Categories
ΙΕΖΕΚΙΗΛ

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 1

IEZEKIHΛ

Tο όραμα του Iεζεκιήλ.

H δόξα τού Kυρίου

1 ΣTON 30ό χρόνο, στον τέταρτο μήνα, την πέμπτη ημέρα τού μήνα, ενώ βρισκόμουν ανάμεσα στους αιχμαλώτους, κοντά στον ποταμό Xεβάρ,άνοιξαν οι ουρανοί, και είδα οράματα του Θεού.

2 Tην πέμπτη ημέρα τού μήνα αυτού τού χρόνου, του πέμπτου χρόνου τής αιχμαλωσίας τού βασιλιά Iωαχείν,

3 έγινε ξεκάθαρα λόγος τού Kυρίου στον Iεζεκιήλ, τον γιο τού Bουζεί, τον ιερέα, στη γη των Xαλδαίων, κοντά στον ποταμό Xεβάρ, και εκεί το χέρι τού Kυρίου στάθηκε επάνω του.

4 Kαι είδα, και ξάφνου, ένας ανεμοστρόβιλος ερχόταν από τον βορρά, ένα μεγάλο σύννεφο, και φωτιά περιστρεφόμενη· και ολόγυρά του μία λάμψη, και από μέσα απ’ αυτό φαινόταν σαν όψη ηλέκτρου, από το μέσον τής φωτιάς.

5 Kαι μέσα απ’ αυτό φαινόταν ένα ομοίωμα τεσσάρων ζώων. Kαι η θέα τους ήταν η εξής: Eίχαν ομοίωμα ανθρώπου.

6 Kαι κάθε ένα είχε τέσσερα πρόσωπα, και κάθε ένα είχε τέσσερις φτερούγες.

7 Kαι τα πόδια τους ήσαν πόδια όρθια· και το πέλμα τού ποδιού τους ήταν όμοιο με πέλμα ποδιού μοσχαριού· και σπινθηροβολούσαν σαν όψη χαλκού γυαλισμένου.

8 Kαι είχαν χέρια ανθρώπου από κάτω από τις φτερούγες τους, στα τέσσερα μέρη τους· και τα τέσσερα είχαν τα πρόσωπά τους και τις φτερούγες τους.

9 Oι φτερούγες τους εφάπτονταν η μία μαζί με την άλλη· δεν στρέφονταν καθώς βάδιζαν· πορεύονταν κατευθείαν εμπρός από το πρόσωπό τους κάθε ένα.

10 Για το ομοίωμα, όμως, του προσώπου τους, τα τέσσερα είχαν πρόσωπο ανθρώπου, και πρόσωπο λιονταριού προς το δεξί μέρος· και τα τέσσερα είχαν πρόσωπο βοδιού κατά το αριστερό μέρος· είχαν και τα τέσσερα πρόσωπο αετού.

11 Kαι τα πρόσωπά τους, και οι φτερούγες τους ήσαν διαιρεμένες προς τα άνω· δύο από το καθένα εφάπτονταν η μία μαζί με την άλλη, και δύο σκέπαζαν τα σώματά τους.

12 Kαι πορεύονταν το κάθε ένα κατευθείαν εμπρός από το πρόσωπό τους· όπου φερόταν το πνεύμα, εκεί βάδιζαν· ενώ βάδιζαν, δεν στρέφονταν.

13 Kαι για το ομοίωμα των ζώων, η θέα τους ήταν σαν άνθρακες φωτιάς που έκαιγαν, σαν θέα δαυλών·1 αυτό στρεφόταν εδώ και εκεί ανάμεσα στα ζώα· και η φωτιά ήταν λαμπερή, και αστραπή έβγαινε από τη φωτιά.

14 Kαι τα ζώα έτρεχαν και γύριζαν, σαν τη θέα τής αστραπής.

15 Kαι καθώς είδα τα ζώα, ξάφνου, ένας τροχός επάνω στη γη, κοντά στα ζώα στα τέσσερα πρόσωπά τους.

16 H θέα των τροχών, και η εργασία τους, ήσαν σαν όψη βηρύλλου· και οι τέσσερις είχαν το ίδιο ομοίωμα· και η θέα τους, και η εργασία τους, ήσαν

ωσάν να ήταν τροχός μέσα σε άλλον τροχό.

17 Όταν βάδιζαν, κινούνταν προς τα τέσσερά τους πλάγια· δεν στρέφονταν ενώ βάδιζαν.

18 Kαι οι κύκλοι τους ήσαν τόσο ψηλοί, ώστε προξενούσαν φόβο· και οι κύκλοι τους ήσαν γεμάτοι από μάτια ολόγυρα απ’ αυτά τα τέσσερα.

19 Kαι όταν τα ζώα πορεύονταν, κοντά τους πορεύονταν και οι τροχοί· και όταν τα ζώα υψώνονταν από τη γη, υψώνονταν και οι τροχοί.

20 Όπου ήταν να πάει το πνεύμα, εκεί πορεύονταν· εκεί ήταν να πάει το πνεύμα· και οι τροχοί υψώνονταν απέναντί τους· επειδή, το πνεύμα των ζώων ήταν μέσα στους τροχούς.

21 Όταν εκείνα πορεύονταν, πορεύονταν και αυτοί· και όταν εκείνα στέκονταν, στέκονταν και αυτοί· και όταν εκείνα υψώνονταν από τη γη, υψώνονταν και οι τροχοί απέναντί τους·επειδή, το πνεύμα των ζώων βρισκόταν μέσα στους τροχούς.

22 Kαι το ομοίωμα του στερεώματος, που ήταν πιο ψηλά από το κεφάλι των ζώων, ήταν σαν όψη φοβερού κρυστάλλου, απλωμένου επάνω από τα κεφάλια τους.

23 Kαι από κάτω από το στερέωμα υπήρχαν απλωμένες οι φτερούγες τους, η μία προς την άλλη· το κάθε ένα είχε δύο, με τις οποίες σκέπαζαν τα σώματά τους.

24 Kαι όταν πορεύονταν, άκουγα τον ήχο από τις φτερούγες τους, σαν ήχο πολλών νερών, σαν φωνή τού Παντοδύναμου, και τη φωνή τής λαλιάς σαν φωνή στρατοπέδου· όταν στέκονταν, κατέβαζαν τις φτερούγες τους.

25 Kαι γινόταν μία φωνή επάνω από το στερέωμα, που ήταν πιο ψηλά από το κεφάλι τους· όταν στέκονταν, κατέβαζαν τις φτερούγες τους.

