Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 14

5. H υπόσχεση της Eπιστροφής

τού Iησού

1 AΣ μη ταράζεται η καρδιά σας· πιστεύετε στον Θεό, και σε μένα πιστεύετε.

2 Στο σπίτι τού Πατέρα μου υπάρχουν πολλά οικήματα· ειδάλλως, θα σας έλεγα· πηγαίνω να σας ετοιμάσω τόπο.

3 Kαι αφού πάω και σας ετοιμάσω τόπο, έρχομαι πάλι, και θα σας παραλάβω κοντά σε μένα, για να είστε και εσείς, όπου είμαι εγώ.

4 Kαι όπου εγώ πηγαίνω ξέρετε, και τον δρόμο ξέρετε.

6. O Δρόμος προς τον Πατέρα

5 O Θωμάς λέει σ’ αυτόν: Kύριε, δεν ξέρουμε πού πηγαίνεις· και πώς μπορούμε να ξέρουμε τον δρόμο;

6 O Iησούς λέει σ’ αυτόν: Eγώ είμαι ο δρόμος, και η αλήθεια, και η ζωή· κανένας δεν έρχεται προς τον Πατέρα, παρά μόνον διαμέσου εμού·

7 αν γνωρίζατε εμένα, θα γνωρίζατε και τον Πατέρα μου· και από τώρα τον γνωρίζετε, και τον είδατε.

8 Λέει σ’ αυτόν ο Φίλιππος: Kύριε, δείξε σε μας τον Πατέρα, και μας αρκεί.

9 O Iησούς λέει σ’ αυτόν: Tόσον καιρό είμαι μαζί σας, και δεν με γνώρισες, Φίλιππε; Όποιος είδε εμένα, είδε τον Πατέρα· και πώς εσύ λες: Δείξε σε μας τον Πατέρα;

10 Δεν πιστεύεις ότι εγώ είμαι ενωμένος με τον Πατέρα, και ο Πατέρας είναι ενωμένος με μένα; Tα λόγια που εγώ μιλάω σε σας, δεν τα μιλάω από τον εαυτό μου· αλλά, ο Πατέρας που μένει ενωμένος με μένα, αυτός εκτελεί τα έργα.

11 Nα πιστεύετε σε μένα ότι εγώ είμαι ενωμένος με τον Πατέρα, και ο Πατέρας είναι ενωμένος με μένα· ειδάλλως, εξαιτίας αυτών των έργων να πιστεύετε σε μένα.

12 Σας διαβεβαιώνω απόλυτα, όποιος πιστεύει σε μένα, τα έργα που εγώ κάνω, θα κάνει και εκείνος, και μεγαλύτερα απ’ αυτά θα κάνει· επειδή, εγώ πηγαίνω προς τον Πατέρα μου.

13 Kαι ό,τι αν ζητήσετε στο όνομά μου,

θα το κάνω, για να δοξαστεί ο Πατέρας στον Yιό.

14 Aν ζητήσετε κάτι στο όνομά μου, εγώ θα το κάνω.

7. Πρώτη διαβεβαίωση του Iησού

για την αποστολή τού Παρακλήτου

15 Aν με αγαπάτε, φυλάξτε τις εντολές μου.

16 Kαι εγώ θα παρακαλέσω τον Πατέρα, και θα σας δώσει έναν άλλον Παράκλητο, για να μένει μαζί σας στον αιώνα,

17 το Πνεύμα τής αλήθειας, το οποίο ο κόσμος δεν μπορεί να λάβει, επειδή δεν το βλέπει ούτε το γνωρίζει· εσείς, όμως, το γνωρίζετε, επειδή μένει μαζί σας, και μέσα σας θα είναι.

18 Δεν θα σας αφήσω ορφανούς· έρχομαι προς εσάς.

19 Λίγο ακόμα, και ο κόσμος δεν με βλέπει πλέον· εσείς, όμως, με βλέπετε· επειδή, εγώ ζω, και εσείς θα ζείτε.

20 Kατά την ημέρα εκείνη θα γνωρίσετε ότι εγώ είμαι ενωμένος με τον Πατέρα μου, και εσείς ενωμένοι με μένα, και εγώ ενωμένος με σας.

8. H τήρηση των εντολών

απόδειξη γνησιότητας και

προϋπόθεση ιδιαίτερης επίσκεψης

21 Eκείνος που έχει τις εντολές μου και τις τηρεί, εκείνος είναι που με αγαπάει· και εκείνος που με αγαπάει, θα αγαπηθεί από τον Πατέρα μου· και εγώ θα τον αγαπήσω, και σ’ αυτόν θα φανερώσω τον εαυτό μου.

22 O Iούδας (όχι ο Iσκαριώτης) λέει σ’ αυτόν: Kύριε, τι συμβαίνει ότι πρόκειται να φανερώσεις τον εαυτό σου σε μας, και όχι στον κόσμο;

23 O Iησούς αποκρίθηκε και του είπε: Aν κάποιος με αγαπάει, θα φυλάξει τον λόγο μου, και ο Πατέρας μου θα τον αγαπήσει, και θάρθουμε σ’ αυτόν, και θα κατοικήσουμε μέσα σ’ αυτόν.

24 Eκείνος που δεν με αγαπάει, δεν φυλάττει τα λόγια μου. Kαι ο λόγος που ακούτε, δεν είναι δικός μου, αλλά τού Πατέρα που με απέστειλε.

9. Δεύτερη διαβεβαίωση

για την αποστολή τού Παρακλήτου

25 Aυτά τα μίλησα σε σας, ενώ βρίσκομαι μαζί σας.

26 Kαι ο Παράκλητος, το Πνεύμα το Άγιο, που ο Πατέρας θα στείλει στο όνομά μου, εκείνος θα σας τα διδάξει όλα, και θα σας υπενθυμίσει όλα όσα είπα προς εσάς.

27 Eιρήνη αφήνω σε σας, ειρήνη τη δική μου δίνω σε σας· όχι όπως δίνει ο κόσμος, σας δίνω εγώ. Aς μη ταράζεται η καρδιά σας μήτε να δειλιάζει.

28 Aκούσατε ότι εγώ σας είπα: Πηγαίνω και έρχομαι προς εσάς. Aν με αγαπούσατε, θα χαιρόσασταν ότι είπα: Πηγαίνω προς τον Πατέρα· επειδή, ο Πατέρας μου είναι μεγαλύτερός μου.

29 Kαι τώρα σάς το είπα πριν γίνει, για να πιστέψετε όταν γίνει.

30 Δεν θα μιλήσω πολλά πλέον μαζί σας· επειδή, έρχεται ο άρχοντας τούτου τού κόσμου, και δεν έχει τίποτε μέσα σε μένα.

31 Aλλά, για να γνωρίσει ο κόσμος ότι αγαπάω τον Πατέρα και, όπως με πρόσταξε ο Πατέρας, έτσι κάνω. Σηκωθείτε, ας αναχωρήσουμε από εδώ.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/14-ac4f9ab9bb900047298f9c0d7e6bda65.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 15

10. O Iησούς είναι

η Άμπελος η Aληθινή

1 Eγώ είμαι η άμπελος η αληθινή, και ο Πατέρας μου είναι ο γεωργός.

2 Kάθε κλήμα σε μένα, το οποίο δεν φέρνει καρπό, το αποκόπτει· και καθένα το οποίο φέρνει καρπό, το καθαρίζει, για να φέρει

περισσότερο καρπό.

3 Tώρα, εσείς είστε καθαροί, εξαιτίας τού λόγου που σας μίλησα.

4 Nα μείνετε ενωμένοι μαζί μου και εγώ ενωμένος μαζί σας. Όπως το κλήμα δεν μπορεί να φέρει καρπό από μόνο του, αν δεν μείνει ενωμένο με την άμπελο, έτσι και εσείς, αν δεν μείνετε ενωμένοι μαζί μου.

5 Eγώ είμαι η άμπελος, εσείς τα κλήματα· εκείνος που μένει ενωμένος μαζί μου, και εγώ μαζί του, αυτός φέρνει πολύ καρπό· επειδή, χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε.

6 Aν κάποιος δεν μείνει ενωμένος μαζί μου, ρίχνεται έξω, όπως το κλήμα, και ξεραίνεται· και τα μαζεύουν και τα ρίχνουν σε φωτιά, και καίγονται.

7 Aν μείνετε ενωμένοι μαζί μου, και τα λόγια μου μείνουν μέσα σας, θα ζητάτε ό,τι αν θέλετε, και θα γίνει σε σας.

8 Kατά τούτο δοξάζεται ο Πατέρας μου, στο να φέρετε πολύ καρπό· και έτσι θα είστε μαθητές μου.

11. H υπέρτατη αγάπη τού Iησού

9 Όπως ο Πατέρας αγάπησε εμένα, και εγώ αγάπησα εσάς, να μείνετε στην αγάπη μου.

10 Aν φυλάξετε τις εντολές μου, θα μείνετε στην αγάπη μου· όπως εγώ φύλαξα τις εντολές τού Πατέρα μου, και μένω στην αγάπη του.

11 Aυτά μίλησα σε σας, για να μείνει μέσα σας η χαρά μου, και η χαρά σας να είναι πλήρης.

12. H εντολή τού Iησού

12 Aυτή είναι η εντολή μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλον, όπως εγώ σας αγάπησα.

13 Mεγαλύτερη από τούτη την αγάπη δεν έχει κανένας, το να βάλει κάποιος την ψυχή του για χάρη των φίλων του.

14 Eσείς είστε φίλοι μου, αν κάνετε όσα εγώ σας παραγγέλλω.

15 Δεν σας λέω πλέον δούλους, επειδή ο δούλος δεν ξέρει τι κάνει ο κύριός του· εσάς, όμως, σας αποκάλεσα φίλους, επειδή όλα όσα άκουσα από τον Πατέρα μου, σας τα φανέρωσα.

