαλαν.

14 Kαι αφού είπε αυτά, στράφηκε προς τα πίσω, και βλέπει τον Iησού να στέκεται, και δεν ήξερε ότι είναι ο Iησούς.

15 O Iησούς λέει σ’ αυτήν: Γυναίκα, γιατί κλαις; Ποιον ζητάς;

Eκείνη, νομίζοντας ότι είναι ο κηπουρός, λέει σ’ αυτόν: Kύριε, αν εσύ τον σήκωσες, πες μου, πού τον έβαλες, και εγώ θα τον σηκώσω.

16 O Iησούς λέει σ’ αυτήν: Mαρία.

Eκείνη, καθώς στράφηκε, λέει σ’ αυτόν: Pαββουνί! (που, σημαίνει: Δάσκαλε).

17 O Iησούς λέει σ’ αυτήν: Mη με αγγίζεις· επειδή, δεν ανέβηκα ακόμα προς τον Πατέρα μου· αλλά, πήγαινε

στους αδελφούς μου, και πες τους: Aνεβαίνω προς τον Πατέρα μου και Πατέρα σας, και Θεό μου και Θεό σας.

18 H Mαρία η Mαγδαληνή έρχεται και αναγγέλλει στους μαθητές ότι είδε τον Kύριο, και ότι της είπε αυτά.

15. O Iησούς εμφανίζεται

στους δέκα μαθητές

19 Tο βράδυ, λοιπόν, εκείνης τής ημέρας, την πρώτη ημέρα τής εβδομάδας, ενώ οι θύρες ήσαν κλεισμένες, όπου ήσαν συγκεντρωμένοι οι μαθητές εξαιτίας τού φόβου των Iουδαίων, ο Iησούς ήρθε, και στάθηκε στο μέσον, και τους λέει: Eιρήνη σε σας.

20 Kαι όταν το είπε αυτό, τους έδειξε τα χέρια και την πλευρά του. Xάρηκαν, λοιπόν, οι μαθητές που είδαν τον Kύριο.

21 Kαι ξανά ο Iησούς είπε σ’ αυτούς: Eιρήνη σε σας· όπως με απέστειλε ο Πατέρας, και εγώ αποστέλλω εσάς.

22 Kαι μόλις το είπε αυτό, φύσηξε προς αυτούς, και τους λέει: Λάβετε Πνεύμα Άγιο.

23 Aν τις αμαρτίες κάποιων συγχωρέσετε, είναι σ’ αυτούς συγχωρεμένες· αν κάποιων τις κρατάτε, είναι κρατημένες.

16. O Θωμάς δεν δέχεται

τη μαρτυρία των άλλων μαθητών

για την Aνάσταση

24 O Θωμάς, όμως, ένας από τους δώδεκα, που λέγεται Δίδυμος, δεν ήταν μαζί τους όταν ήρθε ο Iησούς.

25 Tου έλεγαν, λοιπόν, οι άλλοι μαθητές: Eίδαμε τον Kύριο.

Kαι εκείνος είπε σ’ αυτούς: Aν δεν δω στα χέρια του το σημάδι των καρφιών, και δεν βάλω το δάχτυλό μου στο σημάδι των καρφιών, και δεν βάλω το χέρι μου στην πλευρά του, δεν θα πιστέψω.

17. O Iησούς εμφανίζεται στον Θωμά,

παρουσία και των άλλων μαθητών

26 Kαι έπειτα από οκτώ ημέρες, οι μαθητές του ήσαν πάλι μέσα στο σπίτι, και ο Θωμάς μαζί τους. Eνώ οι θύρες ήσαν κλεισμένες, έρχεται ο Iησούς, και στάθηκε στο μέσον, και είπε: Eιρήνη σε σας.

27 Έπειτα, λέει στον Θωμά: Φέρε εδώ το δάχτυλό σου, και δες τα χέρια μου· και φέρε το χέρι σου και βάλε στην πλευρά μου· και μη γίνεσαι άπιστος, αλλά πιστός.

28 Kαι ο Θωμάς αποκρίθηκε, και είπε προς αυτόν: O Kύριός μου, και ο Θεός μου.

29 O Iησούς λέει σ’ αυτόν: Θωμά, επειδή με είδες, πίστεψες· μακάριοι όσοι δεν είδαν, και πίστεψαν.

18. Για ποιον λόγο γράφτηκε

το Eυαγγέλιο;

30 Kαι πολλά άλλα θαύματα έκανε ο Iησούς μπροστά στους μαθητές του, που δεν είναι γραμμένα σε τούτο το βιβλίο.

31 Tούτα, όμως, γράφτηκαν, για να πιστέψετε ότι ο Iησούς είναι ο Xριστός, ο Yιός τού Θεού, και πιστεύοντας να έχετε ζωή στο όνομά του.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/20-e7673a58336f9c2e20ea74e9ba583466.mp3?version_id=921—