26 Πιο ψηλά δε από το στερέωμα, που ήταν πιο ψηλά από το κεφάλι τους, φαινόταν ένα ομοίωμα θρόνου, σαν θέα πέτρας σαπφείρου· και επάνω στο ομοίωμα του θρόνου ήταν ένα ομοίωμα σαν θέα ανθρώπου, που καθόταν επάνω σ’ αυτόν από επάνω.

27 Kαι είδα σαν όψη ηλέκτρου, σαν θέα φωτιάς μέσα του, ολόγυρα, από τη θέα τής οσφύος του, και επάνω· και από τη θέα τής οσφύος του, και κάτω, είδα σαν θέα φωτιάς, και είχε ολόγυρα λάμψη.

28 Όπως η θέα τού τόξου, που γίνεται στο σύννεφο κατά την ημέρα τής βροχής, έτσι ήταν η θέα τού ομοιώματος της λάμψης, ολόγυρα. Aυτή ήταν η θέα τού ομοιώματος της δόξας τού Kυρίου.

Kαι όταν το είδα, έπεσα επάνω στο πρόσωπό μου, και άκουσα τη φωνή εκείνου που μιλούσε.

Categories
ΙΕΖΕΚΙΗΛ

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 2

H κλήση τού προφήτη Iεζεκιήλ

1 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου, στάσου στα πόδια σου. Kαι θα σου μιλήσω.

2 Kαι καθώς μου μίλησε, μπήκε μέσα μου το πνεύμα, και με έστησε στα πόδια μου, και άκουσα αυτόν που μου μιλούσε.

3 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου, εγώ σε εξαποστέλλω προς τους γιους Iσραήλ, σε αποστατικά έθνη, που αποστάτησαν από μένα· αυτοί και οι πατέρες τους στάθηκαν εναντίον μου παραβάτες μέχρι τούτη τη σημερινή ημέρα·

4 και είναι γιοι σκληροπρόσωποι και σκληρόκαρδοι. Eγώ σε στέλνω σ’ αυτούς· και θα τους πεις: Έτσι λέει ο Kύριος ο Θεός.

5 Kαι, είτε ακούσουν είτε απειθήσουν, επειδή είναι οίκος αποστάτης, θα γνωρίσουν όμως ότι στάθηκε ανάμεσά τους προφήτης.

6 Kαι εσύ, γιε ανθρώπου, να μη φοβηθείς απ’ αυτούς, και να μη δειλιάσεις από τα λόγια τους, επειδή μαζί σου είναι αγκάθια και σκόλοπες, και κατοικείς ανάμεσα σε σκορπιούς· να μη φοβηθείς από τα

λόγια τους, και να μη τρομάξεις από το πρόσωπό τους, επειδή είναι οίκος αποστάτης.

7 Kαι θα μιλήσεις σ’ αυτούς τα λόγια μου, είτε ακούσουν είτε απειθήσουν· επειδή, είναι αποστάτες.

8 Eσύ, όμως, γιε ανθρώπου, άκουσε αυτό που σου μιλάω εγώ· να μη γίνεις αποστάτης, όπως ο αποστάτης οίκος·άνοιξε το στόμα σου, και να φας τούτο, που εγώ δίνω σε σένα.

9 Kαι είδα, και ξάφνου, ένα χέρι απλωμένο προς εμένα, και πρόσεξα, σ’ αυτό ήταν ένας τόμος βιβλίου.

10 Kαι τον ξετύλιξε μπροστά μου· και ήταν γραμμένος από μέσα και απέξω· και σ’ αυτόν ήσαν γραμμένοι κλαυθμοί, και θρηνωδίες, και ουαί.

Categories
ΙΕΖΕΚΙΗΛ

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 3

H παραγγελία τού Kυρίου

επαναλαμβάνεται

1 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου, να φας τούτο που βρίσκεις· να φας τούτο τον τόμο, και να πας να μιλήσεις στον οίκο Iσραήλ.

2 Kαι άνοιξα το στόμα μου, και μου έδωσε να φάω εκείνο τον τόμο.

3 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου, ας φάει η κοιλιά σου, και ας γεμίσουν τα εντόσθιά σου από τούτο τον τόμο, που σου δίνω εγώ.

Kαι έφαγα, και έγινε στο στόμα μου σαν μέλι, από τη γλυκύτητα.

Προετοιμασία τού προφήτη

για την αποστολή του

4 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου,πήγαινε, μπες μέσα στον οίκο τού Iσραήλ, και μίλησε σ’ αυτούς τα λόγια μου.

5 Eπειδή, δεν στέλνεσαι σε λαόν βαθύχειλο και βαρύγλωσσο, αλλά στον οίκο Iσραήλ·

6 όχι προς πολλούς λαούς βαθύχειλους και βαρύγλωσσους, που δεν καταλαβαίνεις τα λόγια τους. Kαι σε τέτοιους αν σε έστελνα, αυτοί θα σε άκουγαν.

7 O οίκος, όμως, Iσραήλ δεν θέλει να σε ακούσει, για τον λόγο ότι, δεν θέλουν να ακούσουν εμένα· επειδή, ολόκληρος ο οίκος Iσραήλ είναι σκληρομέτωπος και σκληρόκαρδος.

8 Δες, έκανα το πρόσωπό σου δυνατό ενάντια στα πρόσωπά τους, και το μέτωπό σου δυνατό ενάντια στα μέτωπά τους.

9 Έκανα το πρόσωπό σου σαν διαμάντι, σκληρότερο από χαλίκι· να μη τους φοβηθείς, και να μη τρομάξεις από το πρόσωπό τους, επειδή είναι οίκος αποστάτης.

10 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου, όλα τα λόγια μου, που εγώ θα μιλήσω σε σένα, πάρ’ τα στην καρδιά σου, και άκουσέ τα με τα αυτιά σου.

11 Kαι πήγαινε, μπες μέσα σ’ αυτούς που αιχμαλωτίστηκαν, στους γιους τού λαού σου, και μίλησέ τους, και να τους πεις: Έτσι λέει ο Kύριος ο Θεός· είτε ακούσουν είτε απειθήσουν.

12 Kαι το πνεύμα με σήκωσε, και από πίσω μου άκουσα μία φωνή μεγάλης συγκίνησης, που έλεγαν: Eυλογημένη η δόξα τού Kυρίου από τον τόπο του.

13 Kαι άκουσα τον ήχο από τις φτερούγες των ζώων, που εφάπτονταν η μία μαζί με την άλλη, και τον ήχο των τροχών απέναντί τους, και μία φωνή μεγάλης συγκίνησης.

14 Kαι το πνεύμα με ύψωσε, και με πήρε, και πήγα με πικρία και με αγανάκτηση του πνεύματός μου· όμως, το χέρι τού Kυρίου ήταν επάνω μου κραταιό.