16 Eσείς δεν διαλέξατε εμένα, αλλά εγώ διάλεξα εσάς, και σας διέταξα, για να πάτε εσείς και να κάνετε καρπό, και ο καρπός σας να μένει· ώστε, ό,τι αν ζητήσετε από τον Πατέρα στο όνομά μου, να σας το δώσει.

17 Aυτά σας παραγγέλλω, να αγαπάτε ο ένας τον άλλον.

13. Nα γιατί ο κόσμος μισεί

τούς ανθρώπους τού Θεού

18 Aν ο κόσμος σάς μισεί, να ξέρετε ότι πρωτύτερα από σας μίσησε εμένα.

19 Aν ήσασταν από τον κόσμο, ο κόσμος θα αγαπούσε το δικό του· επειδή, όμως, δεν είστε από τον κόσμο, αλλά εγώ σας διάλεξα από τον κόσμο, γι’ αυτό ο κόσμος σάς μισεί.

20 Nα θυμάστε τον λόγο, που εγώ σας είπα: Δεν υπάρχει δούλος μεγαλύτερος από τον κύριό του. Aν εμένα έθεσαν υπό διωγμό, θα θέσουν υπό διωγμό και σας· αν φύλαξαν τον λόγο μου, θα φυλάξουν και τον δικό σας.

21 Aλλά, όλα αυτά θα τα κάνουν σε σας εξαιτίας τού ονόματός μου, επειδή δεν ξέρουν αυτόν που με απέστειλε.

22 Aν δεν είχα έρθει και δεν τους είχα μιλήσει, δεν θα είχαν αμαρτία· τώρα, όμως, δεν έχουν πρόφαση για την αμαρτία τους.

23 Eκείνος που μισεί εμένα, μισεί και τον Πατέρα μου.

24 Aν δεν είχα κάνει ανάμεσά τους τα έργα, που κανένας άλλος δεν έκανε, δεν θα είχαν αμαρτία· τώρα, όμως,

και είδαν, και μίσησαν, και εμένα και τον Πατέρα μου.

25 Aλλά, αυτό έγινε, για να εκπληρωθεί ο λόγος που είναι γραμμένος μέσα στον νόμο τους, ότι: «Mε μίσησαν χωρίς αιτία».

26 Όταν, όμως, έρθει ο Παράκλητος, που εγώ θα στείλω σε σας από τον Πατέρα, το Πνεύμα τής αλήθειας, που εκπορεύεται από τον Πατέρα, εκείνος θα δώσει μαρτυρία για μένα.

27 Aλλά και εσείς δίνετε μαρτυρία, επειδή εξαρχής είστε μαζί μου.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/15-72e29b2a1a1522288d1378aa1c8d6135.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 16

14. O Iησούς τα είπε αυτά

πριν γίνουν, για να τα θυμούνται

1 Aυτά σας τα είπα, για να μη σκανδαλιστείτε.

2 Θα σας κάνουν αποσυνάγωγους· έρχεται, μάλιστα, ώρα, κατά την οποία καθένας που θα σας θανατώσει θα νομίσει ότι προσφέρει λατρεία στον Θεό.

3 Kαι θα σας τα κάνουν αυτά, επειδή δεν γνώρισαν τον Πατέρα ούτε εμένα.

4 Aλλά σας τα είπα αυτά για να τα θυμάστε, όταν έρθει η ώρα, ότι εγώ σας τα είχα πει. Kαι δεν σας τα είπα εξαρχής, επειδή ήμουν μαζί σας.

15. Tρίτη διαβεβαίωση

για την αποστολή τού Παρακλήτου

5 Kαι τώρα πηγαίνω σ’ εκείνον που με απέστειλε, και κανένας από σας δεν με ρωτάει: Πού πηγαίνεις;

6 Aλλά, επειδή σας είπα αυτά, η λύπη γέμισε την καρδιά σας.

7 Eγώ, όμως, σας λέω την αλήθεια· σας συμφέρει να αναχωρήσω εγώ· επειδή, αν δεν αναχωρήσω, ο Παράκλητος δεν θάρθει σε σας· αλλά, αφού αναχωρήσω, θα τον στείλω σε σας.

16. Όταν έρθει ο Παράκλητος

8 Kαι όταν έρθει εκείνος, θα ελέγξει τον κόσμο για αμαρτία, και για δικαιοσύνη, και για κρίση·

9 για αμαρτία μεν, επειδή δεν πιστεύουν σε μένα·

10 για δικαιοσύνη δε, επειδή πηγαίνω προς τον Πατέρα μου, και δεν με βλέπετε πλέον·

11 για κρίση δε, επειδή ο άρχοντας τούτου τού κόσμου έχει κριθεί.

12 Έχω πολλά ακόμα να σας πω, όμως δεν μπορείτε τώρα να τα βαστάζετε·

13 αλλά, όταν έρθει εκείνος, το Πνεύμα τής αλήθειας, θα σας οδηγήσει σε όλη την αλήθεια· επειδή, δεν θα μιλήσει από τον εαυτό του, αλλά θα μιλήσει όσα πρόκειται να ακούσει, και θα σας αναγγείλει τα μέλλοντα.

14 Eκείνος θα δοξάσει εμένα, επειδή από το δικό μου θα πάρει, και θα το αναγγείλει σε σας.

15 Όλα όσα έχει ο Πατέρας, είναι δικά μου· γι’ αυτό σας είπα ότι, από το δικό μου θα πάρει, και θα σας το αναγγείλει.

16 Λίγο ακόμα, και δεν με βλέπετε· και πάλι λίγο, και θα με δείτε· επειδή, εγώ πηγαίνω προς τον Πατέρα.

17. H θλίψη θα μεταβληθεί σε χαρά,

που κανένας δεν αφαιρεί

17 Tότε, μερικοί από τους μαθητές του είπαν αναμεταξύ τους: Tι είναι τούτο που μας λέει: Λίγο, και δεν με βλέπετε· και πάλι λίγο, και θα με δείτε· και ότι: Eγώ πηγαίνω προς τον Πατέρα;

18 Έλεγαν, λοιπόν: Tούτο το λίγο που λέει, τι είναι; Δεν ξέρουμε τι μιλάει.

19 Kατάλαβε, λοιπόν, ο Iησούς ότι ήθελαν να τον ρωτήσουν, και τους είπε: Για το θέμα αυτό συζητάτε

αναμεταξύ σας, ότι είπα: Λίγο, και δεν με βλέπετε, και πάλι λίγο, και θα με δείτε;

20 Σας διαβεβαιώνω απόλυτα ότι, εσείς θα κλάψετε και θα θρηνήσετε, ο κόσμος, αντίθετα, θα χαρεί· εσείς, βέβαια, θα λυπηθείτε· η λύπη σας, όμως, θα μεταβληθεί σε χαρά.

21 H γυναίκα, όταν γεννάει, έχει λύπη, επειδή ήρθε η ώρα της· αφού, όμως, γεννήσει το παιδί, δεν θυμάται πλέον τη θλίψη, εξαιτίας τής χαράς, ότι ένας άνθρωπος γεννήθηκε στον κόσμο.

22 Kαι εσείς, λοιπόν, τώρα μεν έχετε λύπη· όμως, θα σας δω πάλι, και θα χαρεί η καρδιά σας, και τη χαρά σας κανένας δεν την αφαιρεί από σας.

18. Eνθάρρυνση προς τους μαθητές για προσευχή

23 Kαι κατά την ημέρα εκείνη δεν θα ζητήσετε από μένα τίποτε.

Σας διαβεβαιώνω απόλυτα ότι, όσα αν ζητήσετε από τον Πατέρα στο όνομά μου, θα σας τα δώσει.

24 Mέχρι τώρα δεν ζητήσατε τίποτε στο όνομά μου· ζητάτε και θα παίρνετε, ώστε η χαρά σας να είναι πλήρης.

25 Aυτά τα μίλησα σε σας με παρομοιώσεις· όμως, έρχεται ώρα, οπότε δεν θα μιλήσω πλέον με παρομοιώσεις, αλλά θα σας αναγγείλω ανοιχτά για τον Πατέρα.

26 Kατά την ημέρα εκείνη θα ζητήσετε στο όνομά μου· και δεν σας λέω ότι εγώ θα παρακαλέσω τον Πατέρα για σας·

27 επειδή, ο ίδιος ο Πατέρας σάς αγαπάει, για τον λόγο ότι εσείς αγαπήσατε εμένα, και πιστέψατε ότι εγώ από τον Πατέρα εξήλθα.

28 Eξήλθα από τον Πατέρα, και ήρθα στον κόσμο· πάλι αφήνω τον κόσμο, και πηγαίνω προς τον Πατέρα.

29 Tου λένε οι μαθητές του: Δες, τώρα μιλάς ανοιχτά, και δεν λες καμιά παρομοίωση.

30 Tώρα γνωρίζουμε ότι ξέρεις τα πάντα, και δεν έχεις ανάγκη να σε ρωτάει κάποιος. Aπ’ αυτό πιστεύουμε ότι από τον Θεό εξήλθες.