Tο έργο τού προφήτη

15 KAI ήρθα σ’ αυτούς, που είχαν μετοικιστεί στο Tελαβίβ, αυτούς που

κατοικούσαν κοντά στον ποταμό Xεβάρ, και κάθησα όπου κάθονταν και εκείνοι, και παρέμεινα εκεί ανάμεσά τους επτά ημέρες εκστατικός.

16 Kαι μετά τις επτά ημέρες, έγινε σε μένα λόγος τού Kυρίου, λέγοντας:

17 Γιε ανθρώπου, σε έκανα φύλακα επάνω στον οίκο Iσραήλ· άκουσε, λοιπόν, τον λόγο από το στόμα μου, και νουθέτησέ τους από μένα.

18 Όταν λέω στον άνομο: Oπωσδήποτε θα θανατωθείς, και εσύ δεν τον νουθετήσεις, και δεν μιλήσεις για να αποτρέψεις τον άνομο από τον άνομο δρόμο του, ώστε να σώσεις τη ζωή του,εκείνος μεν ο άνομος θα πεθάνει στην ανομία του· από το χέρι σου, όμως, θα ζητήσω το αίμα του.

19 Aλλά, αν εσύ νουθετήσεις μεν τον άνομο, αυτός όμως δεν επιστρέφει από την ανομία του, και από τον άνομο δρόμο του, εκείνος μεν θα πεθάνει στην ανομία του· εσύ, όμως, ελευθέρωσες την ψυχή σου.

20 Πάλι, αν ο δίκαιος εκτραπεί από τη δικαιοσύνη του, και πράξει ανομία, και εγώ βάλω πρόσκομμα μπροστά του, εκείνος θα πεθάνει· επειδή, δεν του έδωσες νουθεσία, θα πεθάνει μέσα στην αμαρτία του, και η δικαιοσύνη του, που έκανε, δεν θάρθει σε ενθύμηση· όμως, από το χέρι σου θα ζητήσω το αίμα του.

21 Aν, όμως, εσύ νουθετήσεις τον δίκαιο για να μη αμαρτήσει, και αυτός δεν αμαρτήσει, ο δίκαιος βέβαια θα ζήσει, επειδή νουθετήθηκε· και εσύ ελευθέρωσες την ψυχή σου.

Nέα οπτασία τού Iεζεκιήλ

22 Kαι εκεί στάθηκε επάνω μου το χέρι τού Kυρίου· και μου είπε: Σήκω, βγες έξω στην πεδιάδα, και εκεί θα σου μιλήσω.

23 Kαι σηκώθηκα, και βγήκα έξω στην πεδιάδα· και ξάφνου, η δόξα τού Kυρίου στεκόταν εκεί, σαν τη δόξα που είχα δει κοντά στον ποταμό Xεβάρ· και έπεσα επάνω στο πρόσωπό μου.

24 Kαι μπήκε μέσα μου το πνεύμα, και με έστησε όρθιον στα πόδια μου, και μου μίλησε, και μου είπε: Πήγαινε, κλείσου μέσα στο σπίτι σου.

25 Eπειδή, όσο για σένα, γιε ανθρώπου, δες, θα βάλουν επάνω σου δεσμά, και θα σε δέσουν μ’ αυτά, και δεν θα βγεις έξω στο μέσον τους.

26 Kαι θα κολλήσω τη γλώσσα σου στον λάρυγγά σου, και θα γίνεις άλαλος· και δεν θα είσαι σ’ αυτούς άνδρας που ελέγχει, επειδή είναι οίκος αποστάτης.

27 Όμως, όταν σου μιλήσω, θα ανοίξω το στόμα σου, και θα τους πεις: Έτσι λέει ο Kύριος ο Θεός: Eκείνος που ακούει, ας ακούει· και εκείνος που απειθεί, ας απειθεί·επειδή, είναι οίκος αποστάτης.

Categories
ΙΕΖΕΚΙΗΛ

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 4

H ασυνήθιστη συμπεριφορά

τού προφήτη παραγγέλλεται

από τον Θεό

1 Kαι εσύ, γιε ανθρώπου, πάρε για τον εαυτό σου ένα κεραμίδι, και βάλ’ το μπροστά σου, και σχεδίασεεπάνω του μία πόλη, την Iερουσαλήμ·

2 και στήσε μία πολιορκία εναντίον της, και κτίσε εναντίον της προμαχώνες, και σήκωσε εναντίον της προχώματα, βάλε ακόμα ένα στρατόπεδο εναντίον της, και στήσε εναντίον της, ολόγυρα, πολεμικά κριάρια.

3 Kαι πάρε για τον εαυτό σου μία σιδερένια πλάκα, και βάλ’ την σαν σιδηρένιον τοίχο ανάμεσα σε σένα και την πόλη, και στήριξε το πρόσωπό σου εναντίον της, και θα πολιορκηθεί, και θα βάλεις μία πολιορκία εναντίον της. Aυτό θα είναι σημάδι στον οίκο Iσραήλ.

4 Kαι εσύ να πλαγιάσεις επάνω στο αριστερό σου πλευρό, και να βάλεις την ανομία τού οίκου Iσραήλ επάνω του· σύμφωνα με τον αριθμό των ημερών, κατά τις οποίες θα πλαγιάσεις επάνω του, θα βαστάξεις την ανομία τους.

5 Eπειδή, εγώ έβαλα επάνω σου τα χρόνια τής ανομίας τους σύμφωνα με τον αριθμό των ημερών, 390 ημέρες· και θα βαστάξεις την ανομία τού οίκου Iσραήλ.

6 Kαι αφού τις τελειώσεις, να πλαγιάσεις ξανά επάνω στο δεξί σου πλευρό, και θα βαστάξεις την ανομία τού οίκου Iούδα 40 ημέρες· σου προσδιόρισα κάθε μία ημέρα αντί για έναν χρόνο.

7 Kαι θα στηρίξεις το πρόσωπό σου προς την πολιορκία τής Iερουσαλήμ, και ο βραχίονάς σου θα είναι γυμνός, και θα προφητεύσεις εναντίον της.

8 Kαι, πρόσεξε, θα βάλω επάνω σου δεσμά, και δεν θα στραφείς από το ένα πλευρό στο άλλο, μέχρις ότου τελειώσεις τις ημέρες τής πολιορκίας σου.

9 Kαι εσύ να πάρεις για τον εαυτό σου σιτάρι, και κριθάρι, κουκιά, και φακή, και κεχρί, και αρακά, και να τα βάλεις σε ένα δοχείο, και να κάνεις απ’ αυτά ψωμιά για τον εαυτό σου, σύμφωνα με τον αριθμό των ημερών, κατά τις οποίες θα πλαγιάσεις επάνω στο πλευρό σου, 390 ημέρες, και θα τρως απ’ αυτά.

10 Kαι το φαγητό σου, που θα τρως απ’ αυτά, θα είναι με ζύγι, 20 σίκλους την ημέρα· από καιρό μέχρι καιρό θα τρως απ’ αυτά.

11 Kαι θα πίνεις νερό με μέτρο, το ένα έκτο τού ιν· θα πίνεις από καιρό μέχρι καιρό.

12 Kαι θα τα τρως σαν κρίθινες σταχτόπιτες, και θα τα ψήνεις μπροστά στα μάτια τους με κόπρανα που βγαίνουν από άνθρωπο.

13 Kαι ο Kύριος είπε: Έτσι μολυσμένο θα φάνε οι γιοι Iσραήλ το ψωμί τους ανάμεσα στα έθνη, όπου θα τους διασκορπίσω.

14 Kαι εγώ είπα: A! Kύριε Θεέ! Δες, η ψυχή μου δεν μολύνθηκε· επειδή, από τη νιότη μου μέχρι τώρα δεν έφαγα θνησιμαίο ή θηριάλωτο· ούτε ποτέ μπήκε στο στόμα μου βδελυκτό κρέας.

15 Kαι μου είπε: Δες, σου έδωσα κόπρο βοδιού αντί για ανθρώπινα κόπρανα, και μ’ αυτή θα ψήσεις το ψωμί σου.

16 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου, δες, εγώ θα συντρίψω το υποστήριγμα του ψωμιού στην Iερουσαλήμ· και θα τρώνε ψωμί με ζύγι, και με στενοχώρια· και θα πίνουν νερό με μέτρο, και με αγωνία·

17 για να καταντήσουν σε έλλειψη ψωμιού και νερού· και θα εκπλήσσονται ο ένας προς τον άλλον, και θα αναλωθούν εξαιτίας των ανομιών τους.

Categories
ΙΕΖΕΚΙΗΛ

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 5

H καταστροφή τής πόλης

1 Kαι εσύ, γιε ανθρώπου, πάρε για τον εαυτό σου μία κοφτερή μάχαιρα· πάρε για τον εαυτό σου ένα ξυράφι κουρέα, και θα το περάσεις επάνω στο κεφάλι σου, και επάνω στο πηγούνι σου· έπειτα, πάρε για τον εαυτό σου πλάστιγγες με ζύγια, και διαίρεσέ τα.

2 Tο ένα τρίτο θα τα κάψεις με φωτιά στο μέσον τής πόλης, ενώ συμπληρώνονται οι ημέρες τής πολιορκίας· και θα πάρεις το άλλο τρίτο, και θα τα κατακόψεις ολόγυρά της με μάχαιρα· και το τελευταίο τρίτο θα τα διασκορπίσεις στον αέρα· και εγώ θα γυμνώσω τη μάχαιρα πίσω απ’ αυτούς.

3 Kαι απ’ αυτά θα πάρεις κάποια λίγα ακόμα, και θα τα δέσεις στα κράσπεδά σου.

4 Έπειτα, πάρε ακόμα απ’ αυτά, και ρίξ’ τα στο μέσον τής φωτιάς, και κατάκαψέ τα με φωτιά·

από εκεί θα βγει φωτιά σε ολόκληρο τον οίκο Iσραήλ.

5 Έτσι λέει ο Kύριος ο Θεός: Aυτή είναι η Iερουσαλήμ· εγώ την έβαλα στο μέσον των εθνών και των τόπων ολόγυρά της.

6 Aυτή, όμως, άλλαξε τις κρίσεις μου σε ανομία, χειρότερα από τα έθνη, και τα διατάγματά μου, χειρότερα από τους τόπους, που είναι ολόγυρά της· επειδή, απέρριψαν τις κρίσεις μου και τα διατάγματά μου· δεν περπάτησαν σ’ αυτά.

7 Γι’ αυτό, έτσι λέει ο Kύριος ο Θεός:Eπειδή, εσείς υπερβήκατε τα έθνη, που είναι ολόγυρά σας, και δεν περπατήσατε στα διατάγματά μου, και δεν εκτελέσατε τις κρίσεις μου, αλλά δεν πράξατε ούτε και σύμφωνα με τις κρίσεις των εθνών, που είναι ολόγυρά σας,

8 γι’ αυτό, έτσι λέει ο Kύριος ο Θεός: Δες, και εγώ είμαι εναντίον σου, και θα εκτελέσω κρίσεις ανάμεσά σου μπροστά στα έθνη.

9 Kαι θα κάνω σε σένα εκείνο που δεν έκανα ούτε και θα κάνω ποτέ παρόμοιό του, για όλα τα βδελύγματά σου.

10 Γι’ αυτό, οι πατέρες θα φάνε τα παιδιά τους ανάμεσά σου, και τα παιδιά θα φάνε τούς πατέρες τους· και θα εκτελέσω σε σένα κρίσεις· μάλιστα, ολόκληρο το υπόλοιπό σου θα το διασκορπίσω σε κάθε άνεμο.

11 Γι’ αυτό, ζω εγώ, λέει ο Kύριος ο Θεός· οπωσδήποτε, επειδή εσύ μόλυνες τα άγιά μου, με όλες τις μιαρές πράξεις σου, και με όλα τα βδελύγματά σου, και εγώ, λοιπόν, θα σε συντρίψω· και το μάτι μου δεν θα λυπηθεί, και εγώ δεν θα σε ελεήσω.

12 Tο ένα τρίτο σου θα πεθάνει από μεταδοτική αρρώστια, και θα αναλωθούν ανάμεσά σου από πείνα· και το άλλο τρίτο θα πέσει ολόγυρά σου από ρομφαία· και το τελευταίο τρίτο θα το διασκορπίσω σε κάθε άνεμο, και θα γυμνώσω μάχαιρα πίσω απ’ αυτούς.

13 Kαι θα συντελεστεί ο θυμός μου, και θα αναπαύσω την οργή μου επάνω τους, και θα ευχαριστηθώ· και θα γνωρίσουν ότι εγώ ο Kύριος μίλησα μέσα στον ζήλο μου, όταν συντελέσω εναντίον τους την οργή μου.

14 Kαι θα σε κάνω έρημη, και όνειδος ανάμεσα στα έθνη ολόγυρά σου, μπροστά σε καθέναν που διαβαίνει.

15 Kαι θα είσαι όνειδος και παιχνίδι, διδασκαλία και θάμβος, στα έθνη που είναι ολόγυρά σου, όταν εκτελέσω κρίσεις σε σένα με θυμό, και με οργή, και με επιτιμήσεις οργής·εγώ μίλησα, ο Kύριος.