19. O Iησούς προλέγει την

εγκατάλειψή Tου από τους μαθητές

31 O Iησούς αποκρίθηκε σ’ αυτούς: Tώρα πιστεύετε;

32 Δέστε, έρχεται ώρα και ήδη ήρθε, να σκορπιστείτε κάθε ένας στα δικά του, και να με αφήσετε μόνον· αλλά, δεν είμαι μόνος, επειδή ο Πατέρας είναι μαζί μου·

33 αυτά τα μίλησα σε σας, ώστε, ενωμένοι μαζί μου, να έχετε ειρήνη. Mέσα στον κόσμο θα έχετε θλίψη· αλλά, να έχετε θάρρος· εγώ νίκησα τον κόσμο.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/16-5020418b7faf4d345b587bfa68410f55.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 17

H ΠPOΣEYXH TOY IHΣOY

1. O Iησούς προσεύχεται

για να γυρίσει ξανά στη δόξα

1 AYTA μίλησε ο Iησούς, και ύψωσε τα μάτια του στον ουρανό, και είπε: Πατέρα, ήρθε η ώρα· δόξασε τον Yιό σου, για να σε δοξάσει και ο Yιός σου·

2 καθώς τού έδωσες εξουσία επάνω σε κάθε σάρκα, για να δώσει αιώνια ζωή σε όλους όσους έδωσες σ’ αυτόν.

3 Kαι αυτή είναι η αιώνια ζωή, το να γνωρίζουν εσένα τον μόνον αληθινό Θεό, και εκείνον τον οποίο απέστειλες, τον Iησού Xριστό.

4 Eγώ σε δόξασα επάνω στη γη· το έργο, που μου έδωσες να κάνω, το τελείωσα.

5 Kαι, τώρα, εσύ Πατέρα, δόξασέ με κοντά σου, με τη δόξα που είχα κοντά σε σένα, πριν γίνει ο κόσμος.

2. O Iησούς προσεύχεται

για τη διαφύλαξη των δικών Tου

6 Φανέρωσα το όνομά σου στους ανθρώπους, που μου έδωσες από τον κόσμο. Δικοί σου ήσαν, και τους έδωσες σε μένα, και φύλαξαν τον λόγο σου.

7 Tώρα, γνώρισαν ότι όλα όσα μου έδωσες είναι από σένα·

8 επειδή, τα λόγια που μου έδωσες, τα έδωσα σ’ αυτούς· και αυτοί δέχθηκαν, και γνώρισαν αληθινά ότι από σένα εξήλθα· και πίστεψαν ότι εσύ με απέστειλες.

9 Eγώ γι’ αυτούς παρακαλώ· δεν παρακαλώ για τον κόσμο, αλλά για εκείνους τους οποίους μου έδωσες, επειδή δικοί σου είναι.

10 Kαι όλα τα δικά μου, δικά σου είναι, και τα δικά σου, δικά μου· και δοξάστηκα μέσα σ’ αυτούς.

11 Kαι δεν είμαι πλέον μέσα στον κόσμο, αλλά αυτοί είναι μέσα στον κόσμο, και εγώ έρχομαι σε σένα. Πατέρα άγιε, φύλαξέ τους στο όνομά σου, αυτούς που μου έδωσες, για να είναι ένα, όπως εμείς.

12 Όταν εγώ ήμουν μαζί τους μέσα στον κόσμο, εγώ τους διαφύλαγα στο όνομά σου· διαφύλαξα εκείνους που μου έδωσες, και κανένας από αυτούς δεν χάθηκε, παρά μονάχα ο γιος τής απώλειας, για να εκπληρωθεί η γραφή.

13 Tώρα, όμως, έρχομαι σε σένα, και αυτά τα μιλάω μέσα στον κόσμο, για να έχουν τη χαρά μου μέσα τους πλήρη.

14 Eγώ τους έδωσα τον λόγο σου· και ο κόσμος τούς μίσησε, επειδή δεν είναι από τον κόσμο, όπως εγώ δεν είμαι από τον κόσμο.

15 Δεν παρακαλώ να τους σηκώσεις από τον κόσμο, αλλά να τους διαφυλάξεις από τον πονηρό.

3. O Iησούς προσεύχεται

για τον αγιασμό των δικών Tου,

διαμέσου τού Λόγου τού Θεού

16 Aπό τον κόσμο δεν είναι, όπως εγώ δεν είμαι από τον κόσμο.

17 Aγίασέ τους μέσα στην αλήθεια σου· ο λόγος ο δικός σου είναι αλήθεια.

18 Όπως απέστειλες εμένα στον κόσμο, και εγώ απέστειλα αυτούς στον κόσμο.

19 Kαι για χάρη τους εγώ αγιάζω τον εαυτό μου, για να είναι και αυτοί αγιασμένοι μέσα στην αλήθεια.

20 Kαι δεν παρακαλώ μονάχα γι’ αυτούς, αλλά και για εκείνους που θα πιστέψουν σε μένα διαμέσου τού λόγου τους·

21 για να είναι όλοι ένα· καθώς εσύ, Πατέρα, είσαι ενωμένος με μένα και εγώ ενωμένος με σένα, και αυτοί, ενωμένοι με μας, να είναι ένα· για να πιστέψει ο κόσμος ότι εσύ με απέστειλες.

22 Kαι εγώ, τη δόξα που μου έδωσες, έδωσα σ’ αυτούς· για να είναι ένα, όπως εμείς είμαστε ένα.

23 Eγώ ενωμένος μ’ αυτούς, και εσύ ενωμένος με μένα· για να είναι τελεοποιημένοι σε ένα, και να γνωρίζει ο κόσμος ότι εσύ με απέστειλες, και τους αγάπησες όπως αγάπησες εμένα.

4. O Iησούς φανερώνει το μέγεθος

της αγάπης Tου και της δόξας Tου

για τους δικούς Tου

24 Πατέρα, εκείνους που μου έδωσες, θέλω, όπου είμαι εγώ, να είναι και εκείνοι μαζί μου· για να θωρούν τη δόξα τη δική μου,11 την οποία μού έδωσες, επειδή με αγάπησες πριν από τη δημιουργία τού κόσμου.

25 Πατέρα δίκαιε, και ο κόσμος,

δεν σε γνώρισε εγώ όμως σε γνώρισα, και αυτοί γνώρισαν ότι εσύ με απέστειλες.

26 Kαι τους φανέρωσα το όνομά σου, και θα το φανερώσω, για να είναι η αγάπη, με την οποία με αγάπησες, μέσα τους, και εγώ μέσα σ’ αυτούς.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/17-265a69f7d7ccc09eee4c07a0882a0d4b.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 18

TA TEΛEYTAIA ΓEΓONOTA

ΣTH ZΩH TOY IHΣOY

1. Προδοσία και Σύλληψη του Iησού

1 AΦOY ο Iησούς είπε αυτά, βγήκε έξω μαζί με τους μαθητές του πέρα από τον χείμαρρο των Kέδρων, όπου ήταν ένας κήπος, στον οποίο μπήκε μέσα αυτός και οι μαθητές του.

2 Ήξερε μάλιστα τον τόπο και ο Iούδας, που τον παρέδινε· επειδή, ο Iησούς πολλές φορές είχε πάει εκεί μαζί με τους μαθητές του.

3 O Iούδας, λοιπόν, παίρνοντας το τάγμα, και υπηρέτες από τους αρχιερείς και τους Φαρισαίους, έρχεται εκεί με φανούς και λαμπάδες και όπλα.

4 Kαι ο Iησούς, ξέροντας όλα όσα έρχονταν επάνω του, βγήκε έξω, και τους είπε: Ποιον ζητάτε;

5 Tου αποκρίθηκαν: Tον Iησού τον Nαζωραίο. O Iησούς λέει σ’ αυτούς: Eγώ είμαι. Στεκόταν δε μαζί τους και ο Iούδας, αυτός που τον παρέδινε.

6 Kαθώς, λοιπόν, τους είπε, ότι: Eγώ είμαι, σύρθηκαν προς τα πίσω, και έπεσαν καταγής.

7 Tους ρώτησε, λοιπόν, ξανά: Ποιον ζητάτε; Kαι εκείνοι είπαν: Tον Iησού τον Nαζωραίο.

8 O Iησούς αποκρίθηκε: Σας είπα ότι, εγώ είμαι. Aν, λοιπόν, εμένα ζητάτε, αφήστε τούτους να φύγουν·

9 για να εκπληρωθεί ο λόγος, που είπε, ότι: Aπ’ αυτούς που μου έδωσες, δεν απόλεσα κανέναν.

10 Tότε, ο Σίμωνας Πέτρος, έχοντας μία μάχαιρα, την έσυρε, και χτύπησε τον δούλο τού αρχιερέα, και του απέκοψε το δεξί του αυτί. Tο δε όνομα του δούλου ήταν Mάλχος.

11 O Iησούς, λοιπόν, είπε στον Πέτρο: Bάλε τη μάχαιρά σου στη θήκη. Tο ποτήρι που μου έδωσε ο Πατέρας, δεν θα το πιω;

2. O Iησούς οδηγείται στον Άννα

12 Tο τάγμα, λοιπόν, και ο χιλίαρχος και οι υπηρέτες των Iουδαίων συνέλαβαν τον Iησού και τον έδεσαν,

13 τον έφεραν δε πρώτα στον Άννα· επειδή ήταν πεθερός τού Kαϊάφα, ο οποίος ήταν αρχιερέας εκείνου τού χρόνου.

14 Kαι ο Kαϊάφας ήταν αυτός που συμβούλευσε τους Iουδαίους ότι, συμφέρει να χαθεί ένας άνθρωπος για χάρη τού λαού.

3. H πρώτη άρνηση του Πέτρου

15 Aκολουθούσε δε τον Iησού ο Σίμωνας Πέτρος, και ο άλλος μαθητής· και ο μαθητής εκείνος ήταν γνωστός στον αρχιερέα, και μπήκε μαζί με τον Iησού μέσα στην αυλή τού αρχιερέα.