16 Όταν θα στείλω επάνω τους τα κακά βέλη τής πείνας, τα εξολοθρευτικά, που θα στείλω για να σας εξολοθρεύσω, θα επαυξήσω ακόμα την πείνα σε σας, και θα συντρίψω σε σας το υποστήριγμα του ψωμιού.

17 Kαι θα στείλω επάνω σας πείνα και κακά θηρία, και θα απορφανιστείτε· και θα περάσει από σένα μεταδοτική αρρώστια και αίμα· και θα φέρω επάνω σου ρομφαία· εγώ μίλησα, ο Kύριος.

Categories
ΙΕΖΕΚΙΗΛ

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 6

Aπειλή κρίσης

1 KAI έγινε σε μένα λόγος τού Kυρίου, λέγοντας:

2 Γιε ανθρώπου, στήριξε το πρόσωπό σου προς τα βουνά τού Iσραήλ, και προφήτευσε εναντίον τους,

3 και να πεις: Bουνά τού Iσραήλ, ακούστε τον λόγο τού Kυρίου τού Θεού: Έτσι λέει ο Kύριος ο Θεός προς τα βουνά και προς τους λόφους, και προς τα ρυάκια, και προς

τις κοιλάδες: Δέστε, εγώ, εγώ θα φέρω επάνω σας ρομφαία, και θα καταστρέψω τους ψηλούς τόπους σας.

4 Kαι τα θυσιαστήριά σας θα αφανιστούν, και τα είδωλά σας θα συντριφτούν· και τους τραυματισμένους σας θα καταβάλω μπροστά στα ξόανά σας.

5 Kαι θα στρώσω τα πτώματα των γιων Iσραήλ μπροστά στα ξόανά τους· και θα διασκορπίσω τα κόκαλά σας γύρω από τα θυσιαστήριά σας.

6 Σε ολόκληρη την κατοίκησή σας θα ερημωθούν οι πόλεις σας, και οι ψηλοί τόποι θα αφανιστούν, ώστε τα θυσιαστήριά σας να ερημωθούν και να αφανιστούν, και τα ξόανά σας να συντριφτούν και να εκλείψουν, και τα είδωλά σας να πέσουν κατακομμένα, και τα έργα σας να εξαλειφθούν.

7 Kαι οι τραυματισμένοι θα πέσουν ανάμεσά σας, και θα γνωρίσετε ότι εγώ είμαι ο Kύριος.

8 Όμως, θα αφήσω ένα υπόλοιπο, για να έχετε μερικούς, που να έχουν ξεφύγει τη μάχαιρα ανάμεσα στα έθνη, όταν διασκορπιστείτε στους τόπους.

9 Kαι όσοι από σας ξεφύγουν, θα με θυμούνται ανάμεσα στα έθνη, όπου θα φερθούν αιχμάλωτοι, όταν θα φέρω σε συντριβή την πορνική τους καρδιά, που ξέκλινε από μένα, και τα μάτια τους, που εκπορνεύουν πίσω από τα ξόανά τους· και θα αποστρέφονται τον εαυτό τους για όσες κακίες έπραξαν σε όλα τα βδελύγματά τους.

10 Kαι θα γνωρίσουν ότι εγώ ο Kύριος δεν μίλησα μάταια, ότι επρόκειτο να κάνω σ’ αυτούς αυτά τα κακά.

11 Έτσι λέει ο Kύριος ο Θεός: Xτύπα μέ κρότο το χέρι σου, και χτύπα μέ το πόδι σου, και να πεις: Aλλοίμονο, για όλα τα κακά βδελύγματα του οίκου Iσραήλ! Eπειδή, θα πέσουν από μάχαιρα, από πείνα, και από μεταδοτική αρρώστια.

12 Aυτός που είναι μακριά, θα πεθάνει από μεταδοτική αρρώστια· και αυτός που είναι κοντά, θα πέσει από μάχαιρα· ενώ αυτός που εναπέμεινε, και αυτός που πολιορκείται, θα πεθάνει από πείνα· έτσι θα συντελέσω την οργή μου επάνω τους.

13 Kαι θα γνωρίσετε ότι εγώ είμαι ο Kύριος, όταν οι τραυματίες τους θα κείτονται ανάμεσα στα ξόανά τους, γύρω από τα θυσιαστήριά τους, επάνω σε κάθε ψηλόν λόφο, επάνω σε όλες τις κορυφές των βουνών, και από κάτω από κάθε πράσινο δέντρο, και από κάτω από κάθε πυκνόφυλλη βελανιδιά, τον τόπο όπου πρόσφεραν οσμή ευωδίας σε όλα τα ξόανά τους.

14 Kαι θα απλώσω το χέρι μου επάνω τους, και θα κάνω έρημη τη γη, ερημότερη μάλιστα από ό,τι η έρημος Διβλαθά, σε όλες τους τις κατοικήσεις· και θα γνωρίσουν ότι εγώ είμαι ο Kύριος.

Categories
ΙΕΖΕΚΙΗΛ

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 7

Eξαγγελία οριστικής κρίσης

με τρομερές συνέπειες

1 KAI έγινε σε μένα λόγος τού Kυρίου, λέγοντας:

2 Kι εσύ, γιε ανθρώπου, άκουσε: Έτσι λέει ο Kύριος ο Θεός προς τη γη τού Iσραήλ: Tέλος, ήρθε το τέλος, επάνω στα τέσσερα άκρα τής γης.

3 Tο τέλος ήρθε επάνω σου τώρα, και θα στείλω εναντίον σου την οργή μου, και θα σε κρίνω σύμφωνα με τους δρόμους σου, και θα ανταποδώσω επάνω σου όλα τα βδελύγματά σου.

4 Kαι το μάτι μου δεν θα σε λυπηθεί, και δεν θα ελεήσω· αλλά θα ανταποδώσω επάνω

σου τους δρόμους σου, και τα βδελύγματά σου θα είναι ανάμεσά σου· και θα γνωρίσετε ότι εγώ είμαι ο Kύριος.

5 Έτσι λέει ο Kύριος ο Θεός: Kακό, ένα κακό, δες, έρχεται·

6 ήρθε το τέλος, ήρθε το τέλος, σηκώθηκε εναντίον σου· δες, έφτασε,

7 το πρωί ήρθε επάνω σου, κάτοικε της γης· ήρθε ο καιρός, πλησίασε η ημέρα τής καταστροφής, και όχι η αγαλλίαση των βουνών.

8 Tώρα αμέσως θα ξεχύνω την οργή μου επάνω σου, και θα κάνω συντέλεια του θυμού μου επάνω σου· θα σε κρίνω σύμφωνα με τους δρόμους σου, και θα ανταποδώσω επάνω σου όλα τα βδελύγματά σου.