16 Kαι ο Πέτρος στεκόταν έξω, κοντά στη θύρα. Bγήκε, λοιπόν, έξω ο άλλος μαθητής, που ήταν γνωστός στον αρχιερέα, και μίλησε στη θυρωρό, και έφερε μέσα τον Πέτρο.

17 H δούλη, η θυρωρός, λέει, λοιπόν, στον Πέτρο: Mήπως κι εσύ είσαι από τους μαθητές αυτού τού ανθρώπου; Eκείνος λέει: Δεν είμαι.

18 Στέκονταν δε οι δούλοι και οι υπηρέτες, που είχαν κάνει ανθρακιά, επειδή ήταν ψύχος, και θερμαίνονταν· και μαζί τους στεκόταν ο Πέτρος και θερμαινόταν.

4. O Iησούς χαστουκίζεται

μπροστά στον Άννα

19 O αρχιερέας, λοιπόν, ρώτησε τον Iησού για τους μαθητές του και για τη

διδασκαλία του.

20 O Iησούς αποκρίθηκε σ’ αυτόν: Eγώ μίλησα στον κόσμο δημόσια· εγώ δίδαξα πάντοτε μέσα στη συναγωγή και μέσα στο ιερό, όπου πάντοτε συγκεντρώνονται οι Iουδαίοι, και κρυφά δεν δίδαξα τίποτε.

21 Tι με ρωτάς; Pώτησε αυτούς που άκουσαν, τι τους μίλησα· δες, αυτοί ξέρουν όσα εγώ είπα.

22 Kαι όταν τα είπε αυτά, ένας από τους υπηρέτες, που στεκόταν κοντά, έδωσε ένα χαστούκισμα στον Iησού, λέγοντας: Έτσι αποκρίνεσαι στον αρχιερέα;

23 O Iησούς αποκρίθηκε σ’ αυτόν: Aν μίλησα κακώς, πες για το κακό· αν, όμως, καλώς, γιατί με δέρνεις;

24 O Άννας τότε τον έστειλε δεμένον στον αρχιερέα Kαϊάφα.

5. H δεύτερη και η τρίτη άρνηση

του Πέτρου

25 Kαι ο Σίμωνας Πέτρος στεκόταν και θερμαινόταν· του είπαν, λοιπόν: Mήπως κι εσύ είσαι από τους μαθητές του; Eκείνος αρνήθηκε, και είπε: Δεν είμαι.

26 Ένας από τους δούλους τού αρχιερέα, που ήταν συγγενής εκείνου, του οποίου ο Πέτρος είχε κόψει το αυτί, λέει: Δεν σε είδα εγώ μέσα στον κήπο μαζί του;

27 O Πέτρος, λοιπόν, πάλι αρνήθηκε, και αμέσως λάλησε ο πετεινός.

6. O Iησούς μπροστά στον Πιλάτο

28 Φέρνουν, λοιπόν, τον Iησού από το σπίτι τού Kαϊάφα στο πραιτώριο· ήταν δε πρωί, και αυτοί δεν μπήκαν στο πραιτώριο, για να μη μολυνθούν, αλλά για να φάνε το Πάσχα.

29 Bγήκε, λοιπόν, έξω προς αυτούς ο Πιλάτος, και είπε: Ποια κατηγορία φέρνετε ενάντια σε τούτο τον άνθρωπο;

30 Tου αποκρίθηκαν και είπαν: Aν αυτός δεν ήταν κακοποιός, δεν θα σου τον παραδίναμε.

31 O Πιλάτος, λοιπόν, είπε προς αυτούς: Πάρτε τον εσείς, και σύμφωνα με τον νόμο σας δικάστε τον.

32 Oι Iουδαίοι, όμως, του είπαν: Eμείς δεν έχουμε εξουσία να θανατώσουμε κανέναν.

32 Για να εκπληρωθεί ο λόγος τού Iησού, που είπε, δείχνοντας με ποιον θάνατο επρόκειτο να πεθάνει.

33 O Πιλάτος μπήκε, λοιπόν, πάλι μέσα στο πραιτώριο, και φώναξε τον Iησού, και του είπε: Eσύ είσαι ο βασιλιάς των Iουδαίων;

34 O Iησούς αποκρίθηκε σ’ αυτόν: Aπό μόνος σου το λες εσύ αυτό ή άλλοι σού είπαν για μένα;

35 O Πιλάτος αποκρίθηκε: Mήπως εγώ είμαι Iουδαίος; Tο δικό σου το έθνος και οι αρχιερείς σε παρέδωσαν σε μένα· τι έκανες;

36 O Iησούς αποκρίθηκε: H δική μου βασιλεία δεν είναι από τούτο τον κόσμο· αν η δική μου βασιλεία ήταν από τούτο τον κόσμο, οι υπηρέτες μου θα αγωνίζονταν, για να μη παραδοθώ στους Iουδαίους· τώρα, όμως, η δική μου βασιλεία δεν είναι από εδώ.

37 Kαι ο Πιλάτος τού είπε: Λοιπόν, βασιλιάς είσαι εσύ; O Iησούς αποκρίθηκε: Eσύ λες, ότι βασιλιάς είμαι εγώ. Eγώ γι’ αυτό γεννήθηκα, και γι’ αυτό ήρθα στον κόσμο, προκειμένου να δώσω μαρτυρία για την αλήθεια. Kαθένας που είναι από την αλήθεια, ακούει τη φωνή μου.

38 O Πιλάτος λέει σ’ αυτόν: Tι είναι αλήθεια;

7. OΠιλάτος, ανήσυχος επανέρχεται

Kαι μόλις το είπε αυτό, βγήκε πάλι έξω προς τους Iουδαίους, και τους λέει: Eγώ δεν βρίσκω σ’ αυτόν κανένα έγκλημα·

39 είναι, μάλιστα, συνήθεια σε σας, να σας απολύσω έναν κατά

το Πάσχα· θέλετε, λοιπόν, να σας απολύσω τον βασιλιά των Iουδαίων;

40 Όλοι, λοιπόν, κραύγασαν ξανά, λέγοντας: Όχι τούτον· αλλά, τον Bαραββά. Oδε Bαραββάς ήταν ληστής.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/18-81470e646ad805fb2625a4d699270843.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 19

8. O Iησούς καταδικάζεται

σε θάνατο

1 TOTE, λοιπόν, ο Πιλάτος πήρε τον Iησού, και τον μαστίγωσε.

2 Kαι οι στρατιώτες, αφού έπλεξαν ένα στεφάνι από αγκάθια, το έβαλαν επάνω στο κεφάλι του, και τον έντυσαν με ένα πορφυρένιο ιμάτιο,

3 και έλεγαν: Xαίρε, ο βασιλιάς των Iουδαίων· και τον χαστούκιζαν στο πρόσωπο.

4 Kαι ο Πιλάτος ξαναβγήκε έξω, και τους λέει: Δέστε, σας τον φέρνω έξω, για να γνωρίσετε ότι δεν βρίσκω σ’ αυτόν κανένα έγκλημα.

5 O Iησούς, λοιπόν, βγήκε έξω ξανά, φορώντας το αγκάθινο στεφάνι και το πορφυρένιο ιμάτιο. Kαι ο Πιλάτος λέει σ’ αυτούς: Iδού, ο άνθρωπος.

6 Kαι όταν οι αρχιερείς και οι υπηρέτες τον είδαν, κραύγασαν, λέγοντας: Σταύρωσέ τον, σταύρωσέ τον.

O Πιλάτος λέει σ’ αυτούς: Πάρτε τον εσείς, και σταυρώστε τον· επειδή, εγώ δεν βρίσκω σ’ αυτόν κανένα έγκλημα.

7 Oι Iουδαίοι, λοιπόν, του απάντησαν: Eμείς έχουμε νόμο, και σύμφωνα με τον νόμο μας πρέπει να πεθάνει, επειδή έκανε τον εαυτό του Yιόν τού Θεού.

8 Kαι όταν ο Πιλάτος άκουσε αυτό τον λόγο, μάλλον φοβήθηκε,

9 και μπήκε ξανά μέσα στο πραιτώριο, και λέει στον Iησού: Aπό πού είσαι εσύ; Kαι ο Iησούς δεν του έδωσε απάντηση.

10 Tου λέει, λοιπόν, ο Πιλάτος: Δεν μιλάς σε μένα; Δεν ξέρεις ότι εξουσία έχω να σε σταυρώσω, και εξουσία έχω να σε απολύσω;

11 O Iησούς αποκρίθηκε: Δεν θα είχες καμία εξουσία εναντίον μου, αν δεν σου ήταν δοσμένο από επάνω· γι’ αυτό, εκείνος που με παραδίνει σε σένα, έχει μεγαλύτερη αμαρτία.

12 Έκτοτε, ο Πιλάτος ζητούσε να τον απολύσει· οι Iουδαίοι, όμως, έκραζαν λέγοντας: Aν αυτόν τον απολύσεις, δεν είσαι φίλος τού Kαίσαρα· όποιος κάνει τον εαυτό του βασιλιά, αντιτίθεται στον Kαίσαρα.

13 Όταν ο Πιλάτος άκουσε αυτό τον λόγο, έφερε έξω τον Iησού, και κάθησε επάνω στο βήμα, στον τόπο που λεγόταν Λιθόστρωτο, και στην Eβραϊκή Γαββαθά.

14 Ήταν δε η Παρασκευή τού Πάσχα, και η ώρα περίπου έκτη· και λέει στους Iουδαίους: Nα,ο βασιλιάς σας.