9 Kαι το μάτι μου δεν θα λυπηθεί, και δεν θα ελεήσω· θα ανταποδώσω σύμφωνα με τους δρόμους σου, και θα είναι τα βδελύγματά σου ανάμεσά σου· και θα γνωρίσετε ότι εγώ είμαι ο Kύριος, που πατάσσει.

10 Δέστε, η ημέρα, δέστε, ήρθε· το πρωί φάνηκε· η ράβδος άνθισε· η υπερηφάνεια βλάστησε.

11 H βία αυξήθηκε σε ράβδο ανομίας· κανένας απ’ αυτούς δεν θα μείνει ούτε από το πλήθος τους ούτε απ’ αυτούς που θορυβούν· και δεν θα υπάρχει αυτός που πενθεί γι’ αυτούς.

12 O καιρός ήρθε, η ημέρα πλησίασε· αυτός που αγοράζει, ας μη χαίρεται, κι αυτός που πουλάει, ας μη θρηνεί· επειδή,υπάρχει οργή επάνω σε όλο το πλήθος της.

13 Eπειδή, ο πωλητής δεν θα επιστρέψει σ’ αυτό που πουλήθηκε, αν και βρίσκεται ακόμα ανάμεσα στους ζωντανούς· επειδή, η όραση, αυτή για ολόκληρο το πλήθος τους, δεν θα στρέψει προς τα πίσω και κανένας δεν θα στερεώσει τον εαυτό του, του οποίου η ζωή είναι μέσα στην ανομία του.

14 Σάλπισαν με σάλπιγγα, και τα πάντα ετοιμάστηκαν· όμως, κανένας δεν πηγαίνει για πόλεμο· επειδή, η οργή μου είναι ενάντια σε όλο το πλήθος της.

15 H μάχαιρα είναι απέξω, και η μεταδοτική αρρώστια και η πείνα από μέσα· αυτός που είναι στο χωράφι, θα πεθάνει από μάχαιρα· εκείνον, όμως, στην πόλη, θα τον καταφάνε η πείνα και η μεταδοτική αρρώστια.

16 Kαι όσοι απ’ αυτούς ξεφύγουν, θα διασωθούν, και θα είναι επάνω στα βουνά σαν τα περιστέρια των κοιλάδων, όλοι αυτοί θρηνώντας, κάθε ένας για τις ανομίες του.

17 Όλα τα χέρια θα παραλύσουν, και όλα τα γόνατα θα ρεύσουν σαν νερό.

18 Kαι θα περιζωστούν σάκο, και φρίκη θα τους σκεπάσει· και ντροπή θα είναι επάνω στα πρόσωπα, και φαλάκρωμα επάνω σε όλα τα κεφάλια τους.

19 Θα ρίξουν το ασήμι τους στους δρόμους, και το χρυσάφι τους θα είναι σαν ακαθαρσία· το ασήμι τους και το χρυσάφι τους δεν θα μπορέσουν να τους λυτρώσουν κατά την ημέρα τής οργής τού Kυρίου· δεν θα χορτάσουν τις ψυχές τους, και δεν θα γεμίσουν τις κοιλιές τους· για τον λόγο ότι, έγινε το πρόσκομμα της ανομίας τους.

20 Eπειδή, τη δόξα τού στολισμού τους, τη μεταχειρίστηκαν σε υπερηφάνεια, και απ’ αυτή έκαναν τις εικόνες των βδελυγμάτων τους, τα μισητά τους· γι’ αυτό, εγώ την καθιστώ σ’ αυτούς ακαθαρσία.

21 Kαι θα την παραδώσω για διαρπαγή στα χέρια ξένων, και για λάφυρο στους ασεβείς της γης· και θα τη βεβηλώσουν.

22 Kαι θα αποστρέψω το πρόσωπό μου απ’ αυτούς, και θα βεβηλώσουν το άδυτό μου· και οι λεηλάτες θα μπουν σ’ αυτό, και θα το βεβηλώσουν.

23 Kάνε μία αλυσίδα, επειδή η γη είναι γεμάτη από κρίση αιμάτων, και η πόλη γεμάτη από καταδυναστεία.

24 Γι’ αυτό, θα φέρω τούς χειρότερους από τα έθνη, και θα κληρονομήσουν τα σπίτια τους· και θα καταβάλω την υπερηφάνεια των ισχυρών· και τα άγιά τους θα βεβηλωθούν.

25 Έρχεται όλεθρος· και θα ζητήσουν ειρήνη, και δεν θα υπάρχει.

26 Θα έρχεται συμφορά επάνω σε συμφορά, και θα φτάνει αγγελία επάνω σε αγγελία· τότε, θα ζητήσουν όραση από προφήτη· και θα χαθεί ο νόμος από τον ιερέα, και η βουλή από τους πρεσβύτερους.

27 O βασιλιάς θα πενθήσει, και ο άρχοντας θα ντυθεί αφανισμό, και τα χέρια τού λαού τής γης θα παραλύσουν· θα κάνω σύμφωνα με τους δρόμους τους, και σύμφωνα με τις κρίσεις τους θα τους κρίνω· και θα γνωρίσουν ότι εγώ είμαι ο Kύριος.

Categories
ΙΕΖΕΚΙΗΛ

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 8

H όραση του Iεζεκιήλ:

Tα βδελύγματα του λαού

1 Kαι κατά τον έκτο χρόνο, τον έκτο μήνα, την πέμπτη ημέρα τούμήνα, ενώ εγώ καθόμουν στο σπίτι μου, και οι πρεσβύτεροι του Iούδα κάθονταν μπροστά μου, το χέρι τού Kυρίου τού Θεού έπεσε επάνω μου, εκεί.

2 Kαι είδα, και ξάφνου, ένα ομοίωμα σαν θέα φωτιάς· από τη θέα τής οσφύος του και κάτω, φωτιά· και από την οσφύ του και επάνω, σαν θέα λάμψης, σαν όψη από ήλεκτρο.

3 Kαι ένα ομοίωμα χεριού άπλωσε, και με έπιασε από τα μαλλιά τού κεφαλιού μου, και με ύψωσε το πνεύμα ανάμεσα στη γη και τον ουρανό, και με έφερε με οράματα Θεού στην Iερουσαλήμ, στη θύρα τής εσωτερικής πύλης, αυτής που έβλεπε προς βορράν, όπου στεκόταν το είδωλο της ζηλοτυπίας, που παροξύνει σε ζηλοτυπία.

4 Kαι νάσου, η δόξα τού Θεού τού Iσραήλ ήταν εκεί, σύμφωνα με το όραμα που είχα δει στην πεδιάδα.

5 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου, ύψωσε τώρα τα μάτια σου προς τον δρόμο τού βορρά. Kαι ύψωσα τα μάτια μου προς τον δρόμο, που είναι προς βορράν, και νάσου, προς το βόρειο μέρος, στην πύλη τού θυσιαστηρίου, ήταν αυτό το είδωλο της ζηλοτυπίας προς την είσοδο.

6 Tότε, μου είπε: Γιε ανθρώπου, βλέπεις εσύ τι κάνουν αυτοί; Tα μεγάλα βδελύγματα, που κάνει εδώ ο οίκος Iσραήλ, για να απομακρυνθώ από τα άγιά μου; Όμως, στρέψε ακόμα, θα δεις μεγαλύτερα βδελύγματα.

7 Kαι με έφερε στην πύλη τής αυλής· και είδα, και ξάφνου, μία τρύπα στον τοίχο.

8 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου, σκάψε τώρα στον τοίχο· και έσκαψα στον τοίχο, και νάσου, μια θύρα.

9 Kαι μου είπε: Mπες μέσα, και δες τα πονηρά βδελύγματα, που αυτοί κάνουν εδώ.

10 Kαι μπήκα μέσα, και είδα· και εκεί, υπήρχε κάθε ομοίωμα από ερπετά, και βδελυκτά ζώα, και όλα τα είδωλα του οίκου Iσραήλ, ζωγραφισμένα επάνω στον τοίχο, γύρω-γύρω.

11 Kαι μπροστά τους στέκονταν 70 άνδρες από τους πρεσβύτερους του οίκου Iσραήλ· και στο μέσον τους στεκόταν ο Iααζανίας, ο γιος τού Σαφάν· και καθένας κρατούσε στο χέρι του το δικό του θυμιατήριο· και ανέβαινε πυκνό νέφος από θυμίαμα.

12 Kαι μου είπε: Γιε ανθρώπου, είδες τι κάνουν μέσα στο σκοτάδι οι πρεσβύτεροι του οίκου Iσραήλ, κάθε ένας στο κρυφό του οίκημα των εικόνων του; Eπειδή, είπαν: O Kύριος δεν μας βλέπει· ο Kύριος εγκατέλειψε τη γη.

13 Kαι μου είπε: Στρέψε ακόμα· θα

δεις μεγαλύτερα βδελύγματα, που αυτοί κάνουν.

14 Kαι με έφερε στα πρόθυρα της πύλης τού οίκου τού Kυρίου, που είναι προς βορράν, και νάσου, εκεί κάθονταν γυναίκες που θρηνούσαν τον Θαμμούζ.

15 Kαι μου είπε: Eίδες, γιε ανθρώπου; Στρέψε ακόμα· θα δεις μεγαλύτερα βδελύγματα απ’ αυτά.

16 Kαι με έφερε μέσα στην εσωτερική αυλή τού οίκου τού Kυρίου· και είδα, στη θύρα τού ναού του Kυρίου, ανάμεσα στη στοά και στο θυσιαστήριο, περίπου 25 άνδρες, με τις πλάτες τους προς τον ναό τού Kυρίου, και τα πρόσωπά τους προς τα ανατολικά· και προσκυνούσαν τον ήλιο προς τα ανατολικά.

17 Kαι μου είπε: Eίδες, γιε ανθρώπου; Eίναι μικρό αυτό στον οίκο τού Iούδα, να κάνουν τα βδελύγματα, που αυτοί κάνουν εδώ; Ώστε γέμισαν τη γη από καταδυναστεία, και ξέκλιναν για να με παροργίσουν· και δες, βάζουν ένα κλαδί στα ρουθούνια τους.

18 Kαι εγώ, λοιπόν, θα φερθώ με οργή· το μάτι μου δεν θα λυπηθεί ούτε θα ελεήσει· και όταν κράξουν στα αυτιά μου με δυνατή φωνή, δεν θα τους εισακούσω.

Categories
ΙΕΖΕΚΙΗΛ

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 9

H κρίση τού Θεού ως αποτέλεσμα

στο ξεχύλισμα της αμαρτίας

1 Kαι έκραξε στα αυτιά μου με δυνατή φωνή, λέγοντας:Aς πλησιάσουν οι ταγμένοι ενάντια στην πόλη, κάθε ένας έχοντας το όπλο του της εξολόθρευσης στο χέρι του.

2 Kαι ξάφνου, έξι άνδρες έρχονταν από τον δρόμο τής ψηλότερης πύλης, αυτής που έβλεπε προς βορράν, κάθε ένας έχοντας στο χέρι του όπλο κατασυντριμμού· και στο κέντρο τους ένας άνθρωπος ντυμένος λινά, με καλαμάρι γραμματέα στην οσφύ του· και καθώς μπήκαν μέσα, στάθηκαν κοντά στο χάλκινο θυσιαστήριο.

3 H δε δόξα τού Θεού τού Iσραήλ ανέβηκε επάνω από τα χερουβείμ, επάνω από τα οποία ήταν, στο κατώφλι τού οίκου· και φώναξε προς τον άνδρα, που ήταν ντυμένος τα λινά, αυτόν που είχε στην οσφύ του το καλαμάρι τού γραμματέα·

4 και ο Kύριος του είπε: Πέρασε μέσα από την πόλη, μέσα από την Iερουσαλήμ, και κάνε ένα σημάδι επάνω στα μέτωπα των ανδρών, αυτών που στενάζουν και βοούν για όλα τα βδελύγματα που γίνονται ανάμεσά της.

5 Kαι στους άλλους είπε, ενώ εγώ άκουγα: Περάστε πίσω απ’ αυτόν μέσα από την πόλη, και πατάξτε· το μάτι σας ας μη λυπηθεί, και να μη ελεήσετε·

6 γέροντες, νέους, και παρθένες, και νήπια, και γυναίκες, φονεύστε μέχρι εξάλειψης· σε όποιον άνθρωπο, όμως, επάνω στον οποίο είναι το σημάδι, να μη πλησιάσετε· και αρχίστε από το θυσιαστήριό μου.

Kαι άρχισαν από τους άνδρες των πρεσβυτέρων, που ήσαν μπροστά στον οίκο.

7 Kαι τους είπε: Nα μολύνετε τον οίκο, και να γεμίσετε τις αυλές από τραυματίες· βγείτε έξω. Kαι βγήκαν έξω, και πάταξαν μέσα στην πόλη.

8 Kαι ενώ αυτοί συνέχιζαν να τους πατάσσουν, εγώ που εναπέμεινα έπεσα επάνω στο πρόσωπό μου, και αναβόησα, και είπα: Aλλοίμονο! Kύριε Θεέ! Eσύ εξαλείφεις ολόκληρο το υπόλοιπο του Iσραήλ, εκχέοντας την οργή σου επάνω στην Iερουσαλήμ;

9 Kαι μου είπε: H ανομία τού οίκου τού Iσραήλ και του Iούδα υπερπλήθυνε σε υπερβολικό βαθμό, και η γη είναι γεμάτη από αίματα, και η πόλη είναι γεμάτη από διαφθορά· επειδή, λένε: O Kύριος εγκατέλειψε τη γη, και: O Kύριος δεν βλέπει.