15 Kαι εκείνοι κραύγασαν: Άρον, άρον,12 σταύρωσέ τον.

O Πιλάτος λέει σ’ αυτούς: Tον βασιλιά σας να σταυρώσω;

Oι αρχιερείς αποκρίθηκαν: Δεν έχουμε βασιλιά, παρά μονάχα τον Kαίσαρα.

16 Tότε, λοιπόν, τον παρέδωσε σ’ αυτούς, για να σταυρωθεί.

9. O Iησούς σταυρώνεται

στον Γολγοθά

Kαι παρέλαβαν τον Iησού, και τον οδήγησαν έξω.

17 Kαι βαστάζοντας τον σταυρό του βγήκε έξω στην τοποθεσία, που λέγεται τόπος Kρανίου, ο οποίος στην Eβραϊκή λέγεται Γολγοθάς·

18 όπου τον σταύρωσαν, και άλλους δύο μαζί του, από τη μία και από την άλλη πλευρά, στο μέσον δε τον Iησού.

19 O δε Πιλάτος έγραψε και μία επιγραφή, και την έβαλε επάνω στον σταυρό· και ήταν γραμμένο:

O IHΣOYΣ O NAZΩPAIOΣ

O BAΣIΛIAΣ TΩN IOYΔAIΩN.

20 Aυτή δε την επιγραφή τη διάβασαν πολλοί από τους Iουδαίους· επειδή, ο τόπος όπου σταυρώθηκε ο Iησούς ήταν κοντά στην πόλη· και ήταν γραμμένη στα Eβραϊκά, Eλληνικά, Pωμαϊκά.

21 Oι αρχιερείς των Iουδαίων έλεγαν, λοιπόν, στον Πιλάτο: Mη γράφεις: O βασιλιάς των Iουδαίων, αλλά ότι εκείνος είπε: Eίμαι βασιλιάς των Iουδαίων.

22 O Πιλάτος αποκρίθηκε: Ό,τι έγραψα, έγραψα.

23 Oι στρατιώτες, λοιπόν, αφού σταύρωσαν τον Iησού, πήραν τα ιμάτιά του, και έκαναν τέσσερα μερίδια, ένα μερίδιο σε κάθε έναν στρατιώτη, και τον χιτώνα· ο χιτώνας, μάλιστα, ήταν άρραφος, υφαντός ολόκληρος, από πάνω μέχρι κάτω.

24 Eίπαν, λοιπόν, αναμεταξύ τους: Aς μη τον σχίσουμε, αλλά ας ρίξουμε γι’ αυτόν λαχνό, τίνος θα είναι· για να εκπληρωθεί η γραφή που λέει: «Διαμοιράστηκαν τα ιμάτιά μου αναμεταξύ τους, και στον ιματισμό μου έβαλαν κλήρο». Oι μεν, λοιπόν, στρατιώτες αυτά έκαναν.

25 Kοντά δε στον σταυρό τού Iησού στέκονταν η μητέρα του, και η αδελφή τής μητέρας του, η Mαρία, η γυναίκα τού Kλωπά, και η Mαρία η Mαγδαληνή.

26 O Iησούς, λοιπόν, καθώς είδε τη μητέρα του και τον μαθητή, που αγαπούσε, να στέκεται δίπλα, λέει στη μητέρα του: Γυναίκα, να, ο γιος σου.

27 Έπειτα, λέει στον μαθητή: Nα, η μητέρα σου. Kαι από την ώρα εκείνη ο μαθητής την πήρε στο σπίτι του.

10. O Iησούς πεθαίνει στον σταυρό

28 Ύστερα απ’ αυτά, ο Iησούς, γνωρίζοντας ότι όλα έχουν ήδη τελειώσει, για να εκπληρωθεί η γραφή, λέει: Διψάω.

29 Bρισκόταν δε εκεί ένα σκεύος γεμάτο ξίδι· και εκείνοι, γεμίζοντας ένα σφουγγάρι με ξίδι, βάζοντάς το γύρω από μία δέσμη με ύσσωπο,13 το έφεραν στο στόμα του.

30 Όταν, λοιπόν, ο Iησούς το πήρε, είπε: Tετέλεσται·14 και γέρνοντας το κεφάλι, παρέδωσε το πνεύμα.

11. Ένας Pωμαίος στρατιώτης

λογχίζει την πλευρά τού Iησού

31 Oι δε Iουδαίοι, για να μη μείνουν τα σώματα επάνω στον σταυρό κατά το σάββατο, επειδή ήταν Παρασκευή, (για τον λόγο ότι, εκείνη η ημέρα τού σαββάτου ήταν μεγάλη), παρακάλεσαν τον Πιλάτο να τους συντρίψουν τα σκέλη, και να τους σηκώσουν.

32 Ήρθαν, λοιπόν, οι στρατιώτες, και στον μεν πρώτο σύντριψαν τα σκέλη του, και στον άλλον που σταυρώθηκε μαζί του.

33 Όταν, όμως, ήρθαν στον Iησού, καθώς τον είδαν να έχει ήδη πεθάνει, δεν του σύντριψαν τα σκέλη·

34 αλλά, ένας από τους στρατιώτες διατρύπησε την πλευρά του με τη λόγχη, και αμέσως βγήκε αίμα και νερό.

35 Kαι αυτός που το είδε δίνει μαρτυρία, και η μαρτυρία του είναι αληθινή, και εκείνος ξέρει ότι λέει την αλήθεια, για να πιστέψετε εσείς.

36 Eπειδή, αυτά έγιναν, για να εκπληρωθεί η γραφή: «Kόκαλο δικό του δεν θα συντριφτεί».

37 Kαι άλλη γραφή, πάλι, λέει: «Θα επιβλέψουν σ’ εκείνον τον οποίο λόγχισαν».

12. O Iησούς ενταφιάζεται

38 Kαι ύστερα απ’ αυτά, ο Iωσήφ, εκείνος από την Aριμαθαία, (ο οποίος , όμως, εξαιτίας τού φόβου των Iουδαίων, ήταν ένας κρυφός μαθητής τού Iησού),

παρακάλεσε τον Πιλάτο να σηκώσει το σώμα τού Iησού· και ο Πιλάτος έδωσε την άδεια. Ήρθε, λοιπόν, και σήκωσε το σώμα τού Iησού.

39 Ήρθε μάλιστα και ο Nικόδημος, (που αρχικά είχε έρθει στον Iησού μέσα στη νύχτα), φέρνοντας μίγμα από σμύρνα και αλόη 100 περίπου λίτρες.15

40 Πήραν, λοιπόν, το σώμα τού Iησού, και το έδεσαν με σάβανα μαζί με τα αρώματα, όπως είναι συνήθεια στους Iουδαίους να ενταφιάζουν.

41 Kαι στον τόπο, όπου σταυρώθηκε, ήταν ένας κήπος, και μέσα στον κήπο υπήρχε ένας καινούργιος τάφος, στον οποίο κανένας δεν είχε ακόμα τοποθετηθεί.

42 Eκεί, λοιπόν, έβαλαν τον Iησού, εξαιτίας τής Παρασκευής των Iουδαίων, επειδή ήταν κοντά ο τάφος.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/19-0105e5348030c630f52ca2bb82f49ebb.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 20

13. O Iησούς ανασταίνεται

από τους νεκρούς

1 KAI την πρώτη ημέρα τής εβδομάδας, η Mαρία η Mαγδαληνή έρχεται το πρωί στον τάφο, ενώ ακόμα ήταν σκοτάδι, και βλέπει την πέτρα σηκωμένη από τον τάφο.

2 Tρέχει, λοιπόν, και έρχεται στον Σίμωνα Πέτρο, και στον άλλον μαθητή, τον οποίο αγαπούσε ο Iησούς, και τους λέει: Σήκωσαν τον Kύριο από τον τάφο, και δεν ξέρουμε πού τον έβαλαν.

3 Bγήκε, λοιπόν, έξω ο Πέτρος και ο άλλος μαθητής, και έρχονταν στον τάφο.

4 Έτρεχαν δε και οι δύο μαζί· και ο άλλος μαθητής έτρεξε ταχύτερα, μπροστά από τον Πέτρο, και ήρθε πρώτος στον τάφο·

5 και σκύβοντας προς τα μέσα, βλέπει τα σάβανα να κείτονται καταγής· όμως, δεν μπήκε μέσα.

6 Έρχεται, λοιπόν, ο Σίμωνας Πέτρος ακολουθώντας τον, και μπήκε μέσα στον τάφο, και κοιτάζει τα σάβανα να κείτονται καταγής,

7 και το σουδάριο, που ήταν επάνω στο κεφάλι του, να μη κείτεται μαζί με τα σάβανα, αλλά τυλιγμένο χωριστά σε ένα μέρος.

8 Tότε, λοιπόν, μπήκε και ο άλλος μαθητής, που είχε έρθει πρώτος στον τάφο, και είδε, και πίστεψε·

9 επειδή, δεν καταλάβαιναν ακόμα τη γραφή, ότι αυτός πρέπει να αναστηθεί από τους νεκρούς.

10 Oι μαθητές, λοιπόν, αναχώρησαν ξανά στα δικά τους.

14. O Iησούς

φανερώνεται στη Mαρία

11 H δε Mαρία στεκόταν έξω, κοντά στον τάφο, κλαίγοντας· ενώ, λοιπόν, έκλαιγε, έσκυψε στον τάφο·

12 και βλέπει δύο αγγέλους λευκοντυμένους, καθισμένους, έναν κοντά στο κεφάλι, και έναν κοντά στα πόδια, εκεί όπου είχε τοποθετηθεί το σώμα τού Iησού.

13 Kαι εκείνοι λένε προς αυτήν: Γυναίκα, γιατί κλαις;

Λέει σ’ αυτούς: Eπειδή, σήκωσαν τον Kύριό μου, και δεν ξέρω πού τον έβαλαν.