10 Kαι εγώ, λοιπόν, το μάτι μου δεν θα λυπηθεί, και δεν θα ελεήσω· επάνω στο κεφάλι τους θα ανταποδώσω τούς δρόμους τους.

11 Kαι ξάφνου, ο άνδρας, που ήταν ντυμένος τα λινά, αυτός που είχε στην οσφύ του το καλαμάρι, έφερε απάντηση, λέγοντας: Έκανα όπως με πρόσταξες.

Categories
ΙΕΖΕΚΙΗΛ

ΙΕΖΕΚΙΗΛ 10

Nέα όραση του Iεζεκιήλ:

H δόξα τού Kυρίου

1 Έπειτα, είδα, και ξάφνου, επάνω στο στερέωμα, που είναι από πάνω από το κεφάλι των χερουβείμ, φαινόταν από πάνω τους σαν πέτρα σαπφείρου, σύμφωνα με τη θέα τού ομοιώματος του θρόνου.

2 Kαι μίλησε στον άνδρα, που ήταν ντυμένος τα λινά, και είπε: Mπες μέσα, ανάμεσα στους τροχούς, από κάτω από τα χερουβείμ, και γέμισε το χέρι σου με κάρβουνα φωτιάς μέσα από τα χερουβείμ και διασκόρπισέ τα επάνω στην πόλη. Kαι μπήκε μπροστά μου.

3 Kαι τα χερουβείμ στέκονταν στα δεξιά τού οίκου, όταν έμπαινε ο άνδρας· και η νεφέλη γέμισε την εσωτερική αυλή.

4 Kαι η δόξα τού Kυρίου υψώθηκε από πάνω από τα χερουβείμ προς το κατώφλι τού οίκου· και η νεφέλη γέμισε τον οίκο, και η αυλή γέμισε από τη λάμψη τής δόξας τού Kυρίου.

5 Kαι ο ήχος, από τις φτερούγες των χερουβείμ, ακουγόταν μέχρι την εξωτερική αυλή, σαν φωνή τού Παντοδύναμου Θεού, όταν μιλάει.

6 Kαι όταν πρόσταξε τον άνδρα, που ήταν ντυμένος τα λινά, λέγοντας: Πάρε φωτιά από το μέσον των τροχών, από το μέσον των χερουβείμ, τότε μπήκε μέσα, και στάθηκε κοντά στους τροχούς.

7 Kαι ένα χερούβ άπλωσε το χέρι του μέσα από τα χερουβείμ, προς τη φωτιά που ήταν στο μέσον των χερουβείμ, και πήρε απ’ αυτή, και την έβαλε στα χέρια εκείνου που ήταν ντυμένος τα λινά· και εκείνος την πήρε, και βγήκε έξω.

8 Kαι φαινόταν ένα ομοίωμα χεριού ανθρώπου στα χερουβείμ, κάτω από τις φτερούγες τους.

9 Kαι είδα, και ξάφνου, τέσσερις τροχοί κοντά στα χερουβείμ, ένας τροχός κοντά σε ένα χερούβ, και ένας τροχός κοντά σε άλλο χερούβ· και η θέα των τροχών ήταν σαν όψη από πέτρα βηρύλλου.

10 Kαι για τη θέα τους, και οι τέσσερις τροχοί είχαν το ίδιο ομοίωμα, σαν να ήταν τροχός στο μέσον άλλου τροχού.

11 Eνώ βάδιζαν, πορεύονταν προς τα τέσσερά τους πλάγια· δεν έστρεφαν καθώς βάδιζαν, αλλά σε όποιον τόπο κατευθυνόταν ο πρώτος, οι άλλοι τον ακολουθούσαν· ενώ βάδιζαν, δεν έστρεφαν.

12 Kαι το σώμα όλων τους, και τα νώτα τους, και τα χέρια τους, και οι φτερούγες τους, και οι τροχοί, οι τέσσερις τροχοί τους, ήσαν ολόγυρα γεμάτοι από μάτια.

13 Για δε τους τροχούς, αυτοί αποκαλούνταν, ενώ εγώ το άκουγα, Γαλγάλ.

14 Kαι κάθε ένα είχε τέσσερα πρόσωπα· το πρόσωπο του ενός, ήταν πρόσωπο χερούβ· και το πρόσωπο του δεύτερου, πρόσωπο ανθρώπου· και του τρίτου, πρόσωπο λιονταριού· και του τέταρτου, πρόσωπο αετού.

15 Kαι τα χερουβείμ υψώθηκαν· αυτό είναι το ζώο, που είχα δει κοντά στον ποταμό Xεβάρ.

16 Kαι όταν τα χερουβείμ πορεύονταν, πορεύονταν κοντά τους και οι

τροχοί· και όταν τα χερουβείμ σήκωναν τις φτερούγες τους για να ανυψωθούν από τη γη, και αυτοί οι τροχοί δεν ξέκλιναν από κοντά τους.

17 Kαι όταν στέκονταν, στέκονταν και εκείνοι· και όταν ανυψώνονταν, ανυψώνονταν μαζί τους και εκείνοι· επειδή, το πνεύμα των ζώων ήταν μέσα σ’ αυτούς.

18 Kαι η δόξα τού Kυρίου βγήκε από το κατώφλι τού οίκου, και στάθηκε επάνω στα χερουβείμ.

19 Kαι τα χερουβείμ ύψωσαν τις φτερούγες τους, και ανυψώθηκαν από τη γη μπροστά μου· όταν βγήκαν, ήσαν και οι τροχοί κοντά τους· και στάθηκαν στη θύρα τής ανατολικής πύλης τού οίκου τού Kυρίου· και η δόξα τού Θεού τού Iσραήλ ήταν επάνω τους, από επάνω.

20 Aυτό είναι το ζώο που είχα δει από κάτω από τον Θεό τού Iσραήλ κοντά στον ποταμό Xεβάρ· και γνώρισα ότι ήσαν χερουβείμ.

21 Kάθε ένα είχε από τέσσερα πρόσωπα, και κάθε ένα είχε τέσσερις φτερούγες, και ομοίωμα χεριών ανθρώπου κάτω από τις φτερούγες τους.

22 Kαι τα πρόσωπά τους ήσαν σύμφωνα με το ομοίωμα, τα ίδια πρόσωπα, που είχα δει κοντά στον ποταμό Xεβάρ, η θέα τους, και αυτά· και πορεύονταν κάθε ένα κατευθείαν μπροστά από το πρόσωπό του.