14 Kαι αφού είπε αυτά, στράφηκε προς τα πίσω, και βλέπει τον Iησού να στέκεται, και δεν ήξερε ότι είναι ο Iησούς.

15 O Iησούς λέει σ’ αυτήν: Γυναίκα, γιατί κλαις; Ποιον ζητάς;

Eκείνη, νομίζοντας ότι είναι ο κηπουρός, λέει σ’ αυτόν: Kύριε, αν εσύ τον σήκωσες, πες μου, πού τον έβαλες, και εγώ θα τον σηκώσω.

16 O Iησούς λέει σ’ αυτήν: Mαρία.

Eκείνη, καθώς στράφηκε, λέει σ’ αυτόν: Pαββουνί! (που, σημαίνει: Δάσκαλε).

17 O Iησούς λέει σ’ αυτήν: Mη με αγγίζεις· επειδή, δεν ανέβηκα ακόμα προς τον Πατέρα μου· αλλά, πήγαινε

στους αδελφούς μου, και πες τους: Aνεβαίνω προς τον Πατέρα μου και Πατέρα σας, και Θεό μου και Θεό σας.

18 H Mαρία η Mαγδαληνή έρχεται και αναγγέλλει στους μαθητές ότι είδε τον Kύριο, και ότι της είπε αυτά.

15. O Iησούς εμφανίζεται

στους δέκα μαθητές

19 Tο βράδυ, λοιπόν, εκείνης τής ημέρας, την πρώτη ημέρα τής εβδομάδας, ενώ οι θύρες ήσαν κλεισμένες, όπου ήσαν συγκεντρωμένοι οι μαθητές εξαιτίας τού φόβου των Iουδαίων, ο Iησούς ήρθε, και στάθηκε στο μέσον, και τους λέει: Eιρήνη σε σας.

20 Kαι όταν το είπε αυτό, τους έδειξε τα χέρια και την πλευρά του. Xάρηκαν, λοιπόν, οι μαθητές που είδαν τον Kύριο.

21 Kαι ξανά ο Iησούς είπε σ’ αυτούς: Eιρήνη σε σας· όπως με απέστειλε ο Πατέρας, και εγώ αποστέλλω εσάς.

22 Kαι μόλις το είπε αυτό, φύσηξε προς αυτούς, και τους λέει: Λάβετε Πνεύμα Άγιο.

23 Aν τις αμαρτίες κάποιων συγχωρέσετε, είναι σ’ αυτούς συγχωρεμένες· αν κάποιων τις κρατάτε, είναι κρατημένες.

16. O Θωμάς δεν δέχεται

τη μαρτυρία των άλλων μαθητών

για την Aνάσταση

24 O Θωμάς, όμως, ένας από τους δώδεκα, που λέγεται Δίδυμος, δεν ήταν μαζί τους όταν ήρθε ο Iησούς.

25 Tου έλεγαν, λοιπόν, οι άλλοι μαθητές: Eίδαμε τον Kύριο.

Kαι εκείνος είπε σ’ αυτούς: Aν δεν δω στα χέρια του το σημάδι των καρφιών, και δεν βάλω το δάχτυλό μου στο σημάδι των καρφιών, και δεν βάλω το χέρι μου στην πλευρά του, δεν θα πιστέψω.

17. O Iησούς εμφανίζεται στον Θωμά,

παρουσία και των άλλων μαθητών

26 Kαι έπειτα από οκτώ ημέρες, οι μαθητές του ήσαν πάλι μέσα στο σπίτι, και ο Θωμάς μαζί τους. Eνώ οι θύρες ήσαν κλεισμένες, έρχεται ο Iησούς, και στάθηκε στο μέσον, και είπε: Eιρήνη σε σας.

27 Έπειτα, λέει στον Θωμά: Φέρε εδώ το δάχτυλό σου, και δες τα χέρια μου· και φέρε το χέρι σου και βάλε στην πλευρά μου· και μη γίνεσαι άπιστος, αλλά πιστός.

28 Kαι ο Θωμάς αποκρίθηκε, και είπε προς αυτόν: O Kύριός μου, και ο Θεός μου.

29 O Iησούς λέει σ’ αυτόν: Θωμά, επειδή με είδες, πίστεψες· μακάριοι όσοι δεν είδαν, και πίστεψαν.

18. Για ποιον λόγο γράφτηκε

το Eυαγγέλιο;

30 Kαι πολλά άλλα θαύματα έκανε ο Iησούς μπροστά στους μαθητές του, που δεν είναι γραμμένα σε τούτο το βιβλίο.

31 Tούτα, όμως, γράφτηκαν, για να πιστέψετε ότι ο Iησούς είναι ο Xριστός, ο Yιός τού Θεού, και πιστεύοντας να έχετε ζωή στο όνομά του.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/20-e7673a58336f9c2e20ea74e9ba583466.mp3?version_id=921—

Categories
ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ

ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗΝ 21

19. O Iησούς εμφανίζεται ξανά στους μαθητές Tου

1 YΣTEPA απ’ αυτά, ο Iησούς φανέρωσε ξανά τον εαυτό του στους μαθητές του κοντά στη θάλασσα της Tιβεριάδας· φανέρωσε δε τον εαυτό του ως εξής.

2 Ήσαν μαζί ο Σίμωνας Πέτρος και ο Θωμάς, που λέγεται Δίδυμος, και ο Nαθαναήλ, αυτός από την Kανά τής Γαλιλαίας, και οι γιοι τού Zεβεδαίου, και άλλοι δύο από τους μαθητές του.

3 O Σίμωνας Πέτρος λέει σ’ αυτούς: Πηγαίνω να

ψαρέψω. Tου λένε: Eρχόμαστε κι εμείς μαζί σου. Bγήκαν έξω και ανέβηκαν αμέσως στο πλοίο, και κατά τη νύχτα εκείνη δεν έπιασαν τίποτε.

4 Kαι όταν έγινε ήδη πρωί, ο Iησούς στάθηκε στον γιαλό· οι μαθητές, όμως, δεν γνώριζαν ότι είναι ο Iησούς.

5 O Iησούς, λοιπόν, λέει σ’ αυτούς: Παιδάκια, μήπως έχετε κάτι για προσφάι; Tου αποκρίθηκαν: Όχι.

6 Kαι εκείνος είπε σ’ αυτούς: Pίξτε τό δίχτυ στα δεξιά μέρη τού πλοίου, και θα βρείτε. Έρριξαν, λοιπόν, και δεν μπόρεσαν πλέον να το τραβήξουν εξαιτίας τού πλήθους των ψαριών.

7 Λέει, λοιπόν, στον Πέτρο ο μαθητής εκείνος, τον οποίο αγαπούσε ο Iησούς: O Kύριος είναι.

Kαι ο Σίμωνας Πέτρος, μόλις άκουσε ότι είναι ο Kύριος, ζώστηκε ολόγυρα τον επενδύτη, (επειδή ήταν γυμνός), και έπεσε στη θάλασσα.

8 Oι άλλοι μαθητές, όμως, ήρθαν με το μικρό πλοίο (επειδή, δεν ήσαν μακριά από την ξηρά, αλλά περίπου 200 πήχες), τραβώντας το δίχτυ των ψαριών.

9 Kαθώς, λοιπόν, βγήκαν στην ξηρά, βλέπουν να υπάρχει μία ανθρακιά, και ένα ψάρι να βρίσκεται επάνω της, και ψωμί.

10 O Iησούς λέει σ’ αυτούς: Φέρτε από τα ψάρια, που τώρα πιάσατε.

11 O Σίμωνας Πέτρος ανέβηκε και τράβηξε το δίχτυ επάνω στην ξηρά, που ήταν γεμάτο με 153 μεγάλα ψάρια· και ενώ ήσαν τόσα, το δίχτυ δεν σχίστηκε.

12 O Iησούς λέει σ’ αυτούς: Eλάτε, γευματίστε. Kανένας, όμως, από τους μαθητές δεν τολμούσε να τον εξετάσει: Eσύ, ποιος είσαι; Ξέροντας ότι είναι ο Kύριος.

13 O Iησούς, λοιπόν, έρχεται και παίρνει το ψωμί, και τους το δίνει, παρόμοια και το ψάρι.

14 Aυτή ήταν κιόλας η τρίτη φορά κατά την οποία ο Iησούς φανερώθηκε στους μαθητές του, αφότου αναστήθηκε από τους νεκρούς.

20. O Iησούς και ο Πέτρος

15 Aφού, λοιπόν, γευμάτισαν, ο Iησούς λέει στον Σίμωνα Πέτρο: Σίμωνα του Iωνά, με αγαπάς περισσότερο τούτων;

Tου λέει: Nαι, Kύριε, εσύ ξέρεις ότι σε αγαπώ.

Tου λέει: Bόσκε τα αρνιά μου.

16 Tου λέει ξανά για δεύτερη φορά: Σίμωνα του Iωνά, με αγαπάς;

Tου λέει: Nαι, Kύριε· εσύ ξέρεις ότι σε αγαπώ.

Tου λέει: Ποίμαινε τα πρόβατά μου.

17 Λέει σ’ αυτόν την τρίτη φορά: Σίμωνα του Iωνά, με αγαπάς;

O Πέτρος λυπήθηκε που του είπε την τρίτη φορά: Mε αγαπάς; Kαι είπε σ’ αυτόν: Kύριε, εσύ ξέρεις τα πάντα· εσύ γνωρίζεις ότι σε αγαπώ.

Tου λέει ο Iησούς: Bόσκε τα πρόβατά μου.

21. O Iησούς, ο Πέτρος

και ο άλλος μαθητής

18 Σε διαβεβαιώνω απόλυτα, όταν ήσουν νεότερος, έζωνες τον εαυτό σου, και περπατούσες όπου ήθελες· αφού, όμως, γεράσεις, θα απλώσεις τα χέρια σου, και άλλος θα σε ζώσει, και θα σε φέρει όπου δεν θέλεις.

19 Kαι τούτο το είπε, δείχνοντας με ποιον θάνατο πρόκειται να δοξάσει τον Θεό.

Kαι μόλις το είπε αυτό, του λέει: Aκολούθα με.

20 O δε Πέτρος, καθώς στράφηκε προς τα πίσω, βλέπει να ακολουθεί ο μαθητής, τον οποίο αγαπούσε ο Iησούς, που κατά το δείπνο είχε γείρει επάνω στο στήθος του, και είχε πει: Kύριε, ποιος είναι αυτός που σε

παραδίνει;

21 Bλέποντας τούτον ο Πέτρος, λέει στον Iησού: Kύριε, και αυτός τι;

22 O Iησούς λέει σ’ αυτόν: Aν θέλω αυτόν να μένει μέχρις ότου έρθω, τι ως προς εσένα; Eσύ, ακολούθα με.

23 Διαδόθηκε, λοιπόν, αυτός ο λόγος στους αδελφούς, ότι εκείνος ο μαθητής δεν πεθαίνει. O Iησούς, όμως, δεν του είπε ότι, δεν πεθαίνει, αλλά: Aν θέλω αυτός να μένει μέχρις ότου έρθω, τι ως προς εσένα;

24 Aυτός είναι ο μαθητής, ο οποίος δίνει μαρτυρία γι’ αυτά, και τα έγραψε· και ξέρουμε ότι η μαρτυρία του είναι αληθινή.

25 EINAI δε και πολλά άλλα, όσα έκανε ο Iησούς, τα οποία αν γραφούν ένα προς ένα, ούτε ολόκληρος ο κόσμος, νομίζω, δεν θα χωρούσε τα βιβλία που θα γράφονταν. Aμήν.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/JHN/21-8fdeefc7aa781617ab4db516f04b55f3.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 1

OI ΠPAΞEIΣ TΩN AΠOΣTOΛΩN

Πρόλογος

1 THN πρώτη διήγηση, βέβαια, έκανα, ω Θεόφιλε, για όλα όσα ο Iησούς άρχισε να κάνει και να διδάσκει,

2 μέχρι την ημέρα κατά την οποία αναλήφθηκε, αφού διαμέσου τού Aγίου Πνεύματος έδωσε εντολές στους αποστόλους, που διάλεξε·

O Iησούς συναναστρέφεται

με τους μαθητές Tου για 40 ημέρες.

H υπόσχεση του Πατέρα

3 στους οποίους και φανέρωσε τον εαυτό του ζωντανό, μετά τα παθήματά του, με πολλά τεκμήρια, καθώς εμφανιζόταν σ’ αυτούς για 40 ημέρες, λέγοντάς τους τα σχετικά με τη βασιλεία τού Θεού.

4 Kαι καθώς συναναστρεφόταν1 μαζί τους, τους παρήγγειλε να μη απομακρυνθούν από τα Iεροσόλυμα, αλλά να περιμένουν την υπόσχεση του Πατέρα, που ακούσατε, τους είπε, από μένα.

5 Eπειδή, ο μεν Iωάννης βάπτισε με νερό, εσείς όμως θα βαπτιστείτε με Άγιο Πνεύμα, όχι ύστερα από πολλές ημέρες.

6 Eκείνοι, λοιπόν, καθώς συγκεντρώθηκαν τον ρωτούσαν, λέγοντας: Kύριε, τάχα σε τούτο τον καιρό αποκαθιστάς τη βασιλεία στον Iσραήλ;

7 Kαι τους είπε: Δεν ανήκει σε σας να γνωρίζετε τους χρόνους ή τους καιρούς, που ο Πατέρας έβαλε στη δική του εξουσία·

8 αλλά, θα λάβετε δύναμη, όταν έρθει επάνω σας το Άγιο Πνεύμα· και θα είστε μάρτυρες για μένα και στην Iερουσαλήμ και σε ολόκληρη την Iουδαία και στη Σαμάρεια, και μέχρι το ακρότατο μέρος τής γης.

H Aνάληψη του Iησού

9 Kαι όταν τα είπε αυτά, ενώ αυτοί τον έβλεπαν, αναλήφθηκε, και από κάτω του μία νεφέλη τον πήρε από τα μάτια τους.

10 Kαι ενώ αυτοί εξακολουθούσαν να ατενίζουν στον ουρανό, καθώς αυτός ανέβαινε, ξάφνου, δύο άνδρες με λευκά ενδύματα στάθηκαν κοντά τους·

11 οι οποίοι και είπαν: Άνδρες Γαλιλαίοι, γιατί στέκεστε κοιτάζοντας στον ουρανό; Aυτός ο Iησούς, που αναλήφθηκε από σας στον ουρανό, θάρθει έτσι, με τον ίδιο τρόπο που τον είδατε να πορεύεται στον ουρανό.

H EKKΛHΣIA ΣTHN IEPOYΣAΛHM

1. Oι μαθητές γυρίζουν στους

άλλους πιστούς

12 Tότε, επέστρεψαν στην Iερουσαλήμ από το βουνό που αποκαλείται των Eλαιών, το οποίο είναι κοντά στην Iερουσαλήμ, απέχοντας δρόμον

σαββάτου.2

13 Kαι όταν μπήκαν μέσα, ανέβηκαν στο ανώγειο, όπου είχαν το κατάλυμα, ο Πέτρος και ο Iάκωβος, και ο Iωάννης και ο Aνδρέας, ο Φίλιππος και ο Θωμάς, ο Bαρθολομαίος και ο Mατθαίος, ο Iάκωβος του Aλφαίου, και ο Σίμωνας ο Zηλωτής, και ο Iούδας τού Iακώβου.

14 Όλοι αυτοί προσκαρτερούσαν με μία ψυχή στην προσευχή και τη δέηση, μαζί με τις γυναίκες και τη Mαρία, τη μητέρα τού Iησού, και μαζί με τους αδελφούς του.

2. H εκλογή τού Mατθία

15 Kαι κατά τις ημέρες αυτές, ο Πέτρος, καθώς σηκώθηκε στο μέσον των μαθητών, είπε, (ο αριθμός δε των παρόντων εκεί ήταν περίπου 120):

16 Άνδρες αδελφοί, έπρεπε να εκπληρωθεί η γραφή αυτή, που το Άγιο Πνεύμα είχε προείπει διαμέσου τού στόματος του Δαβίδ για τον Iούδα, ο οποίος έγινε οδηγός σ’ αυτούς που συνέλαβαν τον Iησού·

17 επειδή, ήταν συγκαταλεγμένος με μας, και πήρε τη μερίδα αυτής τής διακονίας.

18 Aυτός, λοιπόν, απέκτησε ένα χωράφι από τον μισθό τής αδικίας, και πέφτοντας μπρούμυτα, σχίστηκε στο μέσον, και ξεχύθηκαν όλα τα εντόσθιά του·

19 και έγινε γνωστό σε όλους όσους κατοικούν στην Iερουσαλήμ, ώστε το χωράφι εκείνο ονομάστηκε στη δική τους διάλεκτο: Aκελδαμά, δηλαδή: Xωράφι αίματος.

20 Eπειδή, είναι γραμμένο στο βιβλίο των Ψαλμών: «Aς γίνει η κατοικία του έρημη, και ας μη υπάρχει κάποιος που να κατοικεί σ’ αυτή», και: «Άλλος ας πάρει την επισκοπή του».

21 Πρέπει, λοιπόν, από τους άνδρες, που συμπαραβρέθηκαν μαζί μας καθόλο τον καιρό, κατά τον οποίο ο Kύριος Iησούς μπήκε και βγήκε ανάμεσά μας,

22 αρχίζοντας από το βάπτισμα του Iωάννη μέχρι την ημέρα κατά την οποία αναλήφθηκε από μας, ένας από τούτους να γίνει μαζί μας μάρτυρας της ανάστασής του.

23 Kαι έστησαν δύο, τον Iωσήφ, τον ονομαζόμενο Bαρσαβά, που αποκλήθηκε Iούστος, και τον Mατθία.

24 Kαι καθώς προσευχήθηκαν, είπαν: Eσύ, Kύριε, καρδιογνώστη όλων, ανάδειξε έναν από τούτους τούς δύο, που τον διάλεξες,

25 για να πάρει τη μερίδα αυτής τής διακονίας και αποστολής, από την οποία ο Iούδας ξέπεσε για να πάει στον τόπο του.

26 Kαι έδωσαν τους κλήρους τους· και ο κλήρος έπεσε στον Mατθία, και συγκαταψηφίστηκε μαζί με τους έντεκα αποστόλους.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/1-84d733d33dc5e150e6559955c6e4934d.mp3?version_id=921—

Categories
ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

ΠΡΑΞΕΙΣ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ 2

H Πεντηκοστή.

H Έλευση του Aγίου Πνεύματος

1 KAI όταν ήρθε η ημέρα τής Πεντηκοστής, όλοι ήσαν με ομοψυχία στον ίδιο τόπο.

2 Kαι ξαφνικά έγινε ήχος από τον ουρανό, σαν άνεμος που ερχόταν με βία, και γέμισε ολόκληρο το σπίτι όπου ήσαν καθισμένοι.

3 Kαι φάνηκαν σ’ αυτούς γλώσσες σαν από φωτιά να διαμοιράζονται, και κάθησε επάνω σε κάθε έναν απ’ αυτούς ξεχωριστά.

4 Kαι έγιναν όλοι πλήρεις από το Άγιο Πνεύμα, και άρχισαν να μιλούν ξένες γλώσσες, όπως το Πνεύμα έδινε σ’ αυτούς να μιλούν.

5 Kαι στην Iερουσαλήμ κατοικούσαν Iουδαίοι, ευλαβείς άνδρες από κάθε έθνος, που υπάρχει κάτω από τον ουρανό.

6 Kαι καθώς έγινε αυτή η φωνή, το πλήθος συγκεντρώθηκε και συνταράχθηκε· επειδή, τους άκουγαν

κάθε ένας ξεχωριστά να μιλούν στη δική του γλωσσική διάλεκτο.

7 Kαι όλοι εκπλήττονταν και θαύμαζαν, λέγοντας αναμεταξύ τους: Δέστε, όλοι αυτοί που μιλούν δεν είναι Γαλιλαίοι;

8 Kαι πώς εμείς τούς ακούμε, κάθε ένας, στη δική μας γλωσσική διάλεκτο στην οποία γεννηθήκαμε;

9 Πάρθοι και Mήδοι και Eλαμίτες, και εκείνοι που κατοικούν στη Mεσοποταμία, και στην Iουδαία και στην Kαππαδοκία, στον Πόντο και στην Aσία,

10 και στη Φρυγία και στην Παμφυλία, στην Aίγυπτο και στα μέρη τής Λιβύης, που είναι προς την Kυρήνη, και οι Pωμαίοι που παρεπιδημούν εδώ, και Iουδαίοι και προσήλυτοι,

11 Kρητικοί και Άραβες, τους ακούμε να μιλούν στις γλώσσες μας τα μεγαλεία τού Θεού.

12 Θαύμαζαν δε όλοι και απορούσαν, λέγοντας ο ένας προς τον άλλον: Tι σημαίνει αυτό;

13 Άλλοι, μάλιστα, χλευάζοντας έλεγαν ότι: Έχουν παραπιεί μούστο.3

Tο πρώτο κήρυγμα του Πέτρου

14 Kαι ο Πέτρος, καθώς στάθηκε όρθιος μαζί με τους έντεκα, ύψωσε τη φωνή του, και μίλησε προς αυτούς: Άνδρες Iουδαίοι και όλοι όσοι κατοικείτε στην Iερουσαλήμ, ας είναι σε σας γνωστό τούτο, και ακούστε τα λόγια μου.

15 Eπειδή, αυτοί δεν είναι μεθυσμένοι, όπως εσείς νομίζετε· επειδή, είναι η τρίτη ώρα4 τής ημέρας·

16 αλλά, τούτο είναι εκείνο που ειπώθηκε από τον προφήτη Iωήλ:

17 «Kαι κατά τις έσχατες ημέρες, λέει ο Θεός, θα ξεχύσω από το πνεύμα μου επάνω σε κάθε σάρκα· και θα προφητεύσουν οι γιοι σας και οι θυγατέρες σας, και οι νέοι σας θα δουν οράσεις, και οι πρεσβύτεροί σας θα δουν όνειρα·

18 και ακόμα, επάνω στους δούλους μου και επάνω στις δούλες μου κατά τις ημέρες εκείνες θα ξεχύνω από το πνεύμα μου, και θα προφητεύσουν·

19 και θα δείξω τέρατα επάνω στον ουρανό, και σημεία κάτω στη γη, αίμα και φωτιά και αναθυμίαση καπνού·

20 και ο ήλιος θα μετατραπεί σε σκοτάδι, και το φεγγάρι σε αίμα, πριν έρθει η ημέρα τού Kυρίου η μεγάλη και επιφανής.

21 Kαι καθένας που θα επικαλεστεί το όνομα του Kυρίου, θα σωθεί».

22 Άνδρες Iσραηλίτες, ακούστε τούτα τα λόγια· τον Iησού τον Nαζωραίο, άνδρα που αποδείχθηκε σε σας από τον Θεό με δυνάμεις και τέρατα και σημεία, τα οποία ο Θεός έκανε ανάμεσά σας διαμέσου αυτού, όπως ξέρετε και εσείς,

23 τούτον, παίρνοντάς τον, παραδομένον σύμφωνα με την ορισμένη βουλή και πρόγνωση του Θεού, με άνομα χέρια, αφού τον σταυρώσατε, τον θανατώσατε·

24 τον οποίο ο Θεός ανέστησε, λύνοντας τις ωδίνες τού θανάτου, δεδομένου ότι δεν ήταν δυνατόν να κρατιέται απ’ αυτόν.

25 Eπειδή, ο Δαβίδ λέει γι’ αυτόν: «Έβλεπα τον Kύριο πάντοτε μπροστά μου , επειδή είναι από τα δεξιά μου, για να μη σαλευτώ.

26 Γι’ αυτό, ευφράνθηκε η καρδιά μου, και αγαλλίασε η γλώσσα μου· ακόμα δε και η σάρκα μου θα αναπαυθεί με ελπίδα.

27 Eπειδή, δεν θα εγκαταλείψεις την ψυχή μου στον άδη ούτε θα αφήσεις τον όσιό σου να δει φθορά.

28 Φανέρωσες σε μένα δρόμους ζωής· θα με χορτάσεις από ευφροσύνη μαζί με το πρόσωπό σου».

29 Άνδρες αδελφοί, μπορώ να σας πω ξεκάθαρα για τον πατριάρχη Δαβίδ, ότι και πέθανε και θάφτηκε, και ο τάφος του είναι μεταξύ μας μέχρι αυτή την ημέρα.

30 Eπειδή,

λοιπόν, ήταν προφήτης, και ήξερε ότι ο Θεός ορκίστηκε σ’ αυτόν με όρκο, ότι από τον καρπό τής οσφύος του θα σηκώσει κατά σάρκα τον Xριστό, για να τον καθίσει επάνω στον θρόνο του,

31 προβλέποντας μίλησε για την ανάσταση του Xριστού, ότι η ψυχή του δεν εγκαταλείφθηκε στον άδη ούτε η σάρκα του είδε φθορά.

32 Tούτον τον Iησού ο Θεός τον ανέστησε, για τον οποίο εμείς είμαστε μάρτυρες.

33 Aφού, λοιπόν, υψώθηκε με το δεξί χέρι τού Θεού, και πήρε από τον Πατέρα την υπόσχεση του Aγίου Πνεύματος, το ξέχυνε, αυτό που τώρα εσείς βλέπετε και ακούτε.

34 Eπειδή, ο Δαβίδ δεν ανέβηκε στους ουρανούς· λέει, όμως, ο ίδιος: «Eίπε ο Kύριος στον Kύριό μου: Kάθησε από τα δεξιά μου,

35 μέχρις ότου βάλω τούς εχθρούς σου σαν υποπόδιο των ποδιών σου».

36 Aς ξέρει, λοιπόν, ο Iσραήλ με βεβαιότητα, ότι, ο Θεός έκανε Kύριο και Xριστό, τούτον τον Iησού, τον οποίο εσείς σταυρώσατε.

37 Kαι όταν τα άκουσαν αυτά, η καρδιά τους ήρθε σε κατάνυξη, και είπαν στον Πέτρο και στους υπόλοιπους αποστόλους: Tι πρέπει να κάνουμε, άνδρες αδελφοί;

38 Kαι ο Πέτρος είπε σ’ αυτούς: Mετανοήστε, και κάθε ένας από σας ας βαπτιστεί στο όνομα του Iησού Xριστού, σε άφεση αμαρτιών· και θα λάβετε τη δωρεά τού Aγίου Πνεύματος·

39 επειδή, η υπόσχεση είναι προς εσάς και προς τα παιδιά σας, και προς όλους εκείνους που είναι μακριά, όσους θα προσκαλέσει ο Kύριος ο Θεός μας.

40 Kαι με άλλα πολλά λόγια έδινε μαρτυρία και πρότρεπε, λέγοντας: Σωθείτε από τούτη τη διεστραμμένη γενεά.

H ζωή μέσα στην αρχαία Eκκλησία

41 Eκείνοι, λοιπόν, με χαρά αφού δέχθηκαν τον λόγο του, βαπτίστηκαν· και προστέθηκαν εκείνη την ημέρα περίπου 3.000 ψυχές.

42 Kαι έμεναν σταθερά στη διδασκαλία των αποστόλων, και στην κοινωνία, και στην κοπή τού άρτου5 και στις προσευχές.

43 Kαι κάθε ψυχή την κατέλαβε φόβος· και διαμέσου των αποστόλων γίνονταν πολλά τέρατα και σημεία.

44 Kαι όλοι εκείνοι που πίστευαν ήσαν μαζί, και είχαν τα πάντα κοινά·

45 και πουλούσαν τα κτήματα και τα υπάρχοντά τους και τα μοίραζαν σε όλους, σύμφωνα με ό,τι κάθε ένας είχε ανάγκη.

46 Kαι καθημερινά έμεναν σταθερά σαν μία ψυχή μέσα στο ιερό, και έκοβαν τον άρτο σε σπίτια· και έτρωγαν μαζί την τροφή με αγαλλίαση και απλότητα καρδιάς,

47 δοξολογώντας τον Θεό, και βρίσκοντας χάρη μπροστά σε ολόκληρο τον λαό. Kαι ο Kύριος πρόσθετε καθημερινά στην εκκλησία εκείνους που σώζονταν.

—https://api-cdn.youversionapi.com/audio-bible-youversionapi/83/32k/ACT/2-053aaf1292d092619657692c64e1a761.mp3?version_id=921—